Ζωή στον υποκατώτατο
02.11.2016
06:28
Μια από τις αγαπημένες μου τηλεοπτικές εκπομπές δείχνει ανθρώπους που ξεκινούν από μια χώρα και εγκαθίστανται σε μια άλλη, είτε για λόγους επαγγελματικούς, είτε γιατί επέλεξαν απλά να αλλάξουν τη ζωή τους σε όλα τα επίπεδα.
Καθώς τους παρακολουθούμε στην αναζήτηση σπιτιού, οι περισσότεροι δηλώνουν ότι αυτό που επιδιώκουν είναι να κάνουν τη ζωή τους απλούστερη: με λιγότερα βάρη, με λιγότερο άγχος, με μικρότερη ανάγκη χρημάτων. Κάθε φορά που ένα επεισόδιο τελειώνει -και εντονότερα κάθε φορά- νιώθω ζήλεια.
Γιατί οι ζωές μας εδώ γίνονται ολοένα και πιο πολύπλοκες και δύσκολες. Γιατί ενάμισι εκατομμύριο από μας δεν έχουν δουλειά. Γιατί πολλοί από εκείνους που έχουν δουλειά δεν πληρώνονται. Γιατί πέφτουμε στα κρεββάτια μας και δεν μπορούμε να κοιμηθούμε αφού κάτι έμεινε απλήρωτο σήμερα, κάτι θα μείνει και αύριο, από κάτι θα παραιτηθούμε μεθαύριο. Γιατί νιώθουμε ότι τα παιδιά μας θα είναι η γενιά του «υποκατώτατου» και αν. Γιατί οι συντάξεις μας, που θα μας εξασφάλιζαν βασικά πράγματα, σήμερα είναι τόσο και αύριο ποιός ξέρει πόσο. Γιατί αποχαιρετήσαμε συγγενείς και φίλους που φύγαν μετανάστες. Και κυρίως, γιατί δεν βλέπουμε πια την έξοδο απ' όλα αυτά.
«Την είδες αυτή τη γυναίκα που έκλαιγε στη στάση;» μου είπε μια μέρα ο γιος μου. «Ξέρεις, πολύ συχνά βλέπω ανθρώπους να κλαίνε στο δρόμο», πρόσθεσε για να με κάνει να συνειδητοποιήσω ότι είχε δίκιο. Τις προάλλες μου περιέγραψαν ένα ζευγάρι που έκλαιγε μπροστά στις σακούλες του σούπερ μάρκετ που είχαν γεμίσει από τη σύνταξη των γονιων τους.
Αυτή είναι η πραγματικότητα για τους περισσότερους. Ακόμη κι εκείνοι που δεν είχαν «ακούσει» τα προηγούμενα χρόνια την κρίση, τώρα, με τα δικά τους μέτρα, τη ζουν. Και οι πλειστηριασμοί που παρασέρνουν το όνειρο για το «δικό μας κεραμίδι» με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές στη μεταπολεμική Ελλάδα θα είναι το τελευταίο οχυρό.
Γιατί οι ζωές μας εδώ γίνονται ολοένα και πιο πολύπλοκες και δύσκολες. Γιατί ενάμισι εκατομμύριο από μας δεν έχουν δουλειά. Γιατί πολλοί από εκείνους που έχουν δουλειά δεν πληρώνονται. Γιατί πέφτουμε στα κρεββάτια μας και δεν μπορούμε να κοιμηθούμε αφού κάτι έμεινε απλήρωτο σήμερα, κάτι θα μείνει και αύριο, από κάτι θα παραιτηθούμε μεθαύριο. Γιατί νιώθουμε ότι τα παιδιά μας θα είναι η γενιά του «υποκατώτατου» και αν. Γιατί οι συντάξεις μας, που θα μας εξασφάλιζαν βασικά πράγματα, σήμερα είναι τόσο και αύριο ποιός ξέρει πόσο. Γιατί αποχαιρετήσαμε συγγενείς και φίλους που φύγαν μετανάστες. Και κυρίως, γιατί δεν βλέπουμε πια την έξοδο απ' όλα αυτά.
«Την είδες αυτή τη γυναίκα που έκλαιγε στη στάση;» μου είπε μια μέρα ο γιος μου. «Ξέρεις, πολύ συχνά βλέπω ανθρώπους να κλαίνε στο δρόμο», πρόσθεσε για να με κάνει να συνειδητοποιήσω ότι είχε δίκιο. Τις προάλλες μου περιέγραψαν ένα ζευγάρι που έκλαιγε μπροστά στις σακούλες του σούπερ μάρκετ που είχαν γεμίσει από τη σύνταξη των γονιων τους.
Αυτή είναι η πραγματικότητα για τους περισσότερους. Ακόμη κι εκείνοι που δεν είχαν «ακούσει» τα προηγούμενα χρόνια την κρίση, τώρα, με τα δικά τους μέτρα, τη ζουν. Και οι πλειστηριασμοί που παρασέρνουν το όνειρο για το «δικό μας κεραμίδι» με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές στη μεταπολεμική Ελλάδα θα είναι το τελευταίο οχυρό.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr