Η εκπαίδευση, μόνη λύση για το δημογραφικό

Σε προηγούμενο άρθρο («Πρώτο Θέμα», 30/6/2019) έχουμε διατυπώσει την άποψη ότι το δημογραφικό πρόβλημα απειλεί την εθνική επιβίωση της χώρας και μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αύξηση των γεννήσεων, την παλιννόστηση Ελλήνων μεταναστών και ομογενών, καθώς και τις επιλεγμένες ροές αλλοδαπών μεταναστών. Αυτά τα μέτρα, όμως, αποτελούν την «αναγκαία συνθήκη» για την επιβίωση της χώρας μακροχρόνια

Η «ικανή συνθήκη» είναι η δραστική αναβάθμιση της εκπαίδευσης, η οποία: (α) θα συμβάλει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, και (β) θα σφυρηλατήσει την εθνική συνείδηση, η οποία αποτέλεσε την ενοποιητική ουσία του Ελληνισμού στους αιώνες της Ιστορίας του.

Η εκπαιδευτική διαδικασία στην Ελλάδα διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων σε όλη τη διάρκεια του νέου ελληνικού κράτους μέχρι τη Μεταπολίτευση. Στη διάρκειά της το σκληρό και απαιτητικό σύστημα εκπαίδευσης της χώρας άρχισε να αποκτά σημαντικά περιθώρια αυξανόμενης ελαστικότητας με την πάροδο του χρόνου. Το σημερινό άθλιο επίπεδο εκπαίδευσης, με βάση διεθνείς συγκριτικές μελέτες αλλά και την απλή παρατήρηση των χώρων των πανεπιστημίων, απεικονίζει τη διαχρονική αδιαφορία των διαδοχικών κυβερνήσεων στον πιο σημαντικό παράγοντα που καθορίζει τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της χώρας. Αυτό δεν αφορά μόνο τις εθνομηδενιστικές κυβερνήσεις που συνειδητά στοχεύουν στην πνευματική ισοπέδωση του πληθυσμού, αλλά και τις κυβερνήσεις του Κέντρου και της Δεξιάς. Η μεταπολιτευτική κουλτούρα των «δικαιωμάτων» επεκτάθηκε ταχύτατα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Στα δημοτικά και τα γυμνάσια, με την πίεση των γονέων, οι εκπαιδευτικοί ελαστικοποίησαν τα κριτήρια αξιολόγησης των μαθητών, ενώ το αρμόδιο υπουργείο δεν αξιολόγησε ποτέ τη δουλειά των διδασκάλων. Η «δωρεάν δημόσια εκπαίδευση» οδηγούσε το σύνολο των μαθητών του Λυκείου στα φροντιστήρια για τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια. Ο λαϊκισμός των κυβερνήσεων κατάργησε ακόμα και τη βάση του «10» για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα να έχει σήμερα η χώρα μας τους περισσότερους πτυχιούχους (σε σχέση με τον πληθυσμό) στην Ευρώπη, ενώ αργά αλλά σταθερά απομειώθηκε και εξαφανίστηκε η επαγγελματική εκπαίδευση, που αποτέλεσε τη βάση της ελληνικής οικονομίας μέχρι τη Μεταπολίτευση. Επειδή η ανασυγκρότηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι πλέον ο κυριότερος παράγοντας για την επιβίωση της χώρας, προτείνονται τέσσερις δέσμες πολιτικών:

Πρώτον, ο ανασχεδιασμός της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στη βάση νέων προτύπων και λαμβάνοντας υπόψη τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές, ούτως ώστε να αυξηθούν σημαντικά οι γνώσεις των μαθητών. Ακριβώς στο επίπεδο αυτό χτίζεται και η εθνική συνείδηση.

Δεύτερον, η μετατροπή των Λυκείων σε σχολές προετοιμασίας για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των μαθητών, με κατεύθυνση είτε τα πανεπιστήμια (για όσους μπορούν να περάσουν τις εισαγωγικές εξετάσεις), είτε την επαγγελματική εκπαίδευση για όσους το επιθυμούν ή για όσους αποτυγχάνουν να εισέλθουν σε αυτά. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς έχει ολοκληρωθεί σχετική μελέτη για την επαναθεμελίωση της επαγγελματικής εκπαίδευσης στη χώρα με βάση το αντίστοιχο μοντέλο της Γερμανίας. Η προβλεπόμενη πιστοποίηση των αποφοίτων των επαγγελματικών σχολών θα δημιουργήσει τα «μεσαία» στελέχη που αναζητούν ματαίως οι ελληνικές επιχειρήσεις μεταξύ των σημερινών πτυχιούχων των πανεπιστημίων.

Τρίτον, η Ανώτατη Εκπαίδευση χρειάζεται μία μόνο μεταρρύθμιση: την πλήρη αυτονόμηση των πανεπιστημίων από το υπουργείο Παιδείας, ιδιαίτερα μετά τα όσα συνέβησαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων από το κράτος μπορεί να διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα, με την προϋπόθεση ότι τα πανεπιστήμια θα οργανώσουν ελεύθερα τις προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές, ώστε να αντλήσουν πρόσθετα έσοδα, όπως προτείνεται παρακάτω. Σε μια τέτοια περίπτωση, και σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των φοιτητών, τα ελληνικά πανεπιστήμια θα είναι σε θέση να απογειώσουν τις επιδόσεις τους.

Τέλος, το επιστέγασμα των παραπάνω μέτρων θα είναι η ανάπτυξη της εξωστρέφειας των ελληνικών πανεπιστημίων με την ανάπτυξη προγραμμάτων σπουδών στην αγγλική γλώσσα, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο, με στόχο την προσέλκυση φοιτητών από την Ανατολική Ευρώπη, τη Ρωσία, τη Μέση Ανατολή, την Κίνα και την Αφρική. Τα αναμενόμενα αποτελέσματα θα είναι: (α) η οικονομική ενίσχυση των πανεπιστημίων από τα δίδακτρα που θα εισπράττουν, (β) η σημαντική αύξηση του διδακτικού και του διοικητικού προσωπικού, (γ) η δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας και η αναζωογόνηση των τοπικών οικονομιών σε όλες τις περιφέρειες της χώρας όπου υπάρχουν πανεπιστήμια, και (δ) η καταξίωση της Ελλάδας ως διεθνούς εκπαιδευτικού κέντρου, γεγονός που είναι απόλυτα συμβατό με την Ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας. Εάν είχαμε ανοίξει τα πανεπιστήμιά μας προς μια τέτοια κατεύθυνση στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ενωση, θα είχαμε αναλάβει την εκπαίδευση του μεγαλύτερου μέρους των νέων γενεών των χωρών των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών στα γνωστικά αντικείμενα των Οικονομικών, των Χρηματοοικονομικών και της Διοίκησης Επιχειρήσεων. Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το υφιστάμενο σύστημα εκπαίδευσης προκαλεί μόνιμη βλάβη στα συμφέροντα της χώρας. Μια ριζική μεταρρύθμιση, αφενός, θα δημιουργήσει τις συνθήκες σφυρηλάτησης της εθνικής συνείδησης που θα είναι απαραίτητη για τις επόμενες δεκαετίες όταν η χώρα θα προσπαθεί να αντιστρέψει τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού και, αφετέρου, θα συμβάλει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, καθώς και στη δημιουργία του μεγαλύτερου εκπαιδευτικού κέντρου στη ΝΑ Ευρώπη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr