ΠΑΣΟΚ: κόμμα ή συνιστώσα και σε ποια περίπτωση;

Ακόμη και αν ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων του στα γκάλοπ αντιστέκεται στην ιδέα της επανεκκίνησης, ένα άλλο σχεδόν ισοδύναμο ποσοστό- επί του παρόντος- εμφανίζεται έτοιμο να απαγκιστρωθεί γρήγορα από την όποια «συνθήκη» επιβραδύνει αντί να επιταχύνει τη θετική εξέλιξή του

Ακόμη κι αν η αλλαγή προσώπων δεν είναι η μόνη αναγκαία και ικανή συνθήκη της επανεκκίνησης, τα πρόσωπα που θα αναλάβουν κρίσιμες ευθύνες την «επόμενη μέρα» θα επιβεβαιώσουν ή θα διαψεύσουν στην πράξη τον ελαφρώς παραφρασμένο κανόνα ότι η καλή αρχή είναι το ήμισυ του καλού παντός.

Ακόμη κι αν δεν έχει διαμορφωθεί το πλαίσιο της «επόμενης μέρας», η προηγούμενη «διαδρομή» μέχρι τις ευρωεκλογές «φωνάζει» ότι οι καθαρές κουβέντες στην αφετηρία της επανεκκίνησης θα απαλλάξουν τους μελλοντικούς «οδηγούς» από το «μποτιλιάρισμα» σε ένα κατά τ’ άλλα ανοιχτό δρόμο.

Είναι νωρίς αλλά ταυτόχρονα και πολύ αργά για να αρχίσουν ενδεχομένως να περιγράφουν στο ΠΑΣΟΚ με ειλικρίνεια τους λόγους για τους οποίους, η συζήτηση γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρουσα και μάλιστα σε ευρύτερα ακροατήρια, όσο πλησιάζουν οι εσωκομματικές κάλπες. Υπάρχει διακύβευμα και αφορά στην κινητικότητα των ψηφοφόρων που καταγράφηκε στις πρόσφατες ευρωκάλπες- και αυτών που ψήφισαν και όσων ήθελαν να στείλουν μήνυμα από τον «καναπέ». Όταν η Νέα Δημοκρατία χάνει σχεδόν 13 μονάδες και ο ΣΥΡΙΖΑ άλλες τρεις, το ΠΑΣΟΚ είχε θεωρητικά την ευκαιρία για ακόμη καλύτερες επιδόσεις και ένα νέο «ορατό» άνοιγμα» στην κυβερνητική προοπτική. Αυτή είναι η αλήθεια και την αντιλαμβάνονται ακόμη κι όσοι την αντιμετωπίζουν με τάσεις υπεκφυγής.

Είναι επίσης αλήθεια ότι από τις διπλές εθνικές εκλογές μέχρι τις ευρωεκλογές σχεδόν το σύνολο των στελεχών του ΠΑΣΟΚ απέφυγε να επισημάνει λάθη και στραβοπατήματα στη διαδρομή, ώστε να τα διορθώσει εγκαίρως μέσα από μια αναλυτική συζήτηση σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η λειτουργία του κόμματος, όπως όλοι επίσης επισημαίνουν τώρα, δεν ήταν αυτή που θα επέτρεπε ενίσχυση της συλλογικής προσπάθειας και ουσιαστική αξιοποίηση όλων των δυνάμεων στη βάση μιας πολύ συγκεκριμένης στρατηγικής. Αλλά και (κυρίως) η ηγεσία απέφυγε να ανοίξει το παιχνίδι, ακόμη και σε όσους έσπευδαν κάθε φορά να κατανοήσουν τις επιλογές και τους «ρυθμούς» της, στο όνομα της ανανέωσης, που συνήθως αποτυγχάνει όταν αποδεικνύεται μόνο ηλικιακή.

Το 2021 το ΠΑΣΟΚ στάθηκε στην αφετηρία μιας ακόμη επανεκκίνησης με όρους και ανανέωσης και ενότητας- αλλά στη διαδρομή ξέχασε τους συχνούς «ελέγχους» με συλλογικό τρόπο, ώστε να διαπιστώσει εγκαίρως τις αποκλίσεις από την πορεία και τους στόχους. Δεν εξηγείται αλλιώς η εμφάνιση των «πολλών» κατά κάποιους, διάφορων και διαφορετικών, υποψηφιοτήτων που σε κάθε περίπτωση πάντως ξέρουν – έτσι τουλάχιστον αναφέρουν- τι θέλουν να πουν και κατά που να οδηγήσουν το κόμμα την επόμενη μέρα. Το γεγονός άλλωστε ότι η σημερινή ηγεσία αποδέχεται τώρα (όχι από την αρχή που ακούστηκε το αίτημα) την άμεση προσφυγή στις κάλπες, αναγνωρίζοντας μάλιστα ότι πολλά θα μπορούσαν να είχαν γίνει διαφορετικά μέσα στα δυόμιση χρόνια, αποδεικνύει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια υπεκφυγής από τη ρεαλιστική οπτική των πραγμάτων. Και δεν υπάρχουν περιθώρια για αποθαρρυντικές και βαρύγδουπες λογικές του τύπου «παρέλαβα κόμμα και δεν θα παραδώσω συνιστώσα», καθώς η προσφυγή στις εσωκομματικές κάλπες γίνεται προς αναζήτηση της συνισταμένης και όχι των συνιστωσών της. Έτσι δεν είναι;

Όσοι έθεσαν υποψηφιότητα απέναντι στο Νίκο Ανδρουλάκη, συμπεριλαμβανομένης και της Άννας Διαμαντοπούλου που θα την ανακοινώσει στις αρχές της επόμενης εβδομάδας- έχουν υπογραμμίσει με τον έναν η τον άλλο τρόπο ότι δεν ψάχνουν να δημιουργήσουν ή να «οχυρωθούν» πίσω από καταστάσεις που καταλήγουν σε συνιστώσες, αλλά να κάνουν restart με στόχο τη δυναμική επανένταξη του ΠΑΣΟΚ σε τροχιά κυβερνητικής προοπτικής. Παρατηρούν και γνωρίζουν την κινητικότητα στο πολιτικό σκηνικό μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και το διακύβευμα εν’ όψει των επόμενων εθνικών εκλογών και προσπαθούν να προετοιμαστούν εγκαίρως για να αιφνιδιάσουν και να μην αιφνιδιαστούν. Η κουβέντα που σκοπίμως περιορίζεται στις «συνιστώσες» της κεντροαριστεράς αδικεί το εγχείρημα, αφού δεν υπάρχει υποψήφιος -τουλάχιστον μέχρι στιγμής- που να δηλώνει ότι θα πορευτεί στη λογική ενταφιασμού σε ένα μικρό ή μικρομεσαίο κόμμα. Κεντρική και μόνη επιδίωξη επομένως των υποψηφίων εφεξής θα πρέπει είναι χωρίς φοβικότητα, με ειλικρίνεια και καθαρές κουβέντες, να ανοίξουν τα χαρτιά τους και να παρουσιάσουν το σχέδιό τους για το πως βλέπουν ως εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης ότι θα αλλάξουν προς το καλύτερο τη χώρα. Απλά πράγματα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr