Χρειαζόμαστε νέο ανθρώπινο δυναμικό για να μεγαλώσει η οικονομία μας
11.05.2022
12:01
Τα τελευταία δύο χρόνια η υφήλιος αντιμετωπίζει παρατεταμένες κρίσεις, οι οποίες βάλλουν στον πυρήνα της ανθρώπινης πυξίδας, που φέρει μία μόνο κατεύθυνση: ελεύθερα μπροστά. Αυτό ήταν που εξόπλισε, αφενός μεν τους πολίτες με υπομονή, σωφροσύνη και πειθαρχία, αφετέρου δε την επιστήμη για την ανάπτυξη εμβολίων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Παρόμοια στάση θα απαιτηθεί, κυρίως από τον ευρωπαϊκό λαό, και για την εμπόλεμη κατάσταση στα βορειοανατολικά σύνορά του.
Η κρίση του κορωνοϊού ανέδειξε τις ανάγκες για τις οποίες τα κράτη, οι παγκόσμιοι θεσμοί και η ιδιωτική οικονομική παραγωγή -κυρίως η βιομηχανία- θα πρέπει πλέον να λαμβάνουν υπ’όψιν ως μέρος των επιχειρηματικών τους σχεδίων και την «υπαρκτή πιθανότητα» αντιμετώπισης τέτοιου τύπου κινδύνων, ώστε ακόμα και με την εξέλιξη κρίσεων να μην αναστέλλεται η παραγωγικότητα, η λειτουργία των θεσμών, η ικανότητα της άμυνας και η λειτουργία της οικονομικής ζωής.
Ηδη πλέον έχουμε κεκτημένα. Η τηλεργασία, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, η ψηφιοποίηση των συναλλαγών με το Δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, το e-justice (βλέπε ΗΠΑ), η αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού κ.τ.λ. είναι μερικά από αυτά.
Στην Ελλάδα, παρότι η χώρα πέρασε από τη μέγγενη των μνημονίων, με τη δημόσια διοίκηση να προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της, αποδείξαμε κατ’ αρχάς ως κοινωνία ότι είμαστε ώριμοι και αποφασισμένοι να νικήσουμε απρόσμενες δυσκολίες και δευτερευόντως ότι η κρατική μηχανή μπορεί κάτω από προϋποθέσεις να αποδώσει τα μέγιστα για το δημόσιο συμφέρον και την ασφάλεια.
Η ειδοποιός διαφορά ήταν η διττή ανταπόκριση της Πολιτείας τόσο για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης όσο και για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας, του εργασιακού περιβάλλοντος, του φορολογικού συστήματος και πάνω απ’ όλα της ψηφιοποίησης των συναλλαγών του κράτους με τους πολίτες.
Το τελευταίο πακέτο έκρινε την εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία και την πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας ως προθάλαμο για την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Μετά από χρόνια στασιμότητας η Ελλάδα σταθερά παρουσιάζει μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ από τον μέσο όρο των κρατών της Ε.Ε. και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση σταθερών επενδύσεων που θα μεγεθύνουν την οικονομία της.
Ωστόσο, πρέπει «να μεγαλώσουμε λίγο περισσότερο». Η διατήρηση της ανάπτυξης απαιτεί νέο ανθρώπινο δυναμικό τόσο στην παραγωγή, πρωτογενή και δευτερογενή, όσο και στις υπηρεσίες. Οι πολιτικές για το brain regain ενισχύουν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό, ωστόσο είναι ξεκάθαρο ότι χρειαζόμαστε κυρίως στην παραγωγική διαδικασία νέο εργατικό δυναμικό.
Η χώρα φιλοξενεί χιλιάδες μετανάστες, ικανούς να ενταχθούν στο εργασιακό περιβάλλον νόμιμα και δημιουργικά. Πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη άλλων κρατών που αδυνατούσαν να αντιληφθούν ότι η «γκετοποίηση» ανθρώπων αποτελεί ωρολογιακή βόμβα για την ειρηνική συνύπαρξη και ενσωμάτωση διαφορετικών λαών.
Πρέπει να ξεφύγουμε δημιουργικά από στερεότυπα και πείσματα και να σχεδιάσουμε ολοκληρωμένα και σύγχρονα την ένταξή τους στην κοινωνία. Η «πύλη» εισόδου για κάθε μετανάστη κυρίως δεύτερης γενιάς σε μια νέα κοινωνία είναι το σχολείο και το μέσον για την πρόοδό του είναι η εργασία.
Σ’ αυτά πρέπει να επενδύσουμε ως χώρα, δίνοντας κίνητρα ένταξης και παραμονής σε οικογένειες που θέλουν να σβήσουν τον πόνο του ξεριζωμού και στις παραγωγικές ηλικίες που προσδοκούν ένα καλύτερο μέλλον. Η ευρωπαϊκή λογική μέσω της επιδοματικής παραμονής δεν αποδίδει ούτε για την οικονομία ούτε για την κοινωνία μας.
Η επόμενη περίοδος απαιτεί θαρραλέες υπερβάσεις για να καταστήσουμε τη χώρα μας ισχυρή οικονομική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Η παρουσία δεκάδων ελληνικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Ευρώπη αποδεικνύει ότι υπάρχει η δυναμική για να διαδραματίσουμε στρατηγικό ρόλο στα οικονομικά και κοινωνικά κεκτημένα της περιοχής.
Οι εξελίξεις των τελευταίων τριάντα χρόνων στην περιοχή πρέπει να μας κινητοποιούν δημιουργικά καθιστώντας μας πρωταγωνιστή των εξελίξεων και επιλογή ασφάλειας για τους λαούς της Βορειοανατολικής Ευρώπης.
Η κρίση του κορωνοϊού ανέδειξε τις ανάγκες για τις οποίες τα κράτη, οι παγκόσμιοι θεσμοί και η ιδιωτική οικονομική παραγωγή -κυρίως η βιομηχανία- θα πρέπει πλέον να λαμβάνουν υπ’όψιν ως μέρος των επιχειρηματικών τους σχεδίων και την «υπαρκτή πιθανότητα» αντιμετώπισης τέτοιου τύπου κινδύνων, ώστε ακόμα και με την εξέλιξη κρίσεων να μην αναστέλλεται η παραγωγικότητα, η λειτουργία των θεσμών, η ικανότητα της άμυνας και η λειτουργία της οικονομικής ζωής.
Ηδη πλέον έχουμε κεκτημένα. Η τηλεργασία, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, η ψηφιοποίηση των συναλλαγών με το Δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, το e-justice (βλέπε ΗΠΑ), η αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού κ.τ.λ. είναι μερικά από αυτά.
Στην Ελλάδα, παρότι η χώρα πέρασε από τη μέγγενη των μνημονίων, με τη δημόσια διοίκηση να προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της, αποδείξαμε κατ’ αρχάς ως κοινωνία ότι είμαστε ώριμοι και αποφασισμένοι να νικήσουμε απρόσμενες δυσκολίες και δευτερευόντως ότι η κρατική μηχανή μπορεί κάτω από προϋποθέσεις να αποδώσει τα μέγιστα για το δημόσιο συμφέρον και την ασφάλεια.
Η ειδοποιός διαφορά ήταν η διττή ανταπόκριση της Πολιτείας τόσο για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης όσο και για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας, του εργασιακού περιβάλλοντος, του φορολογικού συστήματος και πάνω απ’ όλα της ψηφιοποίησης των συναλλαγών του κράτους με τους πολίτες.
Το τελευταίο πακέτο έκρινε την εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία και την πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας ως προθάλαμο για την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Μετά από χρόνια στασιμότητας η Ελλάδα σταθερά παρουσιάζει μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ από τον μέσο όρο των κρατών της Ε.Ε. και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση σταθερών επενδύσεων που θα μεγεθύνουν την οικονομία της.
Ωστόσο, πρέπει «να μεγαλώσουμε λίγο περισσότερο». Η διατήρηση της ανάπτυξης απαιτεί νέο ανθρώπινο δυναμικό τόσο στην παραγωγή, πρωτογενή και δευτερογενή, όσο και στις υπηρεσίες. Οι πολιτικές για το brain regain ενισχύουν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό, ωστόσο είναι ξεκάθαρο ότι χρειαζόμαστε κυρίως στην παραγωγική διαδικασία νέο εργατικό δυναμικό.
Η χώρα φιλοξενεί χιλιάδες μετανάστες, ικανούς να ενταχθούν στο εργασιακό περιβάλλον νόμιμα και δημιουργικά. Πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη άλλων κρατών που αδυνατούσαν να αντιληφθούν ότι η «γκετοποίηση» ανθρώπων αποτελεί ωρολογιακή βόμβα για την ειρηνική συνύπαρξη και ενσωμάτωση διαφορετικών λαών.
Πρέπει να ξεφύγουμε δημιουργικά από στερεότυπα και πείσματα και να σχεδιάσουμε ολοκληρωμένα και σύγχρονα την ένταξή τους στην κοινωνία. Η «πύλη» εισόδου για κάθε μετανάστη κυρίως δεύτερης γενιάς σε μια νέα κοινωνία είναι το σχολείο και το μέσον για την πρόοδό του είναι η εργασία.
Σ’ αυτά πρέπει να επενδύσουμε ως χώρα, δίνοντας κίνητρα ένταξης και παραμονής σε οικογένειες που θέλουν να σβήσουν τον πόνο του ξεριζωμού και στις παραγωγικές ηλικίες που προσδοκούν ένα καλύτερο μέλλον. Η ευρωπαϊκή λογική μέσω της επιδοματικής παραμονής δεν αποδίδει ούτε για την οικονομία ούτε για την κοινωνία μας.
Η επόμενη περίοδος απαιτεί θαρραλέες υπερβάσεις για να καταστήσουμε τη χώρα μας ισχυρή οικονομική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Η παρουσία δεκάδων ελληνικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Ευρώπη αποδεικνύει ότι υπάρχει η δυναμική για να διαδραματίσουμε στρατηγικό ρόλο στα οικονομικά και κοινωνικά κεκτημένα της περιοχής.
Οι εξελίξεις των τελευταίων τριάντα χρόνων στην περιοχή πρέπει να μας κινητοποιούν δημιουργικά καθιστώντας μας πρωταγωνιστή των εξελίξεων και επιλογή ασφάλειας για τους λαούς της Βορειοανατολικής Ευρώπης.
* Εντεταλμένος σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr