Πώς θα απογειωθεί η αγροτική παραγωγή

Η γεωργική παραγωγή στην Ελλάδα έφτανε μέχρι πρόσφατα στο 6,5% του ΑΕΠ ή στα 12,5 δισ. ευρώ. Βέβαια, το σημαντικότερο δεν είναι η αγροτική παραγωγή αυτή καθαυτή, αλλά ο τζίρος των συσκευασμένων προϊόντων που παράγονται ή εισάγονται, μεταποιούνται και εξάγονται, όπου, για παράδειγμα, η Νέα Ζηλανδία παράγει 7 δισ. ευρώ και εξάγει 23 δισ., ενώ η Ελλάδα παράγει 12 δισ. και εξάγει μόλις 5 δισ. Η δε Ολλανδία εξάγει αγροτικά προϊόντα αξίας 95 δισ. ευρώ. 

Επομένως, μικρές χώρες όπως η Ελλάδα πρέπει να κατανοήσουν ότι το μέλλον βρίσκεται στην παραγωγή προϊόντων εντάσεως τεχνολογίας και όχι μόνο στη βασική πρωτογενή παραγωγή. Τα παραδείγματα προς μίμηση βρίσκονται στην Ολλανδία, το Ισραήλ, τη Νέα Ζηλανδία, τη Δανία. Η Ολλανδία παράγει αγροτικά προϊόντα σε αξία 1.700 ευρώ το στρέμμα, το Ισραήλ 1.290 και η Ελλάδα μόλις 190 ευρώ. Μόνο από τον συγκεκριμένο τομέα, λοιπόν, θα μπορούσαν να εξαπλασιαστούν οι εξαγωγές μας, καθώς επίσης να αυξηθεί το ΑΕΠ της χώρας κατά 25 δισ. ευρώ εάν πολύ απλά μιμούμασταν το παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας, πόσο μάλλον της Ολλανδίας ή της Δανίας.

Τι έκαναν οι χώρες με τις επιτυχημένες αγροτικές πολιτικές; Σε αυτές τις χώρες η αγροτική παραγωγή έχει οργανωθεί -με τη βοήθεια της Πολιτείας πρωτίστως- σε μεγάλες καθετοποιημένες μονάδες (παραγωγής - μεταποίησης - εμπορίας), οι οποίες στήθηκαν είτε από σύγχρονους συνεταιρισμούς είτε από ανώνυμες εταιρείες στις οποίες οι αγρότες έχουν εκχωρήσει τη γη τους με αντάλλαγμα μετοχές. Αυτό τους έχει δώσει τη δυνατότητα να απασχολούν επαγγελματίες υψηλού επιστημονικού επιπέδου σε όλα τα πόστα (γεωπόνους, τεχνολόγους, οικονομολόγους, μάνατζερ), να καταμερίζουν την εργασία, να έχουν πρόσβαση σε μοντέρνες μεθόδους χρηματοδότησης, να κάνουν διαφήμιση και να έχουν επιρροή. Τους επιτρέπει επίσης να ασφαλίζουν τις παραγωγές τους, να εισπράττουν μέρισμα από τα κέρδη, αλλά και μισθό και ασφάλιση από την προσωπική τους εργασία.

Η παραπάνω διεθνής εμπειρία αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία εθνικής αγροτικής πολιτικής στην Ελλάδα. Ο αγροτικός τομέας αποτελεί τομέα αιχμής στη νέα προσπάθεια της χώρας να διπλασιάσει τις συνολικές εξαγωγές της. Η επιτυχία της προσπάθειας αυτής θα ενισχύσει την πληθυσμιακή και περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και, μακροπρόθεσμα, έχει τις προϋποθέσεις να αναστρέψει το δημογραφικό πρόβλημα.
Βασική αρχή της νέας στρατηγικής για τον αγροτικό πληθυσμό είναι ότι για να παραμείνουν οι αγρότες στη γη τους και να αναπτυχθούν, θα πρέπει να πληρούνται δύο προϋποθέσεις: α) εξασφάλιση για την απορρόφηση της παραγωγής τους και β) μείωση της διακύμανσης των ετήσιων εισοδημάτων τους.

Το πρώτο βήμα για την επίτευξη των παραπάνω στόχων είναι η ίδρυση ενός ιδιωτικού φορέα αγροτικών εξαγωγών, ο οποίος θα λειτουργεί με βάση τις αρχές της συμβολαιακής γεωργίας.

Η Σύμβαση Συμβολαιακής Γεωργίας θα συνάπτεται κατ’ έτος μεταξύ του φορέα και των ενδιαφερόμενων αγροτών και θα βασίζεται στα εξής στοιχεία: α) στη δέσμευση του φορέα να απορροφά τη διαθέσιμη αγροτική παραγωγή σε επαρκείς τιμές, χωρίς καμία διαμεσολάβηση, β) στους αγρότες οι οποίοι θα παρέχουν πληροφορίες για το είδος της παραγωγής, τις ποσότητες, την αιτούμενη τιμή και την πρόβλεψη παραγωγής για την επόμενη οικονομική χρήση, γ) στη δημιουργία από τον φορέα πανελλήνιου δικτύου συγκέντρωσης και μεταφοράς της αγροτικής παραγωγής σε 2-3 εργοστάσια μεταποίησης, με κατάλληλη γεωγραφική τοποθέτηση για να καλύπτουν όλη τη χώρα, δ) στην ασφαλιστική κάλυψη για την προστασία του εισοδήματος των αγροτών από φυσικές καταστροφές και λοιπούς κινδύνους, ε) στην πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους, στ) στους ευνοϊκούς όρους για την προμήθεια αγροτικών εφοδίων και ζ) στις συμβουλευτικές υπηρεσίες για τις κατάλληλες αγροτικές καλλιέργειες.

Ο φορέας θα συγκεντρώνει, μεταποιεί και εξάγει την αγροτική παραγωγή. Η προστιθέμενη αξία θα προέρχεται όχι μόνο από το επαγγελματικό μάρκετινγκ, αλλά κυρίως από την ιδιοφυή διαδικασία μεταποίησης και συσκευασίας των προϊόντων της ελληνικής γης. Ιδιαίτερη σημασία θα έχει η ικανότητά του να δημιουργήσει ένα διεθνές brand για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα. Αυτό θα του παρέχει την ευχέρεια να προσφέρει επαρκείς τιμές στους παραγωγούς. Η επάρκεια των τιμών θα ενισχυθεί και από την εξαφάνιση του χονδρεμπορικού και λιανεμπορικού περιθωρίου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών κινήτρων για προσέλκυση-παραμονή στην ύπαιθρο καθώς και τη συνεχή αύξηση της αγροτικής παραγωγής.

Τα απαιτούμενα κεφάλαια για την ίδρυση και λειτουργία του φορέα, με βάση σχετικό business plan, ανέρχονται στα 80-150 εκατ. ευρώ, ανάλογα με τη στρατηγική που θα επιλεγεί: το μικρότερο ποσό θα χρειαστεί στην περίπτωση της συμβολαιακής γεωργίας και το μεγαλύτερο στην περίπτωση των εξαγορών και συγχωνεύσεων υφιστάμενων μονάδων μεταποίησης γεωργικών προϊόντων.

Τα οφέλη από τη λειτουργία ενός μεγάλου φορέα αγροτικών εξαγωγών, με τις προτεινόμενες προδιαγραφές, είναι τα εξής: α) σημαντική ενίσχυση του εθνικού στόχου για διπλασιασμό των εξαγωγών, β) ενίσχυση της τάσης επιστροφής εργαζομένων στην Περιφέρεια και αναζωογόνηση του κοινωνικού ιστού, με πολύ ευεργετικές συνέπειες για το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, γ) ενίσχυση κινήτρων συνεχούς αύξησης της αγροτικής παραγωγής λόγω των σχετικά επαρκών τιμών και της ασφαλιστικής κάλυψης του εισοδήματος των αγροτών, δ) δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας στον επίσημο τομέα της οικονομίας, με πλήρη φορολόγηση των εισοδημάτων και καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών και ε) ενίσχυση του ΑΕΠ με παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες στο παρελθόν ανήκαν στην παραοικονομία.

Το συμπέρασμα είναι ότι εάν ακολουθήσουμε το παράδειγμα των μικρών χωρών με τους εξελιγμένους τεχνολογικά αγροτικούς τομείς, μπορούμε να αυξήσουμε εντυπωσιακά την αγροτική παραγωγή και να μετατρέψουμε έναν οπισθοδρομικό τομέα σε ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τη χώρα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr