12:04: Το τέλος της μακαριότητάς μας
27.10.2021
12:40
25 Οκτωβρίου. 12:04. Λιτό ανακοινωθέν από το Νοσοκομείο Ευαγγελισμός. «Σήμερα στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός απεβίωσε η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ Φώφη Γεννηματά μετά από πολυετή μάχη και παρά τις προσπάθειες των θεραπόντων γιατρών». Είχε προηγηθεί ο αντίλαλος των κακών μαντάτων. «Κρίσιμη η κατάσταση». Τί κανει νιάου, νιάου στα κεραμίδια; Και, όμως, και πάλι σφυρίζαμε αδιάφοροι…
Οι μηχανισμοί άμυνας στο φουλ. Εντέλει, η είδηση που διαχύθηκε με ταχύτητα φωτός μέσω του Διαδικτύου, των σόσιαλ μίντια, της τηλεόρασης και πάει λέγοντας, μετέτρεψε μία συνηθισμένη Δευτέρα, σε ημέρα συλλογικού πένθους. Το αίσθημα οδύνης που προκάλεσε η απώλεια της Φώφης Γεννηματά στον απλό κόσμο, υπερέβαινε την πολιτική. Για την ακρίβεια, ελάχιστη σχέση είχε μαζί της.
Θα έλεγε κανείς ότι η μόνη σύνδεση ήταν ότι με όχημα αυτήν, η 56χρονη Γεννηματά είχε γίνει γνωστή, οικεία, μία σταθερά στο πανελλήνιο. Ο θάνατός της λειτούργησε ως έναυσμα για να πενθήσουμε όλα όσα νιώθουμε ότι χάνουμε, όλα αυτά που φοβόμαστε ότι ενδέχεται να χάσουμε και όλους εκείνους, τους ενδόμυχους φόβους που διαχρονικά λιμνάζουν, δηλητηριάζοντας το μέσα μας.
Το φευγιό της λειτούργησε σαν χαστούκι στην υπαρξιακή μας μακαριότητα. Μπορεί η διαπίστωση του αναπόδραστου του θανάτου να μας κυνηγάει από τα μικράτα μας («ναι αγάπη μου, όλοι κάποια στιγμή πεθαίνουμε και πάμε στον ουρανό. Εκεί πήγε και η γιαγιά/ ο αγαπημένος μας σκύλος/ η μαμά του γείτονα», και και άλλα ), αλλά η κεκτημένη ταχύτητα της ζωής εκμηδενίζει την σκιά του θανάτου. Κάπου-κάπου, η σκιά αυτή γιγαντώνεται και καταρρίπτει όλες τις ψευδαισθήσεις που μας συντηρούν σ ένα είδος καταστολής. Ε, αυτό συνέβη και τώρα! Πώς να αγνοήσει κανείς ότι μία γυναίκα που έδινε τον πολιτικό της αγώνα, εμφανιζόμενη απαστράπτουσα στην τηλεόραση στις 9 Οκτωβρίου, μονάχα λίγες ημέρες αργότερα, δεν υπάρχει. Όχι, αυτό παραείναι. Το μηδέν, το άπειρο, ό,τι μας παραλύει και το ξορκίζουμε καθημερινά, επέστρεψε να μας καταπιεί. Ήταν πλέον αδύνατον να προσποιηθούμε ότι δεν το είδαμε, δεν το νιώσαμε, δεν κατανοήσαμε τί συμβαίνει.
Η Φώφη Γεννηματά χάθηκε. Η γυναίκα που βρισκόταν μέχρι χθες μπροστά από τις κάμερες, συμμετείχε στα σημαντικότερα πολιτικά γεγονότα, τα συμβούλια, τις διαπραγματεύσεις, τις κρίσεις, τις εκλογικές διαμάχες, το οικείο αυτό πρόσωπο που είτε διαφωνούσες, είτε συμφωνούσες ήταν πάντα εκεί, έφυγε. Τσουπ! Εξαφανίστηκε. Το χτύπημα παραείναι ακαριαίο για να το αγνοήσουμε αυτή τη φορά.
Ο πόνος και το σοκ μεταδόθηκε σε γυναίκες που δεν τη γνώριζαν, ξεσπώντας σε κλάμματα στο λουτρό ενός κομμωτηρίου. Εργαζόμενοι σε γραφεία, δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Χαριλάου Τρικούπη, απαριθμούσαν τα παιδιά της, συγκρίνοντας τις ηλικίες τους με τα δικά τους τέκνα. Και τότε είναι που ακολούθησε και η αποκωδικοποίηση. Έτσι πράττει ο ανθρώπινος νους: ερμηνεύει, εξορθολογίζει, φέρνει στα μέτρα του, φιλοσοφεί. Και πάλι στο στάδιο αυτό, η Φώφη Γεννηματά λειτούργησε ως φάρος στην πίσσα του σκοταδιού.
Διότι, στη θεωρία καλό ακούγεται ότι ο φόβος και όχι ο θάνατος είναι που κάνει αβίωτη τη ζωή. Μας το έχουν ξαναπεί. Στην περίπτωση αυτή, όμως, η Γεννηματά το απέδειξε. Τον θάνατο τον είδε, τον βίωσε, τον πάλεψε, τον νίκησε και πάλι από την αρχή. Τον φόβο, όμως, τον εξάλειψε. Δεν μπορεί να γνωρίζουμε αν είχε μελετήσει τους στωικούς φιλόσοφους, αλλά εκείνη υλοποίησε τις θεωρίες τους. Τακτοποίησε τους λογαριασμούς της, υπενθυμίζοντάς μας ότι η ζωή είναι απεριόριστη. Και όλα αυτά, με τη ζεστασιά της υπέρτατης θηλυκής ύπαρξης: της κόρης, της αδελφής, της γυναίκας που ποθεί τη μητρότητα, της μετέπειτα μητέρας. Εκείνης που υφαίνει τη φόδρα της καθημερινότητας ως κουκούλι για τους δικούς της. Εκείνης που βρίσκει την ηδονή σε ένα καθημερινό βραδινό τραπέζι.
Τώρα που θα τη συνοδεύσουμε στο τελευταίο της ταξίδι, λίγο πριν το χειροκρότημα και το ψέλισμα της λέξης «αθάνατη», τώρα μαθαίνουμε για την υπέρβαση των ορίων της ανθρώπινης φύσης της. Για τους πόνους, για τις λιποθυμίες, για την επίμονη ταλαιπωρία, για την καθημερινή μάχη έναντι της βιολογικής φθοράς που επιφέρει ο καρκίνος. Οκτώ γράμματα, μία λέξη που χωράει ολάκερη την ευθραυστότητα της ζωής. Κ-Α-Ρ-Κ-Ι-Ν-Ο-Σ. Και, όμως, σαν να μην ακούγεται τόσο τρομαχτικός πια. Ειδικά, όταν είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια, μία γυναίκα να κερδίζει την ελευθερία εκείνων των λίγων και εκλεκτών που νικούν το φόβο και προχωρούν, μέχρι να τους σταματήσουν.
12:04. Δευτέρα. Τότε σταμάτησε μία ζωή άξια να τη ζεις. Μια ζωή πέρα από την «ευτέλεια» της επιβίωσης. Αυτή η ζωή των 56 ετών, δίνει νόημα και στους υπόλοιπους τώρα. Σε αυτούς που κλήθηκαν, θέλοντας και μη να επανανοηματοδοτήσουν τη δική τους ζωή. Αυτή που δύναται να αποκτήσει νόημα. Ευχαριστούμε Φώφη Γεννηματά για την υπενθύμιση της θνησιμότητάς μας, αλλά και της υπερδύναμής μας: την ικανότητά μας να δίνουμε νόημα σε όσα μεσολαβούν μεταξύ της απραξίας πριν τη γέννηση και της σιωπής μετά το τέλος.
Υ.Γ: Κανείς δεν σιωπά μπροστά στο δικό σου. Φεύγεις με τον θόρυβο που σου αναλογεί.
Θα έλεγε κανείς ότι η μόνη σύνδεση ήταν ότι με όχημα αυτήν, η 56χρονη Γεννηματά είχε γίνει γνωστή, οικεία, μία σταθερά στο πανελλήνιο. Ο θάνατός της λειτούργησε ως έναυσμα για να πενθήσουμε όλα όσα νιώθουμε ότι χάνουμε, όλα αυτά που φοβόμαστε ότι ενδέχεται να χάσουμε και όλους εκείνους, τους ενδόμυχους φόβους που διαχρονικά λιμνάζουν, δηλητηριάζοντας το μέσα μας.
Το φευγιό της λειτούργησε σαν χαστούκι στην υπαρξιακή μας μακαριότητα. Μπορεί η διαπίστωση του αναπόδραστου του θανάτου να μας κυνηγάει από τα μικράτα μας («ναι αγάπη μου, όλοι κάποια στιγμή πεθαίνουμε και πάμε στον ουρανό. Εκεί πήγε και η γιαγιά/ ο αγαπημένος μας σκύλος/ η μαμά του γείτονα», και και άλλα ), αλλά η κεκτημένη ταχύτητα της ζωής εκμηδενίζει την σκιά του θανάτου. Κάπου-κάπου, η σκιά αυτή γιγαντώνεται και καταρρίπτει όλες τις ψευδαισθήσεις που μας συντηρούν σ ένα είδος καταστολής. Ε, αυτό συνέβη και τώρα! Πώς να αγνοήσει κανείς ότι μία γυναίκα που έδινε τον πολιτικό της αγώνα, εμφανιζόμενη απαστράπτουσα στην τηλεόραση στις 9 Οκτωβρίου, μονάχα λίγες ημέρες αργότερα, δεν υπάρχει. Όχι, αυτό παραείναι. Το μηδέν, το άπειρο, ό,τι μας παραλύει και το ξορκίζουμε καθημερινά, επέστρεψε να μας καταπιεί. Ήταν πλέον αδύνατον να προσποιηθούμε ότι δεν το είδαμε, δεν το νιώσαμε, δεν κατανοήσαμε τί συμβαίνει.
Η Φώφη Γεννηματά χάθηκε. Η γυναίκα που βρισκόταν μέχρι χθες μπροστά από τις κάμερες, συμμετείχε στα σημαντικότερα πολιτικά γεγονότα, τα συμβούλια, τις διαπραγματεύσεις, τις κρίσεις, τις εκλογικές διαμάχες, το οικείο αυτό πρόσωπο που είτε διαφωνούσες, είτε συμφωνούσες ήταν πάντα εκεί, έφυγε. Τσουπ! Εξαφανίστηκε. Το χτύπημα παραείναι ακαριαίο για να το αγνοήσουμε αυτή τη φορά.
Ο πόνος και το σοκ μεταδόθηκε σε γυναίκες που δεν τη γνώριζαν, ξεσπώντας σε κλάμματα στο λουτρό ενός κομμωτηρίου. Εργαζόμενοι σε γραφεία, δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Χαριλάου Τρικούπη, απαριθμούσαν τα παιδιά της, συγκρίνοντας τις ηλικίες τους με τα δικά τους τέκνα. Και τότε είναι που ακολούθησε και η αποκωδικοποίηση. Έτσι πράττει ο ανθρώπινος νους: ερμηνεύει, εξορθολογίζει, φέρνει στα μέτρα του, φιλοσοφεί. Και πάλι στο στάδιο αυτό, η Φώφη Γεννηματά λειτούργησε ως φάρος στην πίσσα του σκοταδιού.
Διότι, στη θεωρία καλό ακούγεται ότι ο φόβος και όχι ο θάνατος είναι που κάνει αβίωτη τη ζωή. Μας το έχουν ξαναπεί. Στην περίπτωση αυτή, όμως, η Γεννηματά το απέδειξε. Τον θάνατο τον είδε, τον βίωσε, τον πάλεψε, τον νίκησε και πάλι από την αρχή. Τον φόβο, όμως, τον εξάλειψε. Δεν μπορεί να γνωρίζουμε αν είχε μελετήσει τους στωικούς φιλόσοφους, αλλά εκείνη υλοποίησε τις θεωρίες τους. Τακτοποίησε τους λογαριασμούς της, υπενθυμίζοντάς μας ότι η ζωή είναι απεριόριστη. Και όλα αυτά, με τη ζεστασιά της υπέρτατης θηλυκής ύπαρξης: της κόρης, της αδελφής, της γυναίκας που ποθεί τη μητρότητα, της μετέπειτα μητέρας. Εκείνης που υφαίνει τη φόδρα της καθημερινότητας ως κουκούλι για τους δικούς της. Εκείνης που βρίσκει την ηδονή σε ένα καθημερινό βραδινό τραπέζι.
Τώρα που θα τη συνοδεύσουμε στο τελευταίο της ταξίδι, λίγο πριν το χειροκρότημα και το ψέλισμα της λέξης «αθάνατη», τώρα μαθαίνουμε για την υπέρβαση των ορίων της ανθρώπινης φύσης της. Για τους πόνους, για τις λιποθυμίες, για την επίμονη ταλαιπωρία, για την καθημερινή μάχη έναντι της βιολογικής φθοράς που επιφέρει ο καρκίνος. Οκτώ γράμματα, μία λέξη που χωράει ολάκερη την ευθραυστότητα της ζωής. Κ-Α-Ρ-Κ-Ι-Ν-Ο-Σ. Και, όμως, σαν να μην ακούγεται τόσο τρομαχτικός πια. Ειδικά, όταν είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια, μία γυναίκα να κερδίζει την ελευθερία εκείνων των λίγων και εκλεκτών που νικούν το φόβο και προχωρούν, μέχρι να τους σταματήσουν.
12:04. Δευτέρα. Τότε σταμάτησε μία ζωή άξια να τη ζεις. Μια ζωή πέρα από την «ευτέλεια» της επιβίωσης. Αυτή η ζωή των 56 ετών, δίνει νόημα και στους υπόλοιπους τώρα. Σε αυτούς που κλήθηκαν, θέλοντας και μη να επανανοηματοδοτήσουν τη δική τους ζωή. Αυτή που δύναται να αποκτήσει νόημα. Ευχαριστούμε Φώφη Γεννηματά για την υπενθύμιση της θνησιμότητάς μας, αλλά και της υπερδύναμής μας: την ικανότητά μας να δίνουμε νόημα σε όσα μεσολαβούν μεταξύ της απραξίας πριν τη γέννηση και της σιωπής μετά το τέλος.
Υ.Γ: Κανείς δεν σιωπά μπροστά στο δικό σου. Φεύγεις με τον θόρυβο που σου αναλογεί.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr