Τέλος στην απαξίωση των ελληνικών ΑΕΙ
24.12.2020
06:38
Η Παιδεία αποτελεί πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης εδώ και δεκαετίες. Δεν θα έπρεπε όμως. Μαζί με τα εθνικά ζητήματα, η Παιδεία θα μπορούσε να είναι κοινός τόπος συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων προκειμένου να χτιστούν οι βάσεις για την κοινωνία του αύριο.
Η νέα πραγματικότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που έρχεται με το νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση έχει ήδη πυροδοτήσει αψιμαχίες. Υπό άλλες συνθήκες -προ πανδημίας- θα ήταν πρώτο θέμα συζήτησης. Έστω και δια εξ αναγκασμού, σε αυτό το πιο ήπιο κλίμα καλούμαστε να αναρωτηθούμε: Γιατί εδώ και 20 χρόνια αποτυγχάνουμε να εφαρμόσουμε μία σειρά από μεταρρυθμίσεις οι οποίες σε άλλες χώρες είναι κανονικότητα εδώ και αιώνες;
Ποιους ικανοποιεί η εικόνα βρωμιάς και κατατρομοκράτησης που επικρατεί σε πολλούς πανεπιστημιακούς χώρους, όταν εκεί θα έπρεπε να «βασιλεύει» η γαλήνη, ο διάλογος, η μάθηση και η Δημοκρατία; Ίσως αυτούς που ως βαθιά συντηρητικοί (στην θεώρηση και όχι στην ιδεολογία) θέλουν να γαλουχούν τις νέες γενιές προκειμένου να αντιδρούν σε κάθε αλλαγή, από όπου κι αν προέρχεται και ό,τι κι αν φέρνει.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι. Όλοι θέλουν η Ελλάδα να έχει ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που προσφέρουν ποιοτικό πρόγραμμα σπουδών και δίνουν πτυχία με αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας;
Ευτυχώς υπάρχουν τέτοια τμήματα και έχουν και μεγάλη παράδοση και συγκαταλέγονται στα καλύτερα του κόσμου ανά καιρούς. Γιατί όμως να μην έχουμε κι άλλα; Γιατί τα ήδη υπάρχοντα να μην γίνουν ακόμη καλύτερα; Γιατί επιμένουν ορισμένοι στην παρωχημένη πρακτική του «κάθε πόλη και στρατόπεδο, κάθε νομός και Πανεπιστήμιο»;
Τέτοιες πολιτικές απαξίωσαν ολόκληρες σχολές, την δουλειά άξιων καθηγητών και τα πτυχία χιλιάδων Ελλήνων που τελικά εργάστηκαν σε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που σπούδασαν. Γιατί, ένα πτυχίο από μία σχολή στην οποία εισάγεσαι με βαθμό 3 (ή και χαμηλότερα) με άριστα το 20 ποια προστιθέμενη αξία έχει για τον σπουδαστή, για την οικονομία και την κοινωνία; Δεν έχει.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι φοιτητές που έχουν ξεπεράσει τα προβλεπόμενα έτη σπουδών της σχολής τους ανέρχονται σε 235.406 όντες περισσότεροι από αυτούς οι οποίοι βρίσκονται εντός του χρόνου φοίτησης και είναι 190.652. Σε αυτά, έρχεται και προστίθεται και η σύγκριση με την Δύση, καθιστώντας την Ελλάδα στην τελευταία θέση με τον χαμηλότερο ρυθμό αποφοίτησης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πραγματικότητα όμως, είναι αντιληπτή από μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας. Άλλωστε οι τελευταίες εκλογές έδειξαν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε να εφαρμόσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις για την Παιδεία, οι οποίες αποτελούσαν σημαντικό κομμάτι της ρητορικής της.
Από την άλλη δεν μπορούμε να αγνοούμε την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα. Η Σύνοδος των Πρυτάνεων τάχθηκε υπέρ της θεσμοθέτησης βάσης εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, ενώ κατά πλειοψηφία ψήφισε υπέρ της πρότασης στη φύλαξη και ελεγχόμενη είσοδο στα Πανεπιστήμια.
Τα Πανεπιστήμιά μας είναι πληγωμένα. Χρειάζονται στήριξη, φύλαξη και τις κατάλληλες συνθήκες για να μεγαλουργήσουν. Ας μην χαθεί μία ακόμη ευκαιρία.
Ποιους ικανοποιεί η εικόνα βρωμιάς και κατατρομοκράτησης που επικρατεί σε πολλούς πανεπιστημιακούς χώρους, όταν εκεί θα έπρεπε να «βασιλεύει» η γαλήνη, ο διάλογος, η μάθηση και η Δημοκρατία; Ίσως αυτούς που ως βαθιά συντηρητικοί (στην θεώρηση και όχι στην ιδεολογία) θέλουν να γαλουχούν τις νέες γενιές προκειμένου να αντιδρούν σε κάθε αλλαγή, από όπου κι αν προέρχεται και ό,τι κι αν φέρνει.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι. Όλοι θέλουν η Ελλάδα να έχει ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που προσφέρουν ποιοτικό πρόγραμμα σπουδών και δίνουν πτυχία με αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας;
Ευτυχώς υπάρχουν τέτοια τμήματα και έχουν και μεγάλη παράδοση και συγκαταλέγονται στα καλύτερα του κόσμου ανά καιρούς. Γιατί όμως να μην έχουμε κι άλλα; Γιατί τα ήδη υπάρχοντα να μην γίνουν ακόμη καλύτερα; Γιατί επιμένουν ορισμένοι στην παρωχημένη πρακτική του «κάθε πόλη και στρατόπεδο, κάθε νομός και Πανεπιστήμιο»;
Τέτοιες πολιτικές απαξίωσαν ολόκληρες σχολές, την δουλειά άξιων καθηγητών και τα πτυχία χιλιάδων Ελλήνων που τελικά εργάστηκαν σε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που σπούδασαν. Γιατί, ένα πτυχίο από μία σχολή στην οποία εισάγεσαι με βαθμό 3 (ή και χαμηλότερα) με άριστα το 20 ποια προστιθέμενη αξία έχει για τον σπουδαστή, για την οικονομία και την κοινωνία; Δεν έχει.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι φοιτητές που έχουν ξεπεράσει τα προβλεπόμενα έτη σπουδών της σχολής τους ανέρχονται σε 235.406 όντες περισσότεροι από αυτούς οι οποίοι βρίσκονται εντός του χρόνου φοίτησης και είναι 190.652. Σε αυτά, έρχεται και προστίθεται και η σύγκριση με την Δύση, καθιστώντας την Ελλάδα στην τελευταία θέση με τον χαμηλότερο ρυθμό αποφοίτησης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πραγματικότητα όμως, είναι αντιληπτή από μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας. Άλλωστε οι τελευταίες εκλογές έδειξαν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε να εφαρμόσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις για την Παιδεία, οι οποίες αποτελούσαν σημαντικό κομμάτι της ρητορικής της.
Από την άλλη δεν μπορούμε να αγνοούμε την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα. Η Σύνοδος των Πρυτάνεων τάχθηκε υπέρ της θεσμοθέτησης βάσης εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, ενώ κατά πλειοψηφία ψήφισε υπέρ της πρότασης στη φύλαξη και ελεγχόμενη είσοδο στα Πανεπιστήμια.
Τα Πανεπιστήμιά μας είναι πληγωμένα. Χρειάζονται στήριξη, φύλαξη και τις κατάλληλες συνθήκες για να μεγαλουργήσουν. Ας μην χαθεί μία ακόμη ευκαιρία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr