Αστεία εκτάκτου ανάγκης

Σχεδόν από την πρώτη ημέρα των Ολυμπιακών αγώνων, η Ελλάδα μέσα στην όλη της ανυποληψία, προσμετρούσε και το αθλητικό της ναυάγιο, βλέποντας τις ελπίδες της να διαψεύδονται τη μία μετά από την άλλη. Περιμέναμε πολλά πχ από τα κορίτσια της συγχρονισμένης. Δεν τα κατάφεραν τελικά. Τα κατάφεραν όμως τα αγόρια της ασυγχρόνιστης κολύμβησης. Ο Αντώνης, ο Ευάγγελος, ο κυρ-Φώτης προσπαθούν να δικαιώσουν για άλλη μια φορά τους απαισιόδοξους, όσους πίστευαν από την αρχή ότι η συγκυβέρνηση δεν θα καταφέρει να αντέξει στις χεριές μιας και μόνης διαδρομής σε παιδική πισίνα -ούτε λόγος για ολυμπιακών διαστάσεων.

Σχεδόν από την πρώτη ημέρα των Ολυμπιακών αγώνων, η Ελλάδα μέσα στην όλη της ανυποληψία, προσμετρούσε και το αθλητικό της ναυάγιο, βλέποντας τις ελπίδες της να διαψεύδονται τη μία μετά από την άλλη. Περιμέναμε πολλά πχ από τα κορίτσια της συγχρονισμένης. Δεν τα κατάφεραν τελικά. Τα κατάφεραν όμως τα αγόρια της ασυγχρόνιστης κολύμβησης. Ο Αντώνης, ο Ευάγγελος, ο κυρ-Φώτης προσπαθούν να δικαιώσουν για άλλη μια φορά τους απαισιόδοξους, όσους πίστευαν από την αρχή ότι η συγκυβέρνηση δεν θα καταφέρει να αντέξει στις χεριές μιας και μόνης διαδρομής σε παιδική πισίνα -ούτε λόγος για ολυμπιακών διαστάσεων.

Φοβερό ευφυολόγημα αυτό το περί «ασυγχρόνιστης κολύμβησης», έτσι δεν είναι; Φτιάχνει κανείς αμέσως στο μυαλό του την εικόνα των τριών Ελλήνων πολιτικών ηγετών να πλατσουρίζουν στο νερό σαν αβοήθητα νήπια, κάνοντας σαματά και πλημμύρα χωρίς να προχωρούν ούτε μέτρο, παρόλο που υποτίθεται πώς αυτό θέλουν να κάνουν, άμεσα και απεγνωσμένα. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι τόσο τραγικό ώστε στραγγαλίζει κάθε διάθεση πλάκας, ακόμη και αυτοσαρκαστικής. Κι αυτό είναι τραγικό από μόνο του.

Κι όμως, το θέμα του παρόντος σημειώματος δεν είναι ούτε οι ασυμφωνίες χαρακτήρων και τα επαπειλούμενα διαζύγια της συγκυβέρνησης, ούτε οι Ολυμπιακές αποτυχίες. Είναι απλώς η συνειδητοποίηση ότι κανείς πια δεν λέει ανέκδοτα, κανείς δεν έχει όρεξη να γελάσει καν «με τα χάλια μας», ένα σπορ στο οποίο ανέκαθεν οι Έλληνες δρέπαμε δάφνες -αν και μόνο μεταξύ μας.

Αλήθεια, πού κρύφτηκαν τα ανέκδοτα; Προς τα πού μετανάστευσαν; Έφυγαν ενώ δεν κοιτάζαμε, κι έτσι δεν συνειδητοποιήσαμε ακριβώς πότε εξαφανίστηκαν, πότε πχ σταμάτησε ο Τσακ Νόρις να καραδοκεί σε κάθε παραμικρή κίνηση της καθημερινότητάς μας, πότε πάψαμε να αναμασάμε ατάκες από τα πετυχημένα αστεία, πότε αφήσαμε τις ξανθιές στην ησυχία τους. Το μόνο που απέμεινε, όχι σαν ανέκδοτο, αλλά σαν μια φράση του συρμού, κι αυτή όμως ανόρεχτη, κακορίζικη και ξεθωριασμένη, είναι αυτό το «δεν υπάρχει». Απολύτως ταιριαστή με την Ελλάδα του 2012: Δεν υπάρχει.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr