Η δεύτερη τετραετία του Κυριάκου Μητσοτάκη
10.09.2024
06:48
Η Νέα Δημοκρατία, με πρόεδρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μετράει ήδη μέσα σε πέντε χρόνια, από το 2019 έως το 2024, πέντε εκλογικές νίκες: ευρωεκλογές 2019 και 2024, εθνικές εκλογές 2019 και επίσης εθνικές εκλογές Μαΐου και Ιουνίου 2024. Νομίζω ότι είναι αυτή μια μοναδική επίδοση στα μεταπολεμικά πολιτικά χρονικά
Οι εκλογικές αυτές νίκες μάλιστα ήταν με ευρύτατες πλειοψηφίες, αφού μετά το 2019 το δεύτερο και το τρίτο κόμμα της αντιπολίτευσης, αθροίζοντας τα ποσοστά τους, υπολείπονταν αυτών της Νέας Δημοκρατίας. Πράγματι πρόκειται για ένα πρωτοφανές πολιτικό φαινόμενο όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικότερα στα δεδομένα κι άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Η Νέα Δημοκρατία έκλεισε την πρώτη τετραετία της χωρίς να υποστεί εκλογική φθορά, παρότι βρέθηκε αντιμέτωπη με μεγάλα προβλήματα: την πανδημία, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την υβριδική επίθεση της Τουρκίας στον Εβρο και το Αιγαίο, την ενεργειακή κρίση, την ανάγκη ανόρθωσης του κύρους της Ελλάδας στο εξωτερικό μετά τη λαίλαπα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, την εμπέδωση ενός κλίματος κυβερνητικής σοβαρότητας στο εσωτερικό της χώρας μετά τα ανεκδιήγητα προηγηθέντα της συγκυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου.
Λύσεις και συγκρούσεις
Προφανώς αυτό που αναγνώρισε το εκλογικό σώμα στην κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη ήταν ότι επανέφερε τη χώρα σε μια τρέχουσα κανονικότητα έπειτα από μια δεκαετή περιπέτεια και ότι αντιμετώπισε επιτυχώς τις κρίσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη. Και μάλιστα οι ψηφοφόροι είχαν να συγκρίνουν αυτό που έβλεπαν μπροστά τους με εκείνο που είχε μόλις προηγηθεί.
Σήμερα όμως, έναν χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές του 2023, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του δεν συγκρίνονται πλέον με τις τελειωμένες ιστορίες του παρελθόντος, τον κ. Τσίπρα, τον κ. Καμμένο και τα παρακολουθήματά τους, όπως συνέβη στην πρώτη τετραετία. Σε αυτή τη δεύτερη τετραετία αξιολογούνται για τις επιδόσεις τους στην αναμέτρηση με τα μεγάλα, εν πολλοίς ενδημικά, προβλήματα αυτού του τόπου. Προβλήματα που μετά την απόλυτη προτεραιότητα της επιστροφής της Ελλάδας στην κανονικότητα αναμένουν τώρα προτάσεις, διαχείριση, λύσεις αλλά πιθανότατα και συγκρούσεις:
Υγεία, Παιδεία, ακρίβεια, πληθωρισμός, διαπλοκή, συνεργαζόμενα ολιγοπώλια και καρτέλ σε όλο το φάσμα της οικονομίας, ενέργεια, Δικαιοσύνη, εγκληματικότητα, κλιματική αλλαγή με τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες και τη λειψυδρία, γραφειοκρατία, ακριβό, σπάταλο, δυσλειτουργικό και βαθιά κατά περιπτώσεις διεφθαρμένο Δημόσιο. Στα θέματα αυτά δεν έχουν γίνει εμφανείς στον μέσο πολίτη οι επιδόσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και αυτό ακριβώς είναι το κυρίως ζητούμενο στα τρία επόμενα χρόνια έως τις εκλογές του 2027. Διότι αυτό που δεν φαίνεται να γίνεται πάντα αντιληπτό από την κυβέρνηση δεν είναι η επάνοδος στην προ κρίσης τρέχουσα διαχείριση καταστάσεων, αφού ακριβώς αυτή η τρέχουσα διαχείριση είναι που οδήγησε στη δεκαετή κρίση, η οποία έπληξε τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού. Το ζητούμενο σήμερα είναι η βαθιά τομή στην πολιτική, την οικονομία, το Δημόσιο και κατ’ επέκταση στην κοινωνία, που θα αποτρέψει μια νέα καταστροφή και την επανάληψη των δεινών της δεκαετίας 2009-2019.
Εύκολα λέγονται όλα αυτά αλλά δύσκολα γίνονται. Δύσκολα μπορεί να γίνουν παρεμβάσεις και να σπάσει η ομερτά στο αγρίως διεφθαρμένο Δημόσιο με τις συνδικαλιστικές αντιστάσεις που θα προκληθούν, δύσκολα μπορεί να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της Παιδείας με τις αντιδράσεις διδασκαλικού και καθηγητικού κατεστημένου, δύσκολα μπορεί να βρεθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια για την ανασυγκρότηση του υπό κατάρρευση Εθνικού Συστήματος Υγείας, δυσκολότερη ακόμη είναι η σύγκρουση με τα καρτέλ και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα σε οικονομία, πολιτική και ενημέρωση.
Αφελείς μόνο θα ανέμεναν ότι μια κυβέρνηση μπορεί να τα βάλει ταυτόχρονα με όλους αυτούς και όλα αυτά. Θα κατέρρεε μέσα σε λίγους μήνες αν όχι εβδομάδες. Ωστόσο, μόνο αφελείς δεν είναι αυτοί που αναμένουν από μία πανίσχυρη κυβέρνηση, που δεν έχει στην πραγματικότητα απέναντί της συγκροτημένη αντιπολίτευση, να κάνει ορισμένα πρώτα βήματα, μια αρχή, στην αντιμετώπιση κάποιων τουλάχιστον από αυτά τα σωρευμένα ενδημικά προβλήματα τα οποία και μας οδήγησαν στη δεκαετή κρίση. Αυτοί ακριβώς οι μη αφελείς συγκαταλέγονται ανάμεσα σε εκείνους που εν σώματι απείχαν από τις ευρωεκλογές, που έριξαν δέκα μονάδες κάτω τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας, που ρίχνουν άλλες δέκα μονάδες σε όλες τις μετρήσεις τη δημοτικότητα και την ικανότητα να κυβερνά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας.
Ολοι αυτοί κάτι περιμένουν για να επανέλθουν στις επόμενες εκλογές στο κόμμα και τον πρωθυπουργό που -αρέσει δεν αρέσει- αποτελούν τη μόνη αξιόπιστη λύση αυτή την εποχή στην Ελλάδα. Με δεδομένο μάλιστα πως ούτε υπάρχει ούτε διαφαίνεται πως θα υπάρξει στα αμέσως επόμενα τρία χρόνια αξιόπιστη αντιπολίτευση και αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική πρόταση, καθώς τα συστημικά κόμματα της αντιπολίτευσης παραπαίουν ανάμεσα σε βόθρους που είναι πισίνες, πισίνες που είναι βόθροι, λίστες γάμων, εσωτερικές εκκαθαρίσεις, πασαρέλες υποψήφιων προέδρων, ψηφοφορίες, αναδρομές στο μακρινό παρελθόν, άγριες συγκρούσεις στελεχών και όλα αυτά με οριακώς διψήφια εκλογικά ποσοστά. Το ζητούμενο λοιπόν τώρα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι μια επανεκκίνηση του ίδιου και της κυβέρνησής του, είναι η επαναφορά της ελπίδας ότι ουσιαστικά κάτι θα αλλάξει σε αυτόν τον τόπο, της ελπίδας ακριβώς που συνόδευσε τον ίδιο και την κυβέρνησή του στην πρώτη τους τετραετία. Και που σήμερα δείχνει να έχει ουσιωδώς απομειωθεί. Σε ένα παρόν και μέλλον μάλιστα που δεν διαγράφεται καθόλου εύκολο και προϋποθέτει πολιτική σταθερότητα για την αντιμετώπισή του.
Σταθερό σύστημα
Στον Βορρά της Ελλάδας, στην Ουκρανία, εξελίσσεται ένας άγριος πόλεμος με τη Ρωσία με αβέβαιη έκβαση, που έχει συμπαρασύρει εμμέσως και τις περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στον Νότο της Ελλάδας, στη Μέση Ανατολή, διεξάγεται ένας επίσης άγριος πόλεμος, με εξίσου αβέβαιη έκβαση, στον οποίο επίσης εμμέσως συμπαρασύρεται και η Ελλάδα. Ανατολικά της Ελλάδας αποτελεί πάντα απειλή η Τουρκία, μια απρόβλεπτη, επεκτατική και επιθετική χώρα. Στην Ευρώπη βρίσκονται αντιμέτωπες με πρωτοφανείς πολιτικές κρίσεις η Γερμανία και η Γαλλία, ακυρώνοντας στην πράξη τον άξονα που εξασφάλιζε ισορροπίες στην ήπειρο. Ταυτόχρονα από τον Βορρά έως τον Νότο της Ευρώπης καλπάζουν ακροδεξιές δυνάμεις, εθνικιστικές, ρατσιστικές, αντιευρωπαϊκές και πολύ συχνά χρηματοδοτούμενα φιλορωσικές. Ηδη έχουν εγκατασταθεί και στην Ελλάδα με κύρια προγεφυρώματα στη Μακεδονία και με ουσιώδεις φιλορωσικές επιρροές σε κόμματα, σε Μητροπόλεις, σε παρεκκλησιαστικές οργανώσεις, σε επιχειρήσεις και γενικότερα οικονομικά συμφέροντα, ακόμη και σε μονές του Αγίου Ορους.
Μέσα σε αυτό το χάος καλούνται σήμερα να κινηθούν η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική οικονομία. Με τους κινδύνους που απειλούν τον ελληνικό τουρισμό αν ξεφύγουν και γενικευτούν οι πολεμικές συρράξεις στον Βορρά ή τον Νότο, με τα τεράστια κεφάλαια που απαιτούνται για τις αποζημιώσεις από τις φωτιές και τις πλημμύρες και για τις αναδιαρθρώσεις που προϋποθέτει η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ολα αυτά χωρίς σταθερό πολιτικό σύστημα και χωρίς σταθερές κυβερνήσεις, εύκολα μπορεί να οδηγήσουν σε μια νέα εθνική καταστροφή, ίσως μάλιστα μεγαλύτερη εκείνης που γνωρίσαμε την προηγούμενη δεκαετία.
Η Νέα Δημοκρατία έκλεισε την πρώτη τετραετία της χωρίς να υποστεί εκλογική φθορά, παρότι βρέθηκε αντιμέτωπη με μεγάλα προβλήματα: την πανδημία, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την υβριδική επίθεση της Τουρκίας στον Εβρο και το Αιγαίο, την ενεργειακή κρίση, την ανάγκη ανόρθωσης του κύρους της Ελλάδας στο εξωτερικό μετά τη λαίλαπα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, την εμπέδωση ενός κλίματος κυβερνητικής σοβαρότητας στο εσωτερικό της χώρας μετά τα ανεκδιήγητα προηγηθέντα της συγκυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου.
Λύσεις και συγκρούσεις
Προφανώς αυτό που αναγνώρισε το εκλογικό σώμα στην κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη ήταν ότι επανέφερε τη χώρα σε μια τρέχουσα κανονικότητα έπειτα από μια δεκαετή περιπέτεια και ότι αντιμετώπισε επιτυχώς τις κρίσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη. Και μάλιστα οι ψηφοφόροι είχαν να συγκρίνουν αυτό που έβλεπαν μπροστά τους με εκείνο που είχε μόλις προηγηθεί.
Σήμερα όμως, έναν χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές του 2023, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του δεν συγκρίνονται πλέον με τις τελειωμένες ιστορίες του παρελθόντος, τον κ. Τσίπρα, τον κ. Καμμένο και τα παρακολουθήματά τους, όπως συνέβη στην πρώτη τετραετία. Σε αυτή τη δεύτερη τετραετία αξιολογούνται για τις επιδόσεις τους στην αναμέτρηση με τα μεγάλα, εν πολλοίς ενδημικά, προβλήματα αυτού του τόπου. Προβλήματα που μετά την απόλυτη προτεραιότητα της επιστροφής της Ελλάδας στην κανονικότητα αναμένουν τώρα προτάσεις, διαχείριση, λύσεις αλλά πιθανότατα και συγκρούσεις:
Υγεία, Παιδεία, ακρίβεια, πληθωρισμός, διαπλοκή, συνεργαζόμενα ολιγοπώλια και καρτέλ σε όλο το φάσμα της οικονομίας, ενέργεια, Δικαιοσύνη, εγκληματικότητα, κλιματική αλλαγή με τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες και τη λειψυδρία, γραφειοκρατία, ακριβό, σπάταλο, δυσλειτουργικό και βαθιά κατά περιπτώσεις διεφθαρμένο Δημόσιο. Στα θέματα αυτά δεν έχουν γίνει εμφανείς στον μέσο πολίτη οι επιδόσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και αυτό ακριβώς είναι το κυρίως ζητούμενο στα τρία επόμενα χρόνια έως τις εκλογές του 2027. Διότι αυτό που δεν φαίνεται να γίνεται πάντα αντιληπτό από την κυβέρνηση δεν είναι η επάνοδος στην προ κρίσης τρέχουσα διαχείριση καταστάσεων, αφού ακριβώς αυτή η τρέχουσα διαχείριση είναι που οδήγησε στη δεκαετή κρίση, η οποία έπληξε τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού. Το ζητούμενο σήμερα είναι η βαθιά τομή στην πολιτική, την οικονομία, το Δημόσιο και κατ’ επέκταση στην κοινωνία, που θα αποτρέψει μια νέα καταστροφή και την επανάληψη των δεινών της δεκαετίας 2009-2019.
Εύκολα λέγονται όλα αυτά αλλά δύσκολα γίνονται. Δύσκολα μπορεί να γίνουν παρεμβάσεις και να σπάσει η ομερτά στο αγρίως διεφθαρμένο Δημόσιο με τις συνδικαλιστικές αντιστάσεις που θα προκληθούν, δύσκολα μπορεί να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της Παιδείας με τις αντιδράσεις διδασκαλικού και καθηγητικού κατεστημένου, δύσκολα μπορεί να βρεθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια για την ανασυγκρότηση του υπό κατάρρευση Εθνικού Συστήματος Υγείας, δυσκολότερη ακόμη είναι η σύγκρουση με τα καρτέλ και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα σε οικονομία, πολιτική και ενημέρωση.
Αφελείς μόνο θα ανέμεναν ότι μια κυβέρνηση μπορεί να τα βάλει ταυτόχρονα με όλους αυτούς και όλα αυτά. Θα κατέρρεε μέσα σε λίγους μήνες αν όχι εβδομάδες. Ωστόσο, μόνο αφελείς δεν είναι αυτοί που αναμένουν από μία πανίσχυρη κυβέρνηση, που δεν έχει στην πραγματικότητα απέναντί της συγκροτημένη αντιπολίτευση, να κάνει ορισμένα πρώτα βήματα, μια αρχή, στην αντιμετώπιση κάποιων τουλάχιστον από αυτά τα σωρευμένα ενδημικά προβλήματα τα οποία και μας οδήγησαν στη δεκαετή κρίση. Αυτοί ακριβώς οι μη αφελείς συγκαταλέγονται ανάμεσα σε εκείνους που εν σώματι απείχαν από τις ευρωεκλογές, που έριξαν δέκα μονάδες κάτω τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας, που ρίχνουν άλλες δέκα μονάδες σε όλες τις μετρήσεις τη δημοτικότητα και την ικανότητα να κυβερνά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας.
Ολοι αυτοί κάτι περιμένουν για να επανέλθουν στις επόμενες εκλογές στο κόμμα και τον πρωθυπουργό που -αρέσει δεν αρέσει- αποτελούν τη μόνη αξιόπιστη λύση αυτή την εποχή στην Ελλάδα. Με δεδομένο μάλιστα πως ούτε υπάρχει ούτε διαφαίνεται πως θα υπάρξει στα αμέσως επόμενα τρία χρόνια αξιόπιστη αντιπολίτευση και αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική πρόταση, καθώς τα συστημικά κόμματα της αντιπολίτευσης παραπαίουν ανάμεσα σε βόθρους που είναι πισίνες, πισίνες που είναι βόθροι, λίστες γάμων, εσωτερικές εκκαθαρίσεις, πασαρέλες υποψήφιων προέδρων, ψηφοφορίες, αναδρομές στο μακρινό παρελθόν, άγριες συγκρούσεις στελεχών και όλα αυτά με οριακώς διψήφια εκλογικά ποσοστά. Το ζητούμενο λοιπόν τώρα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι μια επανεκκίνηση του ίδιου και της κυβέρνησής του, είναι η επαναφορά της ελπίδας ότι ουσιαστικά κάτι θα αλλάξει σε αυτόν τον τόπο, της ελπίδας ακριβώς που συνόδευσε τον ίδιο και την κυβέρνησή του στην πρώτη τους τετραετία. Και που σήμερα δείχνει να έχει ουσιωδώς απομειωθεί. Σε ένα παρόν και μέλλον μάλιστα που δεν διαγράφεται καθόλου εύκολο και προϋποθέτει πολιτική σταθερότητα για την αντιμετώπισή του.
Σταθερό σύστημα
Στον Βορρά της Ελλάδας, στην Ουκρανία, εξελίσσεται ένας άγριος πόλεμος με τη Ρωσία με αβέβαιη έκβαση, που έχει συμπαρασύρει εμμέσως και τις περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στον Νότο της Ελλάδας, στη Μέση Ανατολή, διεξάγεται ένας επίσης άγριος πόλεμος, με εξίσου αβέβαιη έκβαση, στον οποίο επίσης εμμέσως συμπαρασύρεται και η Ελλάδα. Ανατολικά της Ελλάδας αποτελεί πάντα απειλή η Τουρκία, μια απρόβλεπτη, επεκτατική και επιθετική χώρα. Στην Ευρώπη βρίσκονται αντιμέτωπες με πρωτοφανείς πολιτικές κρίσεις η Γερμανία και η Γαλλία, ακυρώνοντας στην πράξη τον άξονα που εξασφάλιζε ισορροπίες στην ήπειρο. Ταυτόχρονα από τον Βορρά έως τον Νότο της Ευρώπης καλπάζουν ακροδεξιές δυνάμεις, εθνικιστικές, ρατσιστικές, αντιευρωπαϊκές και πολύ συχνά χρηματοδοτούμενα φιλορωσικές. Ηδη έχουν εγκατασταθεί και στην Ελλάδα με κύρια προγεφυρώματα στη Μακεδονία και με ουσιώδεις φιλορωσικές επιρροές σε κόμματα, σε Μητροπόλεις, σε παρεκκλησιαστικές οργανώσεις, σε επιχειρήσεις και γενικότερα οικονομικά συμφέροντα, ακόμη και σε μονές του Αγίου Ορους.
Μέσα σε αυτό το χάος καλούνται σήμερα να κινηθούν η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική οικονομία. Με τους κινδύνους που απειλούν τον ελληνικό τουρισμό αν ξεφύγουν και γενικευτούν οι πολεμικές συρράξεις στον Βορρά ή τον Νότο, με τα τεράστια κεφάλαια που απαιτούνται για τις αποζημιώσεις από τις φωτιές και τις πλημμύρες και για τις αναδιαρθρώσεις που προϋποθέτει η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ολα αυτά χωρίς σταθερό πολιτικό σύστημα και χωρίς σταθερές κυβερνήσεις, εύκολα μπορεί να οδηγήσουν σε μια νέα εθνική καταστροφή, ίσως μάλιστα μεγαλύτερη εκείνης που γνωρίσαμε την προηγούμενη δεκαετία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr