Γιατί οι Έλληνες παραμένουν σε οικονομική κατάθλιψη ενώ η ελληνική οικονομία έχει βελτιωθεί αισθητά;
21.11.2024
11:24
Προχθές η Eurostat δημοσίευσε τους δείκτες του subjective poverty για τις χώρες της ΕΕ για το έτος 2023
Αυτοί οι δείκτες είναι δείκτες αυτοκατάταξης, δηλαδή μας λένε ποιο ποσοστό του πληθυσμού της κάθε χώρας θεωρεί τον εαυτό του φτωχό. Η Ελλάδα είναι μακράν η πρώτη χώρα σε αυτή την κατάταξη με ποσοστό 67% (βλ. Διάγραμμα 1).
Πέρα όμως από τις αντιλήψεις (self-perception) του subjective poverty rate, υπάρχει και η αντικειμενική μέτρηση της φτώχειας, όπως την παρουσιάζει η Eurostat με τον δείκτη persons at risk of poverty. Για το 2023, παρατηρούμε τα εξής:
Κατά μέσο όρο, συνολικά τόσο στην ΕΕ όσο και στην ευρωζώνη υπάρχει ένα μικρό bias υψηλότερης αντίληψης φτώχειας σε σχέση με την πραγματικότητα. Αυτό είναι όμως μικρό. Δηλαδή, ενώ σύμφωνα με την Eurostat το πραγματικό ποσοστό φτώχειας στην ΕΕ είναι 22.5%, οι Ευρωπαίοι πολίτες δηλώνουν φτωχοί κατά 24.8%. Πρόκειται για ένα bias 2,3 ποσοστιαίων μονάδων, ή περίπου 10% του πραγματικού μεγέθους. Ανάλογο μικρό bias υπάρχει και στην Ευρωζώνη.
Πάμε τώρα στα καθημάς. Ενώ στον πραγματικό δείκτη φτώχειας είμαστε οι όγδοοι φτωχότεροι στην ΕΕ με ποσοστό 18,9% (βλ. Διάγραμμα 2) είμαστε μακράν οι πρώτοι στο δείκτη αυτοκατάταξης ως φτωχοί, με ποσοστό 67,1%! Δηλαδή, ενώ στην ΕΕ το bias αυτοκατάταξης είναι 10%, στην Ελλάδα είναι 355%.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα: στην ΕΕ, για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, οι 90 είναι πραγματικά φτωχοί. Στην Ελλάδα, για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, πραγματικά φτωχοί είναι οι 28. Η δεύτερη χώρα μετά την Ελλάδα στο λανθασμένο self-perception, είναι η Σλοβακία, όπου για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, πραγματικά φτωχοί είναι οι 49.
Ορισμένα άλλα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία: Υπάρχουν και χώρες που είναι πιο φτωχές απ’ ότι νομίζουν, και ακόμα πιο ενδιαφέρον, είναι όλες βόρειες: Πρωταθλητές στωικότητας (δηλαδή χώρα όπου αυτοί που δηλώνουν φτωχοί είναι λιγότεροι από τους πραγματικά φτωχούς) είναι το Λουξεμβούργο, και ακολουθούν οι Εσθονία, Σουηδία, Λιθουανία, Ολλανδία, Φινλανδία, Γερμανία και Αυστρία.
Πρωταθλητές αυτογνωσίας αναδεικνύονται οι Δανοί, όπου η διαφορά μεταξύ των δύο μεγεθών είναι σχεδόν μηδέν, ενώ πολύ κοντά στο μηδέν βρίσκονται οι Ιταλοί και οι Μαλτέζοι.
Και τέλος, γενικά μιλώντας, οι χώρες που δηλώνουν πιο φτωχοί απ’ ότι πραγματικά είναι περιλαμβάνουν τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, αρκετές πρώην ανατολικές χώρες (εκτός Βαλτικής) και την Γαλλία. Η Ελλάδα όμως είναι μια κατηγορία από μόνη της.
Πίσω στην Ελλάδα, τι μας λένε όλα αυτά;
Πέρα όμως από τις αντιλήψεις (self-perception) του subjective poverty rate, υπάρχει και η αντικειμενική μέτρηση της φτώχειας, όπως την παρουσιάζει η Eurostat με τον δείκτη persons at risk of poverty. Για το 2023, παρατηρούμε τα εξής:
Κατά μέσο όρο, συνολικά τόσο στην ΕΕ όσο και στην ευρωζώνη υπάρχει ένα μικρό bias υψηλότερης αντίληψης φτώχειας σε σχέση με την πραγματικότητα. Αυτό είναι όμως μικρό. Δηλαδή, ενώ σύμφωνα με την Eurostat το πραγματικό ποσοστό φτώχειας στην ΕΕ είναι 22.5%, οι Ευρωπαίοι πολίτες δηλώνουν φτωχοί κατά 24.8%. Πρόκειται για ένα bias 2,3 ποσοστιαίων μονάδων, ή περίπου 10% του πραγματικού μεγέθους. Ανάλογο μικρό bias υπάρχει και στην Ευρωζώνη.
Πάμε τώρα στα καθημάς. Ενώ στον πραγματικό δείκτη φτώχειας είμαστε οι όγδοοι φτωχότεροι στην ΕΕ με ποσοστό 18,9% (βλ. Διάγραμμα 2) είμαστε μακράν οι πρώτοι στο δείκτη αυτοκατάταξης ως φτωχοί, με ποσοστό 67,1%! Δηλαδή, ενώ στην ΕΕ το bias αυτοκατάταξης είναι 10%, στην Ελλάδα είναι 355%.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα: στην ΕΕ, για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, οι 90 είναι πραγματικά φτωχοί. Στην Ελλάδα, για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, πραγματικά φτωχοί είναι οι 28. Η δεύτερη χώρα μετά την Ελλάδα στο λανθασμένο self-perception, είναι η Σλοβακία, όπου για κάθε 100 ανθρώπους που δηλώνουν φτωχοί, πραγματικά φτωχοί είναι οι 49.
Ορισμένα άλλα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία: Υπάρχουν και χώρες που είναι πιο φτωχές απ’ ότι νομίζουν, και ακόμα πιο ενδιαφέρον, είναι όλες βόρειες: Πρωταθλητές στωικότητας (δηλαδή χώρα όπου αυτοί που δηλώνουν φτωχοί είναι λιγότεροι από τους πραγματικά φτωχούς) είναι το Λουξεμβούργο, και ακολουθούν οι Εσθονία, Σουηδία, Λιθουανία, Ολλανδία, Φινλανδία, Γερμανία και Αυστρία.
Πρωταθλητές αυτογνωσίας αναδεικνύονται οι Δανοί, όπου η διαφορά μεταξύ των δύο μεγεθών είναι σχεδόν μηδέν, ενώ πολύ κοντά στο μηδέν βρίσκονται οι Ιταλοί και οι Μαλτέζοι.
Και τέλος, γενικά μιλώντας, οι χώρες που δηλώνουν πιο φτωχοί απ’ ότι πραγματικά είναι περιλαμβάνουν τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, αρκετές πρώην ανατολικές χώρες (εκτός Βαλτικής) και την Γαλλία. Η Ελλάδα όμως είναι μια κατηγορία από μόνη της.
Πίσω στην Ελλάδα, τι μας λένε όλα αυτά;
Πρώτο, κάτι που ήδη ξέρουμε, ότι δηλαδή στην Ελλάδα το επίπεδο οικονομικής γνώσης στο γενικό πληθυσμό είναι πολύ χαμηλό. Γενικότερα στο σύνολο του δείγματος, πιθανότατα το ποσοστό λάθος αντίληψης στο σύνολο του δείγματος θα έχει ισχυρή συσχέτιση με το επίπεδο χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης σε κάθε χώρα.
Δεύτερο, τα στοιχεία για την Ελλάδα επιβεβαιώνουν αυτό που ξέρουμε όλοι. Η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και των πολιτών της είναι πολύ καλύτερη αυτής που πιστεύει ο μέσος Έλληνας. Η πραγματικότητα είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η απασχόληση, οι πραγματικοί μισθοί, η κατανάλωση, οι ιδιωτικές καταθέσεις και έχουν μειωθεί τα ιδιωτικά χρέη. Σε καμία περίπτωση η Ελλάδα δεν είναι μια εξαθλιωμένη χώρα όπου 70% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας. Και όμως, οι Ελληνες αυτό πιστεύουν.
Αυτό με τη σειρά του δηλώνει δύο πράγματα, τα οποία πιθανότατα συμβαίνουν ταυτόχρονα:
Πρώτον, η αρνητική εμπειρία της μεγάλης κρίσης της περασμένης δεκαετίας έχει πολύ μεγάλη μνήμη, έχει σημαδέψει την εθνική κοινωνική ψυχολογία. Αυτό δεν αποκλείεται καθόλου να συμβαίνει στην πράξη, και παρατηρείται και σε όλες τις χώρες που την περασμένη δεκαετία πέρασαν από μνημόνια (βλ. Κύπρος, Ιρλανδία και Πορτογαλία). Στην Ελλάδα βεβαίως, η εμπειρία εκείνη ήταν πολύ πιο επώδυνη, μακρά σε διάρκεια οπότε πιθανότατα άφησε πολύ μεγαλύτερο κατάλοιπο ατομικής κατάθλιψης, ειδικά αφού αναπαράγεται και ενισχύεται από μια βιομηχανία μιντιακού πεσιμισμού, μιζεραμπλισμού και μηδενισμού.
Αντίστοιχη (αν και σαφώς μικρότερη) είναι η κατάσταση στην Κύπρο, εξ’ ου και το 22% που πήρε ο youtuber Φειδίας στις ευρωεκλογές, το οποίο είναι εντυπωσιακά κοντά με το 23% του πληθυσμού που νιώθουν φτωχοί στην Κύπρο.
Δεύτερον, δεν έχουμε καταφέρει να περάσουμε επαρκώς το μήνυμα ότι η ελληνική οικονομία έχει βελτιωθεί αισθητά.
Κατά συνέπεια, πρέπει να ενισχύσουμε την επικοινωνία μας για να αλλάξουμε αυτή την (προφανώς κατάφωρα λανθασμένη) κοινωνική αντίληψη σύμφωνα με την οποία η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων είναι οικονομικά εξαθλιωμένοι. Γιατί προφανώς δεν είναι.
Για να το κάνουμε αυτό, είναι απαραίτητο να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουν τα πράγματα οι opinion makers, δηλαδή οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο. Πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε περισσότερο στους δημοσιογράφους, στους βουλευτές μας και στα στελέχη μας, και να τους εξηγήσουμε πειστικά ότι η οικονομία πάει πολύ καλύτερα από ότι νομίζουν και λένε. Τότε, θα αρχίσουν και αυτοί να λένε περισσότερο την πραγματική ιστορία, και θα σταματήσουν το εθνικό «μοιρολόι» της κρίσης που αναπαράγουν τώρα.
Από εκεί και πέρα, για να συνεχίσουμε να βελτιωνόμαστε, και να καταγράφουμε υψηλότερο επίπεδο κοινωνικής ικανοποίησης και αποδοχής, πρέπει να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις, γιατί πράγματι υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα που κρατάνε την χώρα πίσω, και αν δεν τα φτιάξουμε, δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε όπως θέλουμε. Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας είναι το βαθύ κράτος και οι insiders του ιδιωτικού τομέα που έχουν συμμαχήσει με αυτό το βαθύ κράτος, εις βάρος των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα (οι οποίοι είναι και η μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα). Αλλά για αυτό το θέμα, χρειάζεται ξεχωριστή ανάλυση.
Μιχάλης Αργυρού, πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων
Δεύτερο, τα στοιχεία για την Ελλάδα επιβεβαιώνουν αυτό που ξέρουμε όλοι. Η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και των πολιτών της είναι πολύ καλύτερη αυτής που πιστεύει ο μέσος Έλληνας. Η πραγματικότητα είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η απασχόληση, οι πραγματικοί μισθοί, η κατανάλωση, οι ιδιωτικές καταθέσεις και έχουν μειωθεί τα ιδιωτικά χρέη. Σε καμία περίπτωση η Ελλάδα δεν είναι μια εξαθλιωμένη χώρα όπου 70% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας. Και όμως, οι Ελληνες αυτό πιστεύουν.
Αυτό με τη σειρά του δηλώνει δύο πράγματα, τα οποία πιθανότατα συμβαίνουν ταυτόχρονα:
Πρώτον, η αρνητική εμπειρία της μεγάλης κρίσης της περασμένης δεκαετίας έχει πολύ μεγάλη μνήμη, έχει σημαδέψει την εθνική κοινωνική ψυχολογία. Αυτό δεν αποκλείεται καθόλου να συμβαίνει στην πράξη, και παρατηρείται και σε όλες τις χώρες που την περασμένη δεκαετία πέρασαν από μνημόνια (βλ. Κύπρος, Ιρλανδία και Πορτογαλία). Στην Ελλάδα βεβαίως, η εμπειρία εκείνη ήταν πολύ πιο επώδυνη, μακρά σε διάρκεια οπότε πιθανότατα άφησε πολύ μεγαλύτερο κατάλοιπο ατομικής κατάθλιψης, ειδικά αφού αναπαράγεται και ενισχύεται από μια βιομηχανία μιντιακού πεσιμισμού, μιζεραμπλισμού και μηδενισμού.
Αντίστοιχη (αν και σαφώς μικρότερη) είναι η κατάσταση στην Κύπρο, εξ’ ου και το 22% που πήρε ο youtuber Φειδίας στις ευρωεκλογές, το οποίο είναι εντυπωσιακά κοντά με το 23% του πληθυσμού που νιώθουν φτωχοί στην Κύπρο.
Δεύτερον, δεν έχουμε καταφέρει να περάσουμε επαρκώς το μήνυμα ότι η ελληνική οικονομία έχει βελτιωθεί αισθητά.
Κατά συνέπεια, πρέπει να ενισχύσουμε την επικοινωνία μας για να αλλάξουμε αυτή την (προφανώς κατάφωρα λανθασμένη) κοινωνική αντίληψη σύμφωνα με την οποία η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων είναι οικονομικά εξαθλιωμένοι. Γιατί προφανώς δεν είναι.
Για να το κάνουμε αυτό, είναι απαραίτητο να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουν τα πράγματα οι opinion makers, δηλαδή οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο. Πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε περισσότερο στους δημοσιογράφους, στους βουλευτές μας και στα στελέχη μας, και να τους εξηγήσουμε πειστικά ότι η οικονομία πάει πολύ καλύτερα από ότι νομίζουν και λένε. Τότε, θα αρχίσουν και αυτοί να λένε περισσότερο την πραγματική ιστορία, και θα σταματήσουν το εθνικό «μοιρολόι» της κρίσης που αναπαράγουν τώρα.
Από εκεί και πέρα, για να συνεχίσουμε να βελτιωνόμαστε, και να καταγράφουμε υψηλότερο επίπεδο κοινωνικής ικανοποίησης και αποδοχής, πρέπει να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις, γιατί πράγματι υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα που κρατάνε την χώρα πίσω, και αν δεν τα φτιάξουμε, δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε όπως θέλουμε. Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας είναι το βαθύ κράτος και οι insiders του ιδιωτικού τομέα που έχουν συμμαχήσει με αυτό το βαθύ κράτος, εις βάρος των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα (οι οποίοι είναι και η μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα). Αλλά για αυτό το θέμα, χρειάζεται ξεχωριστή ανάλυση.
Μιχάλης Αργυρού, πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr