Ζώντας(;) με κλειστές τράπεζες
28.05.2015
06:55
Ένα από τα συχνότερα ερωτήματα στις δημοσκοπήσεις στο πλαίσιο των κυβερνητικών διαπραγματεύσεων είναι η γνώμη των πολιτών σχετικά με την πιθανότητα ρήξης της Ελλάδας με την Ευρωζώνη.
Με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία του Ελληνικού λαού τάσεται ενάντια σε μια τέτοια ρήξη. Ένα αξιοσέβαστο ποσοστό όμως, της τάξης του 37%, και ενίοται πάνω από 40%, συχνά δείχνει να αποδέχεται ίσως και να εύχεται ένα τέτοιο ενδεχόμενο με όποιες συνέπειες κι αν συνεπάγεται αυτό.
Ένα επιχείρημα που επιστρατεύεται συχνά για να δικαιολογήσει τη στάση αυτή είναι ότι οι υποστηρικτές της ρήξης είναι απεγνωσμένοι και φτωχοποιημένοι και “δεν έχουν να χάσουν τίποτα”. Άλλοι αναμφίβολα είναι υπέρ της ρήξης για ιδεολογικούς λόγους, οπότε θεωρητικά τους είναι αδιάφορο το εαν έχουν να χάσουν κάτι, όπως για παράδειγμα τις τραπεζικές καταθέσεις τους.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο το εαν, είτε οι μέν είτε οι δε, έχουν πραγματική εικόνα του τι συνεπάγεται μια ρήξη με τους εταίρους και το βέβαιο κλείσιμο των τραπεζών που θα επακολουθήσει. Είναι εξίσου αμφίβολο το εαν έχουν αναλογισθεί την αγωνία μιας αποκοπής της κοινωνίας από τις τραπεζικές υπηρεσίες. Ο γράφων σκέφτηκε για πρώτη φορά σοβαρά αυτό το ενδεχόμενο με αφορμή την εμπειρία του στο Ιράν το 2011 όπου είχε βρεθεί χωρίς μετρητά σε μια χώρα στην οποία λόγω των διεθνών κυρώσεων καμία δυτική κάρτα δεν λειτουργεί. Ποιός είναι λοιπόν ο ρόλος των τραπεζών σε μια σύγχρονη οικονομία;
Οι τραπεζικές υπηρεσίες δεν περιορίζονται μόνο στις καταθέσεις των πολιτών, αλλά εγγυώνται την πρόσβαση σε βασικές ανάγκες όπως πρόσβαση σε τροφή, φάρμακα, πληρωμή καταλύματος κλπ. Οι τράπεζες στη σύγχρονη εποχή δεν αποτελούν απλώς έναν φορέα υπηρεσίας αλλά έχουν αναδειχθεί σε δομικό στοιχείο της κοινωνικής λειτουργίας. Κάθε τράπεζα κατ’αρχάς δεκαπλασιάζει τα χρηματικά της διαθέσιμα και τα διοχετεύει στην αγορά μέσω δανείων. Δευτερευόντως εγγυάται κάθε πληρωμή που λαμβάνει χώρα, από την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος μέχρι τη εισαγωγή προιόντων στην εγχώρια αγορά, ακόμα κι αν ο καταναλωτής πληρώνει την τελική συναλλαγή με μετρητά. Πολλές φιλανθρωπικές οργανώσεις επίσης πλέον δρουν μέσω των τραπεζών: αντί να προσφέρουν χρήματα απευθείας σε αναξιοπαθούντες, τα δίνουν στις τράπεζες και αυτές τα χρησιμοποιούν ως εγγύηση για τη χορήγηση στεγαστικών δανείων και άλλων δράσεων.
Οι θιασώτες της ρήξης συχνά δεν αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει ξάφνου να αναθεωρήσουν ίσως τη συνολική οργάνωση της ζωής τους, από την παραμικρή υπηρεσία συνδρομής (φαντάζεστε την έκπληξη του μέλους του ΚΚΕ όταν μάθει ότι δεν θα λάβει το Ριζοσπάστη το πρωί) εώς τη δυνατότητα να μετακινηθούν και να τραφούν. Όλο και συχνότερα συμπολίτες μας πλέον αποκτούν γνώση του τι συνεπάγεται ένας «παγωμένος» λογαριασμός καθώς το κράτος προβαίνει πλέον σε τέτοιες κινήσεις σε περίπτωση χρεών στην εφορία. Αλλά ακόμα κι αυτή η εμπειρία απέχει πολύ από ένα συνολικό κλείσιμο των τραπεζών, ακόμα και για λίγες ώρες. Η αγωνία των συνταξιούχων όταν πρόσφατα άργησε η καταβολή των συντάξεων κατά μια ώρα λόγω τραπεζικού λάθους είναι αρκετά ενδεικτική.
Λαμβάνοντας υπ’όψιν τα παραπάνω, ίσως πρέπει να αναλογιστούμε καλύτερα την επιρροή που μπορεί να έχει στη πορεία της χώρας μας μια μειοψηφία υποστηρικτών της ρήξης. Πολλές απόψεις στη διάρκεια της κρίσης ξεκίνησαν ως μειοψηφικές και κατέλειξαν να είναι πλειοψηφικές. Σε αυτόν το τομέα, η σωστή ενημέρωση των συμπολιτών μας ίσως αποδειχτεί κρίσιμη για τη διατήρηση της σταθερότητας και της κοινωνικής συνοχής.
Ένα επιχείρημα που επιστρατεύεται συχνά για να δικαιολογήσει τη στάση αυτή είναι ότι οι υποστηρικτές της ρήξης είναι απεγνωσμένοι και φτωχοποιημένοι και “δεν έχουν να χάσουν τίποτα”. Άλλοι αναμφίβολα είναι υπέρ της ρήξης για ιδεολογικούς λόγους, οπότε θεωρητικά τους είναι αδιάφορο το εαν έχουν να χάσουν κάτι, όπως για παράδειγμα τις τραπεζικές καταθέσεις τους.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο το εαν, είτε οι μέν είτε οι δε, έχουν πραγματική εικόνα του τι συνεπάγεται μια ρήξη με τους εταίρους και το βέβαιο κλείσιμο των τραπεζών που θα επακολουθήσει. Είναι εξίσου αμφίβολο το εαν έχουν αναλογισθεί την αγωνία μιας αποκοπής της κοινωνίας από τις τραπεζικές υπηρεσίες. Ο γράφων σκέφτηκε για πρώτη φορά σοβαρά αυτό το ενδεχόμενο με αφορμή την εμπειρία του στο Ιράν το 2011 όπου είχε βρεθεί χωρίς μετρητά σε μια χώρα στην οποία λόγω των διεθνών κυρώσεων καμία δυτική κάρτα δεν λειτουργεί. Ποιός είναι λοιπόν ο ρόλος των τραπεζών σε μια σύγχρονη οικονομία;
Οι τραπεζικές υπηρεσίες δεν περιορίζονται μόνο στις καταθέσεις των πολιτών, αλλά εγγυώνται την πρόσβαση σε βασικές ανάγκες όπως πρόσβαση σε τροφή, φάρμακα, πληρωμή καταλύματος κλπ. Οι τράπεζες στη σύγχρονη εποχή δεν αποτελούν απλώς έναν φορέα υπηρεσίας αλλά έχουν αναδειχθεί σε δομικό στοιχείο της κοινωνικής λειτουργίας. Κάθε τράπεζα κατ’αρχάς δεκαπλασιάζει τα χρηματικά της διαθέσιμα και τα διοχετεύει στην αγορά μέσω δανείων. Δευτερευόντως εγγυάται κάθε πληρωμή που λαμβάνει χώρα, από την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος μέχρι τη εισαγωγή προιόντων στην εγχώρια αγορά, ακόμα κι αν ο καταναλωτής πληρώνει την τελική συναλλαγή με μετρητά. Πολλές φιλανθρωπικές οργανώσεις επίσης πλέον δρουν μέσω των τραπεζών: αντί να προσφέρουν χρήματα απευθείας σε αναξιοπαθούντες, τα δίνουν στις τράπεζες και αυτές τα χρησιμοποιούν ως εγγύηση για τη χορήγηση στεγαστικών δανείων και άλλων δράσεων.
Οι θιασώτες της ρήξης συχνά δεν αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει ξάφνου να αναθεωρήσουν ίσως τη συνολική οργάνωση της ζωής τους, από την παραμικρή υπηρεσία συνδρομής (φαντάζεστε την έκπληξη του μέλους του ΚΚΕ όταν μάθει ότι δεν θα λάβει το Ριζοσπάστη το πρωί) εώς τη δυνατότητα να μετακινηθούν και να τραφούν. Όλο και συχνότερα συμπολίτες μας πλέον αποκτούν γνώση του τι συνεπάγεται ένας «παγωμένος» λογαριασμός καθώς το κράτος προβαίνει πλέον σε τέτοιες κινήσεις σε περίπτωση χρεών στην εφορία. Αλλά ακόμα κι αυτή η εμπειρία απέχει πολύ από ένα συνολικό κλείσιμο των τραπεζών, ακόμα και για λίγες ώρες. Η αγωνία των συνταξιούχων όταν πρόσφατα άργησε η καταβολή των συντάξεων κατά μια ώρα λόγω τραπεζικού λάθους είναι αρκετά ενδεικτική.
Λαμβάνοντας υπ’όψιν τα παραπάνω, ίσως πρέπει να αναλογιστούμε καλύτερα την επιρροή που μπορεί να έχει στη πορεία της χώρας μας μια μειοψηφία υποστηρικτών της ρήξης. Πολλές απόψεις στη διάρκεια της κρίσης ξεκίνησαν ως μειοψηφικές και κατέλειξαν να είναι πλειοψηφικές. Σε αυτόν το τομέα, η σωστή ενημέρωση των συμπολιτών μας ίσως αποδειχτεί κρίσιμη για τη διατήρηση της σταθερότητας και της κοινωνικής συνοχής.
Ο Γιώργος Κράτσας είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του University College London.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr