Το ναυάγιο της δημοκρατίας στις Πρέσπες
24.01.2019
07:23
Όποια γνώμη κι αν έχει κανείς για το προσύμφωνο Κοτζιά – Δημητρώφ («συμφωνία των Πρεσπών»), εφόσον έχει στοιχειώδη δημοκρατική συνείδηση δεν είναι δυνατόν να εγκρίνει την πρωτόγνωρα αντιδημοκρατική μεθόδευση του ΣΥΡΙΖΑ για την ψήφισή του.
Μια μεθόδευση που αποδεικνύει ότι οι θεσμοί προάσπισης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι ελλιπέστατοι, η «Λαϊκή Κυριαρχία» γράμμα κενό απέναντι σε όποιες αντιλαϊκές και αντεθνικές πολιτικές, και οι Κυβερνήσεις πρακτικά ανεξέλεγκτες μέχρι το πέρας της θητείας τους.
Ας ξεκινήσουμε από τα συνταγματικά προβλήματα του προσυμφώνου, όπως το γεγονός ότι υπογράφεται αναρμοδίως από τον (άλλοτε) Έλληνα Υπουργό των Εξωτερικών και όχι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με έννομη συνέπεια να είναι αντισυνταγματική η εισαγωγή του προς συζήτηση στη Βουλή. Παράλληλα, έχουν επισημανθεί και άλλα προβλήματα συνταγματικής τάξης, τόσο σε ό,τι αφορά τη διαδικασία όσο και σε ό,τι αφορά την ουσία (ενδεικτικά δείτε τη δήλωση του Συνταγματολόγου Γιώργου Κασιμάτη, τα γεγονότα [ενημέρωση: 21-1-2019] καθώς κι εδώ, εδώ ή εδώ). Κι όμως, το προσύμφωνο έχει ήδη εισαχθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων κι αν επικυρωθεί θα αρχίσει αμέσως να παράγει έννομες συνέπειες (έχει, μάλιστα, ήδη αρχίσει να παράγει συνέπειες από την υπογραφή του, ακόμη και πριν την επικύρωσή του από τη Βουλή) που κανείς δε θα μπορεί να αποτρέψει.
Δυστυχώς, τέτοιες συμπεριφορές είναι αναμενόμενες σε όλες τις μορφές οργάνωσης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πόσω μάλλον σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, με διακοσμητικό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα λήψης αποφάσεων και ανύπαρκτο διαχωρισμό Νομοθετικής και Εκτελεστικής Εξουσίας, στην οποία η πρώτη είναι έρμαιο της δεύτερης. Τέτοιου είδους μεθοδεύσεις αποτρέπονται, σε όλες τις προηγμένες δημοκρατίες, από την ύπαρξη Συνταγματικού Δικαστηρίου. Στην Ελλάδα, όμως, Συνταγματικό Δικαστήριο δεν υπάρχει. Και μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για Διεθνή Συνθήκη και με το συγκεκριμένο περιεχόμενο που έχει, πρακτικά κανένα ελληνικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τη συνταγματικότητα του κυρωτικού της νόμου.
Με αυτό το δεδομένο, η τήρηση της συνταγματικής νομιμότητας επαφίεται εξ ολοκλήρου στη συνείδηση (ή τη «συνείδηση») εκείνων που αποφασίζουν, δηλαδή των Βουλευτών. Παράλληλα, η δημοκρατική νομιμοποίηση των Βουλευτών, δηλαδή η σύνδεσή τους με τη βούληση του Λαού την οποία έχουν ως αποστολή να εκφράζουν διά της ψήφου τους, αντλείται από το γεγονός της εκλογής τους μέσω ελεύθερων και αδιάβλητων εκλογών.
Όμως …μισό λεπτό. Οι Βουλευτές που σήμερα αποφασίζουν για τις Πρέσπες δεν εξελέγησαν, με τη στενή έννοια, καθώς δεν υπήρχε σταυροδοσία στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, αλλά «λίστα». Με αυτό το δεδομένο, ο Λαός δεν «ενέκρινε» τις προσωπικές θέσεις των σημερινών Βουλευτών διά της ψήφου του, αλλά τις θέσεις των κομμάτων με τα οποία εκείνοι πολιτεύτηκαν. Αν αφήσουμε για λίγο στην άκρη τους Βουλευτές που παραμένουν στη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και όποιο άλλο κόμμα είχε σαφή θέση περί του θέματος το Σεπτέμβριο του 2015, κι επικεντρωθούμε στους υπόλοιπους Βουλευτές που αναμένεται να κάνουν τη διαφορά στην κύρωση του προσυμφώνου (σύμφωνα με τα δημοσιεύματα), διαπιστώνουμε τα εξής (πηγή: Υπουργείο Εσωτερικών):
Κατερίνα Παπακώστα: Έγινε Βουλευτής από τη 12η θέση της λίστας της ΝΔ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για τη Β’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του ίδιου έτους δεν είχε εκλεγεί (έχοντας λάβει 20.914 ψήφους), αλλά επωφελήθηκε από το γεγονός ότι η ΝΔ έλαβε μια επιπλέον έδρα στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου. Η επίσημη θέση της ΝΔ για τα Σκόπια ήταν (το 2015) και παραμένει: σύνθετη ονομασία (συμπεριλαμβάνοντας τον όρο Μακεδονία) erga omnes, αλλά καμμιά παραχώρηση σε θέματα γλώσσας και εθνικότητας. Η Βουλευτής, μετά την υπουργοποίησή της από το ΣΥΡΙΖΑ, δήλωσε ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο, ουσιαστικά, τη διόρισε Βουλευτή.
Έλενα Κουντουρά: Έγινε Βουλευτής από την 1η θέση της λίστας των ΑΝΕΛ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για την Α’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του ίδιου έτους είχε εκλεγεί λαμβάνοντας 6.700 ψήφους. Η επίσημη θέση των ΑΝΕΛ για τα Σκόπια ήταν (στις Εκλογές) και παραμένει: καμμιά χρήση του όρου Μακεδονία και καμμιά παραχώρηση σε θέματα γλώσσας και εθνικότητας. Η Βουλευτής έχει διαρρεύσει ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο τη «διόρισε».
Θανάσης Παπαχριστόπουλος: Έγινε Βουλευτής από την 2η θέση της λίστας των ΑΝΕΛ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για τη Β’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου είχε εκλεγεί λαμβάνοντας 6.155 ψήφους. Έχει δηλώσει ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο τον «διόρισε».
Σταύρος Θεοδωράκης, Γιώργος Μαυρωτάς, Σπύρος Δανέλλης: Πρόεδρος ο πρώτος, Βουλευτές οι άλλοι δύο, ενός κόμματος το οποίο, όσο κι αν έψαξα, δε βρήκα να διατύπωσε προ των εκλογών του 2015 ή παλαιότερα θέση υπέρ της αναγνώρισης «Μακεδονικής» γλώσσας και εθνικότητας, ή όποια άλλη που να είναι αντίθετη στη «γραμμή του Βουκουρεστίου» που χάραξε η Κυβέρνηση Καραμανλή το 2008 (με την οποία, ειρήσθω εν παρόδω, διαφωνώ). Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 ο Γιώργος Μαυρωτάς είχε λάβει 4.296 ψήφους στην Εκλογική Περιφέρεια Υπολ. Αττικής και ο Σπύρος Δανέλλης 3.699 ψήφους στην Εκλογική Περιφέρεια Ηρακλείου. Οι πρώτοι αφήνουν να διαφανεί και ο τρίτος έχει δηλώσει ότι θα ψηφίσουν υπέρ της κύρωσης του προσυμφώνου των Πρεσπών.
Αν εξαιρέσουμε το Σταύρο Θεοδωράκη (ως Πρόεδρο Κόμματος), το σύνολο των ψήφων που είχαν λάβει τον Ιανουάριο του 2015 όλοι οι υπόλοιποι που κρίνουν το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας παραβαίνοντας τις εκπεφρασμένες θέσεις των κομμάτων τα οποία τους «διόρισαν» Βουλευτές το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, είναι 41.764 επί συνόλου 6.330.356 ψηφισάντων. Δηλαδή, οι Βουλευτές που κρίνουν την Εθνική υπόθεση της Μακεδονίας χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση εκπροσωπούν, στενή εννοία, το 6,6 τοις χιλίοις των ψηφισάντων ή το 4,2 τοις χιλίοις του Εκλογικού Σώματος (9.900.403 εγγεγραμμένοι).
Κι έτσι φτάνουμε στην τρίτη και σοβαρότερη αναπηρία του πολιτεύματος: την απουσία θεσμοθετημένου διαρκούς ελέγχου από το Εκλογικό Σώμα. Το αντιπροσωπευτικό σύστημα, όπως είναι οργανωμένο στην Ελλάδα και στις περισσότερες σύγχρονες Δημοκρατίες, είναι εκ φύσεως προβληματικό έναντι της άμεσης δημοκρατίας, καθώς με μια ψήφο κάθε 4 χρόνια ο ψηφοφόρος δίνει μια ενιαία και αδιαίρετη εντολή σε κάποιον αντιπρόσωπο (κόμμα ή πρόσωπο) για όλες τις θέσεις του με τις οποίες συμφωνεί, χωρίς να μπορεί να διαφοροποιήσεις την ψήφο του στα σημεία που διαφωνεί.
Στο πλαίσιο αυτό, δικλείδα ασφαλείας και τελευταία καταφυγή όταν διαπιστώνεται αναντιστοιχία αποφάσεων της Εκτελεστικής ή της Νομοθετικής Εξουσίας με τη λαϊκή βούληση, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, αποτελεί η πρόβλεψη δυο δημοψηφισματικών θεσμών (επί συνόλου 5 που απαντώνται σε προηγμένες δημοκρατικά χώρες): του αυτεπάγγελτου Δημοψηφίσματος, δηλαδή Δημοψηφίσματος το οποίο προκαλεί ο Λαός (διά της «συλλογής υπογραφών») ώστε στη συνέχεια να λάβει ο ίδιος τις αποφάσεις για το επίμαχο θέμα, και του ανακλητικού Δημοψηφίσματος, δηλαδή Δημοψηφίσματος με το οποίο ο Λαός ανακαλεί την εντολή που έχει δώσει (π.χ. καθαίρεση Βουλευτών, Υπουργών ή της Κυβέρνησης). Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν υπάρχει καμμιά από τις δυο προβλέψεις, αλλά το πλαίσιο για τα Δημοψηφίσματα είναι τόσο φοβικό και αντιδημοκρατικό ώστε το Δημοψήφισμα να μην είναι τίποτε άλλο από επικοινωνιακό εργαλείο στα χέρια της όποιας κυβέρνησης και όχι θεσμός θωράκισης της Δημοκρατίας.
Ας ξεκινήσουμε από τα συνταγματικά προβλήματα του προσυμφώνου, όπως το γεγονός ότι υπογράφεται αναρμοδίως από τον (άλλοτε) Έλληνα Υπουργό των Εξωτερικών και όχι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με έννομη συνέπεια να είναι αντισυνταγματική η εισαγωγή του προς συζήτηση στη Βουλή. Παράλληλα, έχουν επισημανθεί και άλλα προβλήματα συνταγματικής τάξης, τόσο σε ό,τι αφορά τη διαδικασία όσο και σε ό,τι αφορά την ουσία (ενδεικτικά δείτε τη δήλωση του Συνταγματολόγου Γιώργου Κασιμάτη, τα γεγονότα [ενημέρωση: 21-1-2019] καθώς κι εδώ, εδώ ή εδώ). Κι όμως, το προσύμφωνο έχει ήδη εισαχθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων κι αν επικυρωθεί θα αρχίσει αμέσως να παράγει έννομες συνέπειες (έχει, μάλιστα, ήδη αρχίσει να παράγει συνέπειες από την υπογραφή του, ακόμη και πριν την επικύρωσή του από τη Βουλή) που κανείς δε θα μπορεί να αποτρέψει.
Δυστυχώς, τέτοιες συμπεριφορές είναι αναμενόμενες σε όλες τις μορφές οργάνωσης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πόσω μάλλον σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, με διακοσμητικό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα λήψης αποφάσεων και ανύπαρκτο διαχωρισμό Νομοθετικής και Εκτελεστικής Εξουσίας, στην οποία η πρώτη είναι έρμαιο της δεύτερης. Τέτοιου είδους μεθοδεύσεις αποτρέπονται, σε όλες τις προηγμένες δημοκρατίες, από την ύπαρξη Συνταγματικού Δικαστηρίου. Στην Ελλάδα, όμως, Συνταγματικό Δικαστήριο δεν υπάρχει. Και μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για Διεθνή Συνθήκη και με το συγκεκριμένο περιεχόμενο που έχει, πρακτικά κανένα ελληνικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τη συνταγματικότητα του κυρωτικού της νόμου.
Με αυτό το δεδομένο, η τήρηση της συνταγματικής νομιμότητας επαφίεται εξ ολοκλήρου στη συνείδηση (ή τη «συνείδηση») εκείνων που αποφασίζουν, δηλαδή των Βουλευτών. Παράλληλα, η δημοκρατική νομιμοποίηση των Βουλευτών, δηλαδή η σύνδεσή τους με τη βούληση του Λαού την οποία έχουν ως αποστολή να εκφράζουν διά της ψήφου τους, αντλείται από το γεγονός της εκλογής τους μέσω ελεύθερων και αδιάβλητων εκλογών.
Όμως …μισό λεπτό. Οι Βουλευτές που σήμερα αποφασίζουν για τις Πρέσπες δεν εξελέγησαν, με τη στενή έννοια, καθώς δεν υπήρχε σταυροδοσία στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, αλλά «λίστα». Με αυτό το δεδομένο, ο Λαός δεν «ενέκρινε» τις προσωπικές θέσεις των σημερινών Βουλευτών διά της ψήφου του, αλλά τις θέσεις των κομμάτων με τα οποία εκείνοι πολιτεύτηκαν. Αν αφήσουμε για λίγο στην άκρη τους Βουλευτές που παραμένουν στη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και όποιο άλλο κόμμα είχε σαφή θέση περί του θέματος το Σεπτέμβριο του 2015, κι επικεντρωθούμε στους υπόλοιπους Βουλευτές που αναμένεται να κάνουν τη διαφορά στην κύρωση του προσυμφώνου (σύμφωνα με τα δημοσιεύματα), διαπιστώνουμε τα εξής (πηγή: Υπουργείο Εσωτερικών):
Κατερίνα Παπακώστα: Έγινε Βουλευτής από τη 12η θέση της λίστας της ΝΔ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για τη Β’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του ίδιου έτους δεν είχε εκλεγεί (έχοντας λάβει 20.914 ψήφους), αλλά επωφελήθηκε από το γεγονός ότι η ΝΔ έλαβε μια επιπλέον έδρα στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου. Η επίσημη θέση της ΝΔ για τα Σκόπια ήταν (το 2015) και παραμένει: σύνθετη ονομασία (συμπεριλαμβάνοντας τον όρο Μακεδονία) erga omnes, αλλά καμμιά παραχώρηση σε θέματα γλώσσας και εθνικότητας. Η Βουλευτής, μετά την υπουργοποίησή της από το ΣΥΡΙΖΑ, δήλωσε ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο, ουσιαστικά, τη διόρισε Βουλευτή.
Έλενα Κουντουρά: Έγινε Βουλευτής από την 1η θέση της λίστας των ΑΝΕΛ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για την Α’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του ίδιου έτους είχε εκλεγεί λαμβάνοντας 6.700 ψήφους. Η επίσημη θέση των ΑΝΕΛ για τα Σκόπια ήταν (στις Εκλογές) και παραμένει: καμμιά χρήση του όρου Μακεδονία και καμμιά παραχώρηση σε θέματα γλώσσας και εθνικότητας. Η Βουλευτής έχει διαρρεύσει ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο τη «διόρισε».
Θανάσης Παπαχριστόπουλος: Έγινε Βουλευτής από την 2η θέση της λίστας των ΑΝΕΛ στις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 για τη Β’ Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών. Στις Εκλογές του Ιανουαρίου είχε εκλεγεί λαμβάνοντας 6.155 ψήφους. Έχει δηλώσει ότι θα ψηφίσει ενάντια στην επίσημη θέση του κόμματος το οποίο τον «διόρισε».
Σταύρος Θεοδωράκης, Γιώργος Μαυρωτάς, Σπύρος Δανέλλης: Πρόεδρος ο πρώτος, Βουλευτές οι άλλοι δύο, ενός κόμματος το οποίο, όσο κι αν έψαξα, δε βρήκα να διατύπωσε προ των εκλογών του 2015 ή παλαιότερα θέση υπέρ της αναγνώρισης «Μακεδονικής» γλώσσας και εθνικότητας, ή όποια άλλη που να είναι αντίθετη στη «γραμμή του Βουκουρεστίου» που χάραξε η Κυβέρνηση Καραμανλή το 2008 (με την οποία, ειρήσθω εν παρόδω, διαφωνώ). Στις Εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 ο Γιώργος Μαυρωτάς είχε λάβει 4.296 ψήφους στην Εκλογική Περιφέρεια Υπολ. Αττικής και ο Σπύρος Δανέλλης 3.699 ψήφους στην Εκλογική Περιφέρεια Ηρακλείου. Οι πρώτοι αφήνουν να διαφανεί και ο τρίτος έχει δηλώσει ότι θα ψηφίσουν υπέρ της κύρωσης του προσυμφώνου των Πρεσπών.
Αν εξαιρέσουμε το Σταύρο Θεοδωράκη (ως Πρόεδρο Κόμματος), το σύνολο των ψήφων που είχαν λάβει τον Ιανουάριο του 2015 όλοι οι υπόλοιποι που κρίνουν το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας παραβαίνοντας τις εκπεφρασμένες θέσεις των κομμάτων τα οποία τους «διόρισαν» Βουλευτές το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, είναι 41.764 επί συνόλου 6.330.356 ψηφισάντων. Δηλαδή, οι Βουλευτές που κρίνουν την Εθνική υπόθεση της Μακεδονίας χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση εκπροσωπούν, στενή εννοία, το 6,6 τοις χιλίοις των ψηφισάντων ή το 4,2 τοις χιλίοις του Εκλογικού Σώματος (9.900.403 εγγεγραμμένοι).
Κι έτσι φτάνουμε στην τρίτη και σοβαρότερη αναπηρία του πολιτεύματος: την απουσία θεσμοθετημένου διαρκούς ελέγχου από το Εκλογικό Σώμα. Το αντιπροσωπευτικό σύστημα, όπως είναι οργανωμένο στην Ελλάδα και στις περισσότερες σύγχρονες Δημοκρατίες, είναι εκ φύσεως προβληματικό έναντι της άμεσης δημοκρατίας, καθώς με μια ψήφο κάθε 4 χρόνια ο ψηφοφόρος δίνει μια ενιαία και αδιαίρετη εντολή σε κάποιον αντιπρόσωπο (κόμμα ή πρόσωπο) για όλες τις θέσεις του με τις οποίες συμφωνεί, χωρίς να μπορεί να διαφοροποιήσεις την ψήφο του στα σημεία που διαφωνεί.
Στο πλαίσιο αυτό, δικλείδα ασφαλείας και τελευταία καταφυγή όταν διαπιστώνεται αναντιστοιχία αποφάσεων της Εκτελεστικής ή της Νομοθετικής Εξουσίας με τη λαϊκή βούληση, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, αποτελεί η πρόβλεψη δυο δημοψηφισματικών θεσμών (επί συνόλου 5 που απαντώνται σε προηγμένες δημοκρατικά χώρες): του αυτεπάγγελτου Δημοψηφίσματος, δηλαδή Δημοψηφίσματος το οποίο προκαλεί ο Λαός (διά της «συλλογής υπογραφών») ώστε στη συνέχεια να λάβει ο ίδιος τις αποφάσεις για το επίμαχο θέμα, και του ανακλητικού Δημοψηφίσματος, δηλαδή Δημοψηφίσματος με το οποίο ο Λαός ανακαλεί την εντολή που έχει δώσει (π.χ. καθαίρεση Βουλευτών, Υπουργών ή της Κυβέρνησης). Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν υπάρχει καμμιά από τις δυο προβλέψεις, αλλά το πλαίσιο για τα Δημοψηφίσματα είναι τόσο φοβικό και αντιδημοκρατικό ώστε το Δημοψήφισμα να μην είναι τίποτε άλλο από επικοινωνιακό εργαλείο στα χέρια της όποιας κυβέρνησης και όχι θεσμός θωράκισης της Δημοκρατίας.
Από όλα τα παραπάνω είναι προφανές ότι είναι τεράστιο το δημοκρατικό έλλειμμα του πολιτεύματος της χώρας μας, ως αποτέλεσμα ελλιπούς θωράκισης των δημοκρατικών θεσμών, στρεβλού εκλογικού νόμου και χαλαρών συνειδήσεων. Τόσο, που να επιτρέπει στην Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να επιδίδεται σε μικροκομματικά παιχνίδια εν ου παιχτοίς: σε εθνικό ζήτημα υψίστης σημασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η συμμετοχή στο Συλλαλητήριο της 20ης Ιανουαρίου 2019 αφορούσε τη Δημοκρατία ακριβώς όσο αφορά και τη Μακεδονία: Αποτελεί τη μόνη δημοκρατική εκδήλωση του Λαού που διαφωνεί (όπως η διαφωνία του αυτή εκφράζεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις) απέναντι σε μια Κυβέρνηση που τον περιφρονεί και τον εξευτελίζει, τόσο με τα λόγια της όσο και με τη συμπεριφορά της. Και το μεγαλύτερο αίτημα του Συλλαλητηρίου δεν ήταν άλλο από τη διεξαγωγή Δημοψηφίσματος, δηλαδή να αποφασίσει ο Λαός για την τύχη του, όπως επιβάλλεται να συμβαίνει σε μια Δημοκρατία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η συμμετοχή στο Συλλαλητήριο της 20ης Ιανουαρίου 2019 αφορούσε τη Δημοκρατία ακριβώς όσο αφορά και τη Μακεδονία: Αποτελεί τη μόνη δημοκρατική εκδήλωση του Λαού που διαφωνεί (όπως η διαφωνία του αυτή εκφράζεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις) απέναντι σε μια Κυβέρνηση που τον περιφρονεί και τον εξευτελίζει, τόσο με τα λόγια της όσο και με τη συμπεριφορά της. Και το μεγαλύτερο αίτημα του Συλλαλητηρίου δεν ήταν άλλο από τη διεξαγωγή Δημοψηφίσματος, δηλαδή να αποφασίσει ο Λαός για την τύχη του, όπως επιβάλλεται να συμβαίνει σε μια Δημοκρατία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr