Μύθοι και αλήθειες για τη διγλωσσία
Μύθοι και αλήθειες για τη διγλωσσία
Η λογοπεδικός Χαρά Καραμήτσου γράφει για την ταυτόχρονη εκμάθηση περισσότερων γλωσσών που ενισχύει ιδιαίτερα τις νοητικές ικανότητες και αποτελεί ευεργετική μορφή εκπαίδευσης του εγκεφάλου των παιδιών
Τα περισσότερα παιδιά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους μαθαίνουν να χειρίζονται με επάρκεια τη μητρική τους γλώσσα. Το αξιοθαύμαστο είναι ότι κάποια από αυτά, με έναν περίεργο και θαυμαστό τρόπο, κατορθώνουν να αποκτούν γλωσσική επάρκεια και σε μια δεύτερη ή και τρίτη γλώσσα - ιδίως όταν εκτεθούν από νωρίς σε αυτές, δηλαδή ταυτόχρονα και συστηματικά.
Παρ’ όλα αυτά, τα δίγλωσσα παιδιά, ακόμα και σήμερα, αντιμετωπίζονται με δυσπιστία και πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί εκφράζουν τις ανησυχίες τους, επισημαίνοντας κάποιες επιπτώσεις σχετικές με αυτήν.
Καθώς όμως τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η γνώση μας για τη γλωσσική τους ανάπτυξη, είναι καιρός να ξεδιαλύνουμε κάποιους μύθους μέσα από ερωτήσεις σχετικές με το θέμα.
Υπάρχουν οφέλη από τη διγλωσσία και ποια είναι αυτά;
Σύμφωνα με πρόσφατα γλωσσολογικά ερευνητικά δεδομένα από την Αμερική, η ταυτόχρονη έκθεση ενισχύει ιδιαίτερα τις νοητικές ικανότητες και αποτελεί μια ευεργετική μορφή εκπαίδευσης του εγκεφάλου τους.
Παρ’ όλα αυτά, τα δίγλωσσα παιδιά, ακόμα και σήμερα, αντιμετωπίζονται με δυσπιστία και πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί εκφράζουν τις ανησυχίες τους, επισημαίνοντας κάποιες επιπτώσεις σχετικές με αυτήν.
Καθώς όμως τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η γνώση μας για τη γλωσσική τους ανάπτυξη, είναι καιρός να ξεδιαλύνουμε κάποιους μύθους μέσα από ερωτήσεις σχετικές με το θέμα.
Υπάρχουν οφέλη από τη διγλωσσία και ποια είναι αυτά;
Γνωστικά οφέλη
Σύμφωνα με πρόσφατα γλωσσολογικά ερευνητικά δεδομένα από την Αμερική, η ταυτόχρονη έκθεση ενισχύει ιδιαίτερα τις νοητικές ικανότητες και αποτελεί μια ευεργετική μορφή εκπαίδευσης του εγκεφάλου τους.
Αναλυτικότερα, συγκρινόμενα με μονόγλωσσα παιδιά, παρουσιάζουν ευέλικτες νοητικές διεργασίες σε περιοχές όπως:
- Η κατανόηση μαθηματικών εννοιών και η επίλυση προβλημάτων.
- Οι δεξιότητες λογικής και κρίσης.
- Η ανάπτυξη της μνήμης, η συγκέντρωση της προσοχής και η λήψη συγκροτημένων αποφάσεων.
- Ο αυτοέλεγχος, που είναι και δείκτης καλής σχολικής επίδοσης.
- Η καθυστέρηση της εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ στη μεγάλη ηλικία, σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα της Νευρολογίας.
- Η ανάπτυξη της διαπολιτισμικής τους ταυτότητας μέσα στο πλαίσιο της ισοτιμίας των πολιτισμών - εθνών και της ίσης μεταχείρισης στο σχολείο.
Επειδή τα δίγλωσσα παιδιά εκτίθενται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε γλώσσα σε σχέση με τα μονόγλωσσα, ποτέ δεν έχουν επαρκή γλωσσική ανάπτυξη σε καμία από τις δύο γλώσσες συγκρινόμενα με τα μονόγλωσσα. Είναι αλήθεια;
- Τα δίγλωσσα παιδιά, παρόλο που έχουν διαφοροποιημένη έκθεση στην κάθε γλώσσα ξεχωριστά, καθώς μεγαλώνουν μαθαίνουν να χρησιμοποιούν με άνεση και επάρκεια και τις δύο γλώσσες. Αποκτούν ευχέρεια και σε επίπεδο φωνολογικό και σε επίπεδο γραμματικό/συντακτικό (γράφουν και μιλούν σωστά) σε κάθε γλώσσα ταυτόχρονα και ανώδυνα, αρκεί οι γονείς και το σχολείο να πληρούν κάποιες προϋποθέσεις:
- Εκθεση στην ταυτόχρονη εκμάθηση των δύο γλωσσών από τη μικρή ηλικία ή τη γέννησή τους.
- Συστηματική ποσοτική και ποιοτική επαφή με καθεμία από αυτές μέσα από καθημερινές δραστηριότητες, όπως την ανάγνωση βιβλίων, τα τραγούδια κ.ά.
- Επανάληψη των νέων λέξεων/φράσεων και ενσωμάτωσή τους σε προτάσεις με τη βοήθεια εκφράσεων και χειρονομιών για την καλύτερη κατανόησή τους.
- Δημιουργία ποικίλων επικοινωνιακών καταστάσεων και ευκαιριών.
Κάποιες αναπτυξιακές δυσκολίες σε επίπεδο γλώσσας μπορεί να έχουν επιπτώσεις:
- Στο λεξιλόγιο: Μειωμένο στη μία ή και στις δυο γλώσσες, μια και πρέπει να αποθηκεύουν λέξεις και στις δύο γλώσσες ταυτόχρονα. Μερικές φορές επειδή τα μικρά δίγλωσσα παιδιά μαθαίνουν λέξεις για την κάθε γλώσσα από διαφορετικούς ανθρώπους, ξέρουν συγκεκριμένες λέξεις στη μία γλώσσα, αλλά όχι στην άλλη. Οταν όμως μετρηθεί το συνολικό λεξιλόγιο που γνωρίζουν και στις δύο γλώσσες, θα δει κανείς ότι γενικά έχουν το ίδιο εύρος λεξιλογίου όπως οι μονόγλωσσοι ομήλικοί τους.
- Στις γλωσσικές δεξιότητες σε κοινωνικές καταστάσεις: Σε μερικές γλώσσες ο τρόπος που εκφράζεται κάποιος σε διάφορες κοινωνικές καταστάσεις είναι τελείως διαφορετικός από κάποιες άλλες. Τα δίγλωσσα παιδιά που δεν έχουν πλήρη εξοικείωση στη μία ή και στις δύο γλώσσες ίσως να μην μπορούν να τις χειριστούν εύκολα ή να μην καταλαβαίνουν τέτοιου είδους και τρόπους έκφρασης.
Η εκμάθηση δύο γλωσσών στην παιδική ηλικία είναι δύσκολη και έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη.
Δίγλωσσα παιδιά που εκτίθενται από πολύ νωρίς σε δύο γλωσσικούς κώδικες εμφανίζουν τα ίδια αναπτυξιακά στάδια στη γλώσσα τους όπως και τα μονόγλωσσα. Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές από παιδί σε παιδί όσον αφορά στην κατάκτηση της γλώσσας. Μερικά παιδιά λένε τις πρώτες τους λέξεις ή χρησιμοποιούν σύνθετες προτάσεις πολύ νωρίτερα από άλλα. Μικρή καθυστέρηση στην εξέλιξη της ομιλίας και του λόγου στις δύο γλώσσες δεν συνεπάγεται απαραίτητα κάτι ολέθριο. Αρκετές φορές απλώς παίρνει περισσότερο χρόνο στο παιδί να φτάσει στα ίδια στάδια που φτάνουν λίγο νωρίτερα τα μονόγλωσσα παιδιά.
Εξάλλου τέτοιου είδους καθυστερήσεις είναι συχνές στα δίγλωσσα παιδιά επειδή χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο καθώς επεξεργάζονται δύο γλωσσικούς κώδικες. Για λόγους ασφαλείας, όμως, εάν ανησυχείτε, θα πρέπει να αξιολογηθούν από λογοθεραπευτή.
Τα μικρά δίγλωσσα παιδιά δεν μπορούν να απομονώσουν τις γλώσσες. Χρησιμοποιούν και τις δύο συγχρόνως. Είναι γιατί τις μπερδεύουν;
Κάποιες στιγμές τα περισσότερα δίγλωσσα παιδιά αναμειγνύουν λέξεις και από τις δύο γλώσσες ακόμα και μέσα στην ίδια πρόταση ή σε συζητήσεις. Η ανησυχία στο περιβάλλον είναι διάχυτη επειδή θεωρούν ότι το παιδί βρίσκεται σε σύγχυση και δεν μπορεί να τις ξεχωρίσει.
Στην πραγματικότητα, τα -μικρά κυρίως- παιδιά χρησιμοποιούν αυτή την αλλαγή κωδικών (code-switching) γιατί δεν έχουν επαρκές λεξιλόγιο στη μία ή την άλλη γλώσσα για να εκφραστούν με ακρίβεια. Επομένως, δανείζονται από την άλλη. Καθώς όμως μεγαλώνουν, αναπτύσσουν την ικανότητα να διαχωρίζουν τις γλώσσες ανάλογα με τα διαφορετικά περιβάλλοντα, τα άτομα κ.λπ.
Τα μικρά παιδιά μπορεί επίσης να πειραματίζονται με τις δύο γλώσσες για να εκφράζονται σε συγκεκριμένα πλαίσια - π.χ. η μία γλώσσα μπορεί να χρησιμοποιείται ως λιγότερο επίσημη-σημαντική και να σχετίζεται με δραστηριότητες μέσα στο σπίτι, με την οικογένεια, ενώ η άλλη μπορεί να χρησιμοποιείται ως πιο επίσημη για δραστηριότητες έξω από το σπίτι.
Τα περισσότερο μεγαλύτερα παιδιά, όμως, έχουν πιο ξεκάθαρες απόψεις για τον διαχωρισμό.
Αποφασίζουν να μιλούν κυρίως τη γλώσσα του περιβάλλοντος και ελάχιστα τη γλώσσα της οικογένειας προκειμένου να ενσωματωθούν ουσιαστικά και να γίνουν αποδεκτά από τους μονόγλωσσους συμμαθητές και τους φίλους τους ιδίως στο σχολικό τους πλαίσιο.
Τι θα βοηθούσε την εξισορροπημένη χρήση και των δύο γλωσσών και θα διασφάλιζε την επαρκή ανάπτυξή τους;
Τα παιδιά από πολύ νωρίς θα πρέπει να μαθαίνουν να συσχετίζουν τις δύο γλώσσες με διαφορετικό τρόπο. Δηλαδή η μία γλώσσα να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τη μητέρα και η άλλη από τον πατέρα σε όλες τις επικοινωνιακές καταστάσεις. Ετσι σταδιακά θα τις ξεχωρίσουν από τη μικρή τους ηλικία.
Είναι σημαντικό οι γονείς να παρέχουν συστηματική άσκηση και να επιδιώκουν αυξημένη έκθεση του παιδιού ταυτόχρονα και στις δύο γλώσσες, αποφεύγοντας δραστικές αλλαγές στο γλωσσικό περιβάλλον του (π.χ. απομάκρυνσή του από τη χώρα που μένει για μακρύ διάστημα).
Τέτοιου είδους αλλαγές μπορούν πράγματι να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη της ομιλίας και του λόγου και να δημιουργήσουν δυσκολίες στο παιδί.
Αυτό που θα πρέπει να προσέξουν, τέλος, οι γονείς παιδιών που ζουν σε ξένη χώρα και δεν μιλούν τη γλώσσα της χώρας αυτής ή τη μιλούν λίγο, αν και το παιδί τους μοιραία εντάσσεται γρηγορότερα στη γλώσσα της νέας πατρίδας μέσα από το σχολείο και τους ομηλίκους, παράλληλα να του δίνουν και ευκαιρίες εκμάθησης της μητρικής του γλώσσας. Η γλώσσα τους είναι σημαντικό οικογενειακό σημείο αναφοράς και παραδόσεων έστω και εάν χρησιμοποιείται μόνο στο σπίτι.
Παρ’ όλα αυτά, εγώ ανησυχώ για την εξέλιξη του λόγου και της ομιλίας του παιδιού μου. Τι να κάνω;
Να απευθυνθείτε στον λογοπεδικό - λογοθεραπευτή, τον εξειδικευμένο επιστήμονα που θα αξιολογήσει τις δεξιότητες του παιδιού στις δύο γλώσσες -πιθανώς με τη βοήθεια κάποιου μεταφραστή-, ο οποίος θα αποφασίσει εάν χρειάζεται κατάλληλη θεραπευτική παρέμβαση.
Είναι σημαντικό να εξακριβώσει εάν το παιδί παρουσιάζει επικοινωνιακή διαταραχή ή διαφορά ανάμεσα στην κυρίαρχη και τη δεύτερη γλώσσα. Η διαταραχή εμφανίζεται μόνο όταν το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες και στις δύο γλώσσες ταυτόχρονα.
Χαρά Καραμήτσου
(λογοπεδικός, M.R.C.S.L.T.)
Ελευθερίου Βενιζέλου 25 Νέα Σμύρνη
Τηλ. 210 9581200
charakaramitsou@ath.forthnet.gr
- Η κατανόηση μαθηματικών εννοιών και η επίλυση προβλημάτων.
- Οι δεξιότητες λογικής και κρίσης.
- Η ανάπτυξη της μνήμης, η συγκέντρωση της προσοχής και η λήψη συγκροτημένων αποφάσεων.
- Ο αυτοέλεγχος, που είναι και δείκτης καλής σχολικής επίδοσης.
- Η καθυστέρηση της εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ στη μεγάλη ηλικία, σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα της Νευρολογίας.
Ψυχοσυναισθηματικά - κοινωνικά οφέλη
- Η δημιουργία ισχυρών δεσμών με την οικογένεια, τους φίλους, την κοινότητα.- Η ανάπτυξη της διαπολιτισμικής τους ταυτότητας μέσα στο πλαίσιο της ισοτιμίας των πολιτισμών - εθνών και της ίσης μεταχείρισης στο σχολείο.
Επειδή τα δίγλωσσα παιδιά εκτίθενται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε γλώσσα σε σχέση με τα μονόγλωσσα, ποτέ δεν έχουν επαρκή γλωσσική ανάπτυξη σε καμία από τις δύο γλώσσες συγκρινόμενα με τα μονόγλωσσα. Είναι αλήθεια;
- Τα δίγλωσσα παιδιά, παρόλο που έχουν διαφοροποιημένη έκθεση στην κάθε γλώσσα ξεχωριστά, καθώς μεγαλώνουν μαθαίνουν να χρησιμοποιούν με άνεση και επάρκεια και τις δύο γλώσσες. Αποκτούν ευχέρεια και σε επίπεδο φωνολογικό και σε επίπεδο γραμματικό/συντακτικό (γράφουν και μιλούν σωστά) σε κάθε γλώσσα ταυτόχρονα και ανώδυνα, αρκεί οι γονείς και το σχολείο να πληρούν κάποιες προϋποθέσεις:
- Εκθεση στην ταυτόχρονη εκμάθηση των δύο γλωσσών από τη μικρή ηλικία ή τη γέννησή τους.
- Συστηματική ποσοτική και ποιοτική επαφή με καθεμία από αυτές μέσα από καθημερινές δραστηριότητες, όπως την ανάγνωση βιβλίων, τα τραγούδια κ.ά.
- Επανάληψη των νέων λέξεων/φράσεων και ενσωμάτωσή τους σε προτάσεις με τη βοήθεια εκφράσεων και χειρονομιών για την καλύτερη κατανόησή τους.
- Δημιουργία ποικίλων επικοινωνιακών καταστάσεων και ευκαιριών.
Κάποιες αναπτυξιακές δυσκολίες σε επίπεδο γλώσσας μπορεί να έχουν επιπτώσεις:
- Στο λεξιλόγιο: Μειωμένο στη μία ή και στις δυο γλώσσες, μια και πρέπει να αποθηκεύουν λέξεις και στις δύο γλώσσες ταυτόχρονα. Μερικές φορές επειδή τα μικρά δίγλωσσα παιδιά μαθαίνουν λέξεις για την κάθε γλώσσα από διαφορετικούς ανθρώπους, ξέρουν συγκεκριμένες λέξεις στη μία γλώσσα, αλλά όχι στην άλλη. Οταν όμως μετρηθεί το συνολικό λεξιλόγιο που γνωρίζουν και στις δύο γλώσσες, θα δει κανείς ότι γενικά έχουν το ίδιο εύρος λεξιλογίου όπως οι μονόγλωσσοι ομήλικοί τους.
- Στις γλωσσικές δεξιότητες σε κοινωνικές καταστάσεις: Σε μερικές γλώσσες ο τρόπος που εκφράζεται κάποιος σε διάφορες κοινωνικές καταστάσεις είναι τελείως διαφορετικός από κάποιες άλλες. Τα δίγλωσσα παιδιά που δεν έχουν πλήρη εξοικείωση στη μία ή και στις δύο γλώσσες ίσως να μην μπορούν να τις χειριστούν εύκολα ή να μην καταλαβαίνουν τέτοιου είδους και τρόπους έκφρασης.
Η εκμάθηση δύο γλωσσών στην παιδική ηλικία είναι δύσκολη και έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη.
Δίγλωσσα παιδιά που εκτίθενται από πολύ νωρίς σε δύο γλωσσικούς κώδικες εμφανίζουν τα ίδια αναπτυξιακά στάδια στη γλώσσα τους όπως και τα μονόγλωσσα. Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές από παιδί σε παιδί όσον αφορά στην κατάκτηση της γλώσσας. Μερικά παιδιά λένε τις πρώτες τους λέξεις ή χρησιμοποιούν σύνθετες προτάσεις πολύ νωρίτερα από άλλα. Μικρή καθυστέρηση στην εξέλιξη της ομιλίας και του λόγου στις δύο γλώσσες δεν συνεπάγεται απαραίτητα κάτι ολέθριο. Αρκετές φορές απλώς παίρνει περισσότερο χρόνο στο παιδί να φτάσει στα ίδια στάδια που φτάνουν λίγο νωρίτερα τα μονόγλωσσα παιδιά.
Εξάλλου τέτοιου είδους καθυστερήσεις είναι συχνές στα δίγλωσσα παιδιά επειδή χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο καθώς επεξεργάζονται δύο γλωσσικούς κώδικες. Για λόγους ασφαλείας, όμως, εάν ανησυχείτε, θα πρέπει να αξιολογηθούν από λογοθεραπευτή.
Τα μικρά δίγλωσσα παιδιά δεν μπορούν να απομονώσουν τις γλώσσες. Χρησιμοποιούν και τις δύο συγχρόνως. Είναι γιατί τις μπερδεύουν;
Κάποιες στιγμές τα περισσότερα δίγλωσσα παιδιά αναμειγνύουν λέξεις και από τις δύο γλώσσες ακόμα και μέσα στην ίδια πρόταση ή σε συζητήσεις. Η ανησυχία στο περιβάλλον είναι διάχυτη επειδή θεωρούν ότι το παιδί βρίσκεται σε σύγχυση και δεν μπορεί να τις ξεχωρίσει.
Στην πραγματικότητα, τα -μικρά κυρίως- παιδιά χρησιμοποιούν αυτή την αλλαγή κωδικών (code-switching) γιατί δεν έχουν επαρκές λεξιλόγιο στη μία ή την άλλη γλώσσα για να εκφραστούν με ακρίβεια. Επομένως, δανείζονται από την άλλη. Καθώς όμως μεγαλώνουν, αναπτύσσουν την ικανότητα να διαχωρίζουν τις γλώσσες ανάλογα με τα διαφορετικά περιβάλλοντα, τα άτομα κ.λπ.
Τα μικρά παιδιά μπορεί επίσης να πειραματίζονται με τις δύο γλώσσες για να εκφράζονται σε συγκεκριμένα πλαίσια - π.χ. η μία γλώσσα μπορεί να χρησιμοποιείται ως λιγότερο επίσημη-σημαντική και να σχετίζεται με δραστηριότητες μέσα στο σπίτι, με την οικογένεια, ενώ η άλλη μπορεί να χρησιμοποιείται ως πιο επίσημη για δραστηριότητες έξω από το σπίτι.
Τα περισσότερο μεγαλύτερα παιδιά, όμως, έχουν πιο ξεκάθαρες απόψεις για τον διαχωρισμό.
Αποφασίζουν να μιλούν κυρίως τη γλώσσα του περιβάλλοντος και ελάχιστα τη γλώσσα της οικογένειας προκειμένου να ενσωματωθούν ουσιαστικά και να γίνουν αποδεκτά από τους μονόγλωσσους συμμαθητές και τους φίλους τους ιδίως στο σχολικό τους πλαίσιο.
Τι θα βοηθούσε την εξισορροπημένη χρήση και των δύο γλωσσών και θα διασφάλιζε την επαρκή ανάπτυξή τους;
Τα παιδιά από πολύ νωρίς θα πρέπει να μαθαίνουν να συσχετίζουν τις δύο γλώσσες με διαφορετικό τρόπο. Δηλαδή η μία γλώσσα να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τη μητέρα και η άλλη από τον πατέρα σε όλες τις επικοινωνιακές καταστάσεις. Ετσι σταδιακά θα τις ξεχωρίσουν από τη μικρή τους ηλικία.
Είναι σημαντικό οι γονείς να παρέχουν συστηματική άσκηση και να επιδιώκουν αυξημένη έκθεση του παιδιού ταυτόχρονα και στις δύο γλώσσες, αποφεύγοντας δραστικές αλλαγές στο γλωσσικό περιβάλλον του (π.χ. απομάκρυνσή του από τη χώρα που μένει για μακρύ διάστημα).
Τέτοιου είδους αλλαγές μπορούν πράγματι να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη της ομιλίας και του λόγου και να δημιουργήσουν δυσκολίες στο παιδί.
Αυτό που θα πρέπει να προσέξουν, τέλος, οι γονείς παιδιών που ζουν σε ξένη χώρα και δεν μιλούν τη γλώσσα της χώρας αυτής ή τη μιλούν λίγο, αν και το παιδί τους μοιραία εντάσσεται γρηγορότερα στη γλώσσα της νέας πατρίδας μέσα από το σχολείο και τους ομηλίκους, παράλληλα να του δίνουν και ευκαιρίες εκμάθησης της μητρικής του γλώσσας. Η γλώσσα τους είναι σημαντικό οικογενειακό σημείο αναφοράς και παραδόσεων έστω και εάν χρησιμοποιείται μόνο στο σπίτι.
Παρ’ όλα αυτά, εγώ ανησυχώ για την εξέλιξη του λόγου και της ομιλίας του παιδιού μου. Τι να κάνω;
Να απευθυνθείτε στον λογοπεδικό - λογοθεραπευτή, τον εξειδικευμένο επιστήμονα που θα αξιολογήσει τις δεξιότητες του παιδιού στις δύο γλώσσες -πιθανώς με τη βοήθεια κάποιου μεταφραστή-, ο οποίος θα αποφασίσει εάν χρειάζεται κατάλληλη θεραπευτική παρέμβαση.
Είναι σημαντικό να εξακριβώσει εάν το παιδί παρουσιάζει επικοινωνιακή διαταραχή ή διαφορά ανάμεσα στην κυρίαρχη και τη δεύτερη γλώσσα. Η διαταραχή εμφανίζεται μόνο όταν το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες και στις δύο γλώσσες ταυτόχρονα.
Χαρά Καραμήτσου
(λογοπεδικός, M.R.C.S.L.T.)
Ελευθερίου Βενιζέλου 25 Νέα Σμύρνη
Τηλ. 210 9581200
charakaramitsou@ath.forthnet.gr
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα