Θετικές προοπτικές και ανησυχητικά συμπτώματα

Οι εκλογές έφεραν αλλαγή σκηνικού στη χώρα παρά την παραμονή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και προσφέρουν μια νέα ευκαιρία στο ελληνικό πολιτικό σύστημα να αναθεωρήσει τις παλιές πρακτικές του και να εκσυγχρονιστεί. Υπάρχουν τη στιγμή αυτή θετικές εξελίξεις που δημιουργούν καλές προοπτικές, υπάρχουν όμως και ανησυχητικά συμπτώματα

Οι θετικές εξελίξεις που δημιουργούν καλές προοπτικές είναι:

-Πρώτον, ότι έφυγαν από την κυβέρνηση οι ακραίοι αριστεροί, όπως ο Λαφαζάνης και η Αριστερή Πλατφόρμα, αλλά και η Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία μόνο προβλήματα δημιουργούσε στη λειτουργία της Βουλής αλλά και στην αποφασιστικότητα της κυβέρνησης. Η αποχώρηση και η μη εκλογή τους αφήνει ελεύθερο το πεδίο στην κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή του μνημονίου, να βελτιώσει τη σχέση της χώρας με τους δανειστές και να επιδιώξει την ανάπτυξη της οικονομίας. 

-Δεύτερον, με τη μη εκλογή των δραχμιστών της ΛΑΕ η «γεωγραφία» της Βουλής αποτελείται από φιλοευρωπαϊκά κόμματα. Το δίλημμα μνημονιακής - αντιμνημονιακής πολιτικής δεν υπάρχει πια και η ψήφος του ελληνικού λαού επιβεβαίωσε απόλυτα τη θέληση των Ελλήνων να παραμείνει η χώρα στην Ευρώπη αλλά και στο ευρώ. 

-Τρίτον, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, του οποίου ηγείται ο κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος και στο οποίο συμμετέχει ο κ. Γιώργος Χουλιαράκης, θεωρείται επαρκέστατο και ικανότατο τόσο από τους Ευρωπαίους εταίρους όσο και από τους Ελληνες οικονομικούς παράγοντες και τους επιχειρηματίες. 

-Τέταρτον, οι αλλαγές που δρομολογούνται στη Νέα Δημοκρατία δημιουργούν προοπτικές για τον εκσυγχρονισμό αυτού του παλαιολιθικού κόμματος ώστε να υπάρξει σύντομα μια σύγχρονη δεξιά παράταξη η οποία θα μπορέσει κάποια στιγμή να διεκδικήσει την εξουσία.

-Πέμπτον, η ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ σε συνδυασμό με την υποχώρηση του Ποταμιού δημιουργούν προοπτικές για τη δημιουργία ενός νέου κεντροαριστερού χώρου, εφόσον ξεπεραστούν οι εγωισμοί και οι αγκυλώσεις και διαμορφωθεί μια ενιαία ιδεολογική πλατφόρμα.

Από την άλλη βέβαια υπάρχουν και ανησυχητικά συμπτώματα. Οσον αφορά στην κυβέρνηση, η διάθεσή της από τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές να αρχίσει ξανά τα παζάρια με τους Ευρωπαίους για να αποφύγει τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις και να τις μεταφέρει στο μέλλον είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Οι Ευρωπαίοι θα αρνηθούν οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση - και αυτό είναι λογικό. Αν τα δύσκολα μέτρα δεν περάσουν άμεσα, τώρα που η κυβέρνηση έρχεται από μια μεγάλη νίκη στις εκλογές, θα είναι πολύ δυσκολότερο να περάσουν στο μέλλον, όταν η κυβέρνηση θα έχει ήδη φθαρεί. Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι η κυβέρνηση δείχνει να μην καταλαβαίνει ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που θα επιφέρουν μια διατηρήσιμη βελτίωση στην οικονομία και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη και όχι τα εισπρακτικά μέτρα. Η αναζήτηση λοιπόν ισοδύναμων εισπρακτικών μέτρων, αντί της μείωσης των δημοσίων δαπανών και της μεταρρύθμισης των δομών και των λειτουργιών του κράτους, είναι πολύ ανησυχητική. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εν μέρει λόγω αριστερής ιδεολογίας και εν μέρει λόγω λαϊκισμού αλλά και άγνοιας, επιμένει περισσότερο σε συνθήματα χωρίς ουσία όπως «να φορολογηθούν οι πλούσιοι». Κανείς δεν διαφωνεί να φορολογηθούν οι πλούσιοι, αρκεί να προσδιοριστεί σωστά ποιοι είναι πλούσιοι. Και σε καμία περίπτωση δεν είναι πλούσιοι αυτοί που έχουν εισόδημα πάνω από 30.000 ευρώ τον χρόνο. Θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα αν το σύνθημα που χρησιμοποιούσε η κυβέρνηση -και το οποίο πρέπει να διαμορφώσει και τη νοοτροπία των πολιτών- ήταν «να φορολογηθούν οι φοροφυγάδες». Διότι αυτό είναι το πρόβλημα των χαμηλών εσόδων της Εφορίας, οι φοροφυγάδες. 

Ανησυχητικό φαινόμενο επίσης είναι το γεγονός ότι η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών στηρίζεται αποκλειστικά στην αύξηση των φόρων αντί να στηριχθεί στη σύλληψη της φοροδιαφυγής. Αν το κράτος περιόριζε την παραοικονομία που ανέρχεται τουλάχιστον στο 30% του ΑΕΠ και τη φοροδιαφυγή που είναι αρκετά δισ. ευρώ, δεν θα χρειαζόταν καμία αύξηση των φόρων, αλλά θα είχαμε και αύξηση του ΑΕΠ, δηλαδή ανάπτυξη και αύξηση των φορολογικών εσόδων και δημοσιονομικό πλεόνασμα.

Οσον αφορά στο πολιτικό σκηνικό, η ανησυχία προέρχεται από την αδράνεια του «παλιού» στα κόμματα. Εχει ενδιαφέρον να δούμε τι θα γίνει τώρα στη Νέα Δημοκρατία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε θέμα ηγεσίας και αυτό έπρεπε να κάνει, αφού είναι σχετικά νέος και φιλόδοξος πολιτικός. Το ζήτημα όμως είναι αν θα παιχτεί εκεί ένα καθαρό παιχνίδι εκλογής προέδρου ή ένα παιχνίδι τακτικής μεταξύ δελφίνων και παλιών φεουδαρχών, μεταξύ καραμανλικών και μητσοτακικών δηλαδή, το οποίο θα συντηρήσει τις παλιές μοιρασιές και δεν θα γίνει μια επιλογή που θα δώσει στο κόμμα προοπτικές. Ο πολιτικός κόσμος παρουσιάζει ισχυρή αδράνεια και δεν είναι εύκολο να αλλάξει - γεγονός ιδιαίτερα ανησυχητικό σε μια εποχή όπου όλα διεθνώς αλλάζουν πολύ γρήγορα.

Τέλος, αυτό που γεννά πολύ μεγάλη ανησυχία είναι το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη χωνέψει το σχέδιο Σόιμπλε για Grexit, ένα σχέδιο που δεν υπήρχε μέχρι σήμερα στις διαπραγματεύσεις. Αφού υπάρχει τώρα, μπορεί να εφαρμοστεί ανά πάσα στιγμή. Οποιαδήποτε αστοχία λοιπόν της Ελλάδας στην εφαρμογή των όρων της δανειακής σύμβασης μπορεί να μας φέρει άμεσα και χωρίς πολλές συζητήσεις μπροστά σε μια επικίνδυνη έξοδο από το ευρώ - ας ελπίσουμε όχι και από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η κατάσταση λοιπόν σήμερα είναι τέτοια που από τη μία υπάρχουν προοπτικές, από την άλλη υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι. Είναι στο χέρι των πολιτικών μας να οδηγήσουν τη χώρα προς το καλύτερο ή προς το πολύ χειρότερο - και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό απ’ όλα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr