Ποιος πληρώνει (σ)την πόλη

«Οι οριζόντιες μειώσεις των ανταποδοτικών τελών, ανεξαρτήτως αναγκών και χωρίς κριτήρια, δεν είναι κοινωνική πολιτική, δεν είναι στοχευμένες κινήσεις υπέρ των ασθενέστερων. Κοινωνική πολιτική που πιάνει τόπο είναι η πολιτική που, μελετημένα, ανακουφίζει πραγματικά τις πλέον ευάλωτες ομάδες δημοτών μας.

Έτσι, από φέτος, αποφασίσαμε να μηδενίσουμε (καθολική απαλλαγή) τα τέλη καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού για τις πολύτεκνες, τις μονογονεϊκές και τις τρίτεκνες οικογένειες, καθώς και για τα ΑΜΕΑ με βαριά αναπηρία, βεβαίως με τα αναγκαία εισοδηματικά κριτήρια, για μια δίκαιη κοινωνική παρέμβαση.

Επιπλέον, φέτος, στον Δήμο Αθηναίων προχωρήσαμε και σε μια καινοτομία, στηριζόμενοι σε Κοινοτική Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η Αθήνα, γίνεται η πρώτη πόλη στην Ελλάδα και την Ευρώπη, που μηδενίζει τα ανταποδοτικά τέλη για τα ενεργειακά ευάλωτα νοικοκυριά, όπως καταγράφηκαν από το δημοτικό Γραφείο Καταπολέμησης Ενεργειακής Φτώχειας (το οποίο εγκαινιάσαμε τους πρώτους μήνες του 2024).

Το υποσχεθήκαμε, και το κάναμε πράξη από τον πρώτο χρόνο της θητείας μας. Για τις υπόλοιπες κατοικίες της Αθήνας, κρατήσαμε τα δημοτικά τέλη σταθερά. Πού όμως αυξήσαμε τα δημοτικά τέλη, και πόσο;

Αποφασίσαμε σε περιορισμένες οικονομικές δραστηριότητες, που σχετίζονται με την κατάληψη δημόσιου κοινόχρηστου χώρου, οριακή αύξηση των τελών, πολύ χαμηλότερη του πληθωρισμού, σωρευτικά από το 2017, από τότε δηλαδή που τα τέλη έχουν παραμείνει στάσιμα.

Ενδεικτικά, για τα τραπεζοκαθίσματα η επιπλέον επιβάρυνση για τις χαμηλές χρεώσεις, δηλαδή στην πλατεία Βικτωρίας, στα Σεπόλια, στον Άγιο Σώστη, κυμαίνεται από μισό έως δύο ευρώ τον χρόνο, και για τις υψηλότερες χρεώσεις, όπως για παράδειγμα στη Μητροπόλεως, στη Βουκουρεστίου και στην Τσακάλωφ, η ετήσια επιβάρυνση είναι από 30-45 ευρώ τον χρόνο.

Αποφασίσαμε επίσης αύξηση από 0.5% σε 0.75% του τέλους παρεπιδημούντων και επισιτισμού, που καταβάλουν τα ξενοδοχεία και τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος.

Πρόκειται για ένα τέλος που ήδη πληρώνουν οι πελάτες τους, και ένα πολύ μικρό μέρος των εσόδων αυτών, αποδίδεται στους δήμους.

Οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν σε ένα ναρκοθετημένο οικονομικό περιβάλλον για τον Δήμο Αθηναίων από την προηγούμενη δημοτική αρχή αλλά και για όλους τους δήμους, από την κυβερνητική πολιτική.

Στην Αθήνα, κληθήκαμε να πληρώσουμε το 2024 και το 2025, 9 εκατομμύρια ευρώ για το τέλος ταφής απορριμμάτων και 12 εκατομμύρια ευρώ για να καλύψουμε το επιπρόσθετο μισθολογικό κόστος από τις (αυτονόητες) αυξήσεις στα επιδόματα και στους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων.

Ένα κόστος, που η κυβέρνηση αρνήθηκε να καλύψει, κατά παρέκκλιση του νόμου 3852.

Πολλοί δήμοι, αναγκάστηκαν να αυξήσουν τα ανταποδοτικά τους τέλη, έως και 200%. Επιπρόσθετα, έχουμε να διαχειριστούμε ένα χρέος πάνω από 8 εκατ. ευρώ (Αναπτυξιακή Εταιρεία Αθήνας, Τεχνόπολη, 9.84 και σχολικές επιτροπές), που άφησε στον δήμο η θητεία της προηγούμενης δημοτικής αρχής του κ. Μπακογιάννη.

Εμείς επιλέξαμε να νοικοκυρέψουμε τα οικονομικά του δήμου, προσφέροντας ανακούφιση σε όσους το έχουν περισσότερο ανάγκη. Ήδη το 2024 βελτιώσαμε την εισπραξιμότητα, αυξάνοντας τα έσοδα μας κατά 13.5 εκατ. ευρώ.

Η δουλειά θα συνεχιστεί με καλά σχεδιασμένα βήματα για την απρόσκοπτη λειτουργία της πόλης και την προστασία των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr