Κερδισμένοι και χαμένοι του προϋπολογισμού
17.12.2024
06:33
Αυτή τη φορά η κυβέρνηση πήγε στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό με την πλάτη στον τοίχο
Όχι ότι φοβόταν μήπως έχει απώλειες στην ψηφοφορία βέβαια. Το αντίθετο συνέβη: παρά την αποχή Σαμαρά ο προϋπολογισμός εγκρίθηκε με το μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην πενταετία. Θα δούμε τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Το πρόβλημα της όμως ήταν η πίεση από το ΠΑΣΟΚ για τις τράπεζες. Ήταν θετικό το ότι επέδειξε αντανακλαστικά: εκμεταλλεύτηκε τις αστοχίες των προτάσεων της αντιπολίτευσης και παρουσίασε ένα πακέτο μέτρων το οποίο σε μεγάλο βαθμό ικανοποιεί τα αιτήματα της κοινής γνώμης. Αν δεν βγήκε κερδισμένη πάντως έσωσε την παρτίδα. Φυσικά παραμένει έκθετη στην κριτική γιατί το έκανε τώρα, με καθυστέρηση δηλαδή και μόνο όταν πιέστηκε. Το πρόβλημα της κυβέρνησης ωστόσο είναι βαθύτερο, πρέπει να πετυχαίνει δύο στόχους ταυτόχρονα. Από τη μία πλευρά να δημιουργεί ένα κλίμα θετικό για επενδύσεις με κίνητρα, ευνοϊκή μεταχείριση και μεταρρυθμίσεις. Κι από την άλλη να ικανοποιεί τις συνεχώς μεγαλύτερες προσδοκίες των πολιτών. Αυτά μάλιστα υπό την δαμόκλειο σπάθη της αβεβαιότητας διεθνώς και του τεράστιου χρέους. Δεν θα είναι εύκολο.
Δικαιολογημένα από τη δική του σκοπιά το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι η υποχώρηση της κυβέρνησης στο ζήτημα των τραπεζών ήταν δική του επιτυχία. Παρά την προχειρότητα και τις παλινωδίες, ήταν η πρώτη φορά που μπόρεσε με συστηματικό τρόπο να αναδείξει ένα θέμα που έκανε ζημιά στην κυβέρνηση και είχε ανταπόκριση στην κοινή γνώμη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσει αυτόν τον αντιπολιτευτικό ακτιβισμό ο οποίος του επιτρέπει να λειτουργεί και επί της ουσίας ως αξιωματική αντιπολίτευση. Η πρόκληση βέβαια αλλά και ο κίνδυνος, είναι αλλού: να μπορέσει να παρουσιάσει μια συνολική και κυρίως πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Να μην πέσει δηλαδή στην παγίδα του κόμματος διαμαρτυρίας, όπως ο Σύριζα, αλλά να τιμήσει το πολιτικό του DNA ως κόμμα εξουσίας. Αυτό θα του επιτρέψει ταυτόχρονα να είναι ο κύριος αντιπολιτευτικός πόλος. Θα δούμε αν θα τα καταφέρει, αν θα διατηρήσει τα σημερινά ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις και αν ο κ. Ανδρουλάκης θα ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις του καινούργιου του ρόλου. Είναι σαφές ωστόσο ότι έχει πια μια πολύ συγκεκριμένη στρατηγική. Είναι και η μόνη άλλωστε η οποία μπορεί να τον οδηγήσει στην κυβέρνηση. Σε αυτήν εντάσσεται και η απόρριψη με συνοπτικές διαδικασίες, της υποψηφιότητας Ράμμου για την προεδρία.
Αντιθέτως δεν είναι σαφές ποια είναι η στρατηγική του Σύριζα. Μοιάζει να παλινδρομεί ανάμεσα στις δυο ταυτότητες τις οποίες κατά καιρούς διεκδίκησε: της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας και της ριζοσπαστικής, λαϊκιστικής αριστεράς. Έτσι την ίδια στιγμή, για παράδειγμα, που υπερψηφίζει τις αμυντικές δαπάνες και απορρίπτει την πρόταση της Νέας Αριστεράς για εναλλακτική προεδρική υποψηφιότητα, ασκεί κριτική στον Ανδρουλάκη για «συναινετική αντιπολίτευση» επειδή συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό. Πρόκειται για την κλασική αμφιθυμία ενός κόμματος του οποίο πιέζεται ταυτόχρονα από τα δεξιά και τα αριστερά του. Με την πρόσθετη επιπλοκή όμως ότι η μεγαλύτερη πίεση από τα αριστερά προέρχεται μέσα από το κόμμα και ακούει στο όνομα Παύλος Πολάκης. Έχουμε να δούμε πολλά ακόμη. Όσο για τα υπόλοιπα κόμματα της αριστεράς το μόνο το οποίο ξεχώρισε ήταν το κόμμα της κ. Κωνσταντοπούλου το οποίο έχει βρει τη λύση για να αποκτά μια κάποια δημοσιότητα: πουλάμε τρέλα κι ότι βγει. Είναι η μόνη επιτυχημένη, αν τουλάχιστον κρίνουμε από την δημοσκοπική ανυπαρξία της Νέας Αριστεράς και την στασιμότητα του κόμματος Βαρουφάκη στη ζώνη του λυκόφωτος.
Φαίνεται να μην ισχύει η ίδια συνταγή για τα κόμματα της ακροδεξιάς. Η δική τους «συμβολή» στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό πέρασε παντελώς απαρατήρητη. Γεγονός που αντανακλά την ανυποληψία τους, το χαμηλό επίπεδο της ηγεσίας τους και τον περιθωριακό τους ρόλο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν το δικό τους κοινό. Στην ψηφοφορία, η κυβέρνηση μπόρεσε και πήρε κάποιες ψήφους από τους υπό διάλυση Σπαρτιάτες. Όμως η στήριξη ήταν καθαρά συγκυριακή, η αμφισβήτηση από τα δεξιά της παραμένει ισχυρή. Μια πρώτη αίσθηση για το πώς αυτό θα επηρεάσει τη στρατηγική του κ. Μητσοτάκη θα την έχουμε τις προσεχείς εβδομάδες όταν μάθουμε την πρόταση του για την προεδρία της Δημοκρατίας. Τότε θα μάθουμε και αν η παράδοση για συναινετική εκλογή θα συνεχιστεί.
Δικαιολογημένα από τη δική του σκοπιά το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι η υποχώρηση της κυβέρνησης στο ζήτημα των τραπεζών ήταν δική του επιτυχία. Παρά την προχειρότητα και τις παλινωδίες, ήταν η πρώτη φορά που μπόρεσε με συστηματικό τρόπο να αναδείξει ένα θέμα που έκανε ζημιά στην κυβέρνηση και είχε ανταπόκριση στην κοινή γνώμη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσει αυτόν τον αντιπολιτευτικό ακτιβισμό ο οποίος του επιτρέπει να λειτουργεί και επί της ουσίας ως αξιωματική αντιπολίτευση. Η πρόκληση βέβαια αλλά και ο κίνδυνος, είναι αλλού: να μπορέσει να παρουσιάσει μια συνολική και κυρίως πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Να μην πέσει δηλαδή στην παγίδα του κόμματος διαμαρτυρίας, όπως ο Σύριζα, αλλά να τιμήσει το πολιτικό του DNA ως κόμμα εξουσίας. Αυτό θα του επιτρέψει ταυτόχρονα να είναι ο κύριος αντιπολιτευτικός πόλος. Θα δούμε αν θα τα καταφέρει, αν θα διατηρήσει τα σημερινά ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις και αν ο κ. Ανδρουλάκης θα ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις του καινούργιου του ρόλου. Είναι σαφές ωστόσο ότι έχει πια μια πολύ συγκεκριμένη στρατηγική. Είναι και η μόνη άλλωστε η οποία μπορεί να τον οδηγήσει στην κυβέρνηση. Σε αυτήν εντάσσεται και η απόρριψη με συνοπτικές διαδικασίες, της υποψηφιότητας Ράμμου για την προεδρία.
Αντιθέτως δεν είναι σαφές ποια είναι η στρατηγική του Σύριζα. Μοιάζει να παλινδρομεί ανάμεσα στις δυο ταυτότητες τις οποίες κατά καιρούς διεκδίκησε: της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας και της ριζοσπαστικής, λαϊκιστικής αριστεράς. Έτσι την ίδια στιγμή, για παράδειγμα, που υπερψηφίζει τις αμυντικές δαπάνες και απορρίπτει την πρόταση της Νέας Αριστεράς για εναλλακτική προεδρική υποψηφιότητα, ασκεί κριτική στον Ανδρουλάκη για «συναινετική αντιπολίτευση» επειδή συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό. Πρόκειται για την κλασική αμφιθυμία ενός κόμματος του οποίο πιέζεται ταυτόχρονα από τα δεξιά και τα αριστερά του. Με την πρόσθετη επιπλοκή όμως ότι η μεγαλύτερη πίεση από τα αριστερά προέρχεται μέσα από το κόμμα και ακούει στο όνομα Παύλος Πολάκης. Έχουμε να δούμε πολλά ακόμη. Όσο για τα υπόλοιπα κόμματα της αριστεράς το μόνο το οποίο ξεχώρισε ήταν το κόμμα της κ. Κωνσταντοπούλου το οποίο έχει βρει τη λύση για να αποκτά μια κάποια δημοσιότητα: πουλάμε τρέλα κι ότι βγει. Είναι η μόνη επιτυχημένη, αν τουλάχιστον κρίνουμε από την δημοσκοπική ανυπαρξία της Νέας Αριστεράς και την στασιμότητα του κόμματος Βαρουφάκη στη ζώνη του λυκόφωτος.
Φαίνεται να μην ισχύει η ίδια συνταγή για τα κόμματα της ακροδεξιάς. Η δική τους «συμβολή» στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό πέρασε παντελώς απαρατήρητη. Γεγονός που αντανακλά την ανυποληψία τους, το χαμηλό επίπεδο της ηγεσίας τους και τον περιθωριακό τους ρόλο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν το δικό τους κοινό. Στην ψηφοφορία, η κυβέρνηση μπόρεσε και πήρε κάποιες ψήφους από τους υπό διάλυση Σπαρτιάτες. Όμως η στήριξη ήταν καθαρά συγκυριακή, η αμφισβήτηση από τα δεξιά της παραμένει ισχυρή. Μια πρώτη αίσθηση για το πώς αυτό θα επηρεάσει τη στρατηγική του κ. Μητσοτάκη θα την έχουμε τις προσεχείς εβδομάδες όταν μάθουμε την πρόταση του για την προεδρία της Δημοκρατίας. Τότε θα μάθουμε και αν η παράδοση για συναινετική εκλογή θα συνεχιστεί.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr