Δεν αρκεί ο ανασχηματισμός, χρειάζεται αλλαγή οικονομικής πολιτικής

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συζητά με τους υπουργούς και τα στελέχη του κόμματος αναλύοντας τις αιτίες της πτώσης των ποσοστών της κυβέρνησης στις Ευρωεκλογές και αναζητώντας τη σωστή αντίδραση

Η σκέψη όλων είναι ο ανασχηματισμός. Μήπως όμως θα έπρεπε να σκεφτούν για αλλαγή οικονομικής πολιτικής;

Οι αιτίες της πτώσης είναι φαντάζομαι διάφορες, όμως μεταξύ αυτών, η σημαντικότερη είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες στο οικονομικό επίπεδο.

Το μηνιάτικο φτάνει ίσα ίσα για να βγει ένα δεκαπενθήμερο, λόγω της ακρίβειας, οι ελεύθεροι επαγγελματίες δυσκολεύονται πολύ και επιλέγουν να ψηφίσουν άλλα κόμματα (σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των κομματικών στελεχών που αναλύουν την πτώση), οι μικροί επιχειρηματίες δεν βλέπουν καμία προοπτική.

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αποσκοπεί στο να πετύχει μερικούς στόχους που έχουν επισήμως διατυπωθεί. Πρώτον να υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, δηλαδή πλεόνασμα αντί για έλλειμμα στον προϋπολογισμό, δεύτερον να ενισχυθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις και να διευκολυνθούν οι εξαγορές μικρών επιχειρήσεων από μεγάλες, τρίτον να έρθουν ξένες επενδύσεις.

Η επίδοση της κυβέρνησης στους στόχους που έχει θέσει είναι καλή και έτσι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, αλλά και οι υπουργοί, του νιώθουν ικανοποιημένοι. Όμως οι στόχοι αυτοί ουδόλως αφορούν τους ψηφοφόρους, οι οποίοι άλλα περιμένουν από την κυβερνητική πολιτική.

Οι πολίτες απαιτούν από την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει την ακρίβεια, να διευκολύνει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν, να εξασφαλίσει τις συνθήκες ώστε να υπάρχουν ποιοτικές θέσεις εργασίας και να διευκολύνει τις ελληνικές επενδύσεις.

Δεν είναι απλώς διαφορετικές οι απαιτήσεις των πολιτών από τους στόχους της κυβέρνησης, είναι εκ διαμέτρου αντίθετες.

Η δημιουργία δημοσιονομικού πλεονάσματος για παράδειγμα σημαίνει ότι οι φόροι είναι περισσότεροι από τις δαπάνες του κράτους, δηλαδή οι πολίτες πληρώνουν περισσότερους φόρους από όσους χρειάζεται. Εξάλλου, όταν μια κυβέρνηση έχει δημοσιονομικό πλεόνασμα, κάτι πρέπει να το κάνει, κάπου πρέπει να το δώσει. Που το δίνει, δε γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ο πολύ υψηλός ΦΠΑ 24% επιβαλλόμενος σε αυξημένες τιμές προϊόντων πολλαπλασιάζει το κόστος για τους πολίτες και δημιουργεί το δημοσιονομικό πλεόνασμα. Το πλεόνασμα δηλαδή προέρχεται από έναν βαρύ και άδικο έμμεσο φόρο, ενώ θα έπρεπε να δημιουργείται από την αύξηση των εισοδημάτων που θα έπρεπε να φέρνει η οικονομική ανάπτυξη.

Η επιλογή ενίσχυσης των μεγάλων επιχειρήσεων, την οποία ο Υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζιδάκης υπηρετεί ως Ευαγγέλιο σε όλη την καριέρα του, αφενός ευνοεί τα καρτέλ τα οποία μαστίζουν την αγορά και δεύτερον αφαιρεί δυνατότητες ανάπτυξης από τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Όμως, στην Ελλάδα, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι η ραχοκοκαλιά της αγοράς. Οι Έλληνες, όσο και να προσπαθεί ο Χατζηδάκης, προτιμούν να είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και μικροί επιχειρηματίες, παρά υπάλληλοι σε μεγάλες επιχειρήσεις. Έτσι η επιλογή στήριξης των μεγάλων και η απαξίωση των μικρών, προκαλεί σημαντικό πρόβλημα στην οικονομία, διαλύει την παραγωγή, οδηγεί σε μεγάλες εισαγωγές ακόμη και των βασικών τροφίμων και σπρώχνει τους νέους να γίνουν ντηλιβεράδες ή να ανοίξουν καφέ και κομμωτήρια.

Ταυτόχρονα, η πολιτική αυτή ευνοεί τα καρτέλ. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έχει επανειλημμένως πει ότι πρέπει να ελεγχθούν τα καρτέλ, αναφερόμενος στις τράπεζες, τις ασφαλιστικές εταιρείες, τις ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας. Δεν είναι μόνο αυτά, υπάρχουν πανίσχυρα ολιγοπώλια και καρτέλ παντού, στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές, αεροπορικές και θαλάσσιες, στα σούπερ μάρκετ, στα τρόφιμα. Η κυβέρνηση δεν ασχολείται. Τα πρόστιμα, όταν επιβάλλονται, είναι για γέλια σε σχέση με το οικονομικό όφελος που έχουν τα καρτέλ.

Όσον αφορά στις ξένες επενδύσεις, όσες γίνονται είναι αντιπαραγωγικές και με πολύ κοντινό κερδοσκοπικό ορίζοντα. Αν δεν φτιαχτεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον για να επενδύσουν πρώτα οι Έλληνες, σοβαρές επενδύσεις και βιώσιμη ανάπτυξη δεν θα υπάρξει.

Παράλληλα με την οικονομική πολιτική βέβαια, ο Μητσοτάκης πρέπει να κάνει κάτι για την ασφάλεια του πολίτη, να αντιμετωπίσει τις κάθε είδους συμμορίες και μαφίες, να εκσυγχρονίσει τη δικαιοσύνη και φυσικά να αλλάξει τα πάντα στην παιδεία και όταν λέμε παιδεία δεν εννοούμε τα Πανεπιστήμια, αλλά τα σχολεία, κυρίως Δημοτικό και Γυμνάσιο τα οποία είναι για κλάματα.

Επειδή όμως οι ξένοι επενδυτικοί οίκοι είναι ικανοποιημένοι από την οικονομική πολιτική (διότι τους συμφέρει), η κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται που είναι το πρόβλημα. Επιχαίρει για τους επαίνους που εισπράττει από το εξωτερικό και έτσι εμφανίζεται εδώ αλαζονική απέναντι στον Έλληνα ψηφοφόρο που βλέπει ότι ενώ οι αριθμοί ευημερούν, ο ίδιος υποφέρει.

Η κυβέρνηση εν κατακλείδι πρέπει να αλλάξει οικονομική πολιτική, όχι μόνο για να ικανοποιήσει τους ψηφοφόρους, αλλά κυρίως επειδή το μοντέλο που επέλεξε βλάπτει την ελληνική κοινωνία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr