Βενεζουελλάς
05.05.2016
07:45
Μπορεί η Ιστορία και η Ποίηση να εμποδίσουν τον Αλέξη Τσίπρα από το να γίνει ο Μαδούρο των Βαλκανίων;
Οι μέχρι προ Τσίπρα «συναντήσεις» της Ελλάδας με τη Βενεζουέλα είχαν κάτι από την αίγλη των μεγάλων στιγμών της Ιστορίας και πολλή από την εύνοια της Ποίησης. Κεντρικό πρόσωπο και στις δύο περιπτώσεις ο θρυλικός απελευθερωτής της Νότιας Αμερικής, ο Σιμόν Μπολιβάρ, ο άνθρωπος που συνέδεσε όσο κανένας άλλος το όνομα και την δράση του με την γέννηση του μεγάλου Νότου. Ο στρατηλάτης, ο άγιος και ο κυνηγημένος, που ακόμα και σήμερα από το Καράκας έως το άκρο της Παταγονίας μνημονεύεται ως ο πρωτεργάτης της Λατινοαμερικάνικης ψυχής και ο θεμελιωτής της συνείδησης μιας ολόκληρης ηπείρου (σ.σ. Θυμούμαι με συγκίνηση τον καθηγητή Γυμνασίου στο Πουέρτο Νατάλες, εκεί στον απώτατο Νότο της Χιλής να μου μιλά με έξαψη και δέος για τον Μπολιβάρ, όχι, ο Τσε είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία).
Ο Μπολιβάρ λοπόν συνδέει τις δύο χώρες, Ελλάδα και Βενεζουέλα στα δυο πιο προνομιακά πεδία της ανθρώπινης περιπέτειας: Την Ιστορία και την Ποίηση (με άλλα λόγια την περηφάνια, όπως λέει και ο Ελύτης). Σε ότι αφορά την Ιστορία, μία σχεδόν μαγική σύμπτωση φέρνει την δραστηριότητά του Μπολιβάρ στη Νότια Αμερική και τον απελευθερωτικό του αγώνα ενάντια στους Ισπανούς να συμπίπτει με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ιδίως την συγκεκριμένη χρονιά, που η μάχη στο Kαραβόβο έδωσε στον Μπολιβάρ την δυνατότητα να επικρατήσει και να ξεκινήσει την πορεία προς την κορύφωση της πολυτάραχης δράσης του. Η άνοδος και η πτώση του «El Libertador» ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια, και όπως συχνά συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, απαξιώθηκε από τους ίδιους που τον δόξασαν. Και πέθανε στα 47 του από φυματίωση στις 17 Δεκεμβρίου του 1830 λίγο πριν εξοριστεί στην Ευρώπη.
Η δεύτερη συνάντηση Ελλάδας και Βενεζουέλας έγινε στα καθ' ημάς, κατά τα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής. Και ήταν η Ποίηση που αυτή τη φορά έφερε τις δυο χώρες κοντά, μέσα από την υψηλής τάσης και μοναδικής αισθητικής πυκνότητας ποιητική σύνθεση του Νίκου Εγγονόπουλου, με τίτλο «Μπολιβάρ». Εκεί που ο νοτιαμερικάνος επαναστάτης, «Ωραίος σαν Έλληνας», όπως γράφει ο ποιητής, γίνεται και αυτός ένας δικός μας, αναμιγνύεται με μία από τις πιο ακέραιες μορφές του ελληνικού Αγώνα, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, και μαζί πορεύονται από την Σίκινο και την Ύδρα έως τον Ορινόκο ποταμό και την Παταγονία. Το εκτενές ποίημα είναι μία από τις ευτυχέστερες στιγμές της ελληνικής γραμματείας. Και μαζί μια αυτοτελής απόδειξη ότι η Ποίηση -ιδίως η μεγάλη Ποίηση- μπορεί να ενώσει αμετάκλητα δυο λαούς και δυο χώρες τόσο μακρινές και τόσο αταίριαστες σε μία δοξολογία της κοινής ανθρώπινης μοίρας.
Από την Κατοχή που γράφτηκε ο Μπολιβάρ και το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου οι δυο χώρες ακολούθησαν τους δικούς τους δρόμους, πολύ διαφορετικούς αλλά και -εσχάτως- πολύ όμοιους. Για την Βενεζουέλα η ανακάλυψη του πετρελαίου στις αρχές του αιώνα αποδείχθηκε ευχή και κατάρα μαζί. Η χώρα δέθηκε στο άρμα του μαύρου χρυσού, ακολουθώντας την πορεία του μέσα στις δεκαετίες που σε συνδυασμό με τις τυπικές νοτιαμερικάνικες πολιτικές αναταράξεις (πάντως όχι στα επίπεδα της Χιλής ή της Αργεντινής) την κρατούσαν διαρκώς εγκλωβισμένη σε ένα κοινωνικό τρενάκι του τρόμου.
Η άνοδος του Τσάβες στην εξουσία το 1999 συνέπεσε με μία ακόμα κορύφωση στην καμπύλη της τιμής του πετρελαίου και σε μία άνευ προηγουμένου σπατάλη χρημάτων προς «όφελος» των φτωχών. Όμως ο θάνατός του και ο ερχομός του οδηγού λεωφορείων Μαδούρο στην εξουσία, συνέπεσε με μία ακόμα ατυχή στιγμή. Εκτός από την μεγάλη μείωση της τιμή του πετρελαίου, ενδημικές καταστάσεις (όπως η διαφθορά, η εγκληματικότητα, το μεγάλο χρέος, η λάθος διάρθρωση της οικονομίας) οδήγησαν τα πράγματα εκεί που είναι σήμερα. Οι άνθρωποι πεινούν και συγκρούονται στους δρόμους για λίγα τρόφιμα ή ένα καφάσι μπύρες, δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα και είδη βασικής ανάγκης,, το χρέος διογκώνεται καθημερινά και ο πληθωρισμός κοντεύει να τα... χιλιάσει.
Την ίδια περίοδο η μεταπολεμική Ελλάδα, αφού πρώτα έπαιξε στα ζάρια την επάνοδό της στην κανονικότητα της κεντρικής σκηνής της Ευρώπης, και αφού απέφυγε τις συνάφειες, με την βαλκανική δραματουργία, έστησε με τα χίλια ζόρια ένα άνοστο μιλφέϊγ δημοκρατικής μεταπολίτευσης με πολλές στρώσεις εθνικών ιδεοληψιών, άκρατου λαϊκισμού και μιας ενοχικής αμεριμνησίας που μας οδήγησε εδώ που είμαστε τώρα. Μπορεί να μην είχαμε το πετρέλαιο, όμως δεν μας έλειψαν τα δανεικά χρήματα τα οποία σπαταλήθηκαν σε ένα στείρο μοντέλο άκρατης κατανάλωσης, διαφθοράς και μιας λαϊκής απογευματινής των πιο δυσοίωνων ενστίκτων της φυλής μας.
Ο Μπολιβάρ λοπόν συνδέει τις δύο χώρες, Ελλάδα και Βενεζουέλα στα δυο πιο προνομιακά πεδία της ανθρώπινης περιπέτειας: Την Ιστορία και την Ποίηση (με άλλα λόγια την περηφάνια, όπως λέει και ο Ελύτης). Σε ότι αφορά την Ιστορία, μία σχεδόν μαγική σύμπτωση φέρνει την δραστηριότητά του Μπολιβάρ στη Νότια Αμερική και τον απελευθερωτικό του αγώνα ενάντια στους Ισπανούς να συμπίπτει με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ιδίως την συγκεκριμένη χρονιά, που η μάχη στο Kαραβόβο έδωσε στον Μπολιβάρ την δυνατότητα να επικρατήσει και να ξεκινήσει την πορεία προς την κορύφωση της πολυτάραχης δράσης του. Η άνοδος και η πτώση του «El Libertador» ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια, και όπως συχνά συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, απαξιώθηκε από τους ίδιους που τον δόξασαν. Και πέθανε στα 47 του από φυματίωση στις 17 Δεκεμβρίου του 1830 λίγο πριν εξοριστεί στην Ευρώπη.
Η δεύτερη συνάντηση Ελλάδας και Βενεζουέλας έγινε στα καθ' ημάς, κατά τα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής. Και ήταν η Ποίηση που αυτή τη φορά έφερε τις δυο χώρες κοντά, μέσα από την υψηλής τάσης και μοναδικής αισθητικής πυκνότητας ποιητική σύνθεση του Νίκου Εγγονόπουλου, με τίτλο «Μπολιβάρ». Εκεί που ο νοτιαμερικάνος επαναστάτης, «Ωραίος σαν Έλληνας», όπως γράφει ο ποιητής, γίνεται και αυτός ένας δικός μας, αναμιγνύεται με μία από τις πιο ακέραιες μορφές του ελληνικού Αγώνα, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, και μαζί πορεύονται από την Σίκινο και την Ύδρα έως τον Ορινόκο ποταμό και την Παταγονία. Το εκτενές ποίημα είναι μία από τις ευτυχέστερες στιγμές της ελληνικής γραμματείας. Και μαζί μια αυτοτελής απόδειξη ότι η Ποίηση -ιδίως η μεγάλη Ποίηση- μπορεί να ενώσει αμετάκλητα δυο λαούς και δυο χώρες τόσο μακρινές και τόσο αταίριαστες σε μία δοξολογία της κοινής ανθρώπινης μοίρας.
Από την Κατοχή που γράφτηκε ο Μπολιβάρ και το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου οι δυο χώρες ακολούθησαν τους δικούς τους δρόμους, πολύ διαφορετικούς αλλά και -εσχάτως- πολύ όμοιους. Για την Βενεζουέλα η ανακάλυψη του πετρελαίου στις αρχές του αιώνα αποδείχθηκε ευχή και κατάρα μαζί. Η χώρα δέθηκε στο άρμα του μαύρου χρυσού, ακολουθώντας την πορεία του μέσα στις δεκαετίες που σε συνδυασμό με τις τυπικές νοτιαμερικάνικες πολιτικές αναταράξεις (πάντως όχι στα επίπεδα της Χιλής ή της Αργεντινής) την κρατούσαν διαρκώς εγκλωβισμένη σε ένα κοινωνικό τρενάκι του τρόμου.
Η άνοδος του Τσάβες στην εξουσία το 1999 συνέπεσε με μία ακόμα κορύφωση στην καμπύλη της τιμής του πετρελαίου και σε μία άνευ προηγουμένου σπατάλη χρημάτων προς «όφελος» των φτωχών. Όμως ο θάνατός του και ο ερχομός του οδηγού λεωφορείων Μαδούρο στην εξουσία, συνέπεσε με μία ακόμα ατυχή στιγμή. Εκτός από την μεγάλη μείωση της τιμή του πετρελαίου, ενδημικές καταστάσεις (όπως η διαφθορά, η εγκληματικότητα, το μεγάλο χρέος, η λάθος διάρθρωση της οικονομίας) οδήγησαν τα πράγματα εκεί που είναι σήμερα. Οι άνθρωποι πεινούν και συγκρούονται στους δρόμους για λίγα τρόφιμα ή ένα καφάσι μπύρες, δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα και είδη βασικής ανάγκης,, το χρέος διογκώνεται καθημερινά και ο πληθωρισμός κοντεύει να τα... χιλιάσει.
Την ίδια περίοδο η μεταπολεμική Ελλάδα, αφού πρώτα έπαιξε στα ζάρια την επάνοδό της στην κανονικότητα της κεντρικής σκηνής της Ευρώπης, και αφού απέφυγε τις συνάφειες, με την βαλκανική δραματουργία, έστησε με τα χίλια ζόρια ένα άνοστο μιλφέϊγ δημοκρατικής μεταπολίτευσης με πολλές στρώσεις εθνικών ιδεοληψιών, άκρατου λαϊκισμού και μιας ενοχικής αμεριμνησίας που μας οδήγησε εδώ που είμαστε τώρα. Μπορεί να μην είχαμε το πετρέλαιο, όμως δεν μας έλειψαν τα δανεικά χρήματα τα οποία σπαταλήθηκαν σε ένα στείρο μοντέλο άκρατης κατανάλωσης, διαφθοράς και μιας λαϊκής απογευματινής των πιο δυσοίωνων ενστίκτων της φυλής μας.
Οι δυο χώρες θα μπορούσαν να συνεχίζουν την πορεία τους αποφεύγοντας τις συνάφειες, και μένοντας στις καλές αναμνήσεις των δυο πρώτων συναντήσεών τους. Όμως τα πράγματα δεν ήρθαν έτσι. Και η τρίτη συνάντηση της χώρας μας με την μακρινή Βενεζουέλα επιχειρήθηκε τα τελευταία χρόνια από ένα μικρό ελληνικό κόμμα που πάλευε μέσα στην καμαρίλα και τους βυζαντινισμούς του 4% του εκλογικού σώματος να βρει μια θέση στο πολιτικό κάδρο της Ελλάδας. Οι παροικούντες την Κουμουνδούρου αλλά και τα πάσης φύσεως αριστερίζοντα think tanks -επιπέδου Καρανίκα όπως μάθαμε εκ των υστέρων- μαζί και οι ποικοιλώνυμες συνιστώσες βρήκαν στο πρόσωπο του Τσάβες (και μετά του Μαδούρο) την ιδανική έκφραση των υπό ταρίχευση ιδεολογημάτων τους.
Με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στις πιο πάνω κατηγορίες, άνοιξε πλέον ο δρόμος για να έρθουν οι δυο χώρες ακόμα πιο κοντά. Ξεκίνησαν τα σούρτα-φέρτα στελεχών του κόμματος στο Καράκας για σοσιαλιστικές βαπτίσεις και επαναστατικές αρτοκλασίες στην Μητρόπολη της τριτοκοσμικής αριστεροσύνης και, αίφνης, η Βενεζουέλα έγινε ο φωτεινός φάρος, το νέο Πολιτμπιρό για την ύστερη εγχώρια αριστερή διανόηση (ζητήσαμε και φθηνό αριστερό πετρέλαιο, μεταξύ άλλων, όμως φευ, άλλες οι βουλές της συναδέλφωσης των λαών...)
Φθάσαμε δε σε σημεία πρωτοφανή, με τον Αλέξη Τσίπρα να αποκαλεί τη Βενεζουέλα «δημιουργικό εργαστήριο δημοκρατικής διακυβέρνησης και εθνικής ανεξαρτησίας» μαζί και «χώρα-μοντέλο» για την Ελλάδα όπως έλεγε ο ίδιος. Και από την άλλη τον Μαδούρο να χαιρετά την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στην πρωθυπουργία ζητώντας από τον Θεό να τον ευλογεί και να τον προσέχει («Αμήν, αμήν, αμήν!» όπως κατέληγε το μήνυμά του). Ενώ λίγους μήνες αργότερα να μας δίνει κουράγιο για το «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος λέγοντάς μας ότι -όπως και ο λαός του- μπορούμε να τρώμε... σκυλοτροφές αν πρόκειται να κερδίσουμε την μάχη ενάντια στο θηρίο του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Όμως ακόμα και στον πιο σκληροπυρηνικό θεωρητικό της σύγχρονης αριστεροσύνης είναι προφανές ότι κάτι δεν δένει σ' αυτή την νέα, τρίτη συνάντηση Ελλάδας και Βενεζουέλας. Και ότι το πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν και οι δύο, Τσίπρας και Μαδούρο, είναι ότι έχουν να αντιπαρέλθουν τις δυο προηγούμενες συναντήσεις των χωρών, και τις αιτίες που τις έφεραν κοντά: την Ιστορία και την Ποίηση. Με άλλα λόγια: την Ευθύνη. Και το πρόβλημά τους είναι κοινό (ίσως όχι ομοειδές) και μεγάλο.
Ο κοινός τόπος είναι ότι και οι δύο, Τσίπρας και Μαδούρο, μάχονται ενάντια σε ένα φαντασιακό εχθρό, είτε αυτός λέγεται καπιταλισμός, είτε ΔΝΤ, είτε αγορές. Και οι δυο διακηρύττουν ότι μάχονται εναντίον των μεγάλων συμφερόντων και των πλουσίων της χώρας τους, την ίδια στιγμή που με τα μέτρα που λαμβάνουν εξωθούν στην έσχατη εξαθλίωση την μεσαία τάξη και φρενάρουν την ταξική ευγονική.
Και οι δύο αρέσκονται στο παιχνίδι με το δίχως πάτο πηγάδι του λαϊκισμού χρησιμοποιώντας σκουριασμένα σύμβολα και απαγγέλοντας απολυτίκια ενός ξεπερασμένου διεθνισμού, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η αγιότητα των ιδεών τους θα «φωτίσει» και θα οδηγήσει την πραγματικότητα να συμβαδίσει με αυτές. Ενώ η κάθε αποτυχία που προκύπτει (και προκύπτουν αμέτρητες...) συνιστά μία απτή απόδειξη ότι η ίδια η πραγματικότητα δεν ήταν αυτή που έπρεπε να είναι για να προσαρμοστεί στα οράματά τους.
Θα μπορούσε αυτή η τρίτη συνάντηση με την Βενεζουέλα να ήταν και η... φαρμακερή, καθώς από τύχη (ή από την έσχατη αίσθηση του αισθήματος της αυτοσυντήρησης -και δη της συντήρησης στην εξουσία) γλιτώσαμε από το να έχουμε μετατραπεί σε μία Βενεζουέλα της Ευρώπης. Γλιτώσαμε όμως ή βρισκόμαστε στο καθαρτήριο, σε ένα μετέωρο χώρο όπου ένα απλό φύσημα, ένα δραχμικό ατύχημα, θα μας οδηγήσει στην κόλαση της Βενεζουέλας; Η απάντηση είναι δύσκολη. Και δυσκολεύει ακόμα περισσότερο καθώς ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του είναι ότι πιο απρόβλεπτο έχει περάσει από αυτή την χώρα.
Σε θεωρητικό επίπεδο είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να ζει στη Ντίσνεϊλαντ ενός παρασιτικού σοσιαλισμού, όπου οι μαρξιστικές θεωρείες αναπτύσσονται μέσα στην θερμοκοιτίδα του κρατισμού, και οτιδήποτε έξω από αυτήν είναι κάτι είτε κακό είτε απευκταίο. Αν όμως συνεχιστεί το επικίνδυνο Jenga με τις διαστρωματώσεις της ελληνικής κοινωνίας και το φρακάρισμα των ταξικών ασανσέρ στο οικονομικό ισόγειο, και ιδίως ,αν εξακολουθήσει να εφαρμόζεται η εξοντωτική φτωχοποίηση όλο και περισσότερων Ελλήνων, ο Αλέξης Τσίπρας δύσκολα θα αποφύγει από το να βρεθεί στην θέση του προέδρου της Βενεζουέλας. Ή έστω σε κάτι που να μοιάζει αρκετά σε αυτό.
Και δεν είναι ανάγκη να φθάσουμε στο πλιάτσικο των σούπερ μάρκετ και τα σπρωξίματα πάνω από τις πατροπαράδοτες αξίες της φυλής: τη ζάχαρη και το ΝΟΥΝΟΥ. Δεν θα χρειαστεί καν να παλέψουμε για το ποιός θα αρπάξει το τελευταίο iPhone από τις προθήκες του σοσιαλ-καπιταλισμού μας όπως έγινε πέρσι με τα capital controls. Η «Βενεζουελοποίηση» δεν είναι μόνο μια οικονομική υπόθεση. Αλλά αφορά εξίσου -η και περισσότερο- την καθολική έκπτωση της πολιτικής ηθικής και του πνευματικού αξιόμαχου ενός λαού. Και ως προς αυτά η κυβέρνηση Τσίπρα οδηγεί την χώρα σε ανοίκειες καθεστωτικές αντιλήψεις που τόσο προσομοιάζουν με το διόλου δημοκρατικό και απόλυτα φαύλο τριτοκοσμικό πολιτικό σύμπαν του Μαδούρο.
Από την άλλη όμως ένας Βαλκάνιος Μαδούρο μοιάζει αυτή την στιγμή μια ιστορική ασυνταξία στο ευανάγνωστο σενάριο της Ευρώπης που σελιδοποιούν με τάξη και αφοσίωση οι Βρυξέλλες. Ενώ και το εγχώριο πολιτικό οικοσύστημα, παρά τις επισταμένες και με σύστημα προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ να εξοντωθεί η μεσαία τάξη στην Ελλάδα, δείχνει ισχυρά αντισώματα. Αντισώματα που εξασφαλίζονται από την παραμονή στην ΕΕ, την ύπαρξη του ευρώ, και το θεογονικής τάξης «ανήκομεν εις την Δύσιν» που δεν έπαψε ποτέ να είναι επίκαιρο όχι μόνο σε πολιτικό αλλά και νοηματικό επίπεδο. Κυρίως σ' αυτό.
Η Βενεζουελλάς θα υπάρξει μόνο αν ο Τσίπρας συνεχίσει να δείχνει απρονοησία απέναντι στην Ιστορία όσο και αγραμματοσύνη μπροστά στην Ποίηση. Και καμιά από τις δύο, ούτε η Ιστορία ούτε η Ποίηση δεν θα είναι επιεικής μαζί του. Όχι για πολύ ακόμα. Και πάντως όχι για όσο ο Σίμωνας Μπολιβάρ και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος θα επιμένουν να μας υπενθυμίζουν πόσο μοναδικό είναι να είσαι ωραίος ως Έλληνας εκεί «στην κορυφή του βουνού Έρε, στην πιο ψηλή κορφή της νήσου Ύδρας».
ΥΓ. Στο κείμενο κρατείται ο τόνος του ονόματος του Μπολιβάρ στην λήγουσα όπως επιβάλλει η Ποίηση. Η οποία ως γνωστόν προηγείται και εν πολλοίς αναγγέλλει την Ιστορία.
Με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στις πιο πάνω κατηγορίες, άνοιξε πλέον ο δρόμος για να έρθουν οι δυο χώρες ακόμα πιο κοντά. Ξεκίνησαν τα σούρτα-φέρτα στελεχών του κόμματος στο Καράκας για σοσιαλιστικές βαπτίσεις και επαναστατικές αρτοκλασίες στην Μητρόπολη της τριτοκοσμικής αριστεροσύνης και, αίφνης, η Βενεζουέλα έγινε ο φωτεινός φάρος, το νέο Πολιτμπιρό για την ύστερη εγχώρια αριστερή διανόηση (ζητήσαμε και φθηνό αριστερό πετρέλαιο, μεταξύ άλλων, όμως φευ, άλλες οι βουλές της συναδέλφωσης των λαών...)
Φθάσαμε δε σε σημεία πρωτοφανή, με τον Αλέξη Τσίπρα να αποκαλεί τη Βενεζουέλα «δημιουργικό εργαστήριο δημοκρατικής διακυβέρνησης και εθνικής ανεξαρτησίας» μαζί και «χώρα-μοντέλο» για την Ελλάδα όπως έλεγε ο ίδιος. Και από την άλλη τον Μαδούρο να χαιρετά την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στην πρωθυπουργία ζητώντας από τον Θεό να τον ευλογεί και να τον προσέχει («Αμήν, αμήν, αμήν!» όπως κατέληγε το μήνυμά του). Ενώ λίγους μήνες αργότερα να μας δίνει κουράγιο για το «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος λέγοντάς μας ότι -όπως και ο λαός του- μπορούμε να τρώμε... σκυλοτροφές αν πρόκειται να κερδίσουμε την μάχη ενάντια στο θηρίο του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Όμως ακόμα και στον πιο σκληροπυρηνικό θεωρητικό της σύγχρονης αριστεροσύνης είναι προφανές ότι κάτι δεν δένει σ' αυτή την νέα, τρίτη συνάντηση Ελλάδας και Βενεζουέλας. Και ότι το πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν και οι δύο, Τσίπρας και Μαδούρο, είναι ότι έχουν να αντιπαρέλθουν τις δυο προηγούμενες συναντήσεις των χωρών, και τις αιτίες που τις έφεραν κοντά: την Ιστορία και την Ποίηση. Με άλλα λόγια: την Ευθύνη. Και το πρόβλημά τους είναι κοινό (ίσως όχι ομοειδές) και μεγάλο.
Ο κοινός τόπος είναι ότι και οι δύο, Τσίπρας και Μαδούρο, μάχονται ενάντια σε ένα φαντασιακό εχθρό, είτε αυτός λέγεται καπιταλισμός, είτε ΔΝΤ, είτε αγορές. Και οι δυο διακηρύττουν ότι μάχονται εναντίον των μεγάλων συμφερόντων και των πλουσίων της χώρας τους, την ίδια στιγμή που με τα μέτρα που λαμβάνουν εξωθούν στην έσχατη εξαθλίωση την μεσαία τάξη και φρενάρουν την ταξική ευγονική.
Και οι δύο αρέσκονται στο παιχνίδι με το δίχως πάτο πηγάδι του λαϊκισμού χρησιμοποιώντας σκουριασμένα σύμβολα και απαγγέλοντας απολυτίκια ενός ξεπερασμένου διεθνισμού, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η αγιότητα των ιδεών τους θα «φωτίσει» και θα οδηγήσει την πραγματικότητα να συμβαδίσει με αυτές. Ενώ η κάθε αποτυχία που προκύπτει (και προκύπτουν αμέτρητες...) συνιστά μία απτή απόδειξη ότι η ίδια η πραγματικότητα δεν ήταν αυτή που έπρεπε να είναι για να προσαρμοστεί στα οράματά τους.
Θα μπορούσε αυτή η τρίτη συνάντηση με την Βενεζουέλα να ήταν και η... φαρμακερή, καθώς από τύχη (ή από την έσχατη αίσθηση του αισθήματος της αυτοσυντήρησης -και δη της συντήρησης στην εξουσία) γλιτώσαμε από το να έχουμε μετατραπεί σε μία Βενεζουέλα της Ευρώπης. Γλιτώσαμε όμως ή βρισκόμαστε στο καθαρτήριο, σε ένα μετέωρο χώρο όπου ένα απλό φύσημα, ένα δραχμικό ατύχημα, θα μας οδηγήσει στην κόλαση της Βενεζουέλας; Η απάντηση είναι δύσκολη. Και δυσκολεύει ακόμα περισσότερο καθώς ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του είναι ότι πιο απρόβλεπτο έχει περάσει από αυτή την χώρα.
Σε θεωρητικό επίπεδο είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να ζει στη Ντίσνεϊλαντ ενός παρασιτικού σοσιαλισμού, όπου οι μαρξιστικές θεωρείες αναπτύσσονται μέσα στην θερμοκοιτίδα του κρατισμού, και οτιδήποτε έξω από αυτήν είναι κάτι είτε κακό είτε απευκταίο. Αν όμως συνεχιστεί το επικίνδυνο Jenga με τις διαστρωματώσεις της ελληνικής κοινωνίας και το φρακάρισμα των ταξικών ασανσέρ στο οικονομικό ισόγειο, και ιδίως ,αν εξακολουθήσει να εφαρμόζεται η εξοντωτική φτωχοποίηση όλο και περισσότερων Ελλήνων, ο Αλέξης Τσίπρας δύσκολα θα αποφύγει από το να βρεθεί στην θέση του προέδρου της Βενεζουέλας. Ή έστω σε κάτι που να μοιάζει αρκετά σε αυτό.
Και δεν είναι ανάγκη να φθάσουμε στο πλιάτσικο των σούπερ μάρκετ και τα σπρωξίματα πάνω από τις πατροπαράδοτες αξίες της φυλής: τη ζάχαρη και το ΝΟΥΝΟΥ. Δεν θα χρειαστεί καν να παλέψουμε για το ποιός θα αρπάξει το τελευταίο iPhone από τις προθήκες του σοσιαλ-καπιταλισμού μας όπως έγινε πέρσι με τα capital controls. Η «Βενεζουελοποίηση» δεν είναι μόνο μια οικονομική υπόθεση. Αλλά αφορά εξίσου -η και περισσότερο- την καθολική έκπτωση της πολιτικής ηθικής και του πνευματικού αξιόμαχου ενός λαού. Και ως προς αυτά η κυβέρνηση Τσίπρα οδηγεί την χώρα σε ανοίκειες καθεστωτικές αντιλήψεις που τόσο προσομοιάζουν με το διόλου δημοκρατικό και απόλυτα φαύλο τριτοκοσμικό πολιτικό σύμπαν του Μαδούρο.
Από την άλλη όμως ένας Βαλκάνιος Μαδούρο μοιάζει αυτή την στιγμή μια ιστορική ασυνταξία στο ευανάγνωστο σενάριο της Ευρώπης που σελιδοποιούν με τάξη και αφοσίωση οι Βρυξέλλες. Ενώ και το εγχώριο πολιτικό οικοσύστημα, παρά τις επισταμένες και με σύστημα προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ να εξοντωθεί η μεσαία τάξη στην Ελλάδα, δείχνει ισχυρά αντισώματα. Αντισώματα που εξασφαλίζονται από την παραμονή στην ΕΕ, την ύπαρξη του ευρώ, και το θεογονικής τάξης «ανήκομεν εις την Δύσιν» που δεν έπαψε ποτέ να είναι επίκαιρο όχι μόνο σε πολιτικό αλλά και νοηματικό επίπεδο. Κυρίως σ' αυτό.
Η Βενεζουελλάς θα υπάρξει μόνο αν ο Τσίπρας συνεχίσει να δείχνει απρονοησία απέναντι στην Ιστορία όσο και αγραμματοσύνη μπροστά στην Ποίηση. Και καμιά από τις δύο, ούτε η Ιστορία ούτε η Ποίηση δεν θα είναι επιεικής μαζί του. Όχι για πολύ ακόμα. Και πάντως όχι για όσο ο Σίμωνας Μπολιβάρ και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος θα επιμένουν να μας υπενθυμίζουν πόσο μοναδικό είναι να είσαι ωραίος ως Έλληνας εκεί «στην κορυφή του βουνού Έρε, στην πιο ψηλή κορφή της νήσου Ύδρας».
ΥΓ. Στο κείμενο κρατείται ο τόνος του ονόματος του Μπολιβάρ στην λήγουσα όπως επιβάλλει η Ποίηση. Η οποία ως γνωστόν προηγείται και εν πολλοίς αναγγέλλει την Ιστορία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr