Οι κλήσεις στο κινητό τηλέφωνο του διοικητή της μονάδας τους, που έμειναν αναπάντητες από εκείνον, ήταν εκείνες που έκαναν τους οχτώ Τούρκους στρατιωτικούς να αποφασίσουν την «μεγάλη απόδραση» από την Τουρκία στην Ελλάδα, τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου.
Αυτό τουλάχιστον αποκαλύφθηκε, όταν οι ελληνικές αρχές πήραν και εξέτασαν με προσοχή τα κινητά τους τηλέφωνα.
Στην ηλεκτρονική μνήμη των συσκευών βρέθηκαν κλήσεις από τους συγγενείς τους, που δεν απαντήθηκαν, αλλά και κλήσεις των ίδιων των στρατιωτικών σε έναν συγκεκριμένο τηλεφωνικό αριθμό. Αυτός ο αριθμός, όπως αργότερα υποστήριξαν οι οχτώ άνδρες, που αιτήθηκαν το πρωί της Τρίτης πολιτικό άσυλο, ανήκε στον διοικητή της μονάδας τους συνταγματάρχη στο βαθμό.
Το γεγονός πως εκείνος δεν απαντούσε στις κλήσεις τους, τους έκανε να συνειδητοποιήσουν πως η κατάσταση ήταν κρίσιμη και πως η ζωή τους κινδύνευε, εάν έμεναν στην Τουρκία.
Ένας από αυτούς έριξε την ιδέα να φύγουν με κατεύθυνση κάποια γειτονική χώρα και να ζητήσουν άσυλο. Όπως είπαν στις Ελληνικές Αρχές, όταν άρχισαν να δέχονται πυροβολισμούς από Τούρκους αστυνομικούς «έσπασαν» την ομάδα -μαζί τους υπήρχαν ακόμη δυο ελικόπτερα- και προσγειώθηκαν σε ένα ξέφωτο. Εκεί, πάντα σύμφωνα με πληροφορίες, εξέτασαν τους χάρτες και τα καύσιμα που είχαν.
Στην αρχή σκέφτηκαν να φύγουν προς Ρουμανία και Βουλγαρία, αλλά και τα καύσιμα δεν θα τους έφθαναν και υπήρχε ο κίνδυνος να εκδοθούν αμέσως στην Τουρκία, αφού οι κυβερνήσεις των κρατών αυτών έχουν άριστες σχέσεις με το κράτος του Ερντογάν. Το πιο κοντινό αεροδρόμιο ήταν της Αλεξανδρούπολης και έτσι αποφάσισαν, όπως υποστήριξαν, να προσγειωθούν εκεί και να ζητήσουν άσυλο.
Σύμφωνα με την Ίλια Μαρινάκη, μία εκ των τριών συνηγόρων των κατηγορουμένων για παράνομη είσοδο στη χώρα, ηθική αυτουργία σε παράνομη πτήση για τους επτά συλληφθέντες και εκτέλεση παράνομης πτήσης στον ελληνικό χώρο που βαρύνει τον πιλότο του ελικοπτέρου, η διαδικασία αίτησης πολιτικού ασύλου που έγινε το πρωί της Τρίτης, περιελάμβανε λήψη δαχτυλικών αποτυπωμάτων, φωτογράφηση και συλλογή κάποιων στοιχείων βάσει ενός προκαθορισμένου ερωτηματολογίου από τον αρμόδιο υπάλληλο.