Αμέριμνοι μπροστά στο κύμα
21.12.2014
10:37
Γιώργος Ν. Πολίτης*
Όποτε ακούω ότι “δεν υπάρχουν χειρότερα”, φαντάζομαι τους τουρίστες στα νησάκια του Ινδικού Ωκεανού μετά το μεγάλο σεισμό. Ευτυχείς που επέζησαν, περπατούν αμέριμνοι στην ακροθαλασσιά. Μαζεύουν κοχύλια, χαζεύουν την άμμο. Ποιος να τους έλεγε ότι ένα κύμα τριάντα μέτρα ψηλό έρχεται να τους καταπιεί;
Αυτό το “δεν γίνεται πιο κάτω από εδώ” είναι παγιωμένη ψευδαίσθηση στη χώρα μας. Στον τόπο που το 2008 πίστευαν ότι όλα είναι χάλια και δεν πάει πιο κάτω από τους μισθούς των 700 ευρώ και την ανεργία στο 7.5%, δύσκολα φαντάζεται κανείς ότι υπάρχει και πιο κάτω από τους σημερινούς μισθούς των 400 ευρώ και την ανεργία στο 30%. Ωστόσο, πάντα έχει και πιο κάτω. Και το να αντιλαμβάνεσαι τους κινδύνους δεν είναι καταστροφολογία, είναι στοιχειώδης αρχή που επιβάλλουν η λογική και η αυτοσυντήρηση.
Γιατί όμως νομίζουμε ότι είμαστε μονίμως στο χειρότερο δυνατό σημείο; Εξ αιτίας της επικράτησης ενός λαϊκίστικου μύθου, που θέλει να είμαστε όλοι φτωχοί και αδικημένοι. Όταν ο κ. Τσίπρας ρωτήθηκε προ ημερών, αν αυτός που έχει σπίτι, εξοχικό και δύο αυτοκίνητα είναι πλούσιος, δεν απάντησε. Μα, προφανώς, όποιος έχει σπίτι, εξοχικό και δύο αυτοκίνητα είναι πλούσιος. Αν τον θεωρήσουμε φτωχό, τότε αυτός που δεν έχει ακίνητη περιουσία, ούτε αυτοκίνητο τι είναι; Και αυτός που είναι άνεργος και ανέστιος, πρέπει να δέσει πέτρα στο λαιμό του;
Έλεγε ο Μάικλ Καίην: “κάποτε, με τη φράση είμαι φτωχός, εννοούσες ότι όλη σου η περιουσία ήταν τα κέρματα στο πορτοφόλι σου. Σήμερα λένε είμαι φτωχός και εννοούν ότι έχουν 3-4.000 λίρες στην τράπεζα”. Η διαφορά είναι τεράστια. Πολλοί νεότεροι δεν την καταλαβαίνουν, επειδή δεν έχουν δει το έργο από την αρχή. Θα το καταλάβαιναν όμως, εάν τους το εξηγούσαμε, αντί να τους σπρώχνουμε παραμορφωτικά κάτοπτρα μπροστά στα μάτια. Όχι, βέβαια, για να συμβιβασθούν με τα λίγα, αλλά, αντίθετα, για να δράσουν, έτσι ώστε να μη γυρίσουμε πίσω στα λιγότερα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, παρά την αλματώδη βελτίωση της ζωής των λαϊκών στρωμάτων, στη χώρα μας παραμείναμε εγκλωβισμένοι σε παρωχημένες αναγνώσεις του κόσμου. Θεωρούμε, ακόμη, ότι είμαστε φτωχοί με κριτήριο ότι κάποιοι άλλοι έχουν περισσότερα από εμάς. Νομίζουμε, ακόμη, ότι το μόνο που έχουμε να χάσουμε είναι οι αλυσίδες μας. Ουσιαστικά, όμως, δεν είμαστε φτωχοί, αλλά λιγότερο πλούσιοι από αυτούς. Επί αιώνες, φτωχός ήταν αυτός που εάν δεν έβρισκε μεροκάματο, δεν είχε να φάει. Ενώ, λοιπόν, ξεφύγαμε από αυτή τη θέση και πήραμε ο καθένας μικρό ή μεγαλύτερο μερίδιο από τον διαρκώς διογκούμενο πλούτο που δημιούργησε η κεφαλαιοκρατική μηχανή, διατηρήσαμε την αντικαπιταλιστική ρητορεία της προηγούμενης περιόδου. Έτσι επικράτησε ο μύθος, ότι είμαστε όλοι φτωχοί κι αδικημένοι, είμαστε ο μάρτυρας λαός, διαχρονικό θύμα εκμετάλλευσης ελάχιστων πλουσίων, που έχουν όλον το συσσωρευμένο πλούτο -που είναι ο κόπος και το αίμα μας- κλειδαμπαρωμένο σ’ ένα μεγάλο σεντούκι. Το μόνο που απομένει είναι να βρούμε το σεντούκι, να το κατάσχουμε και να το μοιραστούμε. Και μετά θα ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Όποτε ακούω ότι “δεν υπάρχουν χειρότερα”, φαντάζομαι τους τουρίστες στα νησάκια του Ινδικού Ωκεανού μετά το μεγάλο σεισμό. Ευτυχείς που επέζησαν, περπατούν αμέριμνοι στην ακροθαλασσιά. Μαζεύουν κοχύλια, χαζεύουν την άμμο. Ποιος να τους έλεγε ότι ένα κύμα τριάντα μέτρα ψηλό έρχεται να τους καταπιεί;
Αυτό το “δεν γίνεται πιο κάτω από εδώ” είναι παγιωμένη ψευδαίσθηση στη χώρα μας. Στον τόπο που το 2008 πίστευαν ότι όλα είναι χάλια και δεν πάει πιο κάτω από τους μισθούς των 700 ευρώ και την ανεργία στο 7.5%, δύσκολα φαντάζεται κανείς ότι υπάρχει και πιο κάτω από τους σημερινούς μισθούς των 400 ευρώ και την ανεργία στο 30%. Ωστόσο, πάντα έχει και πιο κάτω. Και το να αντιλαμβάνεσαι τους κινδύνους δεν είναι καταστροφολογία, είναι στοιχειώδης αρχή που επιβάλλουν η λογική και η αυτοσυντήρηση.
Γιατί όμως νομίζουμε ότι είμαστε μονίμως στο χειρότερο δυνατό σημείο; Εξ αιτίας της επικράτησης ενός λαϊκίστικου μύθου, που θέλει να είμαστε όλοι φτωχοί και αδικημένοι. Όταν ο κ. Τσίπρας ρωτήθηκε προ ημερών, αν αυτός που έχει σπίτι, εξοχικό και δύο αυτοκίνητα είναι πλούσιος, δεν απάντησε. Μα, προφανώς, όποιος έχει σπίτι, εξοχικό και δύο αυτοκίνητα είναι πλούσιος. Αν τον θεωρήσουμε φτωχό, τότε αυτός που δεν έχει ακίνητη περιουσία, ούτε αυτοκίνητο τι είναι; Και αυτός που είναι άνεργος και ανέστιος, πρέπει να δέσει πέτρα στο λαιμό του;
Έλεγε ο Μάικλ Καίην: “κάποτε, με τη φράση είμαι φτωχός, εννοούσες ότι όλη σου η περιουσία ήταν τα κέρματα στο πορτοφόλι σου. Σήμερα λένε είμαι φτωχός και εννοούν ότι έχουν 3-4.000 λίρες στην τράπεζα”. Η διαφορά είναι τεράστια. Πολλοί νεότεροι δεν την καταλαβαίνουν, επειδή δεν έχουν δει το έργο από την αρχή. Θα το καταλάβαιναν όμως, εάν τους το εξηγούσαμε, αντί να τους σπρώχνουμε παραμορφωτικά κάτοπτρα μπροστά στα μάτια. Όχι, βέβαια, για να συμβιβασθούν με τα λίγα, αλλά, αντίθετα, για να δράσουν, έτσι ώστε να μη γυρίσουμε πίσω στα λιγότερα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, παρά την αλματώδη βελτίωση της ζωής των λαϊκών στρωμάτων, στη χώρα μας παραμείναμε εγκλωβισμένοι σε παρωχημένες αναγνώσεις του κόσμου. Θεωρούμε, ακόμη, ότι είμαστε φτωχοί με κριτήριο ότι κάποιοι άλλοι έχουν περισσότερα από εμάς. Νομίζουμε, ακόμη, ότι το μόνο που έχουμε να χάσουμε είναι οι αλυσίδες μας. Ουσιαστικά, όμως, δεν είμαστε φτωχοί, αλλά λιγότερο πλούσιοι από αυτούς. Επί αιώνες, φτωχός ήταν αυτός που εάν δεν έβρισκε μεροκάματο, δεν είχε να φάει. Ενώ, λοιπόν, ξεφύγαμε από αυτή τη θέση και πήραμε ο καθένας μικρό ή μεγαλύτερο μερίδιο από τον διαρκώς διογκούμενο πλούτο που δημιούργησε η κεφαλαιοκρατική μηχανή, διατηρήσαμε την αντικαπιταλιστική ρητορεία της προηγούμενης περιόδου. Έτσι επικράτησε ο μύθος, ότι είμαστε όλοι φτωχοί κι αδικημένοι, είμαστε ο μάρτυρας λαός, διαχρονικό θύμα εκμετάλλευσης ελάχιστων πλουσίων, που έχουν όλον το συσσωρευμένο πλούτο -που είναι ο κόπος και το αίμα μας- κλειδαμπαρωμένο σ’ ένα μεγάλο σεντούκι. Το μόνο που απομένει είναι να βρούμε το σεντούκι, να το κατάσχουμε και να το μοιραστούμε. Και μετά θα ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Με το να πιστεύουμε ότι είμαστε όλοι φτωχοί και αδύνατοι μπήκαμε στην κρίση, εγκαταλείποντας τους πραγματικά φτωχούς και αδύνατους στο έλεος της μοίρας. Με το να πιστεύουμε ότι δεν υπάρχουν χειρότερα, παραμένουμε αδρανείς σε έναν κόσμο που αλλάζει με γεωμετρική ταχύτητα. Το ότι επιζήσαμε από τον σεισμό, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έρθει τσουνάμι. Αυτό δεν είναι καταστροφολογία: είναι επίκληση να απομακρυνθούμε από την ακτή.
*Ο Γιώργος Ν. Πολίτης είναι Επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Φιλοσοφίαας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συγγραφέας του βιβλίου “Να σηκωθούμε όρθιοι – Η επανάσταση της κοινής λογικής”. Είναι υπεύθυνος του τομέα Ανθρωπίνων και Πολιτικών δικαιωμάτων στο Ποτάμι.
*Ο Γιώργος Ν. Πολίτης είναι Επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Φιλοσοφίαας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συγγραφέας του βιβλίου “Να σηκωθούμε όρθιοι – Η επανάσταση της κοινής λογικής”. Είναι υπεύθυνος του τομέα Ανθρωπίνων και Πολιτικών δικαιωμάτων στο Ποτάμι.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr