Ο νόμος και η αυτοδικία

Στις 22 Μαΐου του 1963 μετά την ομιλία της Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και την Ειρήνη δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Τη δολοφονία -την οποία αρχικά προσπάθησαν να παρουσιάσουν σαν τροχαίο δυστύχημα- είχαν διαπράξει ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και ο Μανώλης Εμμανουηλίδης, ενώ μετά τις ομιλίες είχε ξυλοκοπηθεί από μέλη αντικομμουνιστικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης ο έτερος των βουλευτών της ΕΔΑ, Γιώργος Τσαρουχάς. Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ξεκίνησε ένα ντόμινο αντιδράσεων το οποίο -παρά τις ελπίδες της Αριστεράς ότι θα οδηγούσε στην επικράτησή της- οδήγησε στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, με την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών να το δέχεται, αφού «επιτέλους θα έχουμε την ησυχία μας».

Στις 22 Μαΐου του 1963 μετά την ομιλία της Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και την Ειρήνη δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Τη δολοφονία -την οποία αρχικά προσπάθησαν να παρουσιάσουν σαν τροχαίο δυστύχημα- είχαν διαπράξει ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και ο Μανώλης Εμμανουηλίδης, ενώ μετά τις ομιλίες είχε ξυλοκοπηθεί από μέλη αντικομμουνιστικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης ο έτερος των βουλευτών της ΕΔΑ, Γιώργος Τσαρουχάς. Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ξεκίνησε ένα ντόμινο αντιδράσεων το οποίο -παρά τις ελπίδες της Αριστεράς ότι θα οδηγούσε στην επικράτησή της- οδήγησε στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, με την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών να το δέχεται, αφού «επιτέλους θα έχουμε την ησυχία μας».

Είναι φυσικά παράτολμο να συγκριθεί η Ελλάδα της εποχής του ’60 με τη σημερινή. Μόλις 15 χρόνια χώριζαν το 1963 από το τέλος του Εμφυλίου, με τους Ελληνες άνω των 35 ετών όχι μόνο να τον θυμούνται, αλλά και να έχουν συμμετάσχει ενεργά στη σύγκρουση. Οι Ελληνες του ’60 δεν πενθούσαν παππούδες, ούτε καν πατεράδες, αλλά αδέλφια και γιους. Επίσης η Ελλάδα του ’60 ήταν βίαιη, οι αποχρώσεις σε αριστερούς, κομμουνιστές, δεξιούς και φασίστες δεν υπήρχαν, με τον κόσμο να ανήκει στο ένα στρατόπεδο ή στο άλλο, αλλά εκείνη η εποχή έχει μια ομοιότητα με τη σημερινή: την άρνηση της δημόσιας παρουσίας και λόγου. Με την έπαρση του νικητή οι δεξιοί απαγόρευαν στους βουλευτές της Αριστεράς να εκφράζονται στα δημόσια μέσα, τα καφενεία αρνιόντουσαν να τους νοικιάσουν τον χώρο για τις προεκλογικές ομιλίες και η Αστυνομία δεν τους έδινε άδεια να μιλάνε σε πλατείες επειδή ίσως διαταρασσόταν η δημόσια γαλήνη. Η στάση δεν ερχόταν από ένα αδίστακτο κράτος που καταπίεζε την πλειοψηφία με την αντίθεση του κόσμου. Ερχόταν από ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου, το οποίο βέβαια δεν θα έκανε τη βρόμικη δουλειά, αλλά δεν είχε αντίρρηση να την αφήνει να γίνεται από τις αναρίθμητες αντικομμουνιστικές οργανώσεις και «σταυροφορίες», έχοντας τη δικαιολογία: «Αν είχαν κερδίσει οι κομμουνιστές, θα είχαν κάνει χειρότερα». Στην Ελλάδα του ’50 και του ’60 ο πολίτης είχε δικαίωμα να λέει ό,τι πίστευε, φτάνει να το πίστευαν και οι οδηγοί των τρικύκλων. Τα οποία ήταν πολύ πιο επικίνδυνα από μια σφαλιάρα ή δυο γιαούρτια, αλλά ο ρόλος τους ήταν να κάνουν τον «αντιφρονούντα» να σκάσει.

Μαλθακή, με τη διοίκησή της διαλυμένη, η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έμαθε να ζει με την αυτοδικία, προσπαθώντας να πειστεί ότι πρόκειται για «αγανάκτηση του πολίτη». Αγανακτισμένα ήταν τα άτομα που δεν άφησαν να μιλήσει ο καθηγητής Γιάννης Πανούσης το 2009, αγανακτισμένοι ήταν οι άλλοι που ανέβηκαν στη σκηνή για να διακόψουν την ομιλία του νομπελίστα Τζέιμς Γουότσον, αγανακτισμένοι και όσοι πέταξαν γιαούρτια στη συναυλία του Γιώργου Νταλάρα. Ανt με τον χρόνο η Ελλάδα δέχτηκε ότι στη δημοκρατία κάποιοι πρέπει να κρύβονται και κάποιοι να το βουλώνουν, το πρόβλημα από οικονομικό και πολιτικό γίνεται πολιτειακό.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr