Ο βωβός «κηπουρός» των Όσκαρ
Ο βωβός «κηπουρός» των Όσκαρ
Τι χρειάστηκε να κάνει ο πρώτος γάλλος ηθοποιός που απέσπασε το Όσκαρ Α’ ρολου; Απλώς δεν έβγαλε τσιμουδιά
UPD:
Κομψός σαν Γάλλος, προσγειωμένος και πάντα χαμογελαστός, ο πρωταγωνιστής της διθυραμβικά επιτυχημένης βωβής ταινίας «The Artist» Ζαν Ντιζαρντέν (στα γαλλικά σημαίνει «του κήπου») είναι μια απόλαυση. Αν και δυσκολεύεται με τα αγγλικά του, δεν μασάει. Το χιούμορ του είναι πηγαίο και ασυγκράτητο υπό οποιαδήποτε περίσταση. Τα πρώτα του βήματα έγιναν στη stand up comedy. Στα τέλη των 90s ήταν συνιδρυτής μιας δημοφιλούς γαλλικής κωμικής ομάδας, των Nous C Nous. Η σόλο καριέρα του, όμως, άρχισε να απογειώνεται με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο επιτυχημένο sitcom «Graines des stars».
Με τον σκηνοθέτη του «Artist» Μισέλ Χαζαναβίσιους συνεργάστηκαν πρώτη φορά στην εμπορικά επιτυχημένη περιπέτεια-παρωδία «OSS 117 - Cairo, Nest of Spies», για την οποία μάλιστα ο ηθοποιός ήταν υποψήφιος στα Σεζάρ. Μέχρι να ακολουθήσει το σίκουελ «OSS 117 - Lost in Rio», όπου ο Χαζαναβίσιους μοιράστηκε με τον πρωταγωνιστή του για πρώτη φορά την ιδέα του για μια βωβή, ασπρόμαυρη ταινία, είχαν γίνει ήδη κολλητοί. Χαρακτηριστικό της σχέσης τους είναι πως η σύζυγος του σκηνοθέτη και συμπρωταγωνίστρια του Ντιζαρντέν, η Μπερενίς Μπεζό, αποκαλεί δημοσίως τον Ζαν ως «δεύτερη σύζυγο του άντρα μου». Πρέπει να σημειώσουμε όμως πως η γκάμα του Ντιζαρντέν δεν περιορίζεται σε κωμικούς ρόλους - έχει εμφανιστεί σε δραματικές ταινίες, ανάμεσά τους και το συμπαθέστατο «Μικρά αθώα ψέματα» του επίσης ηθοποιού Γκιγιόμ Κανέ, στο πλευρό της Μαριόν Κοτιγιάρ και του Μπενουά Μαζιμέλ.
Το επόμενο πρότζεκτ του λέγεται «Οι άπιστοι», ένα κολάζ από διαφορετικές μικρές ταινίες με θέμα την αντρική απιστία, σε μία από τις οποίες εμφανίζεται ο Ντεζαρντέν σε σκηνοθεσία Χαζαναβίσιους - και έχει ήδη προκαλέσει σούσουρο όχι τόσο για το περιεχόμενό της αλλά για το πόστερ της που κυκλοφόρησε στη Γαλλία λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του Ντιζαρντέν για Οσκαρ. Η φωτογραφία τον απεικονίζει να κρατά τα ανοιχτά πόδια μιας γυναίκας που στέκεται εκτός κάδρου ανάποδα, ενώ η λεζάντα γράφει πάνω από το κεφάλι του: «Πάω σε μια συνάντηση». Ο ρυθμιστικός φορέας της γαλλικής διαφήμισης κατήγγειλε ως σεξιστική την αφίσα απαιτώντας να αποσυρθεί. Αμέσως ξέσπασε σκάνδαλο, το οποίο οι Γάλλοι φοβήθηκαν πως θα υπονόμευε την υποψηφιότητα του Ντιζαρντέν, πράγμα που τελικά δεν συνέβη. Ο Ντιζαρντέν αδιαφορεί για τις ταμπέλες που προσπαθεί ο κόσμος να του φορέσει και δηλώνει πως η ταινία «είναι μια παρωδία. Οι πρωταγωνιστές είναι εξόφθαλμα και επιδεικτικά βλάκες». Πέρα από το Οσκαρ, ο Ντιζαρντέν έχει κυριολεκτικά σαρώσει όλα τα βραβεία και τις υποψηφιότητες της σεζόν, όπως και η ταινία. Εχει βγάλει, δε, αντίστοιχα πολλούς ευχαριστήριους λόγους.
Με τον σκηνοθέτη του «Artist» Μισέλ Χαζαναβίσιους συνεργάστηκαν πρώτη φορά στην εμπορικά επιτυχημένη περιπέτεια-παρωδία «OSS 117 - Cairo, Nest of Spies», για την οποία μάλιστα ο ηθοποιός ήταν υποψήφιος στα Σεζάρ. Μέχρι να ακολουθήσει το σίκουελ «OSS 117 - Lost in Rio», όπου ο Χαζαναβίσιους μοιράστηκε με τον πρωταγωνιστή του για πρώτη φορά την ιδέα του για μια βωβή, ασπρόμαυρη ταινία, είχαν γίνει ήδη κολλητοί. Χαρακτηριστικό της σχέσης τους είναι πως η σύζυγος του σκηνοθέτη και συμπρωταγωνίστρια του Ντιζαρντέν, η Μπερενίς Μπεζό, αποκαλεί δημοσίως τον Ζαν ως «δεύτερη σύζυγο του άντρα μου». Πρέπει να σημειώσουμε όμως πως η γκάμα του Ντιζαρντέν δεν περιορίζεται σε κωμικούς ρόλους - έχει εμφανιστεί σε δραματικές ταινίες, ανάμεσά τους και το συμπαθέστατο «Μικρά αθώα ψέματα» του επίσης ηθοποιού Γκιγιόμ Κανέ, στο πλευρό της Μαριόν Κοτιγιάρ και του Μπενουά Μαζιμέλ.
Το επόμενο πρότζεκτ του λέγεται «Οι άπιστοι», ένα κολάζ από διαφορετικές μικρές ταινίες με θέμα την αντρική απιστία, σε μία από τις οποίες εμφανίζεται ο Ντεζαρντέν σε σκηνοθεσία Χαζαναβίσιους - και έχει ήδη προκαλέσει σούσουρο όχι τόσο για το περιεχόμενό της αλλά για το πόστερ της που κυκλοφόρησε στη Γαλλία λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του Ντιζαρντέν για Οσκαρ. Η φωτογραφία τον απεικονίζει να κρατά τα ανοιχτά πόδια μιας γυναίκας που στέκεται εκτός κάδρου ανάποδα, ενώ η λεζάντα γράφει πάνω από το κεφάλι του: «Πάω σε μια συνάντηση». Ο ρυθμιστικός φορέας της γαλλικής διαφήμισης κατήγγειλε ως σεξιστική την αφίσα απαιτώντας να αποσυρθεί. Αμέσως ξέσπασε σκάνδαλο, το οποίο οι Γάλλοι φοβήθηκαν πως θα υπονόμευε την υποψηφιότητα του Ντιζαρντέν, πράγμα που τελικά δεν συνέβη. Ο Ντιζαρντέν αδιαφορεί για τις ταμπέλες που προσπαθεί ο κόσμος να του φορέσει και δηλώνει πως η ταινία «είναι μια παρωδία. Οι πρωταγωνιστές είναι εξόφθαλμα και επιδεικτικά βλάκες». Πέρα από το Οσκαρ, ο Ντιζαρντέν έχει κυριολεκτικά σαρώσει όλα τα βραβεία και τις υποψηφιότητες της σεζόν, όπως και η ταινία. Εχει βγάλει, δε, αντίστοιχα πολλούς ευχαριστήριους λόγους.
Στις Χρυσές Σφαίρες είπε αστειευόμενος: «Οταν ξεκίνησα να δουλεύω ως ηθοποιός ένας ατζέντης μου είχε πει: “Δεν θα καταφέρεις ποτέ να δουλέψεις στο σινεμά. Το πρόσωπό σου είναι πολύ εκφραστικό και πολύ μεγάλο”. Δεν φταίω εγώ που τα φρύδια μου είναι ανεξάρτητα το ένα από το άλλο! Τον ευχαριστώ, όμως, γιατί κατάφερα να αποδείξω πως είχε λάθος». Στα βραβεία SAG γέλαγε από αμηχανία γιατί δεν το πίστευε ότι κέρδιζε - πάλι. «Ημουν κακός μαθητής στο σχολείο. Δεν άκουγα το μάθημα. Ονειρευόμουν διαρκώς. Οι δάσκαλοί μου με φώναζαν “Ο Ζαν του φεγγαριού”. Και καταλαβαίνω τώρα ότι μάλλον δεν σταμάτησα ποτέ να ονειρεύομαι. Ευχαριστώ πολύ, ευχαριστώ γι’ αυτό το όνειρο». Στα BAFTA είχε αρχίσει πια να συνηθίζει τη θέα από το πόντιουμ: «Μισέλ (Χαζαναβίσιους), τι μου έκανες; Εσύ φταις. Είναι απίστευτο ότι κερδίζω αυτό το βραβείο στη χώρα μάλιστα που έβγαλε τον σερ Λοράνς (sic) Ολίβιε, τον Γουίλιαμ Γουέμπ Ελις (τον λεγόμενο ιδρυτή του ράγκμπι) και τον… Μπένι Χιλ»!
Ο Ντιζαρντέν δούλεψε τον χαρακτήρα του Ζορζ Βαλεντίν μελετώντας αρχικά τον μεγάλο σταρ του βωβού σινεμά Ντάγκλας Φέρμπανκς. «Επαιζε τον ίδιο ρόλο ξανά και ξανά. Και είχε πάντα μουστάκι. Ο Ζορό είχε μουστάκι, ο Ντ’ Αρτανιάν είχε μουστάκι και ο Ταρζάν είχε μουστάκι». Εμπνεύστηκε εξίσου όμως από τον Μπάστερ Κίτον, τον Τζιν Κέλι (από το χαμόγελο και την ενέργειά του), τον Βιτόριο Γκάσμαν (την κίνησή του) και τον Κλαρκ Γκέιμπλ για το… μουστάκι του. Αλλά η μελέτη της σωματικής κωμωδίας δεν του αρκούσε, οπότε άρχισε να ακολουθεί τον αδιόρθωτο σινεφίλ Μισέλ Χαζαναβίσιους στην ιστορική Γαλλική Ταινιοθήκη, όπου και έβλεπαν ασπρόμαυρες ταινίες όπως το «Sunrise» και το «City Girl» του Μουρνάου και το «The Crowd» του Κινγκ Βιντόρ. Ομολογεί ότι φοβόταν για το πώς θα μπορούσε να ζωντανέψει τον χαρακτήρα του χωρίς τη βοήθεια του λόγου, το πώς θα κατάφερναν να προσελκύσουν το κοινό χωρίς τη βοήθεια του ήχου και το ότι έπρεπε να περιμένει μέχρι τελευταία στιγμή για να φτάσει στο Λος Αντζελες, όπου έγιναν γυρίσματα, προκειμένου να δει τι μορφή θα πάρουν τα πράγματα.
Η επιτυχία της ταινίας τον έχει αφήσει άφωνο. Οπως είπε στον «Guardian»: «Ξέραμε πως με το να γυρίζουμε μια βωβή ταινία κάναμε κάτι απαγορευμένο. Είναι παστίς, μιμούμαστε κάτι. Θα πίστευε κανείς πως ταιριάζαμε περισσότερο σε γαλλικά γούστα». Θα πήγαινε στην Αμερική; «Οχι, όχι, παραείμαι Παριζιάνος», δήλωσε στο «GQ» και συνέχισε «Και νομίζω πως οι Γάλλοι θα θύμωναν αν έφευγα. Ελπίζω δηλαδή πως θα θύμωναν!» Η αλήθεια είναι, όπως παραδέχεται, πως στη Γαλλία έχει πολλές ευκαιρίες. Μπορεί να έχει βομβαρδιστεί από προσφορές για δουλειές στην Αμερική, αλλά είναι ικανοποιημένος με τη ζωή του στη Γαλλία, τα παιδιά του είναι ευτυχισμένα. Και δεν κολλάει να παραδεχτεί πως δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο απ’ αυτό. Αλλωστε το Οσκαρ το έχει πια στο τσεπάκι του.
Ο Ντιζαρντέν δούλεψε τον χαρακτήρα του Ζορζ Βαλεντίν μελετώντας αρχικά τον μεγάλο σταρ του βωβού σινεμά Ντάγκλας Φέρμπανκς. «Επαιζε τον ίδιο ρόλο ξανά και ξανά. Και είχε πάντα μουστάκι. Ο Ζορό είχε μουστάκι, ο Ντ’ Αρτανιάν είχε μουστάκι και ο Ταρζάν είχε μουστάκι». Εμπνεύστηκε εξίσου όμως από τον Μπάστερ Κίτον, τον Τζιν Κέλι (από το χαμόγελο και την ενέργειά του), τον Βιτόριο Γκάσμαν (την κίνησή του) και τον Κλαρκ Γκέιμπλ για το… μουστάκι του. Αλλά η μελέτη της σωματικής κωμωδίας δεν του αρκούσε, οπότε άρχισε να ακολουθεί τον αδιόρθωτο σινεφίλ Μισέλ Χαζαναβίσιους στην ιστορική Γαλλική Ταινιοθήκη, όπου και έβλεπαν ασπρόμαυρες ταινίες όπως το «Sunrise» και το «City Girl» του Μουρνάου και το «The Crowd» του Κινγκ Βιντόρ. Ομολογεί ότι φοβόταν για το πώς θα μπορούσε να ζωντανέψει τον χαρακτήρα του χωρίς τη βοήθεια του λόγου, το πώς θα κατάφερναν να προσελκύσουν το κοινό χωρίς τη βοήθεια του ήχου και το ότι έπρεπε να περιμένει μέχρι τελευταία στιγμή για να φτάσει στο Λος Αντζελες, όπου έγιναν γυρίσματα, προκειμένου να δει τι μορφή θα πάρουν τα πράγματα.
Η επιτυχία της ταινίας τον έχει αφήσει άφωνο. Οπως είπε στον «Guardian»: «Ξέραμε πως με το να γυρίζουμε μια βωβή ταινία κάναμε κάτι απαγορευμένο. Είναι παστίς, μιμούμαστε κάτι. Θα πίστευε κανείς πως ταιριάζαμε περισσότερο σε γαλλικά γούστα». Θα πήγαινε στην Αμερική; «Οχι, όχι, παραείμαι Παριζιάνος», δήλωσε στο «GQ» και συνέχισε «Και νομίζω πως οι Γάλλοι θα θύμωναν αν έφευγα. Ελπίζω δηλαδή πως θα θύμωναν!» Η αλήθεια είναι, όπως παραδέχεται, πως στη Γαλλία έχει πολλές ευκαιρίες. Μπορεί να έχει βομβαρδιστεί από προσφορές για δουλειές στην Αμερική, αλλά είναι ικανοποιημένος με τη ζωή του στη Γαλλία, τα παιδιά του είναι ευτυχισμένα. Και δεν κολλάει να παραδεχτεί πως δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο απ’ αυτό. Αλλωστε το Οσκαρ το έχει πια στο τσεπάκι του.
UPD:
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα