Το bitcoin δεν είναι τίποτα μπροστά στη φούσκα των κεντρικών τραπεζών
27.05.2021
06:59
Εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία η παγκόσμια οικονομία λειτουργεί υπό πολύ ιδιόμορφες, πρωτοφανείς συνθήκες. Μετά το κραχ του 2008 οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούν αδιάκοπα νέο χρήμα, με το οποίο αγοράζουν ομόλογα και άλλα «χαρτιά» για να διοχετεύσουν το χρήμα στην αγορά προκειμένου -και σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια- να υποστηρίξουν την οικονομική δραστηριότητα, τις τράπεζες και συνολικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Είναι η «ποσοτική χαλάρωση», το λεγόμενο και «τύπωμα χρήματος». Υπολογίζεται ότι συνολικά έχουν τυπωθεί περί τα 29 τρισ. δολάρια από το 2007, τη στιγμή που το παγκόσμιο ΑΕΠ ανέρχεται σε περίπου 100 τρισ. δολάρια.
Αργά ή γρήγορα οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να ομαλοποιήσουν την κατάσταση αυξάνοντας τα επιτόκια και «μαζεύοντας» όλο αυτό το χρήμα που έχουν διοχετεύσει στην παγκόσμια αγορά.
Το πρόβλημα σήμερα είναι ότι ουδείς είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι τα έκτακτα αυτά νομισματικά μέτρα μπορούν να αποσυρθούν χωρίς παρενέργειες, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν μέχρι και σε παγκόσμιο κραχ.
Καθώς μάλιστα εμφανίζονται ενδείξεις πληθωρισμού στην παγκόσμια οικονομία -για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια-, η πίεση για αύξηση των επιτοκίων και παύση της ποσοτικής χαλάρωσης (το λεγόμενο «tapering») ενισχύεται.
Προς το παρόν οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν βλέπουν πραγματικό πληθωριστικό κίνδυνο, θεωρώντας ότι η όποια αύξηση των τιμών θα είναι παροδική, και συνεχίζουν να τυπώνουν χρήμα.
Ορισμένοι σημαντικοί οικονομολόγοι, όμως, προειδοποιούν ότι ο πληθωριστικός κίνδυνος έχει υποτιμηθεί και ότι αν οι κεντρικές τράπεζες δεν αντιδράσουν έγκαιρα, θα αναγκαστούν να το κάνουν απότομα αργότερα και υπό καθεστώς πανικού, προκαλώντας αναταράξεις στην παγκόσμια οικονομία.
Το σενάριο παραπέμπει στον εφιάλτη των οικονομολόγων, τη λεγόμενη «ιαπωνοποίηση». Στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου η Κεντρική Τράπεζα ανέβασε απότομα τα επιτόκια το 1989 για να σταματήσει την κερδοσκοπία και να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, προκαλώντας μια κρίση από την οποία η χώρα δεν έχει βγει ακόμη.
Η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα ξεκίνησε την ποσοτική χαλάρωση το 2008, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το 2015. Η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας έχει ξεκινήσει από το 2001, καθώς η οικονομία βρίσκεται σε σχεδόν διαρκή στασιμότητα που περνά πλέον στην Ιστορία ως οι «χαμένες δεκαετίες». Η Τράπεζα της Ιαπωνίας, εκτός από ομόλογα, αγοράζει και μετοχές από το Χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να κατέχει πλέον το 10% των εισηγμένων εταιρειών.
Ο στόχος της ποσοτικής χαλάρωσης, σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια, είναι να διευκολύνεται ο δανεισμός επιχειρήσεων και καταναλωτών προκειμένου να ενισχύονται η πραγματική οικονομία και η απασχόληση και να αποτρέπεται η ύφεση.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος του χρήματος που τυπώνεται διοχετεύεται σε επενδύσεις στο Χρηματιστήριο και στις αγορές ομολόγων τροφοδοτώντας τη σχεδόν διαρκή άνοδο των τιμών. Χάρη στο φρέσκο χρήμα από τις κεντρικές τράπεζες, οι χρηματιστηριακοί δείκτες παγκοσμίως ανέβαιναν διαρκώς μέσα στη χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά και μέσα στην πανδημία.
Επιπλέον, με το χρήμα να ρέει άφθονο, αλλά και τα επιτόκια στο μηδέν, οι εταιρείες, τα κράτη αλλά και οι καταναλωτές συσσωρεύουν χρέη, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν. Το παγκόσμιο χρέος έχει εκτοξευτεί στα 281 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF). Μόνο πέρυσι με την πανδημία προστέθηκαν τα 24 τρισ. δολάρια, ενώ τα προηγούμενα δέκα χρόνια το χρέος είχε αυξηθεί κατά 88 τρισ. δολάρια.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η μεγάλη αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία είναι κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες θα καταφέρουν να εξομαλύνουν τη νομισματική πολιτική, αποσύροντας τα έκτακτα μέτρα στήριξης χωρίς να προκαλέσουν κατάρρευση στα χρηματιστήρια και νέο κύκλο ύφεσης.
Αργά ή γρήγορα οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να ομαλοποιήσουν την κατάσταση αυξάνοντας τα επιτόκια και «μαζεύοντας» όλο αυτό το χρήμα που έχουν διοχετεύσει στην παγκόσμια αγορά.
Το πρόβλημα σήμερα είναι ότι ουδείς είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι τα έκτακτα αυτά νομισματικά μέτρα μπορούν να αποσυρθούν χωρίς παρενέργειες, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν μέχρι και σε παγκόσμιο κραχ.
Καθώς μάλιστα εμφανίζονται ενδείξεις πληθωρισμού στην παγκόσμια οικονομία -για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια-, η πίεση για αύξηση των επιτοκίων και παύση της ποσοτικής χαλάρωσης (το λεγόμενο «tapering») ενισχύεται.
Προς το παρόν οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν βλέπουν πραγματικό πληθωριστικό κίνδυνο, θεωρώντας ότι η όποια αύξηση των τιμών θα είναι παροδική, και συνεχίζουν να τυπώνουν χρήμα.
Ορισμένοι σημαντικοί οικονομολόγοι, όμως, προειδοποιούν ότι ο πληθωριστικός κίνδυνος έχει υποτιμηθεί και ότι αν οι κεντρικές τράπεζες δεν αντιδράσουν έγκαιρα, θα αναγκαστούν να το κάνουν απότομα αργότερα και υπό καθεστώς πανικού, προκαλώντας αναταράξεις στην παγκόσμια οικονομία.
Το σενάριο παραπέμπει στον εφιάλτη των οικονομολόγων, τη λεγόμενη «ιαπωνοποίηση». Στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου η Κεντρική Τράπεζα ανέβασε απότομα τα επιτόκια το 1989 για να σταματήσει την κερδοσκοπία και να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, προκαλώντας μια κρίση από την οποία η χώρα δεν έχει βγει ακόμη.
Η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα ξεκίνησε την ποσοτική χαλάρωση το 2008, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το 2015. Η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας έχει ξεκινήσει από το 2001, καθώς η οικονομία βρίσκεται σε σχεδόν διαρκή στασιμότητα που περνά πλέον στην Ιστορία ως οι «χαμένες δεκαετίες». Η Τράπεζα της Ιαπωνίας, εκτός από ομόλογα, αγοράζει και μετοχές από το Χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να κατέχει πλέον το 10% των εισηγμένων εταιρειών.
Ο στόχος της ποσοτικής χαλάρωσης, σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια, είναι να διευκολύνεται ο δανεισμός επιχειρήσεων και καταναλωτών προκειμένου να ενισχύονται η πραγματική οικονομία και η απασχόληση και να αποτρέπεται η ύφεση.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος του χρήματος που τυπώνεται διοχετεύεται σε επενδύσεις στο Χρηματιστήριο και στις αγορές ομολόγων τροφοδοτώντας τη σχεδόν διαρκή άνοδο των τιμών. Χάρη στο φρέσκο χρήμα από τις κεντρικές τράπεζες, οι χρηματιστηριακοί δείκτες παγκοσμίως ανέβαιναν διαρκώς μέσα στη χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά και μέσα στην πανδημία.
Επιπλέον, με το χρήμα να ρέει άφθονο, αλλά και τα επιτόκια στο μηδέν, οι εταιρείες, τα κράτη αλλά και οι καταναλωτές συσσωρεύουν χρέη, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν. Το παγκόσμιο χρέος έχει εκτοξευτεί στα 281 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF). Μόνο πέρυσι με την πανδημία προστέθηκαν τα 24 τρισ. δολάρια, ενώ τα προηγούμενα δέκα χρόνια το χρέος είχε αυξηθεί κατά 88 τρισ. δολάρια.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η μεγάλη αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία είναι κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες θα καταφέρουν να εξομαλύνουν τη νομισματική πολιτική, αποσύροντας τα έκτακτα μέτρα στήριξης χωρίς να προκαλέσουν κατάρρευση στα χρηματιστήρια και νέο κύκλο ύφεσης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr