Javier Bardem: Δεν είμαι εδώ για να παριστάνω τον γοη

Συναντήσαμε στη Ρώμη τον πιο γοητευτικό λατίνο ηθοποιό και μάθαμε τα μυστικά της κινηματογραφικής του ομορφιάς, τα συναισθήματα του απέναντι στην ιδιότητα του μέλλοντα μπαμπά (από τη σύζυγο του, Πενέλοπε Κρούζ), την επιθυμία του να τραγουδήσει χέβι μέταλ και την απέχθεια του για τους ιπτάμενους σούπερ ήρωες

Εξι χρόνια σ’ αυτή την εφημερίδα, με μια βαλίτσα στο χέρι, πηγαίνοντας από χώρα σε χώρα και από συνέντευξη σε συνέντευξη, δεν είχα ξανασυναντήσει ποτέ τέτοιο βλέμμα θαυμασμού από στρέιτ φίλες και γκέι φίλους όσο αυτό όταν έμαθαν για τη διασημότητα που θα συναντούσα στο ταξίδι μου στην Ιταλία, τον Χαβιέρ Μπαρδέμ. Τόσο, που για καλό και για κακό (μάτι) πήρα μαζί μου κι ένα φυλαχτό, γιατί αεροπλάνο είναι αυτό και ποτέ δεν ξέρεις, ανεξάρτητα αν σου λένε ότι είναι το πιο ασφαλές μέσο.

Αν δεν πατάει γη, δεν πατάει γη, πάει και τελείωσε! Ο πιο σέξι Λατίνος ηθοποιός του σύγχρονου κινηματογράφου, λοιπόν, ο Χαβιέρ Ανχέλ Ενσίνας Μπαρδέμ όπως είναι το πλήρες όνομά του, έχει καταφέρει στα 41 του χρόνια να αποδείξει ότι το σεξαπίλ δεν είναι ασύμβατο με την υποκριτική ποιότητα μέσα από μια αυστηρή επιλογή συνεργασιών του και ένα Οσκαρ ερμηνείας το 2007 για το «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους».

Καθόλου άσχημα για έναν σκληροτράχηλο παίκτη του ράγκμπι και μετέπειτα ηθοποιό που το ευρύ κοινό τον γνώρισε ολόγυμνο και λαχταριστό στο θρυλικό «Jamon Jamon» του 1992, δίπλα στην Πενέλοπε Κρουθ, τη γυναίκα που 18 ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη τους συνάντηση έγινε σύζυγός του τον φετινό Ιούλιο και λίγες ημέρες πριν από τη συνέντευξή μας και επίσημα μέλλουσα μητέρα του πρώτου τους παιδιού (κάτι το οποίο το ζευγάρι, όπως και με τον ιδιωτικό του γάμο στις Μπαχάμες, προτιμά να κρατά όσο γίνεται στη σφαίρα του ιδιωτικού του βίου). Μεγάλο βάρος οι προσδοκίες των φίλων σου όταν πρόκειται να συναντήσεις κάποιον.

Πολύ απλά, γιατί σου έχουν ανεβάσει τόσο πολύ ψηλά τον πήχη, που όταν τελικά βρίσκεσαι απέναντι από το αντικείμενο του θαυμασμού τους, όσο γοητευτικό κι αν είναι (και ο Μπαρδέμ, ναι, είναι), να μη γλιτώνεις τη σκέψη τού «αυτό ήταν όλο; Ναι, εντάξει, οκέι, αλλά τι;». Ίσως να μη μου έκατσε καλά η περίεργα πλακουτσωτή του μύτη που προέκυψε μετά από σπάσιμο σ’ έναν καβγά με γροθιές.

Ίσως πάλι να έβγαλα άμυνα αντιζηλίας απέναντι στην τόση συσσώρευση πόθου γι’ αυτόν από τους γύρω μου σε σχέση με όση έχω νιώσει για την ταπεινή μισθοσυντήρητη πάρτη μου. Αλλά εντυπωσιασμένος δεν έφυγα, οφείλω να το ομολογήσω. Απλώς, ελπίζω να μην το μετανιώσω στα γεράματά μου όταν θα αναπολώ τους ωραίους που γνώρισα και πιθανότατα καταλάβω ότι αυτός ήταν ένας από τους πιο ωραίους, ίσως γιατί εγώ δεν είχα την ικανότητα να το αντιληφθώ.


Επαγγελματικά σας ικανοποιεί περισσότερο το να υποδύεστε πιο «ελαφρούς» γοητευτικούς χαρακτήρες όπως στο «Eat, pray, love» ή σκοτεινούς και βασανισμένους όπως στο επερχόμενο «Biutiful» του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου που είδαμε στις Κάννες, και το «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους», που σας χάρισε το Οσκαρ ερμηνείας;
Ομολογώ πως τα γυρίσματα του «Eat, pray, love» ήταν κάτι σαν διακοπές για μένα και την ψυχολογία μου μετά την ένταση και το βάρος που χρειάστηκε να κουβαλήσω μέσα μου για το «Biutiful». Όταν έπειτα από κάτι τέτοιο σου λένε «θες να πας στο Μπαλί για έναν μήνα να παίξεις σε μια ρομαντική κομεντί με την Τζούλια Ρόμπερτς;», δεν λες απλά «ναι», ουρλιάζεις «Ναι, έρχομαι τώρα!». Το θέμα είναι πως και οι δύο ταινίες, όπως όλες οι ταινίες, που επιλέγω να παίξω, αφορούν σε διαφορετικές μορφές και συμπεριφορές ανθρώπων. Κι αυτό είναι που θέλω να κάνω στη δουλειά μου. Να υποδύομαι ανθρώπους, όχι είδωλα ή σούπερ ήρωες που πετάνε. Δεν μπορώ να συσχετιστώ με τέτοιους ρόλους.
 


Πόσο σημαντική είναι η εξωτερική σας εμφάνιση σε μια ταινία;
Καθόλου σημαντική. Αν είχε σημασία, τότε με το μαλλί που μου έκαναν στο «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους» θα έπρεπε να έχω βιώσει τον απόλυτο εφιάλτη. Το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να προσπαθώ να ενσαρκώσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο χαρακτήρες και προσωπικότητες και όχι να παριστάνω τον γόη. Κι αυτό επιτυγχάνεται με πολλούς τρόπους, ένας εκ των οποίων είναι η τροποποίηση των χαρακτηριστικών μου. Στο «Eat, pray, love» υποδύομαι κάποιον που πρέπει να είναι ελκυστικός, μέσα στην περιγραφή του χαρακτήρα του από την ίδια την ταινία.

Όταν λοιπόν ο χαρακτήρας σας, όπως εδώ, είναι αυτός του ελκυστικού καρδιοκατακτητή, το αποτέλεσμα είναι προϊόν της δικής σας δουλειάς ή των ανθρώπων που εργάζονται στο τμήμα του make up, των ρούχων και των μαλλιών;
Πολύ καλή ερώτηση. Είναι δουλειά όλων μας. Εννοείται ότι χρειάζεσαι στο μάξιμουμ τη βοήθεια των ειδικών από τα τμήματα που ανέφερες και από κει και πέρα πρέπει να χάσεις βάρος (γελάει), να τονώσεις το σώμα σου, να φωτιστείς κατάλληλα και από την καλύτερη δυνατή γωνία, να έχεις μια υπέροχη συμπρωταγωνίστρια με πανέμορφο βλέμμα όταν σε κοιτάζει όπως η Τζούλια Ρόμπερτς, και την κατάλληλη μουσική υπόκρουση στη σκηνή, που το αγόρι φιλάει το κορίτσι. Οταν παίζεις τον βασιλιά, δεν έχει τόση σημασία αν φέρεσαι σαν βασιλιάς όσο αν οι υπόλοιποι σε κοιτάζουν σαν να είσαι βασιλιάς. Οταν έπαιξα τον δολοφόνο στο «Kαμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους» δεν κατέβαλα ιδιαίτερη προσπάθεια στο να φαίνομαι σατανικός. Ηταν οι πολύ καλοί ηθοποιοί γύρω μου που με κοίταζαν έτσι.



Αυτό συμβαίνει πάντα με τις συνεργασίες σας;
Αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής για τους ανθρώπους με τους οποίους έχω συνεργαστεί στην καριέρα μου, εκτός από δύο, έναν σκηνοθέτη και έναν ηθοποιό που δεν θα σου πω τα ονόματά τους. Ούτως ή άλλως τέτοιοι άνθρωποι ουσιαστικά δεν μπορούν να βλάψουν κανέναν, πέρα από τον εαυτό τους. Το πλατό μιας ταινίας απαιτεί ομαδικό πνεύμα συνεργασίας, δεν χωράει ντιβισμούς, κι αυτό είναι κάτι που το έμαθα από τα χρόνια που έπαιζα ράγκμπι με την Εθνική Ισπανίας, όταν έσπαγα τα κόκαλά μου μες στο γήπεδο.

Εκτός από ελκυστικός λοιπόν, τι άλλο είναι ο χαρακτήρας σας στο «Eat, pray, love»;
Ενας άνθρωπος που πρέπει να ξεπεράσει τους προσωπικούς του φόβους, τις αμφιβολίες του, τον πόνο που νιώθει προκειμένου να εμπιστευτεί ξανά τη ζωή και να ενθαρρύνει τον χαρακτήρα που υποδύεται η Τζούλια Ρόμπερτς, να της πει με τον τρόπο του πως είμαστε όλοι το ίδιο. Πως δεν υπάρχει τρόπος να αφήσεις πίσω τη ζωή σου όσο μακριά κι αν ταξιδέψεις, υπάρχει όμως τρόπος να κοιτάξεις μπροστά. Κάτι που από μια ηλικία και μετά, εκ των πραγμάτων, δεν είναι τόσο εύκολο, γιατί πονάει, σε φέρνει σε ρήξη με πολλά πράγματα που θεωρούσες δεδομένα, όμως δεν υπάρχει άλλη λύση.

Πώς περάσατε στο Μπαλί όπου γυρίστηκε το κομμάτι της ταινίας με τη δική σας εμφάνιση;
Δεν θα έλεγα ότι το Μπαλί είναι το πιο ριλάξ, με την τουριστική έννοια, μέρος που μπορείς να επισκεφτείς, μολονότι έχει απίστευτη φυσική ομορφιά. Είναι ένα μέρος επαναφόρτωσης των μπαταριών σου κι αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα έντονο. Οι άνθρωποι εκεί έχουν μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τη φύση, τη λατρεύουν σαν θεότητα και την αφήνουν να επιτελέσει τον ρόλο της στη ζωή τους. Οταν το αισθανθείς αυτό, πραγματικά σε βοηθάει να καταλάβεις την ασημαντότητά σου στον κόσμο.



Είναι αλήθεια ότι ζητήσατε από τον σκηνοθέτη σας, τον Ράιαν Μέρφι, να παίξετε στην επόμενη σεζόν του σίριαλ «Glee»;
Ναι, όταν είδα μερικά επεισόδια, το λάτρεψα. Θα ήθελα να παίξω έναν Ισπανό σταρ του χέβι μέταλ που ουρλιάζει όποτε ανοίγει το στόμα του, αλλά δεν ξέρω αν είμαι τόσο θαρραλέος για να το κάνω.

Όντας ένας διεθνής σταρ, που πρέπει, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, να ταξιδεύει συχνά σε διάφορα μέρη του κόσμου, πώς θα αντεπεξέλθετε στα καινούρια σας καθήκοντα, αυτά του πατέρα για το παιδί που πρόκειται να αποκτήσετε σε 4 μήνες με την Πενέλοπε Κρουθ;
Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, αλλά δεν έχω τίποτε άλλο να πω. Δεν μου αρέσει να μιλάω γι’ αυτό.



Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
Ξεκινάω γυρίσματα στη νέα ταινία του Τέρενς Μάλικ τον Οκτώβριο.

Γουάου! Ακόμα δεν έχει κυκλοφορήσει την τελευταία του ταινία με τον Μπραντ Πιτ και τον Σον Πεν και ετοιμάζει την καινούρια του; Ο Μάλικ δεν γυρίζει πάνω από μια ταινία τη δεκαετία.
(γελάει) Ναι, κάτι τον έχει πιάσει. Δεν έχω και τόσο καθαρή ιδέα για τον ρόλο που θα παίξω ή το σενάριο, αλλά δεν με ενδιαφέρει. Είναι ο Τέρενς Μάλικ, ένας ποιητής του σινεμά. Το μόνο που ξέρω είναι πως θα είμαι μαζί με τον Μπεν Αφλεκ, τη Ρέιτσελ ΜακΑνταμς και τη Ρέιτσελ Γουάιζ. Λες να παίξω κάποιον από αυτούς τους τύπους που πετάνε με στολή; Ξεκινάμε τον Οκτώβριο στην Οκλαχόμα και δεν νομίζω να είναι πάρτι, όπως στο Μπαλί.

***Η ταινία «Eat, pray, love» θα προβάλλεται στην Ελλάδα από τις 7 οκτωβρίου, ενώ το ομότιτλο best seller στο οποίο βασίστηκε έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μίνωας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr