Οι ταλαίπωροι του ιδιωτικού τομέα
11.08.2024
20:25
Μόλις προχθές τα νέα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η επίσημη πολιτεία (έκθεση «Ηλιος») έδειξε ότι όσοι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα βγήκαν στη σύνταξη τον περασμένο Ιούνιο θα έχουν συντάξιμες αποδοχές κατά μέσον όρο 749,11 ευρώ
Oσοι εργάζονταν στον δημόσιο τομέα και συνταξιοδοτήθηκαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα θα λαμβάνουν σύνταξη 1.224,45 ευρώ κατά μέσον όρο. Η θηριώδης ψαλίδα ανάμεσα στις συντάξιμες αποδοχές του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα δεν είναι σημερινή υπόθεση. Δεκαετίες τώρα κυμαίνεται πάνω-κάτω σε ανάλογα επίπεδα.
Αν αφήσουμε τους συνταξιούχους και πάμε στους εργαζόμενους, έχουμε την εξής εικόνα, σύμφωνα επίσης με τα επίσημα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη». Το 2023 το 12,37% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είχε καθαρές αποδοχές κάτω από 500 ευρώ, το 41,31% 500-1.000 ευρώ, το 27,46% από 1.000 έως 1.500 ευρώ και με αποδοχές άνω των 1.500 ευρώ ήταν το 18,85%.
Οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια και επιβεβαιώνουν αυτά που όλοι γνωρίζουμε. Στην Ελλάδα οι μισθωτοί τα βγάζουν δύσκολα πέρα, αλλά πιο δύσκολα όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή η διαπίστωση δικαιολογεί με την καλύτερο τρόπο τα... επαγγελματικά στερεότυπα στον προσανατολισμό των νέων, εξηγεί τις κοινωνικές συμπεριφορές και δικαιώνει την ιστορική φράση του Θεόδωρου Πάγκαλου: «Εσείς μας ψηφίζατε κι εμείς σας διορίζαμε, μαζί τα φάγαμε».
Σε καμία περίπτωση, όμως, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στα δήθεν προνόμια των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Οι υψηλότερες αποδοχές και οι καλύτερες συντάξεις δεν κάνουν τους δημόσιους υπαλλήλους... προνομιούχους. Ούτε η σχετική ελαστικότητα στις εργασιακές τους υποχρεώσεις, ούτε η μονιμότητα, ούτε καν η ουσιαστική έλλειψη αξιολόγησης παρά τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες επιβολής της που γίνονται τα τελευταία χρόνια.
Το αληθινό πρόβλημα είναι οι πολύ χαμηλές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα και συνακόλουθα το ύψος των συντάξεων όταν έρθει η ώρα της... αποστρατείας. Τέσσερις φορές η κυβέρνηση Μητσοτάκη αύξησε τις κατώτατες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα που έφτασαν στα 830 ευρώ (μεικτά) έναντι των 650 ευρώ που ήταν το 2019, όταν ανέλαβε την εξουσία η Νέα Δημοκρατία. Ακόμη περισσότερες φορές ο ίδιος ο πρωθυπουργός παρότρυνε τους εργοδότες να δώσουν καλύτερες αμοιβές στους εργαζόμενους.
Εύκολο να το λες, αλλά δύσκολα υλοποιείται. Λίγες είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα με τα «ουρανοκατέβατα κέρδη» που μπορούν πραγματικά να εφαρμόσουν μια πολιτική ικανοποιητικών αμοιβών για τους εργαζόμενους και όσες μπορούν... δεν το πράττουν για να μη μειώσουν το μέγεθος της οικονομικής τους επιτυχίας και τα κέρδη των μετόχων τους. Οι υπόλοιπες, οι οποίες αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα, είναι μικρές επιχειρήσεις με περιορισμένους τζίρους που ασφυκτιούν από τον τραπεζικό δανεισμό, ενώ τα μη μισθολογικά κόστη είναι εκείνα που κυρίως απορροφούν τις δυνατότητές τους. Ουσιαστικά δεν μιλάμε για επιχειρήσεις, αλλά για αυτοαπασχολούμενους με καλές αποδοχές και υποαμειβόμενους «βοηθούς».
Αυτό, όμως, είναι ένα οικονομικό - επιχειρηματικό - αναπτυξιακό μοντέλο που δεν μπορεί να πάει μακριά. Ενδεικτικό του αδιεξόδου στο οποίο οδηγούμαστε είναι το φαινόμενο 800.000 ανέργων και ταυτόχρονα η... ύπαρξη 260.000 κενών θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με έρευνα της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, το 37% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα δηλώνει ότι έχει κενές θέσεις εργασίας και ότι λειτουργεί με λιγότερο προσωπικό από όσο απαιτείται. Και δεν μιλάμε μόνο για τον πρωτογενή τομέα, την εστίαση, τον τουρισμό και τις κατασκευές, αλλά και για μία στις δύο επιχειρήσεις που έχουν εξαγωγική δραστηριότητα. Τα αίτια δεν έχουν να κάνουν μόνο με την... έλλειψη διάθεσης, όπως ισχυρίζονται πολλοί αναλυτές, ή την έλλειψη προσόντων και δεξιοτήτων από τους υποψηφίους. Κοινός παρονομαστής για όλες τις περιπτώσεις είναι οι μη ελκυστικές αμοιβές. Η φυγή χιλιάδων νέων στο εξωτερικό και η άρνησή τους να επιστρέψουν συνδέεται ευθέως με τις χαμηλές αποδοχές.
Τα πρόβλημα είναι πολυσύνθετο και οι λύσεις δύσκολες. Ωστόσο, είναι ανάγκη να υπάρξει μια συντονισμένη προσπάθεια από όλους, με προεξάρχουσα την κυβέρνηση, που έχει και την τελική ευθύνη. Το πρώτο βήμα μπορεί να είναι η αναθεώρηση του... τρόπου και των στόχων της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ).
Αν αφήσουμε τους συνταξιούχους και πάμε στους εργαζόμενους, έχουμε την εξής εικόνα, σύμφωνα επίσης με τα επίσημα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη». Το 2023 το 12,37% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είχε καθαρές αποδοχές κάτω από 500 ευρώ, το 41,31% 500-1.000 ευρώ, το 27,46% από 1.000 έως 1.500 ευρώ και με αποδοχές άνω των 1.500 ευρώ ήταν το 18,85%.
Οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια και επιβεβαιώνουν αυτά που όλοι γνωρίζουμε. Στην Ελλάδα οι μισθωτοί τα βγάζουν δύσκολα πέρα, αλλά πιο δύσκολα όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή η διαπίστωση δικαιολογεί με την καλύτερο τρόπο τα... επαγγελματικά στερεότυπα στον προσανατολισμό των νέων, εξηγεί τις κοινωνικές συμπεριφορές και δικαιώνει την ιστορική φράση του Θεόδωρου Πάγκαλου: «Εσείς μας ψηφίζατε κι εμείς σας διορίζαμε, μαζί τα φάγαμε».
Σε καμία περίπτωση, όμως, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στα δήθεν προνόμια των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Οι υψηλότερες αποδοχές και οι καλύτερες συντάξεις δεν κάνουν τους δημόσιους υπαλλήλους... προνομιούχους. Ούτε η σχετική ελαστικότητα στις εργασιακές τους υποχρεώσεις, ούτε η μονιμότητα, ούτε καν η ουσιαστική έλλειψη αξιολόγησης παρά τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες επιβολής της που γίνονται τα τελευταία χρόνια.
Το αληθινό πρόβλημα είναι οι πολύ χαμηλές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα και συνακόλουθα το ύψος των συντάξεων όταν έρθει η ώρα της... αποστρατείας. Τέσσερις φορές η κυβέρνηση Μητσοτάκη αύξησε τις κατώτατες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα που έφτασαν στα 830 ευρώ (μεικτά) έναντι των 650 ευρώ που ήταν το 2019, όταν ανέλαβε την εξουσία η Νέα Δημοκρατία. Ακόμη περισσότερες φορές ο ίδιος ο πρωθυπουργός παρότρυνε τους εργοδότες να δώσουν καλύτερες αμοιβές στους εργαζόμενους.
Εύκολο να το λες, αλλά δύσκολα υλοποιείται. Λίγες είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα με τα «ουρανοκατέβατα κέρδη» που μπορούν πραγματικά να εφαρμόσουν μια πολιτική ικανοποιητικών αμοιβών για τους εργαζόμενους και όσες μπορούν... δεν το πράττουν για να μη μειώσουν το μέγεθος της οικονομικής τους επιτυχίας και τα κέρδη των μετόχων τους. Οι υπόλοιπες, οι οποίες αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα, είναι μικρές επιχειρήσεις με περιορισμένους τζίρους που ασφυκτιούν από τον τραπεζικό δανεισμό, ενώ τα μη μισθολογικά κόστη είναι εκείνα που κυρίως απορροφούν τις δυνατότητές τους. Ουσιαστικά δεν μιλάμε για επιχειρήσεις, αλλά για αυτοαπασχολούμενους με καλές αποδοχές και υποαμειβόμενους «βοηθούς».
Αυτό, όμως, είναι ένα οικονομικό - επιχειρηματικό - αναπτυξιακό μοντέλο που δεν μπορεί να πάει μακριά. Ενδεικτικό του αδιεξόδου στο οποίο οδηγούμαστε είναι το φαινόμενο 800.000 ανέργων και ταυτόχρονα η... ύπαρξη 260.000 κενών θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με έρευνα της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, το 37% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα δηλώνει ότι έχει κενές θέσεις εργασίας και ότι λειτουργεί με λιγότερο προσωπικό από όσο απαιτείται. Και δεν μιλάμε μόνο για τον πρωτογενή τομέα, την εστίαση, τον τουρισμό και τις κατασκευές, αλλά και για μία στις δύο επιχειρήσεις που έχουν εξαγωγική δραστηριότητα. Τα αίτια δεν έχουν να κάνουν μόνο με την... έλλειψη διάθεσης, όπως ισχυρίζονται πολλοί αναλυτές, ή την έλλειψη προσόντων και δεξιοτήτων από τους υποψηφίους. Κοινός παρονομαστής για όλες τις περιπτώσεις είναι οι μη ελκυστικές αμοιβές. Η φυγή χιλιάδων νέων στο εξωτερικό και η άρνησή τους να επιστρέψουν συνδέεται ευθέως με τις χαμηλές αποδοχές.
Τα πρόβλημα είναι πολυσύνθετο και οι λύσεις δύσκολες. Ωστόσο, είναι ανάγκη να υπάρξει μια συντονισμένη προσπάθεια από όλους, με προεξάρχουσα την κυβέρνηση, που έχει και την τελική ευθύνη. Το πρώτο βήμα μπορεί να είναι η αναθεώρηση του... τρόπου και των στόχων της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ).
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr