Mελέτη ΙΟΒΕ : Η διαφορική φορολογία «εργαλείο» για τη μείωση της βλάβης στην υγεία
Mελέτη ΙΟΒΕ : Η διαφορική φορολογία «εργαλείο» για τη μείωση της βλάβης στην υγεία
Με τον κατάλληλο σχεδιασμό και κίνητρα από την Πολιτεία ο διαφορικός φόρος μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων υποκατάστατων προϊόντων ενθαρρύνοντας την καινοτομία και την προώθηση νέων τεχνολογιών, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και οι τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
Η διαφορική φορολογία, εκτός από σημαντική πηγή φορολογικών εσόδων για το κράτος, μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών (π.χ. σε σημαντική μείωση ή μετατόπιση της κατανάλωσης), ωθώντας τους σε ενδεχομένως λιγότερο επιβλαβείς για την υγεία τους επιλογές, έχοντας με τον τρόπο αυτό τη δυνατότητα να συμβάλουν στην επίτευξη στόχων δημόσιας υγείας.
Συγχρόνως, με τον κατάλληλο σχεδιασμό και κινητροδότηση από την Πολιτεία δύναται να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων υποκατάστατων προϊόντων ενθαρρύνοντας την καινοτομία και την προώθηση νέων τεχνολογιών, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και οι τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μελέτης του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με τίτλο «Η διαφορική φορολογία και η επίδρασή της στην προώθηση και επίτευξη στόχων της δημόσιας πολιτικής».
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ειδική φορολογία και η παροχή φορολογικών και άλλων κινήτρων αποτελεί εργαλείο για την αντιμετώπιση αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων που συνδέονται με την παραγωγή, χρήση ή κατανάλωση ορισμένων προϊόντων (π.χ. ρύπανση, εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, κίνδυνοι υγείας και συνακόλουθη επιβάρυνση του δημόσιου συστήματος υγείας κ.ά.) και την επίτευξη σχετικών επιμέρους στόχων πολιτικής, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η προάσπιση της υγείας και ο έλεγχος της δημόσιας δαπάνης υγείας.
Τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην Ελλάδα το 2018 ανήλθαν σε περίπου 9 δισ. ευρώ. Περίπου το ήμισυ αυτών (47%) προερχόταν από τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων. Οι φόροι στα καπνικά προϊόντα απέδωσαν το 1/4¼ των εσόδων από ειδικούς φόρους, ενώ τα έσοδα από τους φόρους στα οχήματα αντιπροσώπευσαν το 16%. Η φορολόγηση των οινοπνευματωδών ποτών απέφερε το 6% των εσόδων από ειδικούς φόρους, σχεδόν όσο και οι υπόλοιποι ειδικοί φόροι (τηλεφωνίας, διαμονής σε τουριστικά καταλύματα κ.λπ.).
Oπως τονίζεται, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ε.Ε., η συμμετοχή των εσόδων από τους βασικούς ειδικούς φόρους κατανάλωσης (σε ενέργεια, προϊόντα καπνού και αλκοόλ) είναι στην Ελλάδα υψηλότερη τόσο από τον μέσο όρο όσο και έναντι των περισσότερο αναπτυγμένων κρατών-μελών. Αυτό, όπως σημειώνει το ίδρυμα, εντείνει κοινωνικές ανισότητες, ενώ συχνά δημιουργεί υπόστρωμα για υποβάθμιση της δημόσιας υγείας.
Μια ενδεικτική περίπτωση επιβολής ειδικού φόρου είναι αυτή της χρέωσης για τις υπηρεσίες που παρέχει ένα δημόσιο αγαθό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, στο πλαίσιο αυτό, αποτελούν οι φόροι στα οχήματα. Η δυνατότητα χρήσης των δρόμων μέσω της πληρωμής ετήσιου φόρου ή διοδίων συμπληρώνεται με την προσπάθεια περιορισμού των εξωτερικών επιδράσεων από τη χρήση οχημάτων, όπως ο θόρυβος, η ρύπανση, η κυκλοφοριακή συμφόρηση και το κόστος ατυχημάτων.
Οι ανεπιθύμητες επιπτώσεις
Ωστόσο, η εφαρμογή υψηλών συντελεστών φορολόγησης είχε και ανεπιθύμητα αποτελέσματα, όπως η αύξηση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδική φορολόγηση. Επίσης, η μελέτη διαπιστώνει ότι παρά την αύξηση των συντελεστών, οι αποκλίσεις των εσόδων σε σχέση με τους στόχους του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μεγάλες.
Η περίπτωση της φορολογίας καπνικών προϊόντων
Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, η ζήτηση νόμιμων προϊόντων καπνού επηρεάστηκε από την ύπαρξη λαθραίων προϊόντων, τις αγορές προϊόντων καπνού από γειτονικές χώρες με χαμηλότερες τιμές, την απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, τη μείωση του πληθυσμού που καπνίζει και τη διαθεσιμότητα υποκατάστατων, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο. Μάλιστα, η κατανάλωση παράνομων τσιγάρων σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο, αποσπώντας αυξανόμενο μερίδιο στη συνολική κατανάλωση.
Πώς ο διαφορικός φόρος οδήγησε τους Σουηδούς να κόψουν το τσιγάρο
Μέσα στα παραδείγματα διεθνών πρακτικών διαφοροποιημένης φορολογίας στη μελέτη εξετάζεται η χαρακτηριστική περίπτωση της Σουηδίας στη φορολογία των προϊόντων καπνού. Ο στόχος της διαφορικής φορολογικής μεταχείρισης ήταν να ωθήσει τους καταναλωτές που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να διακόψουν το κάπνισμα στη χρήση του snus (υγρός καπνός για εισπνοή/μάσηση), το οποίο θεωρείται λιγότερο επιβλαβής εναλλακτική επιλογή από τα τσιγάρα.
Η διαφοροποίηση αυτή στη φορολογία είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο στη συμπεριφορά των καταναλωτών, καθώς από το 1996 πωλούνταν περισσότερα κουτιά snus απ’ ό,τι πακέτα τσιγάρων. Ως αποτέλεσμα, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το 2017 η Σουηδία είχε το μικρότερο ποσοστό καπνιστών καθημερινής χρήσης μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.-«28» με 7%, ενώ η δεύτερη χώρα ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο με 17%.
Τα εναλλακτικά προϊόντα
Συγχρόνως, με τον κατάλληλο σχεδιασμό και κινητροδότηση από την Πολιτεία δύναται να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων υποκατάστατων προϊόντων ενθαρρύνοντας την καινοτομία και την προώθηση νέων τεχνολογιών, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και οι τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μελέτης του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με τίτλο «Η διαφορική φορολογία και η επίδρασή της στην προώθηση και επίτευξη στόχων της δημόσιας πολιτικής».
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ειδική φορολογία και η παροχή φορολογικών και άλλων κινήτρων αποτελεί εργαλείο για την αντιμετώπιση αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων που συνδέονται με την παραγωγή, χρήση ή κατανάλωση ορισμένων προϊόντων (π.χ. ρύπανση, εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, κίνδυνοι υγείας και συνακόλουθη επιβάρυνση του δημόσιου συστήματος υγείας κ.ά.) και την επίτευξη σχετικών επιμέρους στόχων πολιτικής, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η προάσπιση της υγείας και ο έλεγχος της δημόσιας δαπάνης υγείας.
Τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην Ελλάδα το 2018 ανήλθαν σε περίπου 9 δισ. ευρώ. Περίπου το ήμισυ αυτών (47%) προερχόταν από τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων. Οι φόροι στα καπνικά προϊόντα απέδωσαν το 1/4¼ των εσόδων από ειδικούς φόρους, ενώ τα έσοδα από τους φόρους στα οχήματα αντιπροσώπευσαν το 16%. Η φορολόγηση των οινοπνευματωδών ποτών απέφερε το 6% των εσόδων από ειδικούς φόρους, σχεδόν όσο και οι υπόλοιποι ειδικοί φόροι (τηλεφωνίας, διαμονής σε τουριστικά καταλύματα κ.λπ.).
Oπως τονίζεται, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ε.Ε., η συμμετοχή των εσόδων από τους βασικούς ειδικούς φόρους κατανάλωσης (σε ενέργεια, προϊόντα καπνού και αλκοόλ) είναι στην Ελλάδα υψηλότερη τόσο από τον μέσο όρο όσο και έναντι των περισσότερο αναπτυγμένων κρατών-μελών. Αυτό, όπως σημειώνει το ίδρυμα, εντείνει κοινωνικές ανισότητες, ενώ συχνά δημιουργεί υπόστρωμα για υποβάθμιση της δημόσιας υγείας.
Μια ενδεικτική περίπτωση επιβολής ειδικού φόρου είναι αυτή της χρέωσης για τις υπηρεσίες που παρέχει ένα δημόσιο αγαθό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, στο πλαίσιο αυτό, αποτελούν οι φόροι στα οχήματα. Η δυνατότητα χρήσης των δρόμων μέσω της πληρωμής ετήσιου φόρου ή διοδίων συμπληρώνεται με την προσπάθεια περιορισμού των εξωτερικών επιδράσεων από τη χρήση οχημάτων, όπως ο θόρυβος, η ρύπανση, η κυκλοφοριακή συμφόρηση και το κόστος ατυχημάτων.
Οι ανεπιθύμητες επιπτώσεις
Ωστόσο, η εφαρμογή υψηλών συντελεστών φορολόγησης είχε και ανεπιθύμητα αποτελέσματα, όπως η αύξηση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδική φορολόγηση. Επίσης, η μελέτη διαπιστώνει ότι παρά την αύξηση των συντελεστών, οι αποκλίσεις των εσόδων σε σχέση με τους στόχους του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μεγάλες.
Η περίπτωση της φορολογίας καπνικών προϊόντων
Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, η ζήτηση νόμιμων προϊόντων καπνού επηρεάστηκε από την ύπαρξη λαθραίων προϊόντων, τις αγορές προϊόντων καπνού από γειτονικές χώρες με χαμηλότερες τιμές, την απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, τη μείωση του πληθυσμού που καπνίζει και τη διαθεσιμότητα υποκατάστατων, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο. Μάλιστα, η κατανάλωση παράνομων τσιγάρων σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο, αποσπώντας αυξανόμενο μερίδιο στη συνολική κατανάλωση.
Πώς ο διαφορικός φόρος οδήγησε τους Σουηδούς να κόψουν το τσιγάρο
Μέσα στα παραδείγματα διεθνών πρακτικών διαφοροποιημένης φορολογίας στη μελέτη εξετάζεται η χαρακτηριστική περίπτωση της Σουηδίας στη φορολογία των προϊόντων καπνού. Ο στόχος της διαφορικής φορολογικής μεταχείρισης ήταν να ωθήσει τους καταναλωτές που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να διακόψουν το κάπνισμα στη χρήση του snus (υγρός καπνός για εισπνοή/μάσηση), το οποίο θεωρείται λιγότερο επιβλαβής εναλλακτική επιλογή από τα τσιγάρα.
Η διαφοροποίηση αυτή στη φορολογία είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο στη συμπεριφορά των καταναλωτών, καθώς από το 1996 πωλούνταν περισσότερα κουτιά snus απ’ ό,τι πακέτα τσιγάρων. Ως αποτέλεσμα, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το 2017 η Σουηδία είχε το μικρότερο ποσοστό καπνιστών καθημερινής χρήσης μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.-«28» με 7%, ενώ η δεύτερη χώρα ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο με 17%.
Τα εναλλακτικά προϊόντα
Πάνω στο συγκεκριμένο παράδειγμα τα τελευταία χρόνια -και στη χώρα μας- επιχειρείται να ανοίξει μεγάλη συζήτηση για την αντιμετώπιση των εναλλακτικών του καπνού προϊόντων, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο ή τα καινοτόμα προϊόντα καπνού χωρίς καύση. Στην Ιαπωνία, λ.χ., η μείωση του ποσοστού των καπνιστών την τελευταία πενταετία, κατά την οποία κυκλοφορούν προϊόντα θερμαινόμενου καπνού, είναι πρωτοφανής, ενώ και στη Μ. Βρετανία το κάπνισμα τσιγάρου σημειώνει ιστορικά χαμηλά (15,1% το 2017), με τη χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου ως κύριου μέσου διακοπής του καπνίσματος.
Η πολιτική μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα στην Ελλάδα Το περασμένο καλοκαίρι, με τον νόμο 4715/2020, η Ελλάδα υιοθέτησε την αρχή της ενδεχόμενης βλάβης σε νέα προϊόντα καπνού πραγματοποιώντας ένα σημαντικό βήμα στις πολιτικές ελέγχου του καπνίσματος. Με το νέο αυτό κανονιστικό πλαίσιο επετράπη στη χώρα η χρήση επιστημονικά τεκμηριωμένων ισχυρισμών δυνητικά μειωμένης βλάβης για νέα προϊόντα καπνού με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο για την υγεία ή μείωση στις εκπομπές τοξικών ουσιών ή μειωμένη τοξικότητα σε σχέση με το συμβατικό τσιγάρο.
Με αυτή τη θεσμική πρωτοβουλία η Ελλάδα ακολουθεί το παράδειγμα χωρών που πρωτοστατούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών του καπνίσματος μέσω μιας νέας οδού, συμπεριλαμβάνοντας τη μείωση της βλάβης μέσω της χρήσης εναλλακτικών δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου προϊόντων, συμπληρωματικά στα ήδη υπάρχοντα παραδοσιακά μέτρα διακοπής και πρόληψης του καπνίσματος.
Η πολιτική μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα στην Ελλάδα Το περασμένο καλοκαίρι, με τον νόμο 4715/2020, η Ελλάδα υιοθέτησε την αρχή της ενδεχόμενης βλάβης σε νέα προϊόντα καπνού πραγματοποιώντας ένα σημαντικό βήμα στις πολιτικές ελέγχου του καπνίσματος. Με το νέο αυτό κανονιστικό πλαίσιο επετράπη στη χώρα η χρήση επιστημονικά τεκμηριωμένων ισχυρισμών δυνητικά μειωμένης βλάβης για νέα προϊόντα καπνού με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο για την υγεία ή μείωση στις εκπομπές τοξικών ουσιών ή μειωμένη τοξικότητα σε σχέση με το συμβατικό τσιγάρο.
Με αυτή τη θεσμική πρωτοβουλία η Ελλάδα ακολουθεί το παράδειγμα χωρών που πρωτοστατούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών του καπνίσματος μέσω μιας νέας οδού, συμπεριλαμβάνοντας τη μείωση της βλάβης μέσω της χρήσης εναλλακτικών δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου προϊόντων, συμπληρωματικά στα ήδη υπάρχοντα παραδοσιακά μέτρα διακοπής και πρόληψης του καπνίσματος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα