Χριστουγεννιάτικη αγορά στις συνοικίες της Παλιάς Αθήνας

Χριστουγεννιάτικη αγορά στις συνοικίες της Παλιάς Αθήνας

Χριστός γεννάται σήμερον
Είιιιιιις Βηηη …
-Φύγετε τώρα μωρέ. Τα είπαν άλλοι! Φύγετε δεν μπορούμε να συννενοηθούμε εδώ μέσα με τις φωνές σας!...

Χριστουγεννιάτικη αγορά στις συνοικίες της Παλιάς Αθήνας
Λοιπόν Λαμπίκη θα ετοιμάσης το γρηγορώτερο ένα χριστουγεννιάτικο κομμάτι με φρέσκο πράμμα της Αγοράς …

Έτσι βρέθηκα στην αγορά της συνοικίας μου. Ξέρετε η συνοικίες έχουν δικό τους χριστουγεννιάτικο νταραβέρι και το αλισβερίσι τους γίνεται επί τη βάσει των εθίμων του βερεσέ.

-Πόσο τα χριστόψωμα Κυρθόδωρε;
-Μμμ. Έφερες την εξόφληση εκείνου του λογαριασμού Κυραπαναγιώταινά μου;
-Ένεκα που δεν πληρώθηκε ο προκομμένος … ξέρεις τούτες τις μέρες … Μονάχα κάτι λίγα σούφερα απέναντις …
-Αί … Απ’ ολότελα καλή κι’ η Παναγιώταινα …
-Φφτού… Πανάθεμά σε. Με κόλασες χρονιάρα μέρα… Πόσο λοιπόν τα χριστόψωμα;
Κλείσιμο
-Αφού είνε έτσι, για σένα είκοσιοχτώ και σαράντα…



                                               ***

-Πέρασε κι’ από εδώ Θειανικολάκαινα… Έχω αρνάκι που στάζει γάλα. Έχω και γαλοπούλες σαν τις ώμορφες κοπέλλες. Για ιδές τα στήθεια τους! Η κόρη σου δεν πιάνει μπάζα μπροστά τους.  

-Δεν είνε για τα δόντια σου η κόρη μου βρωμοχασάπαρε…
-Ούτε κι’ η γαλοπούλες μου για τα δικά σου. Άλλος κύριοι, άλλος!
Άλλ’ ιδού παρά πέρα κι η  κλασική σκηνή πωλητού και αγοραστού ελάτου για το χριστουγεννιάτικο δένδρο.
-Πόσον το έλατον; Ερωτά σοβαρός καθηγητής –ακολουθούμενος από καλαθοφόρον δουλικό- χωρικόν από τον Οζά περιάγοντα κλάδους ελάτων.
-Δυό κοσπεντάρικα… Πάρτο.
-Άαα Ακριβό! Έλαττον, έλαττον θα ήθελον να μοί το δώσεις   
-Έλατο σου δίνω χριστιανέ μου. Αρλούμπες μας λές!;

                                            ***
Έξω από το Βαρβάκειον έχει συγκεντρωθή όλος ο γαλόφιλος κόσμος των Αθηνών. Και μεταξύ πτερωτών θυμάτων και υποψηφίων αγοραστών, όλων ακατασχέτως γαλλιζόντων, γίνεται τέτοιο λακριντί από το οποίον δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε παρά μερικάς ελληνικάς φράσεις του παρά πέρα ισταμένου πωλητού παστουρμά.
-Έι γκιουζέλ παστουρμά βάρ, τζανουμ. Ιλνά σαντζαλγάν τσόκ…
-Τσόκ γιασά –απαντά νεότευκτος συμπολίτης. Τσόκ γιασά.
Να τώρα και μέσα εις το Ιερόν Τέμενος των τροφίμων εις το οποίον συλλειτουργείται,συνθλίβεται και συμπάσχει όλο το Αθηναϊκόν κοινόν γινόμενον εις σάρκαν μίαν.
-Ώωωωχ… Μα ευλογημένη μου μη με σπρώχνεις…
-Σιγά τον πολυέλαιο… απαντά με οργήν γυναικεία φωνή!
-΄Ωωωχ τον κάλο μου, κύριε με πατήσατε…
-Απ’ εδώ κύριοι, απ’ εδώ. Εδώ ο διαγωνισμός των Καλλιστείων. Περνάτε να θαυμάσετε τας καλλονάς που έχουμε στην έκθεσι… Εδώ είνε όλες οι Μίσσες του τριανταένα…
Είνε η φωνή του χασάπη παλλομένη από ιεράν συγκίνησιν εκθέτοντοε προς πώλησιν λαγούς φέροντας πετραχήλια το μισογδαρμένο τομάρι τους, γαλοπούλες παρασημοφορημένες με όλων των εθνών τα παράσημα αξίας 85 δραχμάς την οκά!

Τα ίδια νούμερα στο παραπέρα Μέγα Πτηνοπωλείον ο «Ίκαρος» εις τα τσιγγέλια του οποίου φιγουράρουν σε ατελείωτες σειρές κρεμασμένα συρματένια καλάθια με αυγά και στο εσωτερικόν των οποίων φεγγοβολούν εκπληκτικώς ηλεκτρικά λαμπιόνια.



Η ίδια τρομερά πάλη των τάξεων ήτοι της χήρας από τα Πετράλωνα, του συνταξιούχου από το Παγκράτι, της μοδιστρούλας από το Μεταξουργείον, του ηλεκτρολόγου από την Πλάκα, του παπά από την Βλασσαρού και των ξυπόλητων αντιπροσώπων της αυριανής γενηάς εμπρός από το μυροβόλον αλαντοποιείον «Ο Βούρδουλας»!

Και ενώ η ετησία αυτή λειτουργία υπό τους ψυχρούς θόλους της Βασιλικής της Αγοράς εξακολουθεί μέχρι βαθείας νυκτός, εις πάρα πέρα κεντρικόν εδωδιμοπωλείον οικογένεια Παλαιοημερολογιτών ζητεί να προμηθευθή τα απαραίτητα νηστίσιμα για το σημερινό τραπέζι –η χριστουγεννιάτικη γαλοπούλα θα παρατεθή μετά του χριστοψώμου την 7ην Ιανουαρίου του προσεχούς έτους. Τώρα ζητούν εληές, ταραμά και πιπεριές ξυδάτες.

Η ζαχαρένια χιονιά έχει κατακλύσει την πόλιν από το ένα άκρον ως το άλλο. Εις τα μπακάλικα τα βούτυρα και τα γιαούρτια, τα σαλαμικά, τα τυριά, οι κουραμπιέδες έχουν αποτελέσει ορεινά συγκροτήματα Παρνασσού και Χελμού. Εις τα ζαχαροπλαστεία τα χριστόψωμα, τα σοκολατάκια, τα τσουρέκια, η τούρτες και η πολυποίκιλος συνομοταξία των πτί-φούρ εσχημάτισαν άλλα ορεινά συγκροτήματα ίνα ούτω οδηγούνται προς αυτά οι Αθηναίοι καταθέτοντες εις το ταμείον όλον τον χρυσόν των οικονομιών των. Τέλος τα μανάβικα με τους σωρούς από τα μήλα των Εσπερίδων και τα ανθισμένα κουνουπίδια του Ρέντη και της Κολοκυθούς πανηγυρίζουν κι’ αυτά σημαιοστόλιστα το θαύμα για το χριστουγεννιάτικο νταραβέρι τους… 

…Κι’ οι Ουρανοί αγάλλονται
Χαίρει η Κτίσις όλη»

(Ημερήσιος Τύπος, 1930, Δ. Λαμπίκης)

Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)
Διαβάστε κι άλλες ιστορίες για την Παλιά Αθήνα στην ιστοσελίδα www.paliaathina.com                      


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης