Οι καινοτόμες τεχνολογίες, ο εκπληκτικός σχεδιασμός και η ευκολία χρήσης της Αυτόματης Μηχανής Καφέ Eletta Explore της De’Longhi απογειώνουν την εμπειρία του καφέ, ικανοποιώντας ακόμα και τα πιο απαιτητικά γούστα
Γιώργος Σαμπάνης: Το πέρασμα από την απόρριψη στην αναγνώριση
Γιώργος Σαμπάνης: Το πέρασμα από την απόρριψη στην αναγνώριση
Ταλαντούχος μουσικός, χαρισματικός frontman, ειλικρινής και cool τύπος. Ο Γιώργος Σαμπάνης μιλάει όπως ακριβώς γράφει και τραγουδάει: αληθινά
Το τηλέφωνό του χτυπά χωρίς σταματημό. Τη μία είναι ο Γιώργος Νταλάρας, την άλλη η σύντροφός του Αννα Πρέλεβιτς, λίγο μετά ένας συνεργάτης του για να μιλήσουν για το νέο άλμπουμ του με τίτλο «Μόνο εξ επαφής» που μόλις έχει κυκλοφορήσει. Ο ίδιος μοιάζει υπερκινητικός, σωματοποιεί σχεδόν κάθε του φράση με συσπάσεις του προσώπου, κινήσεις των χεριών, αλλάζοντας συνεχώς τη στάση των ποδιών του. Είναι σαν κάτι να βασανίζει τον ταλαντούχο δημιουργό, μια ανεξήγητη σωρευμένη ενέργεια, η οποία προφανώς βρίσκει δημιουργική αποσυμπίεση στη μουσική του. Ξεκινά να λέει ότι ο νέος δίσκος του δουλεύτηκε εντελώς διαφορετικά από τους προηγούμενους. «Συνήθως μου έπαιρνε πάρα πολύ χρόνο να δημιουργήσω τον πυρήνα του άλμπουμ. Για παράδειγμα, χρειάστηκα σχεδόν ενάμιση χρόνο να γράψω το “Δεν είμαι ήρωας”. Σε αυτό τον δίσκο και τα δέκα τραγούδια τα έγραψα σε 15 μέρες.
Μου βγήκε πολύ έντονα. Δεν το ’χω ξαναβιώσει αυτό. Το “Κανείς δεν ξέρει” που ακούγεται αυτές τις μέρες στα ραδιόφωνα γράφτηκε με μια πνοή μέσα σ’ ένα βράδυ σπίτι μου. Πήρα τηλέφωνο την Ελεάνα (σ.σ.: Βραχάλη), της έπαιξα τη μελωδία και την επόμενη μέρα είχα και τον στίχο». Του ζητώ να μου πει πότε και κάτω από ποιες συνθήκες κατάλαβε ότι η μουσική είναι η δική του φύση. «Οι άλλοι το κατάλαβαν», αποκρίνεται αποστομωτικά σχεδόν, «εγώ απλώς το έκανα. Οταν ήμουν 5 ετών η μητέρα μου σκέφτηκε ότι πρέπει να με γράψει στο ωδείο - λίγο πριν το καλοκαίρι, ενώ ουσιαστικά έκλεινε η σεζόν. Ηταν μια τελείως ανορθόδοξη απόφαση. Ημουν μόνιμα μπροστά από ένα πικ απ και έβαζα τους δίσκους του πατέρα μου.
Ακουγα διαρκώς μουσική. Ηξερα απέξω πάρα πολλά τραγούδια. Τραγουδούσα όλη την ώρα. Θυμάμαι ότι περπατούσαμε στον δρόμο με τη μητέρα μου και περνάγαμε έξω από καταστήματα με μουσικά όργανα, σταματούσα και της έλεγα: “Μαμά, αυτό να μου πάρεις”. Ηταν μονόδρομος η μουσική».
Μπορεί σήμερα τα τραγούδια του να έχουν περίοπτη θέση στο ρεπερτόριο της Πέγκυς Ζήνα, του Γιώργου Νταλάρα, του Γιάννη Πλούταρχου, του Γιώργου Μαζωνάκη, του Πάνου Κιάμου, της Ελενας Παπαρίζου, του Πασχάλη Τερζή, του Χρήστου Δάντη, να γητεύουν το airplay των ραδιοφωνικών σταθμών, κυρίως να βρίσκονται στα χείλη ενός ολοένα διευρυνόμενου φανατικού κοινού, ωστόσο η αρχή για τον Γιώργο Σαμπάνη δεν ήταν -ως είθισται- το ήμισυ του παντός. «Στα 13 μου έφτιαξα την πρώτη μου μπάντα, τους Φάσμα. Ενα από τα τραγούδια μας ήταν το “Φιλί της ζωής”, το οποίο τραγούδησε η Ελενα Παπαρίζου πολλά χρόνια μετά. Δεκατεσσάρων χρονών το είχα γράψει, στα δεκαεπτά μου το ολοκλήρωσα. Συνέχεια το πείραζα, η κεντρική ιδέα όμως ήταν η ίδια. Εφτασα στο σημείο να φεύγω κρυφά από την προπόνηση του στίβου για να πηγαίνω στο στούντιο να κάνω πρόβες. Ολα τα λεφτά τα έδινα σε δίσκους, σε εργαλεία για τη μουσική, έπιανα δουλειά τα καλοκαίρια ως τραγουδιστής με μια κιθάρα για 50 ευρώ για να κάνω τις διακοπές μου και να τραγουδάω παράλληλα. Τότε άρχισα να κυνηγάω γνωστούς τραγουδιστές και συνθέτες για να ακούσουν τα τραγούδια μου. Χαρακτηρίστηκα από πολλούς ακατάλληλος ως συνθέτης. Υπήρχαν πολλοί που μου είπαν “άσ’ το, φίλε, δεν κάνουν αυτά τα τραγούδια”. Ε, όλα αυτά τα τραγούδια είναι hits σήμερα. Επί οκτώ χρόνια ό,τι έδινα το απέρριπταν. Πήγαινα κι έδινα στίχους και μουσικές μου και δεν πήρε ποτέ κανείς κανένα τηλέφωνο. Ποτέ δεν απογοητεύτηκα όμως. Να σου πω την αλήθεια, τους θεωρούσα κουφούς.
Ημουν σίγουρος για τη μουσική μου». Το πέρασμά του από την απόρριψη στην αναγνώριση -τουλάχιστον του ταλέντου του- ο ίδιος επιλέγει να το χαρακτηρίζει «παραμυθένιο». Η καλή νεράιδα στην περίπτωσή του ήταν η Ελενα Κουντουρά. Το 2007, αθλητής του στίβου ακόμη, ο Σαμπάνης λόγω σοβαρού τραυματισμού κατέφυγε σε εκείνη προκειμένου να μεσολαβήσει για τη μεταγραφή του σε αθλητικό σύλλογο. «Με είδε ένα παιδάκι φοβισμένο που της έλεγε ότι δεν είχε λεφτά και ήθελε να κάνει προπονήσεις και με ρώτησε τι άλλο κάνω στη ζωή μου, τι θέλω να γίνω. Της είπα ότι σπούδαζα στη Γυμναστική Ακαδημία και ότι είμαι συνθέτης και τραγουδιστής. Μου έδωσε λοιπόν το τηλέφωνο ενός μάνατζερ, του Κωστή Αρβανίτη. Εκείνος άκουσε τη μουσική μου και μου είπε αυτό που πίστευα κι εγώ: ότι δηλαδή είναι πολύ ωραία. Πήρε, λοιπόν, τα τραγούδια και τα πήγε στον Γιάννη Δόξα, ο οποίος διάλεξε το “Φιλί της ζωής”, έγραψε ο ίδιος άλλους στίχους και το έδωσε στην Παπαρίζου», αφηγείται. Στην εύλογη απορία γιατί δεν προτίμησε τον εύκολο δρόμο προς τη διασημότητα, την παράκαμψη δηλαδή των reality shows που την περίοδο εκείνη μάλιστα ήταν στο ζενίθ τους, απαντά με την πολύ στέρεα δομημένη κοσμοθεωρία του: «Είχα σκεφτεί να πάω σε reality. Οπως το σκέφτηκα όμως έτσι και το ξέχασα. Θεώρησα ότι είναι απαίσιο μέσο. Για κάψιμο. Σκέφτηκα ότι αν πήγαινα εκεί θα ήμουν τραγουδιστής με ημερομηνία λήξης. Σαν τα γάλατα. Και δεν το επιχείρησα. Ιδιαίτερα στην εποχή τη δική μου, το 2007, έπρεπε να δείξεις στοιχεία της προσωπικής ζωής σου για να τραγουδάς. Ηταν ένα τραγουδιστικό “Big Brother”. Εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο λόγω ιδιοσυγκρασίας. Εγώ είμαι μουσικός, όχι δημοσιοσχετίστας».
Επτά χρόνια μετά, τα άγχη και οι ανησυχίες του Γιώργου Σαμπάνη είναι κατά τι διαφορετικά. Εκείνος δεν το παραδέχεται. «Την ίδια ζωή ζούσα και παλιά, με λιγότερα όμως χρήματα. Η τωρινή είναι καλύτερη γιατί έχω την ευτυχία να αρέσουν τα τραγούδια μου στον κόσμο», λέει.
Μου βγήκε πολύ έντονα. Δεν το ’χω ξαναβιώσει αυτό. Το “Κανείς δεν ξέρει” που ακούγεται αυτές τις μέρες στα ραδιόφωνα γράφτηκε με μια πνοή μέσα σ’ ένα βράδυ σπίτι μου. Πήρα τηλέφωνο την Ελεάνα (σ.σ.: Βραχάλη), της έπαιξα τη μελωδία και την επόμενη μέρα είχα και τον στίχο». Του ζητώ να μου πει πότε και κάτω από ποιες συνθήκες κατάλαβε ότι η μουσική είναι η δική του φύση. «Οι άλλοι το κατάλαβαν», αποκρίνεται αποστομωτικά σχεδόν, «εγώ απλώς το έκανα. Οταν ήμουν 5 ετών η μητέρα μου σκέφτηκε ότι πρέπει να με γράψει στο ωδείο - λίγο πριν το καλοκαίρι, ενώ ουσιαστικά έκλεινε η σεζόν. Ηταν μια τελείως ανορθόδοξη απόφαση. Ημουν μόνιμα μπροστά από ένα πικ απ και έβαζα τους δίσκους του πατέρα μου.
Ακουγα διαρκώς μουσική. Ηξερα απέξω πάρα πολλά τραγούδια. Τραγουδούσα όλη την ώρα. Θυμάμαι ότι περπατούσαμε στον δρόμο με τη μητέρα μου και περνάγαμε έξω από καταστήματα με μουσικά όργανα, σταματούσα και της έλεγα: “Μαμά, αυτό να μου πάρεις”. Ηταν μονόδρομος η μουσική».
Μπορεί σήμερα τα τραγούδια του να έχουν περίοπτη θέση στο ρεπερτόριο της Πέγκυς Ζήνα, του Γιώργου Νταλάρα, του Γιάννη Πλούταρχου, του Γιώργου Μαζωνάκη, του Πάνου Κιάμου, της Ελενας Παπαρίζου, του Πασχάλη Τερζή, του Χρήστου Δάντη, να γητεύουν το airplay των ραδιοφωνικών σταθμών, κυρίως να βρίσκονται στα χείλη ενός ολοένα διευρυνόμενου φανατικού κοινού, ωστόσο η αρχή για τον Γιώργο Σαμπάνη δεν ήταν -ως είθισται- το ήμισυ του παντός. «Στα 13 μου έφτιαξα την πρώτη μου μπάντα, τους Φάσμα. Ενα από τα τραγούδια μας ήταν το “Φιλί της ζωής”, το οποίο τραγούδησε η Ελενα Παπαρίζου πολλά χρόνια μετά. Δεκατεσσάρων χρονών το είχα γράψει, στα δεκαεπτά μου το ολοκλήρωσα. Συνέχεια το πείραζα, η κεντρική ιδέα όμως ήταν η ίδια. Εφτασα στο σημείο να φεύγω κρυφά από την προπόνηση του στίβου για να πηγαίνω στο στούντιο να κάνω πρόβες. Ολα τα λεφτά τα έδινα σε δίσκους, σε εργαλεία για τη μουσική, έπιανα δουλειά τα καλοκαίρια ως τραγουδιστής με μια κιθάρα για 50 ευρώ για να κάνω τις διακοπές μου και να τραγουδάω παράλληλα. Τότε άρχισα να κυνηγάω γνωστούς τραγουδιστές και συνθέτες για να ακούσουν τα τραγούδια μου. Χαρακτηρίστηκα από πολλούς ακατάλληλος ως συνθέτης. Υπήρχαν πολλοί που μου είπαν “άσ’ το, φίλε, δεν κάνουν αυτά τα τραγούδια”. Ε, όλα αυτά τα τραγούδια είναι hits σήμερα. Επί οκτώ χρόνια ό,τι έδινα το απέρριπταν. Πήγαινα κι έδινα στίχους και μουσικές μου και δεν πήρε ποτέ κανείς κανένα τηλέφωνο. Ποτέ δεν απογοητεύτηκα όμως. Να σου πω την αλήθεια, τους θεωρούσα κουφούς.
Ημουν σίγουρος για τη μουσική μου». Το πέρασμά του από την απόρριψη στην αναγνώριση -τουλάχιστον του ταλέντου του- ο ίδιος επιλέγει να το χαρακτηρίζει «παραμυθένιο». Η καλή νεράιδα στην περίπτωσή του ήταν η Ελενα Κουντουρά. Το 2007, αθλητής του στίβου ακόμη, ο Σαμπάνης λόγω σοβαρού τραυματισμού κατέφυγε σε εκείνη προκειμένου να μεσολαβήσει για τη μεταγραφή του σε αθλητικό σύλλογο. «Με είδε ένα παιδάκι φοβισμένο που της έλεγε ότι δεν είχε λεφτά και ήθελε να κάνει προπονήσεις και με ρώτησε τι άλλο κάνω στη ζωή μου, τι θέλω να γίνω. Της είπα ότι σπούδαζα στη Γυμναστική Ακαδημία και ότι είμαι συνθέτης και τραγουδιστής. Μου έδωσε λοιπόν το τηλέφωνο ενός μάνατζερ, του Κωστή Αρβανίτη. Εκείνος άκουσε τη μουσική μου και μου είπε αυτό που πίστευα κι εγώ: ότι δηλαδή είναι πολύ ωραία. Πήρε, λοιπόν, τα τραγούδια και τα πήγε στον Γιάννη Δόξα, ο οποίος διάλεξε το “Φιλί της ζωής”, έγραψε ο ίδιος άλλους στίχους και το έδωσε στην Παπαρίζου», αφηγείται. Στην εύλογη απορία γιατί δεν προτίμησε τον εύκολο δρόμο προς τη διασημότητα, την παράκαμψη δηλαδή των reality shows που την περίοδο εκείνη μάλιστα ήταν στο ζενίθ τους, απαντά με την πολύ στέρεα δομημένη κοσμοθεωρία του: «Είχα σκεφτεί να πάω σε reality. Οπως το σκέφτηκα όμως έτσι και το ξέχασα. Θεώρησα ότι είναι απαίσιο μέσο. Για κάψιμο. Σκέφτηκα ότι αν πήγαινα εκεί θα ήμουν τραγουδιστής με ημερομηνία λήξης. Σαν τα γάλατα. Και δεν το επιχείρησα. Ιδιαίτερα στην εποχή τη δική μου, το 2007, έπρεπε να δείξεις στοιχεία της προσωπικής ζωής σου για να τραγουδάς. Ηταν ένα τραγουδιστικό “Big Brother”. Εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο λόγω ιδιοσυγκρασίας. Εγώ είμαι μουσικός, όχι δημοσιοσχετίστας».
Επτά χρόνια μετά, τα άγχη και οι ανησυχίες του Γιώργου Σαμπάνη είναι κατά τι διαφορετικά. Εκείνος δεν το παραδέχεται. «Την ίδια ζωή ζούσα και παλιά, με λιγότερα όμως χρήματα. Η τωρινή είναι καλύτερη γιατί έχω την ευτυχία να αρέσουν τα τραγούδια μου στον κόσμο», λέει.
Δεν αρνείται πάντως πως το άγχος μήπως και στερέψει το θείο δώρο της έμπνευσης τον περιτριγυρίζει. «Μόνιμα με τρώει αυτό. Τι κάνω; Την προσευχή μου. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο. Φαντάζομαι ότι θα έχω πάντα κάποιο λόγο να γράφω. Ποιος μπορεί να είναι αυτός; Ενα εκατομμύριο είναι οι λόγοι. Τα συναισθήματά μου μπορούν να αποτυπωθούν πιο εύκολα σε μελωδίες παρά σε λόγια, κραυγές ή χαμόγελα. Ολα όσα νιώθω φιλτράρονται μέσα μου και βγαίνουν σε μελωδίες. Είναι ο τρόπος μου να πω “σ’ αγαπώ”, να πω “σε θέλω”, να πω “φύγε”, να πω “φοβάμαι”, να πω “εύχομαι”. Είναι ο τρόπος μου. Εμαθα να εκφράζομαι μέσα από τη μουσική. Δεν ξέρω αν είναι ταλέντο, ικανότητα, γνώση ή κάτι απ’ όλα μαζί το οποίο καλλιέργησα».
Τον ρωτώ αν τελικά υπάρχει συνταγή της επιτυχίας. «Βεβαίως υπάρχει συνταγή επιτυχίας. Ρώτα όμως αυτόν που φτιάχνει την Coca-Cola να σ' την πει. Εγώ γράφω όπως έγραφα πάντα. Ο τρόπος προσέγγισης άλλαξε. Παλιά είχα μόνο άγχος. Τώρα έχω αγάπη». Δηλαδή, μόνο η αγάπη είναι το κριτήριο για να γράψει μουσική, να δώσει τραγούδια του σε άλλους καλλιτέχνες; Τα χρήματα δεν είναι δέλεαρ για εκείνον; «Φυσικά και μου έχουν προτείνει χρήματα. Εξαψήφιο αριθμό μού έχουν προτείνει. Πολλά λεφτά. Και είπα “όχι, ευχαριστώ”. Αμα δεν έχεις ταλέντο, δεν μπορώ να σου γράψω τραγούδια. Η μουσική είναι τέχνη ακόμη κι αν δεν είσαι φοβερός συνθέτης. Μπορεί να μην είσαι ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος, ο Θεοδωράκης ή ο Κουγιουμτζής, αλλά πρέπει να σέβεσαι τη φλέβα μέσα σου που παράγει τραγούδια. Να τα δίνεις σε αυτούς που θα τα κάνουν καλύτερα. Δεν ξέρω πόσο καλός ή κακός συνθέτης είμαι, αλλά αυτό που παράγω θέλω να το δώσω σε ανθρώπους που μπορούν να το τραγουδήσουν όμορφα.
Το μόνο μου κριτήριο είναι το πώς θα το πουν και το πόσο ταλέντο και αστέρι έχουν να το φωτίσουν», καταλήγει, επιβεβαιώνοντας εμμέσως πλην σαφώς πως, εκτός από ταλαντούχος μουσικός και χαρισματικός frontman, είναι και ένας ειλικρινής άνθρωπος που, όπως λέει, δεν θεώρησε ποτέ δουλειά τη μουσική. «Πες την αλήθεια, πες την έκφραση, δουλειά πάντως δεν είναι».
Τον ρωτώ αν τελικά υπάρχει συνταγή της επιτυχίας. «Βεβαίως υπάρχει συνταγή επιτυχίας. Ρώτα όμως αυτόν που φτιάχνει την Coca-Cola να σ' την πει. Εγώ γράφω όπως έγραφα πάντα. Ο τρόπος προσέγγισης άλλαξε. Παλιά είχα μόνο άγχος. Τώρα έχω αγάπη». Δηλαδή, μόνο η αγάπη είναι το κριτήριο για να γράψει μουσική, να δώσει τραγούδια του σε άλλους καλλιτέχνες; Τα χρήματα δεν είναι δέλεαρ για εκείνον; «Φυσικά και μου έχουν προτείνει χρήματα. Εξαψήφιο αριθμό μού έχουν προτείνει. Πολλά λεφτά. Και είπα “όχι, ευχαριστώ”. Αμα δεν έχεις ταλέντο, δεν μπορώ να σου γράψω τραγούδια. Η μουσική είναι τέχνη ακόμη κι αν δεν είσαι φοβερός συνθέτης. Μπορεί να μην είσαι ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος, ο Θεοδωράκης ή ο Κουγιουμτζής, αλλά πρέπει να σέβεσαι τη φλέβα μέσα σου που παράγει τραγούδια. Να τα δίνεις σε αυτούς που θα τα κάνουν καλύτερα. Δεν ξέρω πόσο καλός ή κακός συνθέτης είμαι, αλλά αυτό που παράγω θέλω να το δώσω σε ανθρώπους που μπορούν να το τραγουδήσουν όμορφα.
Το μόνο μου κριτήριο είναι το πώς θα το πουν και το πόσο ταλέντο και αστέρι έχουν να το φωτίσουν», καταλήγει, επιβεβαιώνοντας εμμέσως πλην σαφώς πως, εκτός από ταλαντούχος μουσικός και χαρισματικός frontman, είναι και ένας ειλικρινής άνθρωπος που, όπως λέει, δεν θεώρησε ποτέ δουλειά τη μουσική. «Πες την αλήθεια, πες την έκφραση, δουλειά πάντως δεν είναι».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα