Η ανεξαρτησία της ΤτΕ και οι πολέμιοι της
04.01.2018
07:24
Η ανεξαρτησία της Τραπέζης της Ελλάδος, μέσα στο πλαίσιο που περιέγραψα, είναι λυδία λίθος για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία όλων των θεσμών».
Η κυβέρνηση Τσίπρα και η σχέση της με τον διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) καθηγητή Γιάννη Στουρνάρα θυμίζει το τρίγωνο ταύρος, ταυρομάχος και …κόκκινο πανί. Για το πώς και το γιατί αυτής της σχέσης προφανώς η κυβέρνηση, δια των εκπροσώπων της, οφείλει να απαντήσει.
Η τελευταία ανοίκεια επίθεση του υψηλόβαθμου κυβερνητικού στελέχους Δημήτρη Τζανακόπουλου (υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος από τις 5 Νοεμβρίου 2016) στον διοικητή Γιάννη Στουρνάρα είναι μέρος μιας συντονισμένης διαρκούς επίθεσης όχι απέναντι σε ένα πρόσωπο αλλά σε ένα θεσμό. Ναι, η ΤτΕ είναι ένας θεσμός – από τους πυλώνες του πολιτεύματος!
Η επίθεση, δίχως άλλο, έχει να κάνει με το συστατικό δικαίωμα της ΤτΕ, την άσκηση και την διασφάλιση των συνθηκών άσκησης της ανεξαρτησίας της.
Η κυβέρνηση Τσίπρα δέσμια ενός αντι-ευρωπαϊκού δόγματος για την άσκηση και τη διακράτηση της εξουσίας εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει τους θεσμούς – πυλώνες και να θεωρεί ότι οι θεσμοί είναι εν πολλοίς εξαρτήματα μιας κυβερνητικής πολιτικής…
Μια σαφώς αντιδημοκρατική αντίληψη – μακριά από το Ευρωπαϊκό κεκτημένο της διακυβέρνησης- που στηρίζεται σε ένα ιδεολογικό μείγμα όπου οι σταλινικές πρακτικές συναντούν το επικίνδυνο ρεύμα του εθνολαϊκισμού…
Στο site της ΤτΕ βρήκα και αναδημοσιεύω αποσπάσματα της ομιλίας του Διοικητή Γιάννη Στουρνάρα με τίτλο «Θεσμοί και Οικονομία» στο 10ο ετήσιο συνέδριο με θέμα «Γιατί δεν λειτουργούν οι Θεσμοί» που οργανώνει η Οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς» (08/12/2017).
Η τελευταία ανοίκεια επίθεση του υψηλόβαθμου κυβερνητικού στελέχους Δημήτρη Τζανακόπουλου (υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος από τις 5 Νοεμβρίου 2016) στον διοικητή Γιάννη Στουρνάρα είναι μέρος μιας συντονισμένης διαρκούς επίθεσης όχι απέναντι σε ένα πρόσωπο αλλά σε ένα θεσμό. Ναι, η ΤτΕ είναι ένας θεσμός – από τους πυλώνες του πολιτεύματος!
Η επίθεση, δίχως άλλο, έχει να κάνει με το συστατικό δικαίωμα της ΤτΕ, την άσκηση και την διασφάλιση των συνθηκών άσκησης της ανεξαρτησίας της.
Η κυβέρνηση Τσίπρα δέσμια ενός αντι-ευρωπαϊκού δόγματος για την άσκηση και τη διακράτηση της εξουσίας εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει τους θεσμούς – πυλώνες και να θεωρεί ότι οι θεσμοί είναι εν πολλοίς εξαρτήματα μιας κυβερνητικής πολιτικής…
Μια σαφώς αντιδημοκρατική αντίληψη – μακριά από το Ευρωπαϊκό κεκτημένο της διακυβέρνησης- που στηρίζεται σε ένα ιδεολογικό μείγμα όπου οι σταλινικές πρακτικές συναντούν το επικίνδυνο ρεύμα του εθνολαϊκισμού…
Στο site της ΤτΕ βρήκα και αναδημοσιεύω αποσπάσματα της ομιλίας του Διοικητή Γιάννη Στουρνάρα με τίτλο «Θεσμοί και Οικονομία» στο 10ο ετήσιο συνέδριο με θέμα «Γιατί δεν λειτουργούν οι Θεσμοί» που οργανώνει η Οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς» (08/12/2017).
Χρήσιμο είναι να διαβαστεί – ελπίζω να την έχει υπόψη του ο κ. Τζανακόπουλος και ο πολιτικός του προϊστάμενος. Θα ήταν καλό για όλους τους πολίτες και πρωτίστως για τη Δημοκρατία.
«Η κεντρική τράπεζα σε όλες τις χώρες έχει τη μέγιστη ευθύνη να στηρίζει την κοινή πεποίθηση ότι το χρήμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο ανταλλαγής, ως μέτρο και απόθεμα αξίας.
Ιστορικά και διεθνώς έχει καταδειχθεί ότι, αν κλονισθεί η κοινή αυτή πεποίθηση, μια μεγάλη κρίση είναι αναπόφευκτη. Είναι συνεπώς φανερό ότι η κεντρική τράπεζα, ως θεσμός, πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη του συνόλου της κοινωνίας. Αυτό είναι και ο βασικός σκοπός της λειτουργίας της. Στα σύγχρονα κράτη και κοινωνίες έχει κριθεί ότι για να επιτευχθεί αυτό, η κεντρική τράπεζα πρέπει να έχει κατοχυρώσει την ανεξαρτησία της έναντι του κράτους. Έτσι θεσμοθετήθηκε η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών.
Στην Ελλάδα, η κεντρική τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) ακολούθησε τις διεθνείς τάσεις και προσαρμόστηκε σταδιακά στα νέα δεδομένα. Μάρτυς των αλλαγών οι αναθεωρήσεις του Καταστατικού της και οι νέες διατυπώσεις, που κάθε φορά ορίζουν με σαφήνεια τους σκοπούς και τα μέσα της. Οι δύο σημαντικότερες αλλαγές, που πρέπει να επισημανθούν, είναι, πρώτον, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της, η οποία ήταν μία από τις βασικές προϋποθέσεις για τη δεύτερη σημαντική μεταβολή, την ένταξη της ΤτΕ στο Ευρωσύστημα και, τελικά, τη συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.
Η πορεία προς την ανεξαρτησία άρχισε το 1982, με την κατάργηση της Νομισματικής Επιτροπής, και ολοκληρώθηκε το 1998, όταν κυρώθηκαν με νόμο οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας τον προηγούμενο χρόνο. Σύμφωνα με το Καταστατικό που ψηφίστηκε στη Συνέλευση αυτή, πρωταρχικός σκοπός της Τράπεζας της Ελλάδος είναι η διασφάλιση του γενικού επιπέδου των τιμών, δηλαδή της νομισματικής σταθερότητας. Με την επιφύλαξη του πρωταρχικού σκοπού, η Τράπεζα στηρίζει την οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Παρακάτω δε, στο άρθρο 55, το Καταστατικό περιγράφει τον εποπτικό ρόλο της Τράπεζας ως εξής: “Στόχος της εποπτείας είναι η σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος και του χρηματοπιστωτικού συστήματος γενικότερα”.
Οι νέες αυτές συνθήκες, υπό τις οποίες λειτουργεί η ΤτΕ, της έδωσαν τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στην μεγάλη πρόκληση κατά τη διάρκεια της κρίσης, όταν η χρηματοπιστωτική σταθερότητα απειλήθηκε από την αβεβαιότητα και τις έντονες συζητήσεις για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Στη δύσκολη αυτή περίοδο, η ΤτΕ έπρεπε να εκτελέσει το κύριο καθήκον, που της επιβάλλουν η συμμετοχή της στο Ευρωσύστημα και το Καταστατικό της, δηλαδή, να διαφυλάξει τη νομισματική σταθερότητα εντός της ζώνης του ευρώ και να στηρίξει τη ρευστότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, έπρεπε να συμβάλει στην εξομάλυνση της κατάστασης, διαφυλάττοντας συγχρόνως την ανεξαρτησία και το κύρος της. Προς το σκοπό αυτό:
― Παρείχε έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση προς την εκάστοτε κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα, ενώ ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη με τις Εκθέσεις και τις παρεμβάσεις της.
― Διασφάλισε την αδιάλειπτη παροχή ρευστότητας στα πιστωτικά ιδρύματα.
― Στην έξαρση της κρίσης εφοδίασε τα πιστωτικά ιδρύματα με τραπεζογραμμάτια, χωρίς να σημειωθεί έλλειψη ούτε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
― Συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, χωρίς κλυδωνισμούς για το πιστωτικό σύστημα.
― Συνεργάστηκε αποτελεσματικά με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM).
― Συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
― Παρείχε στήριξη προς το Δημόσιο σε πολλές δραστηριότητές του, παραμένοντας όμως πάντοτε εντός του πλαισίου της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που, μεταξύ άλλων, ρυθμίζει τις σχέσεις εθνικών κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων.
Οι δράσεις αυτές δεν θα ήταν δυνατές, εάν η ΤτΕ δεν είχε εξασφαλισμένη ανεξαρτησία και τις δυνατότητες που της παρέχει η συμμετοχή της στο Ευρωσύστημα. Μπόρεσε, έτσι, να λειτουργήσει αποτελεσματικά, αποφεύγοντας πολλά από τα προβλήματα που επισημάνθηκαν στην λειτουργία άλλων θεσμών.
Κομβικό είναι το θέμα της ανεξαρτησίας. Μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα λειτουργεί με σαφή μακροχρόνια στόχευση, συνέχεια και συνέπεια. Μπορεί, έτσι, να αντιμετωπίζει τα βραχυχρόνια προβλήματα της αρμοδιότητάς της, συμπεριλαμβάνοντας στους προβληματισμούς και τις εκτιμήσεις της τη μακροχρόνια περίοδο, αποφεύγοντας τις ad hoc αποφάσεις, που δεν είναι σπάνιες στην πολιτική, π.χ. λόγω του εκλογικού κύκλου. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι κεντρικές τράπεζες λειτουργούν αυτόνομα, αγνοώντας τις γενικότερες αποφάσεις της οικονομικής πολιτικής. Αντίθετα, οι κεντρικές τράπεζες, ως ανεξάρτητες οντότητες με ρητά καθορισμένους σκοπούς, λαμβάνουν υπόψη τους τις περιρρέουσες μακροοικονομικές συνθήκες και τους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής, επιδιώκοντας τη διατήρηση της σταθερότητας του νομίσματος, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη βελτιστοποίηση των οικονομικών μεγεθών. Η ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος, μέσα στο πλαίσιο που περιέγραψα, είναι λυδία λίθος για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία όλων των θεσμών».
«Η κεντρική τράπεζα σε όλες τις χώρες έχει τη μέγιστη ευθύνη να στηρίζει την κοινή πεποίθηση ότι το χρήμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο ανταλλαγής, ως μέτρο και απόθεμα αξίας.
Ιστορικά και διεθνώς έχει καταδειχθεί ότι, αν κλονισθεί η κοινή αυτή πεποίθηση, μια μεγάλη κρίση είναι αναπόφευκτη. Είναι συνεπώς φανερό ότι η κεντρική τράπεζα, ως θεσμός, πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη του συνόλου της κοινωνίας. Αυτό είναι και ο βασικός σκοπός της λειτουργίας της. Στα σύγχρονα κράτη και κοινωνίες έχει κριθεί ότι για να επιτευχθεί αυτό, η κεντρική τράπεζα πρέπει να έχει κατοχυρώσει την ανεξαρτησία της έναντι του κράτους. Έτσι θεσμοθετήθηκε η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών.
Στην Ελλάδα, η κεντρική τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) ακολούθησε τις διεθνείς τάσεις και προσαρμόστηκε σταδιακά στα νέα δεδομένα. Μάρτυς των αλλαγών οι αναθεωρήσεις του Καταστατικού της και οι νέες διατυπώσεις, που κάθε φορά ορίζουν με σαφήνεια τους σκοπούς και τα μέσα της. Οι δύο σημαντικότερες αλλαγές, που πρέπει να επισημανθούν, είναι, πρώτον, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της, η οποία ήταν μία από τις βασικές προϋποθέσεις για τη δεύτερη σημαντική μεταβολή, την ένταξη της ΤτΕ στο Ευρωσύστημα και, τελικά, τη συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.
Η πορεία προς την ανεξαρτησία άρχισε το 1982, με την κατάργηση της Νομισματικής Επιτροπής, και ολοκληρώθηκε το 1998, όταν κυρώθηκαν με νόμο οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας τον προηγούμενο χρόνο. Σύμφωνα με το Καταστατικό που ψηφίστηκε στη Συνέλευση αυτή, πρωταρχικός σκοπός της Τράπεζας της Ελλάδος είναι η διασφάλιση του γενικού επιπέδου των τιμών, δηλαδή της νομισματικής σταθερότητας. Με την επιφύλαξη του πρωταρχικού σκοπού, η Τράπεζα στηρίζει την οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Παρακάτω δε, στο άρθρο 55, το Καταστατικό περιγράφει τον εποπτικό ρόλο της Τράπεζας ως εξής: “Στόχος της εποπτείας είναι η σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος και του χρηματοπιστωτικού συστήματος γενικότερα”.
Οι νέες αυτές συνθήκες, υπό τις οποίες λειτουργεί η ΤτΕ, της έδωσαν τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στην μεγάλη πρόκληση κατά τη διάρκεια της κρίσης, όταν η χρηματοπιστωτική σταθερότητα απειλήθηκε από την αβεβαιότητα και τις έντονες συζητήσεις για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Στη δύσκολη αυτή περίοδο, η ΤτΕ έπρεπε να εκτελέσει το κύριο καθήκον, που της επιβάλλουν η συμμετοχή της στο Ευρωσύστημα και το Καταστατικό της, δηλαδή, να διαφυλάξει τη νομισματική σταθερότητα εντός της ζώνης του ευρώ και να στηρίξει τη ρευστότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, έπρεπε να συμβάλει στην εξομάλυνση της κατάστασης, διαφυλάττοντας συγχρόνως την ανεξαρτησία και το κύρος της. Προς το σκοπό αυτό:
― Παρείχε έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση προς την εκάστοτε κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα, ενώ ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη με τις Εκθέσεις και τις παρεμβάσεις της.
― Διασφάλισε την αδιάλειπτη παροχή ρευστότητας στα πιστωτικά ιδρύματα.
― Στην έξαρση της κρίσης εφοδίασε τα πιστωτικά ιδρύματα με τραπεζογραμμάτια, χωρίς να σημειωθεί έλλειψη ούτε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
― Συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, χωρίς κλυδωνισμούς για το πιστωτικό σύστημα.
― Συνεργάστηκε αποτελεσματικά με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM).
― Συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
― Παρείχε στήριξη προς το Δημόσιο σε πολλές δραστηριότητές του, παραμένοντας όμως πάντοτε εντός του πλαισίου της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που, μεταξύ άλλων, ρυθμίζει τις σχέσεις εθνικών κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων.
Οι δράσεις αυτές δεν θα ήταν δυνατές, εάν η ΤτΕ δεν είχε εξασφαλισμένη ανεξαρτησία και τις δυνατότητες που της παρέχει η συμμετοχή της στο Ευρωσύστημα. Μπόρεσε, έτσι, να λειτουργήσει αποτελεσματικά, αποφεύγοντας πολλά από τα προβλήματα που επισημάνθηκαν στην λειτουργία άλλων θεσμών.
Κομβικό είναι το θέμα της ανεξαρτησίας. Μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα λειτουργεί με σαφή μακροχρόνια στόχευση, συνέχεια και συνέπεια. Μπορεί, έτσι, να αντιμετωπίζει τα βραχυχρόνια προβλήματα της αρμοδιότητάς της, συμπεριλαμβάνοντας στους προβληματισμούς και τις εκτιμήσεις της τη μακροχρόνια περίοδο, αποφεύγοντας τις ad hoc αποφάσεις, που δεν είναι σπάνιες στην πολιτική, π.χ. λόγω του εκλογικού κύκλου. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι κεντρικές τράπεζες λειτουργούν αυτόνομα, αγνοώντας τις γενικότερες αποφάσεις της οικονομικής πολιτικής. Αντίθετα, οι κεντρικές τράπεζες, ως ανεξάρτητες οντότητες με ρητά καθορισμένους σκοπούς, λαμβάνουν υπόψη τους τις περιρρέουσες μακροοικονομικές συνθήκες και τους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής, επιδιώκοντας τη διατήρηση της σταθερότητας του νομίσματος, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη βελτιστοποίηση των οικονομικών μεγεθών. Η ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος, μέσα στο πλαίσιο που περιέγραψα, είναι λυδία λίθος για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία όλων των θεσμών».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr