Τα μακαρόνια, ο ΦΠΑ και τα μονοπώλια
03.12.2024
06:34
Μέσα σε λίγα 24ωρα το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να κάνει δυο διαφορετικές προτάσεις για τη μείωση του ΦΠΑ
Η πρώτη, από τον πρόεδρο του Νίκο Ανδρουλάκη, προέβλεπε τη μείωση του σε όλα τα προϊόντα κατά δύο μονάδες. Η δεύτερη, μετά από μια σύντομη αντιπαράθεση με τη ΝΔ, περιορίστηκε στη μείωση του ΦΠΑ σε μερικά βασικά προϊόντα για την ανακούφιση των ασθενέστερων ομάδων από την ακρίβεια. Και οι δυο προτάσεις άφησαν πολλά ερωτηματικά.
Ο κ. Ανδρουλάκης υποστήριξε κατ αρχάς ότι θα μπορούσε να είναι στόχος τριετίας, η γενική μείωση του ΦΠΑ σε όλα τα προϊόντα. Ανέπτυξε ωστόσο μια πρωτότυπη πειραματική μέθοδο για την υλοποίηση της πρότασης του. Μειώνουμε, είπε, τον ΦΠΑ κατά 2%, και αν τα έσοδα μείνουν σταθερά, τότε πάμε παρακάτω. Όπως διευκρίνισε μάλιστα ο εκπρόσωπος του κόμματος, για τον έλεγχο των εσόδων θα γίνεται επανεξέταση του μέτρου ανά τρίμηνο.
Το πρώτο και μικρότερο πρόβλημα είναι το προφανές: δεν κάνεις προϋπολογισμό χωρίς να έχεις εκτίμηση για το κόστος ενός μέτρου. Το δεύτερο πρόβλημα είναι επί της ουσίας: πώς γίνεται όταν αυξάνεις τον ΦΠΑ κατά μία μονάδα να έχεις επιπλέον έσοδα και όταν τον μειώνεις τα έσοδα να παραμένουν σταθερά; Ακόμα και αν είναι υπερβολική η εκτίμηση της κυβέρνησης ότι οι δύο μονάδες θα κοστίσουν 3 δισ, σίγουρα μιλάμε για αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια για κάθε μονάδα μείωσης του φόρου.
Εδώ παρενέβη ο εκπρόσωπος του κόμματος με οικονομική λογική της εποχής «λεφτά υπάρχουν», εξηγώντας ότι η μείωση της τιμής θα οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια στη διατήρηση ή και την αύξηση των εσόδων! Πώς δεν το έχουμε καταλάβει τόσα χρόνια, δεν το χωρά ο νους μου. Θα αρκούσε φυσικά να κάνει λίγες πράξεις με την απλή μέθοδο των τριών, για να καταλάβει πόσο παράλογη είναι αυτή η άποψη. Για να το πούμε πιο τεχνικά, η διατήρηση των σταθερών εσόδων προϋποθέτει έναν εξωπραγματικό πολλαπλασιαστή.
Το ΠΑΣΟΚ φυσικά έχει δίκιο όταν λέει ότι την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ κατά δύο μονάδες, την είχε κάνει πρώτα η Νέα Δημοκρατία, πριν από τις εκλογές του 2019. Δύο λάθη ωστόσο, δεν κάνουν ένα σωστό. Απλώς επιβεβαιώνουν ότι κανένα κόμμα δεν είναι άτρωτο στον λαϊκισμό, τουλάχιστον όσο είναι στην αντιπολίτευση. Δίκιο έχει το ΠΑΣΟΚ και για την επισήμανση ότι η σχέση άμεσων και έμμεσων φόρων στην Ελλάδα είναι άδικη και επιβαρύνει αναλογικά περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους. Η λύση ωστόσο δεν είναι η μείωση του ΦΠΑ. Όχι χωρίς να βρεθούν οι άμεσοι φόροι που θα πρέπει να αυξηθούν για να παραμείνουν σταθερά τα έσοδα.
Στη δεύτερη εκδοχή της, για μείωση δύο μονάδων σε βασικά αγαθά, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Και πάλι φυσικά έγινε πρόχειρα, χωρίς να πει σε ποια αγαθά. Αυτό έχει σημασία όχι μόνο για να υπολογιστεί το κόστος του μέτρου. Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει η κοινωνική εμβέλεια της μείωσης εξαρτάται ευθέως από τα προϊόντα που θα επιλεγούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα η μείωση, πχ στη διασκέδαση και τον πολιτισμό, μπορεί να ευνοεί τους πιο εύπορους.
Παρόλα αυτά η μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης έχει ορισμένα σημαντικά πλεονεκτήματα. Γι αυτό και τον καιρό της έξαρσης του πληθωρισμού υιοθετήθηκε ως προσωρινό μέτρο από ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Το πιο βασικό είναι ότι περνά άμεσα στους καταναλωτές. Η εμπειρία στην Ισπανία μάλιστα έδειξε ότι η μείωση πέρασε ολόκληρη στις τιμές των σούπερ μάρκετ, αν και σύμφωνα με άλλες έρευνες δεν ισχύει το ίδιο για τα μικρότερα καταστήματα.
Το μεγάλο μειονέκτημα ωστόσο είναι ότι μια τέτοια γενική μείωση του ΦΠΑ πάει εξ ίσου σε όλους τους καταναλωτές και άρα αυτοί που έχουν ανάγκη ευνοούνται τελικά λιγότερο από όσο θα ήταν δυνατόν. Ένας μπακαλίστικος υπολογισμός για το κόστος και τα οφέλη είναι χαρακτηριστικός. Η κατά κεφαλή κατανάλωση ζυμαρικών στην Ελλάδα είναι 12 κιλά. Με μέση τιμή 1,7 ευρώ το κιλό αυτό συνεπάγεται μια δαπάνη περίπου 20 ευρώ κατά κεφαλή το χρόνο. Αν μειωθεί ο ΦΠΑ κατά 2 μονάδες, το όφελος κατά κεφαλή είναι 40 λεπτά το χρόνο. Το κόστος για τον προϋπολογισμό ωστόσο είναι κοντά 4 εκατομμύρια ευρώ. Αν αυτό το ποσό, ως έκτακτη ενίσχυση, μοιραζόταν στο 20% των πολιτών, αυτό δηλαδή το οποίο βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, τότε το όφελος κατά κεφαλή θα ήταν 2 ευρώ. Ακόμα και αν μόνο το μισό πήγαινε σε όσους έχουν ανάγκη, επειδή φτωχοί δηλώνουν και φοροφυγάδες, η ενίσχυση θα ήταν διπλάσια. Ο υπολογισμός ισχύει και στην περίπτωση που όλο το όφελος από τη μείωση του ΦΠΑ, τα 40 λεπτά δηλαδή, πήγαινε σε πρόσθετη κατανάλωση ζυμαρικών. Τότε τα έξτρα έσοδα που υπολογίζει ο κ. Τσουκαλάς θα ήταν μόλις 80.000 ευρώ. Εντάξει, είπαμε, είναι μπακαλίστικος, αποδίδει την ουσία ωστόσο.
Το ποια πολιτική από τις δύο θα επιλεγεί λοιπόν δεν είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια προοδευτική και μια συντηρητική πολιτική. Η πρώτη, η μείωση του ΦΠΑ, έχει το πλεονέκτημα ότι λειτουργεί άμεσα. Η δεύτερη ότι ενισχύει περισσότερο αυτούς που έχουν ανάγκη. Καμιά από τις δύο όμως δεν είναι απάντηση στο πρόβλημα των ολιγοπωλίων στην αγορά, αυτό δηλαδή που αποτέλεσε και την αφορμή για την παρέμβαση του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Ανδρουλάκης πολύ σωστά έθεσε το ζήτημα. Επικαλέστηκε μάλιστα την έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στην οποία επισημαίνεται ότι επικρατούν ολιγοπωλιακές πρακτικές σε 4 κλάδους, στα τρόφιμα, την ενέργεια, τις τράπεζες και την υγεία. Θα είχε πραγματικά ενδιαφέρον να μαθαίναμε πόσο κοστίζουν στον έλληνα καταναλωτή αυτές οι πρακτικές. Πόσες εκατοντάδες ή και χιλιάδες ευρώ παραπάνω πληρώνουμε όλοι για τις υπέρογκες προμήθειες, το καπέλο στις τιμές ή τα εξωφρενικά ασφάλιστρα υγείας. Γι αυτά τα μονοπώλια όμως η απάντηση δεν είναι η επιδότηση της κατανάλωσης, είτε με τη μείωση του ΦΠΑ όπως θέλει το ΠΑΣΟΚ είτε με τα επιδόματα που προτιμά η κυβέρνηση. Αντιθέτως μια τέτοια πολιτική στην πράξη τα επιδοτεί, τους επιτρέπει να χρεώνουν ακόμα υψηλότερες τιμές. Αν τα ολιγοπώλια είναι ο στόχος, τότε απαιτούνται πραγματικές μεταρρυθμίσεις, όχι μπαλώματα που απλώς μεταφέρουν το κόστος στον προϋπολογισμό. Κι απέναντι στην κυβερνητική ολιγωρία η απάντηση δεν είναι η εύκολη αντιπολίτευση.
Ο κ. Ανδρουλάκης υποστήριξε κατ αρχάς ότι θα μπορούσε να είναι στόχος τριετίας, η γενική μείωση του ΦΠΑ σε όλα τα προϊόντα. Ανέπτυξε ωστόσο μια πρωτότυπη πειραματική μέθοδο για την υλοποίηση της πρότασης του. Μειώνουμε, είπε, τον ΦΠΑ κατά 2%, και αν τα έσοδα μείνουν σταθερά, τότε πάμε παρακάτω. Όπως διευκρίνισε μάλιστα ο εκπρόσωπος του κόμματος, για τον έλεγχο των εσόδων θα γίνεται επανεξέταση του μέτρου ανά τρίμηνο.
Το πρώτο και μικρότερο πρόβλημα είναι το προφανές: δεν κάνεις προϋπολογισμό χωρίς να έχεις εκτίμηση για το κόστος ενός μέτρου. Το δεύτερο πρόβλημα είναι επί της ουσίας: πώς γίνεται όταν αυξάνεις τον ΦΠΑ κατά μία μονάδα να έχεις επιπλέον έσοδα και όταν τον μειώνεις τα έσοδα να παραμένουν σταθερά; Ακόμα και αν είναι υπερβολική η εκτίμηση της κυβέρνησης ότι οι δύο μονάδες θα κοστίσουν 3 δισ, σίγουρα μιλάμε για αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια για κάθε μονάδα μείωσης του φόρου.
Εδώ παρενέβη ο εκπρόσωπος του κόμματος με οικονομική λογική της εποχής «λεφτά υπάρχουν», εξηγώντας ότι η μείωση της τιμής θα οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια στη διατήρηση ή και την αύξηση των εσόδων! Πώς δεν το έχουμε καταλάβει τόσα χρόνια, δεν το χωρά ο νους μου. Θα αρκούσε φυσικά να κάνει λίγες πράξεις με την απλή μέθοδο των τριών, για να καταλάβει πόσο παράλογη είναι αυτή η άποψη. Για να το πούμε πιο τεχνικά, η διατήρηση των σταθερών εσόδων προϋποθέτει έναν εξωπραγματικό πολλαπλασιαστή.
Το ΠΑΣΟΚ φυσικά έχει δίκιο όταν λέει ότι την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ κατά δύο μονάδες, την είχε κάνει πρώτα η Νέα Δημοκρατία, πριν από τις εκλογές του 2019. Δύο λάθη ωστόσο, δεν κάνουν ένα σωστό. Απλώς επιβεβαιώνουν ότι κανένα κόμμα δεν είναι άτρωτο στον λαϊκισμό, τουλάχιστον όσο είναι στην αντιπολίτευση. Δίκιο έχει το ΠΑΣΟΚ και για την επισήμανση ότι η σχέση άμεσων και έμμεσων φόρων στην Ελλάδα είναι άδικη και επιβαρύνει αναλογικά περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους. Η λύση ωστόσο δεν είναι η μείωση του ΦΠΑ. Όχι χωρίς να βρεθούν οι άμεσοι φόροι που θα πρέπει να αυξηθούν για να παραμείνουν σταθερά τα έσοδα.
Στη δεύτερη εκδοχή της, για μείωση δύο μονάδων σε βασικά αγαθά, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Και πάλι φυσικά έγινε πρόχειρα, χωρίς να πει σε ποια αγαθά. Αυτό έχει σημασία όχι μόνο για να υπολογιστεί το κόστος του μέτρου. Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει η κοινωνική εμβέλεια της μείωσης εξαρτάται ευθέως από τα προϊόντα που θα επιλεγούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα η μείωση, πχ στη διασκέδαση και τον πολιτισμό, μπορεί να ευνοεί τους πιο εύπορους.
Παρόλα αυτά η μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης έχει ορισμένα σημαντικά πλεονεκτήματα. Γι αυτό και τον καιρό της έξαρσης του πληθωρισμού υιοθετήθηκε ως προσωρινό μέτρο από ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Το πιο βασικό είναι ότι περνά άμεσα στους καταναλωτές. Η εμπειρία στην Ισπανία μάλιστα έδειξε ότι η μείωση πέρασε ολόκληρη στις τιμές των σούπερ μάρκετ, αν και σύμφωνα με άλλες έρευνες δεν ισχύει το ίδιο για τα μικρότερα καταστήματα.
Το μεγάλο μειονέκτημα ωστόσο είναι ότι μια τέτοια γενική μείωση του ΦΠΑ πάει εξ ίσου σε όλους τους καταναλωτές και άρα αυτοί που έχουν ανάγκη ευνοούνται τελικά λιγότερο από όσο θα ήταν δυνατόν. Ένας μπακαλίστικος υπολογισμός για το κόστος και τα οφέλη είναι χαρακτηριστικός. Η κατά κεφαλή κατανάλωση ζυμαρικών στην Ελλάδα είναι 12 κιλά. Με μέση τιμή 1,7 ευρώ το κιλό αυτό συνεπάγεται μια δαπάνη περίπου 20 ευρώ κατά κεφαλή το χρόνο. Αν μειωθεί ο ΦΠΑ κατά 2 μονάδες, το όφελος κατά κεφαλή είναι 40 λεπτά το χρόνο. Το κόστος για τον προϋπολογισμό ωστόσο είναι κοντά 4 εκατομμύρια ευρώ. Αν αυτό το ποσό, ως έκτακτη ενίσχυση, μοιραζόταν στο 20% των πολιτών, αυτό δηλαδή το οποίο βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, τότε το όφελος κατά κεφαλή θα ήταν 2 ευρώ. Ακόμα και αν μόνο το μισό πήγαινε σε όσους έχουν ανάγκη, επειδή φτωχοί δηλώνουν και φοροφυγάδες, η ενίσχυση θα ήταν διπλάσια. Ο υπολογισμός ισχύει και στην περίπτωση που όλο το όφελος από τη μείωση του ΦΠΑ, τα 40 λεπτά δηλαδή, πήγαινε σε πρόσθετη κατανάλωση ζυμαρικών. Τότε τα έξτρα έσοδα που υπολογίζει ο κ. Τσουκαλάς θα ήταν μόλις 80.000 ευρώ. Εντάξει, είπαμε, είναι μπακαλίστικος, αποδίδει την ουσία ωστόσο.
Το ποια πολιτική από τις δύο θα επιλεγεί λοιπόν δεν είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια προοδευτική και μια συντηρητική πολιτική. Η πρώτη, η μείωση του ΦΠΑ, έχει το πλεονέκτημα ότι λειτουργεί άμεσα. Η δεύτερη ότι ενισχύει περισσότερο αυτούς που έχουν ανάγκη. Καμιά από τις δύο όμως δεν είναι απάντηση στο πρόβλημα των ολιγοπωλίων στην αγορά, αυτό δηλαδή που αποτέλεσε και την αφορμή για την παρέμβαση του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Ανδρουλάκης πολύ σωστά έθεσε το ζήτημα. Επικαλέστηκε μάλιστα την έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στην οποία επισημαίνεται ότι επικρατούν ολιγοπωλιακές πρακτικές σε 4 κλάδους, στα τρόφιμα, την ενέργεια, τις τράπεζες και την υγεία. Θα είχε πραγματικά ενδιαφέρον να μαθαίναμε πόσο κοστίζουν στον έλληνα καταναλωτή αυτές οι πρακτικές. Πόσες εκατοντάδες ή και χιλιάδες ευρώ παραπάνω πληρώνουμε όλοι για τις υπέρογκες προμήθειες, το καπέλο στις τιμές ή τα εξωφρενικά ασφάλιστρα υγείας. Γι αυτά τα μονοπώλια όμως η απάντηση δεν είναι η επιδότηση της κατανάλωσης, είτε με τη μείωση του ΦΠΑ όπως θέλει το ΠΑΣΟΚ είτε με τα επιδόματα που προτιμά η κυβέρνηση. Αντιθέτως μια τέτοια πολιτική στην πράξη τα επιδοτεί, τους επιτρέπει να χρεώνουν ακόμα υψηλότερες τιμές. Αν τα ολιγοπώλια είναι ο στόχος, τότε απαιτούνται πραγματικές μεταρρυθμίσεις, όχι μπαλώματα που απλώς μεταφέρουν το κόστος στον προϋπολογισμό. Κι απέναντι στην κυβερνητική ολιγωρία η απάντηση δεν είναι η εύκολη αντιπολίτευση.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr