Η αναστολή εφαρμογής της παροχής κοινωφελούς εργασίας

Ανάμεσα στ’  άλλα, το πολυνομοσχέδιο της νέας κυβέρνησης που συζητείται  αυτές τις μέρες στη Βουλή και το οποίο πιθανότατα θα έχει ήδη γίνει νόμος του κράτους όταν θα δημοσιεύονται αυτές οι γραμμές, προβλέπει την αναστολή εφαρμογής των διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα (ΠΚ) που ψήφισε αποχωρώντας η προηγούμενη κυβέρνηση οι οποίες προβλέπουν και επεκτείνουν τον θεσμό της παροχής κοινωφελούς εργασίας ως μία εναλλακτική μορφή ποινικής μεταχείρισης (πέραν δηλαδή της στερητικής της ελευθερίας ποινής και της χρηματικής) του καταδικασθέντα δράστη.

Για την αναστολή αυτή πολλές διαφωνίες διατυπώθηκαν, αναπτύχθηκε δε σχετικώς ένας δημόσιος διάλογος ο οποίος επικεντρώνεται στον αναμφισβήτητα θετικό πυρήνα του συγκεκριμένου θεσμού και στον κίνδυνο μη εφαρμογής του στο διηνεκές. Οι διαφωνίες αυτές, όσο καλόπιστες κι αν είναι (κάποιες τουλάχιστον απ΄ αυτές, όπως της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου), δεν είναι κατά τη γνώμη μου βάσιμες. Και τούτο διότι εξαντλούν την επιχειρηματολογία τους στο αναμφισβήτητα θετικό θεωρητικό περιεχόμενο και τις δικαιοπολιτικέςστοχεύσεις του θεσμού, παραβλέποντας εντελώς την πραγματικότητα, δηλαδή τον τρόπο εφαρμογής του στην πράξη. Και η πράξη, όπως είναι κοινό μυστικό για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, δηλαδή για μας τους δικηγόρους, δείχνει ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι παρά μία καταχρηστική/προσχηματική χρήση του θεσμού, κάτι το οποίο θα γινόταν σε πολύ μεγαλύτερη έκταση σε περίπτωση εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του νέου ΠΚ.

Πιο συγκεκριμένα, όπως ο θεσμός αυτός σήμερα εφαρμόζεται, χωρίς δηλαδή συγκεκριμένες προϋποθέσεις, χωρίς διαφανείς διαδικασίες, χωρίς κανέναν έλεγχο, χωρίς την παραμικρή αξιολόγηση των προσώπων που κάνουν χρήση του και των φορέων που παρέχουν αυτήν τη δυνατότητα, δεν εξυπηρετεί παρά μόνο την αποφυγή ουσιαστικήςποινικής κύρωσης για πράξεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις. Η έλλειψη δε όλων των παραπάνω στοιχείων (ιδίως διαφάνειας, ελέγχου και αξιολόγησης) έχει ως φυσιολογικό αποτέλεσμα,αντί της ατομικής και γενικής πρόληψης, που κανονικά πρέπει να υπηρετεί κάθε σύστημα ποινών, την αποθράσυνση του δράστη και την εμπέδωση αντιλήψεων ατιμωρησίας στην κοινωνία.

Αποθράσυνση και αίσθηση ατιμωρησίας διότι ο νόμος όχι μόνο δεν παρέχει δικλείδες για την ορθή εφαρμογή του θεσμού, αλλά ούτε καν εξετάζει στοιχειωδώς τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η χρήση του από κάθε καταδικασθέντα στον οποίο επιβλήθηκε παροχή κοινωφελούς εργασίας αντί άλλης (οικονομικής ή στερητικής της ελευθερίας) ποινής. Επισημαίνεται χαρακτηριστικά ότι για τον νόμο είναι παντελώς αδιάφορο και χωρίς καμία συνέπεια, μη λαμβανόμενη καθόλου υπ΄ όψιν, ούτε στο πλαίσιο έκτισης της συγκεκριμένης ποινής αλλ’ ούτε και μελλοντικά, η τυχόν τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων από τον καταδικασθέντα κατά τη διάρκεια παροχής της κοινωφελούς εργασίας, ευεργέτημα το οποίο μπορεί απεριορίστως να λαμβάνει και σε κάθε επόμενη ενδεχομένη καταδίκη του, όσο κι αν συνεχίζει να περιφρονεί την έννομη τάξη, ακόμη και με βαρύτατης απαξίας νέες κάθε φορά πράξεις και συμπεριφορές, καταχρώμενος ακριβώς του γεγονότος της αποφυγής άλλης βαρύτερης ποινικής μεταχείρισής τουεκ μέρους της οργανωμένης Πολιτείας.

Ήτοι, ηχωρίς κανόνες και έλεγχο εφαρμογή του θεσμού μέχρι σήμερα, αντί της προετοιμασίας της ουσιαστικής επανένταξης του καταδικασθέντα στην έννομη τάξη, καταλήγει να έχει ως αποτέλεσμα το ακριβώς αντίθετο, την αποθράσυνσή του.

Αξίζει μάλιστα να προστεθεί ότι συχνά στην πράξη η προβληματική αυτή εφαρμογή συνδυάζεται με την προβληματική εφαρμογή ενός άλλου πολύ σημαντικού θεσμού, της νομικής βοήθειας (δωρεάν παροχή νομικής υποστήριξης σε άτομα με πολύ χαμηλά εισοδήματα), όταν πρόκειται για δράστες χωρίς εμφανή εισοδήματα, κάτι το οποίο μπορεί να συμβαίνει όταν τα έσοδά τους προέρχονται ακριβώς από αξιόποινη δραστηριότητα. Στις περιπτώσεις αυτές, το αποτέλεσμα συχνά είναι ο καταδικασθείς να συνεχίζει ανενόχλητος την ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά του εις βάρος της κοινωνίας ή συγκεκριμένων προσώπων, έχοντας εξασφαλίσει δωρεάν δικηγόρο και γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι στη χειρότερη περίπτωση γι αυτόν (στην περίπτωση δηλαδή νέας καταδίκης του) το μόνο που θα πάθει είναι να απασχοληθεί ξανά (ή να εμφανίζεται απασχολούμενος…) για κάποιες ώρες στις κηπουρικές εργασίες κάποιου Δήμου, ο οποίος, για τον οποιονδήποτε λόγο (συνήθως ψηφοθηρία), χωρίς διαφάνεια και κανόνες, του παρέχει αυτήν τη δυνατότητα. Τα θύματα των πράξεών του, αντίθετα, πέραν του ότι υφίστανται τις εις βάρος τους συνέπειες των πράξεών του, αν θέλουν να δικαιωθούν πρέπει επιπροσθέτως να επιβαρυνθούν με έξοδα, χρονοβόρες διαδικασίες και την ταλαιπωρία που συνεπάγεται η χωρίς καμία ευθύνη τους εμπλοκή τους σε δικαστικές ποινικές διαδικασίες. Το πιθανότερο και συνήθως συμβαίνον είναι ότι κάποια στιγμή θα κουραστούν και θα εγκαταλείψουν την προσπάθεια, ανήμποροι να σηκώσουν στους δικούς τους ώμους την υπεράσπιση του δικαίου, το οποίο κατά τ΄ άλλα όλοι επικαλούνται.

Τι πρέπει λοιπόν να γίνει, να εγκαταλειφθούν στη χώρα μας θεσμοί σημαντικοί, όπως εν προκειμένω η παροχή κοινωφελούς εργασίας ή η νομική βοήθεια;

Όχι βέβαια. Αυτό που πρέπει να γίνει όμως δεν είναι να υποστηρίζουμε την εφαρμογή τους παραβλέποντας όλες τις υπαρκτές παθογένειες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Στήριξη των θεσμών αυτών, αντίθετα είναι η αντιμετώπιση χωρίς αποσιωπήσεις, υπεκφυγές και προσχήματα των παθογενειών τους, θέτοντας ένα θεσμικό πλαίσιο με διαφάνεια, διαδικασίες και αξιολόγηση, το οποίο θα αποκλείει κάθε δυνατότητα κατάχρησηςκαι θα εγγυάται την εφαρμογή τους σύμφωνα με τους σκοπούς τους.

Αυτό ακριβώς πρέπει να γίνει και εν προκειμένω. Το ζήτημα της κοινωφελούς εργασίας, ενώ σήμερα είναι παράδειγμα του πώς η κατάχρηση στην πράξη και η εφαρμογή χωρίς κανόνες ενός θετικού στην ουσία του θεσμού μπορεί να φτάσει στη δυσφήμιση και ακύρωσή του, με τη θεσμική θωράκισή του και την προετοιμασία της ορθής εφαρμογής του εντός ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος –έξη μήνες θα ήταν αρκετοί- μπορεί να αποτελέσει ένα καλό προηγούμενο αλλαγής προς το καλύτερο, ένα παράδειγμα με αληθινά προοδευτικό περιεχόμενο που θα έχει ουσιαστικό αντίκρυσμα στην πράξη.

Ο θεσμός της νομικής βοήθειας μπορεί ν΄ ακολουθήσει, όπως και αρκετά ακόμη, μια που, δυστυχώς, πολλά ακόμη είναι στη χώρα μας αυτά που πρέπει να γίνουν στο πεδίο της απονομής της Δικαιοσύνης, του εκσυγχρονισμού της, αλλά και της οικοδόμησης ενός αληθινού κράτους δικαίου.

*Δικηγόρος, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΣΑ, Πρόεδρος της Επιτροπής για την Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη του Ευρωπαϊκού Δικηγορικού Συλλόγου (CCBE).
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr