Γιατί η Fed υπερέχει της ΕΚΤ

Η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Federal Reserve - Fed) μείωσε την περασμένη εβδομάδα κατά μισή μονάδα τα επιτόκια του δολαρίου, τα οποία έφτασαν στη ζώνη του 4,75%-5%, σηματοδοτώντας έτσι έναν κύκλο νομισματικής χαλάρωσης ο οποίος προκάλεσε ευφορία στους επενδυτές και οδήγησε τις τιμές των μετοχών υψηλότερα

Πριν από μία εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είχε μειώσει για δεύτερη φορά μετά τον Ιούνιο τα επιτόκια του ευρώ κατά ένα τέταρτο της μονάδας, με το βασικό επιτόκιο-βαρόμετρο να πέφτει στο 3,5%.

Αυτή τη φορά ο κύκλος της νομισματικής χαλάρωσης ξεκίνησε από την Ευρώπη.

Συνήθως η ΕΚΤ ακολουθεί τις κινήσεις της Fed και το γεγονός ότι αυτή τη φορά προηγήθηκε κατά δύο μήνες μικρή σημασία έχει, αφού τα μηνύματα χαλάρωσης από τις ΗΠΑ είχαν ήδη δοθεί από τις αρχές του καλοκαιριού.

Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι η Fed εκτιμά ότι ο κίνδυνος του πληθωρισμού περιορίζεται και στοχεύει τώρα στο να αποτρέψει την είσοδο της οικονομίας σε στασιμότητα ή ύφεση. Η αμερικανική κεντρική τράπεζα επικαλέστηκε τα στοιχεία που έδειξαν ότι ο ρυθμός ενίσχυσης της απασχόλησης μειώθηκε ενώ η ανεργία αυξήθηκε, κάτι που αποτελεί ένδειξη πιθανής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Η διαφορά της Fed από την ΕΚΤ είναι ότι η πρώτη έχει διπλή αποστολή με βάση το καταστατικό της, τη λεγόμενη «διπλή εντολή». Οφείλει να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών, ήτοι χαμηλό πληθωρισμό, αλλά και τη μέγιστη δυνατή απασχόληση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ρυθμίζει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί έτσι ώστε να διατηρεί τον πληθωρισμό υπό έλεγχο, αλλά και την ανεργία σε χαμηλό επίπεδο. Αντίθετα, η ΕΚΤ έχει ως μόνη αποστολή τον έλεγχο του πληθωρισμού.

Η διαφορά αυτή οφείλεται στις γερμανικές πιέσεις που ασκήθηκαν -και επικράτησαν- όταν δημιουργήθηκε το ευρώ, καθώς επέβαλαν στο καταστατικό της ΕΚΤ το δόγμα με το οποίο λειτουργούσε η γερμανική κεντρική τράπεζα, η οποία είχε και έχει εμμονή με τον πληθωρισμό. Οι διαφορές στα δύο μοντέλα πιθανώς οφείλονται και σε έναν οικονομικό και κοινωνικό αταβισμό που προέρχεται από τα ιστορικά τραύματα των δύο κοινωνιών.

Στη Γερμανία είναι η ανάμνηση του υπερπληθωρισμού κατά τον Mεσοπόλεμο ο οποίος οδήγησε στην κατάρρευση της οικονομίας και την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Μέχρι σήμερα οι εκάστοτε εκπρόσωποι της Γερμανίας στο Συμβούλιο της ΕΚΤ είναι εκ προοιμίου αντίθετοι σε κάθε πρόταση για μείωση επιτοκίων ή άλλα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης και ηγούνται πάντα του μετώπου των «γερακιών» που υπεραμύνονται της αυστηρής νομισματικής πολιτικής.

Στις ΗΠΑ το μεγάλο ιστορικό σοκ ήταν η ανεργία μετά το χρηματιστηριακό κραχ του 1929, που οδήγησε έναν στους τρεις Αμερικανούς εκτός εργασίας σχεδόν για όλη τη δεκαετία του 1930. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Αμερικανοί κεντρικοί τραπεζίτες είναι πιο ευαίσθητοι στις ενδείξεις της αγοράς εργασίας και της οικονομικής δραστηριότητας -που είναι και καταστατική υποχρέωσή τους- αλλά και στις κινήσεις του χρηματιστηρίου.

Ο πληθωρισμός πέφτει και στις δύο περιοχές, καθώς τον Αύγουστο έφτασε στο 2,2% στην Ευρωζώνη και στο 2,5% στις ΗΠΑ. Η εικόνα όμως των οικονομιών είναι αρκετά διαφορετική, καθώς η Ευρωζώνη σέρνεται, με την ΕΚΤ να προβλέπει ότι το 2024 ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα είναι 0,6%, ενώ το 2025 θα φτάσει στο 1,5% και το 2026 στο 1,6%. Στις ΗΠΑ η Fed εκτιμά ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα φτάσει στο 2,1% το 2024 και στο 2% το 2025.

Ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών σήμερα είναι πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι ήταν στο παρελθόν, ακόμη και μόλις πριν από 25 χρόνια.

Στο παρελθόν η δουλειά τους ήταν να ρυθμίζουν την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία, με αυξομειώσεις επιτοκίων και το τύπωμα χρήματος για να ελέγχουν τον πληθωρισμό. Οι παρεμβάσεις τους όμως στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης έδειξαν ότι στην πραγματικότητα είναι ρυθμιστές του κόστους δανεισμού και του δημόσιου χρέους των κρατών, των επενδύσεων και συνολικά της οικονομικής δραστηριότητας.

Ειδικά η ΕΚΤ, πέρα από τον περιορισμένο καταστατικό ρόλο της, που δεν εκτείνεται στην οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση, κινείται με ελάχιστο δημοκρατικό έλεγχο, αλλά και χωρίς διαφάνεια και διαβούλευση ως προς τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούνται τα οικονομικά δεδομένα και λαμβάνονται οι αποφάσεις.

Στη σημερινή συγκυρία, που η ευρωπαϊκή οικονομία χάνει συνεχώς έδαφος και βλέπει την απόσταση να μεγαλώνει σε σχέση με τις ΗΠΑ αλλά και την Κίνα, ο ρόλος της ΕΚΤ είναι απαραίτητο να τεθεί επί τάπητος, ώστε να συμβάλει στη χρηματοδότηση των μεγάλων αλλαγών που είναι απαραίτητες για να αποφύγει η ευρωπαϊκή οικονομία το ναυάγιο και την περαιτέρω μείωση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων πολιτών.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr