Ο σκορπιός και ο βάτραχος του ποδοσφαίρου
21.04.2021
06:35
Το ποδόσφαιρο δεν είναι το φόρτε μου- πέρα από μία γενικότερη συμπάθεια στον Ολυμπιακό, λόγω του πατέρα μου. Όμως, η υπόθεση της Ευρωπαϊκής Super League δεν έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο. Έχει να κάνει με τους ανθρώπους.
Αν πέτυχε το ποδόσφαιρο σαν άθλημα, αν απασχολεί τόσους ανθρώπους ανά την Υφήλιο, δεν είναι επειδή οι πάντες θέλουν κάθε τρίτη μέρα να βλέπουν τον Μέσι να κάνει τα δικά του. Θέλουν, δηλαδή, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός. Το ζήτημα με το ποδόσφαιρο, είναι ότι οι πάντες θέλουν να δουν την ανατροπή.
Και δεν είναι μόνον αυτό – είναι και η συλλογικότητα. Ο ηλικιωμένος οπαδός της Λίβερπουλ, που μεγάλωσε τραγουδώντας «you ‘ll never walk alone», δεν είναι τόσο εύκολο και απλό να συνηθίσει να χειροκροτεί κάθε όμορφη ενέργεια μέσα στο γήπεδο – ειδικά όταν έχει μπει στο DNA του ότι τραγουδάει ακόμα πιο δυνατά όταν η ομάδα του χάνει, ακόμα και από ένα αουτσάιντερ.
Σε άλλα αθλήματα, όπως το μπάσκετ ή το βόλεϊ , τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, σε κάθε περίπτωση. Αλλά αυτό δεν ισχύει στο ποδόσφαιρο. Το 2004, η εθνική ομάδα της Ελλάδας πήγε στην Πορτογαλία ως η τελευταία των τελευταίων. Και ήταν. Όμως, λίγο η τύχη, λίγο το άστρο του Ρεχάγκελ, λίγο το φεγγάρι, λίγο η σφικτή άμυνα, έφυγε με το ευρωπαϊκό κύπελο.
Θα ξαναγίνει κάτι τέτοιο; Οπωσδήποτε – ίσως όχι με την δική μας εθνική, αλλά σίγουρα με κάποια άλλη ομάδα. Είχε γίνει πριν από το 2004, γίνεται από τότε σε όλα τα ποδοσφαιρικά επίπεδα και σίγουρα θα ξαναγίνει και στο μέλλον. Αρκεί να υπάρχει το ποδόσφαιρο.
Η προσπάθεια των «μεγάλων» ομάδων της Ευρώπης να δημιουργήσουν το δικό τους πρωτάθλημα, ισοδυναμεί με το τέλος του ποδοσφαίρου. Ενός αθλήματος που ξεκίνησε ως το σπορ των φτωχών, για να καταλήξει μία επιχείρηση δισεκατομμυρίων, που αποκλείει την ανατροπή. Αν παίζει κάθε δύο εβδομάδες η Μπαρτσελόνα με την Γιουβέντους, στις πόσες φορές θα βαρεθούν οι πάντες τον ανταγωνισμό μεταξύ Μέσι και Ρονάλντο; Στις πέντε; Στις δέκα; Στις είκοσι; Και πόσες «μαγικές πάσες» πρέπει να δέχεται σε κάθε παιχνίδι ο Μέσι για να συντηρεί το ενδιαφέρον; Πόσα «μαγικά γκολ» πρέπει να βάζει σε κάθε παιχνίδι για να μην μειωθούν τα μεγάλα συμβόλαια;
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70- όπως μου έλεγε χθες καλός μου φίλος- οι αθλητικές εφημερίδες της Ελλάδας, τις ημέρες που δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, είχαν ως πρώτο θέμα τους αγώνες του «κατς». Παλαιστικοί αγώνες, με πρωταγωνιστές διάφορους περιθωριακούς, οι οποίοι παρίσταναν ότι δίνουν τα πάντα για να νικήσουν τον αντίπαλο, σε αγώνες που φώναζαν από μακριά ότι ήταν στημένοι – εξ ου και το σύνθημα «κατς σικέ=απάτη», που εμφανίστηκε αργότερα.
Φυσικά, τα χρήματα σήμερα είναι πολύ περισσότερα. Και η ζημιά για τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους, που είναι εταιρείες, είναι τεράστια λόγω της πανδημίας. Ωστόσο, η υπόθεση αρχίζει να φαντάζει σαν μία παραλλαγή της ιστορίας του Αισώπου , με τον σκορπιό και τον βάτραχο – με τον σκορπιό να δαγκώνει τον ίδιο του τον εαυτό…
Και δεν είναι μόνον αυτό – είναι και η συλλογικότητα. Ο ηλικιωμένος οπαδός της Λίβερπουλ, που μεγάλωσε τραγουδώντας «you ‘ll never walk alone», δεν είναι τόσο εύκολο και απλό να συνηθίσει να χειροκροτεί κάθε όμορφη ενέργεια μέσα στο γήπεδο – ειδικά όταν έχει μπει στο DNA του ότι τραγουδάει ακόμα πιο δυνατά όταν η ομάδα του χάνει, ακόμα και από ένα αουτσάιντερ.
Σε άλλα αθλήματα, όπως το μπάσκετ ή το βόλεϊ , τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, σε κάθε περίπτωση. Αλλά αυτό δεν ισχύει στο ποδόσφαιρο. Το 2004, η εθνική ομάδα της Ελλάδας πήγε στην Πορτογαλία ως η τελευταία των τελευταίων. Και ήταν. Όμως, λίγο η τύχη, λίγο το άστρο του Ρεχάγκελ, λίγο το φεγγάρι, λίγο η σφικτή άμυνα, έφυγε με το ευρωπαϊκό κύπελο.
Θα ξαναγίνει κάτι τέτοιο; Οπωσδήποτε – ίσως όχι με την δική μας εθνική, αλλά σίγουρα με κάποια άλλη ομάδα. Είχε γίνει πριν από το 2004, γίνεται από τότε σε όλα τα ποδοσφαιρικά επίπεδα και σίγουρα θα ξαναγίνει και στο μέλλον. Αρκεί να υπάρχει το ποδόσφαιρο.
Η προσπάθεια των «μεγάλων» ομάδων της Ευρώπης να δημιουργήσουν το δικό τους πρωτάθλημα, ισοδυναμεί με το τέλος του ποδοσφαίρου. Ενός αθλήματος που ξεκίνησε ως το σπορ των φτωχών, για να καταλήξει μία επιχείρηση δισεκατομμυρίων, που αποκλείει την ανατροπή. Αν παίζει κάθε δύο εβδομάδες η Μπαρτσελόνα με την Γιουβέντους, στις πόσες φορές θα βαρεθούν οι πάντες τον ανταγωνισμό μεταξύ Μέσι και Ρονάλντο; Στις πέντε; Στις δέκα; Στις είκοσι; Και πόσες «μαγικές πάσες» πρέπει να δέχεται σε κάθε παιχνίδι ο Μέσι για να συντηρεί το ενδιαφέρον; Πόσα «μαγικά γκολ» πρέπει να βάζει σε κάθε παιχνίδι για να μην μειωθούν τα μεγάλα συμβόλαια;
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70- όπως μου έλεγε χθες καλός μου φίλος- οι αθλητικές εφημερίδες της Ελλάδας, τις ημέρες που δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, είχαν ως πρώτο θέμα τους αγώνες του «κατς». Παλαιστικοί αγώνες, με πρωταγωνιστές διάφορους περιθωριακούς, οι οποίοι παρίσταναν ότι δίνουν τα πάντα για να νικήσουν τον αντίπαλο, σε αγώνες που φώναζαν από μακριά ότι ήταν στημένοι – εξ ου και το σύνθημα «κατς σικέ=απάτη», που εμφανίστηκε αργότερα.
Φυσικά, τα χρήματα σήμερα είναι πολύ περισσότερα. Και η ζημιά για τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους, που είναι εταιρείες, είναι τεράστια λόγω της πανδημίας. Ωστόσο, η υπόθεση αρχίζει να φαντάζει σαν μία παραλλαγή της ιστορίας του Αισώπου , με τον σκορπιό και τον βάτραχο – με τον σκορπιό να δαγκώνει τον ίδιο του τον εαυτό…
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr