Αρκεί ένας Νομπελίστας για μία δομική επανεκκίνηση της ανάπτυξης;
27.06.2020
07:45
Προ κρίσης των «μνημονίων» η Ελλάδα ευτύχησε να αναπτύξει μία ιδιαίτερη οικονομική και αναπτυξιακή διπλωματική διείσδυση μέσω τραπεζικών εξαγορών, τόσο στα Βαλκάνια, όσο και την Τουρκία. Μία ειδικού τύπου διπλωματία που έδωσε στην χώρα την δυνατότητα να πρωτοστατήσει σε πολλά επίπεδα διεθνούς οικονομικής συνεργασίας.
Ήταν η εποχή που το χρήμα έρρεε προς τις Ευρωπαϊκές οικονομίες ως συνειδητή αναπτυξιακή πολιτική και όχι ως αναγκαία μεθοδολογία νομισματικής πολιτικής αποτροπής κρίσης. Πολιτική που ακολουθήθηκε συνετά παρά το γεγονός ότι ο τότε Πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ κατά την διάρκεια της κρίσης του 2007 παρέμεινε θιασώτης του σταθερού «εναρμονισμένου» δείκτη τιμών του καταναλωτή.
Η πρώτη προσέγγιση νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόσθηκε από την ΕΚΤ σε κεκαλυμμένη μορφή, έδωσε την δυνατότητα σε πολλές χώρες να ευνοηθούν σημαντικά από την παρεχόμενη φθηνή αναπτυξιακή ρευστότητα προς το τραπεζικό σύστημα. Ιδίως εκείνες που είχαν την ικανότητα να την διαχειριστούν με σύνεση και μακροπρόθεσμο οικονομικό προγραμματισμό και αντίστοιχη δημοσιονομική πειθαρχία. Εκτοτε πέρασαν χρόνια και κρίσεις για να βρεθούμε από το απόγειο μίας ιδιαίτερα δυναμικής αναπτυξιακής διείσδυσης στα τάρταρα της παρ ολίγον τραπεζικής διάλυσης.
Οι εξελίξεις από την αναμενόμενη αντίδραση των Ευρωπαίων στην κρίση, λόγω πανδημίας, προβλέπεται να φέρει την χώρα σύντομα «αντιμέτωπη», μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες, με μία νέα αναπτυξιακή πρόκληση: Την στρατηγική στόχευση, ουσιαστική αξιοποίηση και διοχέτευση δεκάδων δισεκατομμυρίων, που θα προέλθουν από τον υπό διαμόρφωση νέο Αναπτυξιακό Ταμείο, στην πραγματική οικονομία. Είμαστε προετοιμασμένοι για το ενδεχόμενο αυτό; Ίσως όχι. Είμαστε υποχρεωμένοι όμως να κερδίσουμε «αναπτυξιακό χρόνο» διατηρώντας την κοινωνική συνοχή εν αναμονή μίας βαθιάς βραχυπρόθεσμης κρίσης, το εύρος της οποίας δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί επί του παρόντος.
Όσοι πολιτικοί ή οικονομολόγοι, ασκούν κριτική για την μη άμεση και ολοκληρωτική παροχή ενισχύσεων σε όλη την έκφανση των οικονομικών δραστηριοτήτων, είτε δεν γνωρίζουν τον τρόπο λειτουργίας της ύφεσης «εν αναμονή», είτε θέτουν τα πολιτικά κριτήρια υπεράνω μίας προσγειωμένης –βραχυπρόθεσμα σκληρής- υποστηρικτικής οικονομικής πολιτικής. Αναμένεται να βρεθούμε ως χώρα με την μεγαλύτερη διάθεση αναπτυξιακών κονδυλίων από την περίοδο των περίφημων ΜΟΠ. Την ίδια στιγμή που η εξάλειψη διαχρονικών αναπτυξιακών παθογενειών και στρεβλοτήτων αναδεικνύεται σε δύσκολη εξίσωση.
Η Επιτροπή Σοφών υπό την προεδρία του Νομπελίστα Χριστόφορου Πισσαρίδη θα μπορούσε να προσφέρει την «επιστημονική θωράκιση» των σχεδιαζόμενων πρωτοβουλιών εν όψει των κεφαλαίων του νέου Αναπτυξιακού Ταμείου. Το Νόμπελ που του απονεμήθηκε για την συνεισφορά του στην θεωρία «αναζήτησης τριβών», σίγουρα παραπέμπει στις συνεχείς και διαχρονικές τριβές των παραμέτρων εκείνων που αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη της χώρας.
Το νέο ύφος της Ευρωπαϊκής πολιτικής ως προς την διαχείριση της επερχόμενης οικονομικής κρίσης ενώ είναι ουσιωδώς υποστηρικτική – σε αντίθεση με την περίοδο 2007-8 – ειδικά προς την Ελλάδα, κινδυνεύει να μας εγκλωβίσει για μία ακόμα φορά στον χώρο της βραχυπρόθεσμης οικονομικής αυταρέσκειας. Διαμορφώνεται ένας ιδιότυπος «αναπτυξιακός εκβιασμός», όπου όλοι οι παράγοντες ωθούν προς μία κατεύθυνση, την ίδια στιγμή που οι δομές και φιλοσοφία πολλών θεσμικών φορέων και λειτουργιών ταυτίζονται με πρακτικές αγκυλώσεων, καθυστερήσεων, βολέματος και γενικώς έλλειψης οράματος.
Τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ είναι πολλά και χρειάζεται να δημιουργηθεί μια διαφορετική δομή, η οποία να διασφαλίζει την αξιοποίησή τους. Τα υπάρχοντα σχήματα δεν αρκούν. Είτε δεν έχουν την δυνατότητα, είτε δεν θέλουν. Με δυσκολίες απορροφάται το παλιό ΕΣΠΑ. Οι συνθήκες σε αυτή τη συγκυρία δημιουργούν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα, εφόσον αξιοποιηθεί σωστά. Απαιτούνται αλλαγές ουσίας όμως, καθώς η διαχείριση κονδυλίων που μπορούν να αλλάξουν την Ελλάδα δεν γίνεται να αφεθεί στους αργοκίνητους και γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των υπουργείων. Προκειμένου να υπάρξει αποτέλεσμα και έργο χρειάζεται μια νέα δομή, με εμπειρία αγοράς, διευρυμένες δικαιοδοσίες και συντονιστικό ρόλο υλοποίησης.
Στην παρούσα φάση – παρά την διατήρηση της πανδημίας- αναδεικνύονται δεδομένα που θα ήταν δυνατόν να δομήσουν ένα επικίνδυνο πεδίο εφησυχασμού. Ο συνδυασμός της σύστασης “overweight” για τα κρατικά ομόλογα από οίκους αξιολόγησης, η παρεχόμενη ρευστότητα των 35 δις προς το τραπεζικό σύστημα που διασφαλίζεται μέσω TILTROs, καθώς και τα δεκάδες δίς του Αναπτυξιακού Ταμείου αναδεικνύουν μία κολοσσιαία ευκαιρία που υπό τις παρούσες συνθήκες και νοοτροπίες δύσκολα θα αξιοποιηθούν στον βαθμό που πρέπει. Όπως όμως το τραπεζικό σύστημα την περίοδο που «κυρίευε τα Βαλκάνια» χωρίς μακροπρόθεσμη στόχευση, κατέρρευσε, κατά την ίδια λογική υπάρχει ο κίνδυνος οι λάθος αναγνώσεις και οι συντεχνιακές προσεγγίσεις του νέου αναπτυξιακού αφηγήματος θα διαμορφώσουν την επόμενη σαθρή βάση της οικονομίας.
Μπορεί η διάθεση και η γνώση από τον Νομπελίστα πρόεδρο της Επιτροπής Σοφών καθώς και των υπολοίπων μελών να υπάρχει. Αν όμως δεν διαμορφωθεί πεδίο ρήξεων και τομών από πλευράς της πολιτικής ηγεσίας, τότε άλλη μία ευκαιρία θα πάει χαμένη. Ερωτήματα προς την κατεύθυνση αυτή θα αναδεικνύονται συνέχεια όσο δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί μία ξεκάθαρη αναπτυξιακή πολιτική: Με ποια στρατηγική θα διοχετευθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια; Πως θα δημιουργηθούν νέες επενδυτικές & αναπτυξιακές τράπεζες και ελληνικά funds; Με ποια διαδικασία και ποια χρηματοπιστωτικά εργαλεία θα αναμιχθούν δημόσια με ιδιωτικά κεφάλαια και πως η διαχείρισή τους θα είναι αποτελεσματική; Πως θα δομηθεί εκ νέου η λειτουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου; Οι απαντήσεις θα αναδείξουν τις μακροπρόθεσμες λύσεις.
Η πρώτη προσέγγιση νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόσθηκε από την ΕΚΤ σε κεκαλυμμένη μορφή, έδωσε την δυνατότητα σε πολλές χώρες να ευνοηθούν σημαντικά από την παρεχόμενη φθηνή αναπτυξιακή ρευστότητα προς το τραπεζικό σύστημα. Ιδίως εκείνες που είχαν την ικανότητα να την διαχειριστούν με σύνεση και μακροπρόθεσμο οικονομικό προγραμματισμό και αντίστοιχη δημοσιονομική πειθαρχία. Εκτοτε πέρασαν χρόνια και κρίσεις για να βρεθούμε από το απόγειο μίας ιδιαίτερα δυναμικής αναπτυξιακής διείσδυσης στα τάρταρα της παρ ολίγον τραπεζικής διάλυσης.
Οι εξελίξεις από την αναμενόμενη αντίδραση των Ευρωπαίων στην κρίση, λόγω πανδημίας, προβλέπεται να φέρει την χώρα σύντομα «αντιμέτωπη», μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες, με μία νέα αναπτυξιακή πρόκληση: Την στρατηγική στόχευση, ουσιαστική αξιοποίηση και διοχέτευση δεκάδων δισεκατομμυρίων, που θα προέλθουν από τον υπό διαμόρφωση νέο Αναπτυξιακό Ταμείο, στην πραγματική οικονομία. Είμαστε προετοιμασμένοι για το ενδεχόμενο αυτό; Ίσως όχι. Είμαστε υποχρεωμένοι όμως να κερδίσουμε «αναπτυξιακό χρόνο» διατηρώντας την κοινωνική συνοχή εν αναμονή μίας βαθιάς βραχυπρόθεσμης κρίσης, το εύρος της οποίας δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί επί του παρόντος.
Όσοι πολιτικοί ή οικονομολόγοι, ασκούν κριτική για την μη άμεση και ολοκληρωτική παροχή ενισχύσεων σε όλη την έκφανση των οικονομικών δραστηριοτήτων, είτε δεν γνωρίζουν τον τρόπο λειτουργίας της ύφεσης «εν αναμονή», είτε θέτουν τα πολιτικά κριτήρια υπεράνω μίας προσγειωμένης –βραχυπρόθεσμα σκληρής- υποστηρικτικής οικονομικής πολιτικής. Αναμένεται να βρεθούμε ως χώρα με την μεγαλύτερη διάθεση αναπτυξιακών κονδυλίων από την περίοδο των περίφημων ΜΟΠ. Την ίδια στιγμή που η εξάλειψη διαχρονικών αναπτυξιακών παθογενειών και στρεβλοτήτων αναδεικνύεται σε δύσκολη εξίσωση.
Η Επιτροπή Σοφών υπό την προεδρία του Νομπελίστα Χριστόφορου Πισσαρίδη θα μπορούσε να προσφέρει την «επιστημονική θωράκιση» των σχεδιαζόμενων πρωτοβουλιών εν όψει των κεφαλαίων του νέου Αναπτυξιακού Ταμείου. Το Νόμπελ που του απονεμήθηκε για την συνεισφορά του στην θεωρία «αναζήτησης τριβών», σίγουρα παραπέμπει στις συνεχείς και διαχρονικές τριβές των παραμέτρων εκείνων που αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη της χώρας.
Το νέο ύφος της Ευρωπαϊκής πολιτικής ως προς την διαχείριση της επερχόμενης οικονομικής κρίσης ενώ είναι ουσιωδώς υποστηρικτική – σε αντίθεση με την περίοδο 2007-8 – ειδικά προς την Ελλάδα, κινδυνεύει να μας εγκλωβίσει για μία ακόμα φορά στον χώρο της βραχυπρόθεσμης οικονομικής αυταρέσκειας. Διαμορφώνεται ένας ιδιότυπος «αναπτυξιακός εκβιασμός», όπου όλοι οι παράγοντες ωθούν προς μία κατεύθυνση, την ίδια στιγμή που οι δομές και φιλοσοφία πολλών θεσμικών φορέων και λειτουργιών ταυτίζονται με πρακτικές αγκυλώσεων, καθυστερήσεων, βολέματος και γενικώς έλλειψης οράματος.
Τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ είναι πολλά και χρειάζεται να δημιουργηθεί μια διαφορετική δομή, η οποία να διασφαλίζει την αξιοποίησή τους. Τα υπάρχοντα σχήματα δεν αρκούν. Είτε δεν έχουν την δυνατότητα, είτε δεν θέλουν. Με δυσκολίες απορροφάται το παλιό ΕΣΠΑ. Οι συνθήκες σε αυτή τη συγκυρία δημιουργούν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα, εφόσον αξιοποιηθεί σωστά. Απαιτούνται αλλαγές ουσίας όμως, καθώς η διαχείριση κονδυλίων που μπορούν να αλλάξουν την Ελλάδα δεν γίνεται να αφεθεί στους αργοκίνητους και γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των υπουργείων. Προκειμένου να υπάρξει αποτέλεσμα και έργο χρειάζεται μια νέα δομή, με εμπειρία αγοράς, διευρυμένες δικαιοδοσίες και συντονιστικό ρόλο υλοποίησης.
Στην παρούσα φάση – παρά την διατήρηση της πανδημίας- αναδεικνύονται δεδομένα που θα ήταν δυνατόν να δομήσουν ένα επικίνδυνο πεδίο εφησυχασμού. Ο συνδυασμός της σύστασης “overweight” για τα κρατικά ομόλογα από οίκους αξιολόγησης, η παρεχόμενη ρευστότητα των 35 δις προς το τραπεζικό σύστημα που διασφαλίζεται μέσω TILTROs, καθώς και τα δεκάδες δίς του Αναπτυξιακού Ταμείου αναδεικνύουν μία κολοσσιαία ευκαιρία που υπό τις παρούσες συνθήκες και νοοτροπίες δύσκολα θα αξιοποιηθούν στον βαθμό που πρέπει. Όπως όμως το τραπεζικό σύστημα την περίοδο που «κυρίευε τα Βαλκάνια» χωρίς μακροπρόθεσμη στόχευση, κατέρρευσε, κατά την ίδια λογική υπάρχει ο κίνδυνος οι λάθος αναγνώσεις και οι συντεχνιακές προσεγγίσεις του νέου αναπτυξιακού αφηγήματος θα διαμορφώσουν την επόμενη σαθρή βάση της οικονομίας.
Μπορεί η διάθεση και η γνώση από τον Νομπελίστα πρόεδρο της Επιτροπής Σοφών καθώς και των υπολοίπων μελών να υπάρχει. Αν όμως δεν διαμορφωθεί πεδίο ρήξεων και τομών από πλευράς της πολιτικής ηγεσίας, τότε άλλη μία ευκαιρία θα πάει χαμένη. Ερωτήματα προς την κατεύθυνση αυτή θα αναδεικνύονται συνέχεια όσο δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί μία ξεκάθαρη αναπτυξιακή πολιτική: Με ποια στρατηγική θα διοχετευθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια; Πως θα δημιουργηθούν νέες επενδυτικές & αναπτυξιακές τράπεζες και ελληνικά funds; Με ποια διαδικασία και ποια χρηματοπιστωτικά εργαλεία θα αναμιχθούν δημόσια με ιδιωτικά κεφάλαια και πως η διαχείρισή τους θα είναι αποτελεσματική; Πως θα δομηθεί εκ νέου η λειτουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου; Οι απαντήσεις θα αναδείξουν τις μακροπρόθεσμες λύσεις.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr