Χρειαζόμαστε Αντενάουερ να πείσουν τον Έλληνα

«Στη Γερμανία φτάνουν κιβώτια με την αινιγματική ετικέτα “Bird Dog”. Περιέχουν το νέο νόμισμα ντόιτς μαρκ τυπωμένο στην Αμερική...

«Στη Γερμανία φτάνουν κιβώτια με την αινιγματική ετικέτα “Bird Dog”. Περιέχουν το νέο νόμισμα ντόιτς μαρκ τυπωμένο στην Αμερική... Η διαδικασία της αντικαταστάσεως αναγγέλλεται στις 17 Ιουνίου. Τα ιδιωτικά χρέη, οι τραπεζικοί λογαριασμοί θα μετατραπούν τμηματικά με την αναλογία ένα νέο μάρκο για κάθε δέκα παλαιά. Τα χρέη προς το κράτος και τα δημόσια ιδρύματα παραγράφονται.

Βαριά θυσία. Μαγικό αποτέλεσμα. Η γερμανική οικονομία αναζωογονείται από τη μια στιγμή στην άλλη. Οι άδειες βιτρίνες στολίζονται και πάλι. Το πάθος για την εργασία εμφανίζεται. Για πρώτη φορά από το τέλος του πολέμου οι Γερμανοί βλέπουν τον χειμώνα να έρχεται χωρίς να τρέμουν», γράφει ένας Αμερικανός στρατιώτης.

Το απόσπασμα είναι από τη Μεταπολεμική Ιστορία του Ραϊμόν Καρτιέ. Αναφέρεται στο καλοκαίρι του 1948, τότε που ο πρώην δάσκαλος και πρωθυπουργός της Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ και ο υπουργός Οικονομικών Λούντβιχ Ερχαρντ έδωσαν πίστη στους Γερμανούς. Μέσα σε μία οκταετία, βοηθούμενη και από το γεγονός ότι δεν είχε στρατό, η Γερμανία είχε ανακάμψει και 55 χρόνια αργότερα μπόρεσε, χωρίς να ρίξει τουφεκιά, να γίνει αυτό που πάντα επιθυμούσε: η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή δύναμη, έχοντας για ατμομηχανή στην πορεία της τους πολιτικούς της. Στις δημοκρατίες, όμως, οι πολιτικοί εκλέγονται από τους πολίτες.

Η διαφορά ανάμεσα στους Γερμανούς και τους Ιταλούς ή τους Ελληνες είναι ότι όταν οι πρώτοι ψήφιζαν τον Αντενάουερ, τον Μπραντ ή τη Μέρκελ οι δεύτεροι ψήφιζαν την Τσιτσιολίνα κι εμείς τον Λεβέντη. Οι Γερμανοί έστελναν στη Βουλή τους ό,τι καλύτερο κι εμείς ό,τι φαυλότερο και διασκεδαστικότερο. Και το καλοκαίρι μαζευόμασταν να μουντζώσουμε αυτούς που οι ίδιοι είχαμε ψηφίσει. Και πιθανότατα θα ξαναψηφίσουμε.

Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι αν θα πάρει την έκτη, την έβδομη ή την εκατοστή έβδομη δόση. Στη Γερμανία πριν από 63 χρόνια το έκανε ο Ερχαρντ και σήμερα στην Ελλάδα το κάνει ο Λουκάς Παπαδήμος. Χρειαζόμαστε πολιτικούς και τους πολιτικούς -πιστέψτε το ή όχι- εμείς τους κάνουμε. Ο μεταπολεμικός χαβαλές με τους πολιτικούς σαν διασκεδαστές φτάνει στο τέλος του. Χρειαζόμαστε Αντενάουερ να πείσουν τον Ελληνα ότι κάθε ευρώ στο κρατικό ταμείο θα το πονέσουν σαν δικό τους, ώστε κι αυτός να το δώσει με τον φόρο του.

Ζητείται ένας πολιτικός σαν τον Μαριάνο Ραχόι. Ας είναι άχρωμος, ψευδός, βαρετός ρήτορας, αλλά ας πει τι θυσίες πρέπει να κάνουμε, όχι ότι λεφτά υπάρχουν. Το είπαν και άλλοι. Οχι ότι θα διαπραγματευτεί καλύτερα το χρέος. Αυτό το είπε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος και μετά τρέχαμε πίσω από την τρόικα σαν παρατημένη γκόμενα. Ας πει, ρε γαμώτο, την αλήθεια, αυτή που τώρα πια όλοι βλέπουν. Λεφτά δεν υπάρχουν. Ούτε πλούσιοι με 300 δισ. ευρώ στην Ελβετία υπάρχουν ούτε μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής που κάνει 400 δισ. υπάρχει. Το μόνο που δεν υπήρξε είναι, όπως με την Ισπανία, ένας πολιτικός τίμιος αλλά δυσάρεστος σε αυτά που λέει και μια χώρα ταλαιπωρημένη αλλά αρκετά σοβαρή ώστε να δεχτεί την αλήθεια και να τον ακολουθήσει. Και οι Ισπανοί τώρα το έκαναν.

Τα πέντε στάδια
Το μοντέλο Κίμπλερ-Ρος στις θανάσιμες ασθένειες περιλαμβάνει πέντε διακριτά στάδια. Πρώτο είναι το στάδιο της άρνησης, όπου ο ασθενής αρνείται ότι μπορεί να συμβαίνει σε αυτόν. Δεύτερο αυτό της οργής, όπου ο ασθενής οργίζεται για το ότι η μοίρα διάλεξε αυτόν. Τρίτο είναι το στάδιο της διαπραγμάτευσης, όπου είναι πρόθυμος να διαπραγματευτεί με τον Θεό και τους ανθρώπους δίνοντας τα πάντα για μερικά ακόμα χρόνια. Τέταρτο εκείνο της κατάθλιψης, όπου ο ασθενής αποφασίζει ότι τίποτα δεν έχει νόημα και σταματάει να ενδιαφέρεται για τα υλικά αντικείμενα. Πέμπτο η αποδοχή, όπου ο ασθενής λέει: «Εντάξει, στο κάτω-κάτω συμβαίνει σε όλους» και προετοιμάζεται για το άγνωστο. Αφού ζητήσω συγγνώμη από όλους για το ψυχοπλάκωμα, θα ήθελα να γράψω σε πόσο μεγάλη αντιστοιχία με το μοντέλο Κίμπλερ-Ρος αντιμετωπίστηκε και η οικονομική κρίση.
 
Αχαΐρευτοι
Στο πρώτο στάδιο μας φταίγανε οι εταιρείες αξιολόγησης. Η Ελλάδα δεν είχε πρόβλημα, αλλά όλα ήταν κομπίνες της Moody’s και της Standard & Poor’s, που κερδοσκοπούσαν στην πλάτη της χώρας μας κατεβάζοντας τη βαθμολογία της αξιόπιστης οικονομίας μας. Στο δεύτερο οι Ελληνες οργιστήκανε. Οχι, δεν θα τα πληρώνανε αυτοί, αλλά όσοι τα είχαν αρπάξει. Θα κλείνανε τους πολιτικούς στη Βουλή και θα τους μουντζώνανε μέχρι να καταλάβουν ότι δεν μπορούν να πάρουν ούτε μια δεκάρα από τα κεκτημένα. Αντε, ρε αχαΐρευτοι, στο φινάλε «Δεν πληρώνω».
 
Η πραγματικότητα
Μετά άρχισε η διαπραγμάτευση. Εντάξει, να δεχτούμε τις μετατάξεις, αλλά θα θεωρούνται προσλήψεις για να μπαίνουν στο 1/10 των προσλήψεων. Μήπως θα μπορούσατε, κύριε Ευάγγελε, να το πείτε σε αυτούς της τρόικας και να το καταλάβουν; Μετά ήρθε η απάρνηση των γήινων υπαρχόντων. Τα 4x4 σταματούσαν να κατεβαίνουν την Κηφισίας και τα ταξί έκαναν ουρές έξω από τους σταθμούς των τρένων. Στη διαδήλωση της περασμένης Πέμπτης η Ελλάδα αποδέχτηκε την πραγματικότητα. Οχι 100.000 να κατεβούν στους δρόμους αλλά ένα εκατομμύριο, η αλήθεια είναι μία: μπατιρίζουμε. Εκεί τελειώνει και το μοντέλο, αλλά στο χέρι μας είναι να μην τελειώσουμε κι εμείς.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr