«Το νομικό δικαίωμα στην… αγάπη»

1965. Η Μάρω Κοντού υποδύεται αριστουργηματικά την Κα Ελένη στην ταινία « Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα»

Ενσαρκώνει το ρόλο μιας γυναίκας που βιώνει θλιμμένη την ηθική απαξίωση της από την Ελληνική κοινωνία. Τι κι’ αν αποδείκνυε καθημερινά και αγόγγυστα την αφοσίωση της στον Αντωνάκη της( Γιώργος Κωσταντίνου), τι κι’ αν κατέθετε την άνευ όρων αγάπη της, το στίγμα της “αστεφάνωτης” ήταν αυτονόητο και αποδεκτό σε μια κοινωνική παραδοχή ότι δικαιώματα θα αποκτούσε μόνο εάν κατάφερνε να γίνει Κυρία Κοκοβίκου. Με δόξα και τιμή.

Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια από τότε για να σχηματίζεται σταδιακά μια νέα κοινωνική αντίληψη που να αφορά στην έννοια της οικογένειας και της αναγνώρισης δικαιωμάτων για το μοντέλο της εξώγαμης συμβίωσης. Έπρεπε να συναντηθούν οι επιλογές αφενός του παραδοσιακού τρόπου ένωσης δυο προσώπων και αφετέρου της ελεύθερης μόνιμης συντροφικότητας.
Αυτή η εξελικτική κοινωνική διαδρομή αποτυπώνεται ήδη και σε δικαστικές αποφάσεις. Σταθμό της θεσμικής υιοθέτησης των χαρακτηριστικών της «φυσικής» οικογένειας, αποτελεί η διαμορφωμένη νομολογία του Αρείου Πάγου όπως αυτή διατυπώνεται στη πρόσφατη απόφαση υπ.αριθμ 1194/2023 ΑΠ.

Η παραπάνω αμετάκλητη δικαστική απόφαση επικαλούμενη το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.), προσδιορίζει το καθοριστικό κριτήριο για το αν υφίσταται «οικογένεια» και «οικογενειακή ζωή» στην πραγματική ύπαρξη στενών προσωπικών δεσμών ενώ δέχεται ότι η έννοια της προστατευόμενης, οικογενειακής ζωής, δεν περιορίζεται στις οικογένειες που βασίζονται στο γάμο, αλλά επεκτείνεται και σε άλλες, de facto σχέσεις συμβίωσης και φροντίδας, οι οποίες δημιουργούν επίσης, οικογενειακούς δεσμούς.

Η συμβίωση και η αμοιβαία υποστήριξη, η συναισθηματική ή/και υλική συμπόρευση του ζευγαριού, η διάρκεια και η σταθερότητα της σχέσης και η με οποιονδήποτε τρόπο έκφραση της δέσμευσης τους, όπως με την απόκτηση, από κοινού ή με άλλον τρόπο, παιδιών και η ανάληψη της κοινής ευθύνης της ανατροφής τους, καθώς επίσης οι σχέσεις μακράς και συνεπούς φροντίδας, δηλαδή όλων εκείνων των εκδηλώσεων συναισθημάτων και πράξεων, που αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία της οικογένειας, αλλά και το σκοπό αυτής, αποτελούν πλέον κριτήρια ύπαρξης πραγματικών οικογενειακών δεσμών μεταξύ δύο ατόμων που συμβιώνουν, χωρίς να έχουν τελέσει νόμιμο γάμο, ή συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.

Έτσι, ενώ ο γάμος αποτελεί μια « ληξιαρχικώς καταχωρισμένη σχέση», οι σύγχρονες κοινωνικές αντιλήψεις στα πλαίσια της ανεκτικότητας και του σεβασμού στις ελεύθερες επιλογές οδήγησε το Ανώτατο δικαστήριο της χώρας να ενστερνιστεί ότι η εξώγαμη συμβίωση ως μια πιο χαλαρή μορφή κοινής ζωής απολαμβάνει δικαιώματα.

Με αυτό το σκεπτικό, κρίθηκε ότι εκείνη που συμβιώνει σε ελεύθερη ένωση και εφόσον πληρούνται τα πιο πάνω κριτήρια της σταθερής πρόθεσης για την ύπαρξη εν τοις πράγμασι οικογενειακών δεσμών, έχει το δικαίωμα να αποζημιωθεί για την ψυχική οδύνη που της προκάλεσε ο θάνατος από αυτοκινητιστικό δυστύχημα του συντρόφου της. Πήρε 10 χρόνια για να δικαιωθεί και να πείσει ότι η συντροφική συμπόρευση δυο ανθρώπων δεν επισφραγίζεται και δεν αποδεικνύεται αποκλειστικά και μόνο «με τα λόγια του παπά».

Ευτυχώς η δακτυλοδεικτούμενη Κα Ελένη της Ελληνικής κοινωνίας , κέρδισε τον σεβασμό και την αναγνώριση των συναισθημάτων της. Κέρδισε το αυτονόητο νομικό δικαίωμα στην …αγάπη. Με δόξα και τιμή!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr