Η εργαλειοποίηση των μουσουλμανικών πληθυσμών του δυτικού κόσμου από την Τουρκία
31.01.2023
06:17
Η Τουρκία στο πλαίσιο της μεγαλεπήβολης νεοοθωμανικής στρατηγικής της προσπαθεί να αποκτήσει ερείσματα σε όλη τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια και την Δυτική Αφρική, το Sahel και γενικότερα να προσεγγίσει όσους ασπάζονται το Ισλάμ
Τα ερείσματα αυτά δημιουργούνται μέσα από την υποκίνηση πολιτικών αναταραχών στα κράτη που αδυνατούν, ολικώς ή μερικώς, να ασκήσουν πολιτική εξουσία στην επικράτειά τους,όπως συμβαίνει σε πολλές από τις αφρικανικές χώρες που σπαράσσονται από πολυετείς εμφύλιες διαμάχες και οικονομική ανέχεια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα διεμβόλησης στα εσωτερικά άλλου κράτους αποτελεί η περίπτωση του Αφγανιστάν και του καθεστώτος των Ταλιμπάν, με το οποίο η Τουρκία προσπαθεί από το 2021 να ρίξει γέφυρες ως αυτόκλητος διαμεσολαβητής της παγκόσμιας κοινότητας, αναλαμβάνοντας παράλληλα και την ανάπτυξη έργων υποδομής όπως αυτό του αεροδρομίου της Καμπούλ. Με αυτόν τον τρόπο η Άγκυρα δημιουργεί τον απαραίτητο «ζωτικό χώρο» προώθησης των συμφερόντων της, είτε μέσω της οικονομικής ενίσχυσης και της κατασκευής έργων υποδομής σε πληττόμενες χώρες, είτε μέσω ανάληψης πρωτοβουλιών για την εδραίωση της ισλαμικής πολιτιστικής κουλτούρας.
Πολλές φορές όμως, ο τουρκικός επεμβατισμός λαμβάνει και τη μορφή στρατιωτικής εμπλοκής «υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα» όπως έδειξε η αποστολή χιλιάδων μισθοφόρων στη Λιβύη για την στήριξη του καθεστώτος Σάρατζ κατά τον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο.
Τα τελευταία χρόνια όμως και ιδιαίτερα μετά την πολιτική ενίσχυση του ισλαμικού κόμματος του AKP και την ανάληψη υπερεξουσιών από τον Πρόεδρο Ερντογάν, η Τουρκία χρησιμοποιεί όλο και πιο έκδηλα το αφήγημα του παντουρκισμού στο δημόσιο λόγο της. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να σφετεριστεί την πρωτοκαθεδρία στο Ισλάμ υποδυόμενη την προστάτιδά του και υποκαθιστώντας την χώρα-κοιτίδα του Ισλάμ και εν γένει του Αραβικού κόσμου, τη Σαουδική Αραβία.
Η αφορμή που έψαχνε ο Ερντογάν για την συκοφάντηση των Αραβικών χωρών πλην βεβαίως του συμμάχου και γαλαντόμου χορηγού Κατάρ, προήλθε από την εξελισσόμενη όπως φαίνεται πολιτική προσέγγιση των μέχρι πρότινος προαιώνιων εχθρών, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, λόγω της οποίας η κριτική για τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Γάζα τον Μάιο του 2021, να υστερεί σε ένταση σε σχέση με παλαιότερα.
Την ίδια στιγμή και με όπλο την κοινή θρησκεία, η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να προσεταιρισθεί τις μουσουλμανικές μειονότητες που διαβιούν στην Ευρώπη, εντάσσοντάς τες στους κόλπους ενός ενιαίου πολιτικού Ισλάμ το οποίο μέσα από τον «κατηχητικό λόγο» εντεταλμένων θρησκευτικών ταγών θέτει σε δεύτερη μοίρα την εθνοτική καταγωγή.
Οι προσπάθειες αυτές εντείνονται συνεχώς βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος είτε στην ενσυνείδητη περιθωριοποίηση των ίδιων των μουσουλμανικών μειονοτήτων, είτε στα μεμονωμένα περιστατικά βίας τα οποία οι Τούρκοι προπαγανδιστές σπεύδουν να βαφτίσουν ως δήθεν ισλαμοφοβία, οδηγώντας με αυτόν τον τρόπο τις κοινότητες αυτές στην εσωστρέφεια και γιατί όχι στην αυτοαπομόνωση.
Ο προσεταιρισμός των μουσουλμάνων της Ευρώπης, σε αντίθεση με ότι μπορεί να συνέβαινε παλαιότερα, λαμβάνει πιο οργανωμένη μορφή μέσω της δημιουργίας πολιτικών κομμάτων και οργανισμών που διαθέτουν τους πόρους και τα μέσα ώστε να απευθυνθούν ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά στον μέσο Ευρωπαίο μουσουλμάνο.
Τον Αύγουστο του 2019 ο Σουηδός πολιτικός τουρκικής καταγωγής Mikail Yüksel ίδρυσε το κόμμα «Nyans», με σκοπό την ανάδειξη των προβλημάτων της μουσουλμανικής μειονότητας στη Σουηδία. Ο ίδιος ο Yüksel, ο οποίος είχε αποπεμφθεί από το Κεντρώο Κόμμα της Σουηδίας, είχε δηλώσει στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu ότι ο λόγος της απομάκρυνσής του σχετιζόταν με τη δήθεν άρνησή του να καταφερθεί εναντίον του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, αποσκοπώντας έτσι στη συμπαράσταση της σουηδικής μουσουλμανικής μειονότητας και στην ενίσχυση της πολιτικής του επιρροής. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι η αποπομπή του συνδέεται με κατηγορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας που τον εμπλέκουν με τους Γκρίζους Λύκους, την παραστρατιωτική πτέρυγα του ακροδεξιού κόμματος MHP και στρατηγικού εταίρου του Ερντογάν.
Στην Ολλανδία επίσης, το κόμμα Denk έχει επικριθεί πολλές φορές για τις στενές σχέσεις που διατηρεί με την Τουρκία, οι πολιτικοί του οποίου έφθασαν στο σημείο να επικροτούν την κατάφωρη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων του τουρκικού κράτους έναντι των φερόμενων ως γκιουλενιστών, ιδιαιτέρως μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016.
Πολλά ευρωπαϊκά μουσουλμανικά πολιτικά κόμματα επίσης έχουν την έμμεση οικονομική στήριξη της Τουρκίας μέσω της «ισλαμοφασιστικής» Μουσουλμανικής Αδελφότητας, του πολιτικοθρησκευτικού οργανισμού που συνεργάζεται στενά με το AKP και κινεί τα νήματα των πολιτικών επιλογών του εμιράτου του Κατάρ αλλά και της ίδιας της Τουρκίας.
Το ισλαμικό κόμμα υπέρ της «σαρίας» στο Βέλγιο (pro–Sharia ISLAM party of Belgium) για παράδειγμα, αν και μεχρι τώρα, δεν απολαμβάνει τέτοιας δημοφιλίας που να το καθιστά αποφασιστικό πολιτικό παράγοντα στη βελγική πολιτική σκηνή, προκρίνει την ένταξη του ισλαμικού νόμου (shariah) σε ένα ιδιότυπο νομοθετικό πλαίσιο, με σκοπό την ενσωμάτωση και την ομογενοποίηση της πολυπληθούς μουσουλμανικής μειονότητας του Βελγίου σε μία ενιαία πολιτική πλατφόρμα με πολιτικοθρησκευτικό καθοδηγητή και πάλι τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και κατ’ επέκταση την Τουρκία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα διεμβόλησης στα εσωτερικά άλλου κράτους αποτελεί η περίπτωση του Αφγανιστάν και του καθεστώτος των Ταλιμπάν, με το οποίο η Τουρκία προσπαθεί από το 2021 να ρίξει γέφυρες ως αυτόκλητος διαμεσολαβητής της παγκόσμιας κοινότητας, αναλαμβάνοντας παράλληλα και την ανάπτυξη έργων υποδομής όπως αυτό του αεροδρομίου της Καμπούλ. Με αυτόν τον τρόπο η Άγκυρα δημιουργεί τον απαραίτητο «ζωτικό χώρο» προώθησης των συμφερόντων της, είτε μέσω της οικονομικής ενίσχυσης και της κατασκευής έργων υποδομής σε πληττόμενες χώρες, είτε μέσω ανάληψης πρωτοβουλιών για την εδραίωση της ισλαμικής πολιτιστικής κουλτούρας.
Πολλές φορές όμως, ο τουρκικός επεμβατισμός λαμβάνει και τη μορφή στρατιωτικής εμπλοκής «υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα» όπως έδειξε η αποστολή χιλιάδων μισθοφόρων στη Λιβύη για την στήριξη του καθεστώτος Σάρατζ κατά τον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο.
Τα τελευταία χρόνια όμως και ιδιαίτερα μετά την πολιτική ενίσχυση του ισλαμικού κόμματος του AKP και την ανάληψη υπερεξουσιών από τον Πρόεδρο Ερντογάν, η Τουρκία χρησιμοποιεί όλο και πιο έκδηλα το αφήγημα του παντουρκισμού στο δημόσιο λόγο της. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να σφετεριστεί την πρωτοκαθεδρία στο Ισλάμ υποδυόμενη την προστάτιδά του και υποκαθιστώντας την χώρα-κοιτίδα του Ισλάμ και εν γένει του Αραβικού κόσμου, τη Σαουδική Αραβία.
Η αφορμή που έψαχνε ο Ερντογάν για την συκοφάντηση των Αραβικών χωρών πλην βεβαίως του συμμάχου και γαλαντόμου χορηγού Κατάρ, προήλθε από την εξελισσόμενη όπως φαίνεται πολιτική προσέγγιση των μέχρι πρότινος προαιώνιων εχθρών, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, λόγω της οποίας η κριτική για τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Γάζα τον Μάιο του 2021, να υστερεί σε ένταση σε σχέση με παλαιότερα.
Την ίδια στιγμή και με όπλο την κοινή θρησκεία, η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να προσεταιρισθεί τις μουσουλμανικές μειονότητες που διαβιούν στην Ευρώπη, εντάσσοντάς τες στους κόλπους ενός ενιαίου πολιτικού Ισλάμ το οποίο μέσα από τον «κατηχητικό λόγο» εντεταλμένων θρησκευτικών ταγών θέτει σε δεύτερη μοίρα την εθνοτική καταγωγή.
Οι προσπάθειες αυτές εντείνονται συνεχώς βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος είτε στην ενσυνείδητη περιθωριοποίηση των ίδιων των μουσουλμανικών μειονοτήτων, είτε στα μεμονωμένα περιστατικά βίας τα οποία οι Τούρκοι προπαγανδιστές σπεύδουν να βαφτίσουν ως δήθεν ισλαμοφοβία, οδηγώντας με αυτόν τον τρόπο τις κοινότητες αυτές στην εσωστρέφεια και γιατί όχι στην αυτοαπομόνωση.
Ο προσεταιρισμός των μουσουλμάνων της Ευρώπης, σε αντίθεση με ότι μπορεί να συνέβαινε παλαιότερα, λαμβάνει πιο οργανωμένη μορφή μέσω της δημιουργίας πολιτικών κομμάτων και οργανισμών που διαθέτουν τους πόρους και τα μέσα ώστε να απευθυνθούν ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά στον μέσο Ευρωπαίο μουσουλμάνο.
Τον Αύγουστο του 2019 ο Σουηδός πολιτικός τουρκικής καταγωγής Mikail Yüksel ίδρυσε το κόμμα «Nyans», με σκοπό την ανάδειξη των προβλημάτων της μουσουλμανικής μειονότητας στη Σουηδία. Ο ίδιος ο Yüksel, ο οποίος είχε αποπεμφθεί από το Κεντρώο Κόμμα της Σουηδίας, είχε δηλώσει στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu ότι ο λόγος της απομάκρυνσής του σχετιζόταν με τη δήθεν άρνησή του να καταφερθεί εναντίον του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, αποσκοπώντας έτσι στη συμπαράσταση της σουηδικής μουσουλμανικής μειονότητας και στην ενίσχυση της πολιτικής του επιρροής. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι η αποπομπή του συνδέεται με κατηγορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας που τον εμπλέκουν με τους Γκρίζους Λύκους, την παραστρατιωτική πτέρυγα του ακροδεξιού κόμματος MHP και στρατηγικού εταίρου του Ερντογάν.
Στην Ολλανδία επίσης, το κόμμα Denk έχει επικριθεί πολλές φορές για τις στενές σχέσεις που διατηρεί με την Τουρκία, οι πολιτικοί του οποίου έφθασαν στο σημείο να επικροτούν την κατάφωρη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων του τουρκικού κράτους έναντι των φερόμενων ως γκιουλενιστών, ιδιαιτέρως μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016.
Πολλά ευρωπαϊκά μουσουλμανικά πολιτικά κόμματα επίσης έχουν την έμμεση οικονομική στήριξη της Τουρκίας μέσω της «ισλαμοφασιστικής» Μουσουλμανικής Αδελφότητας, του πολιτικοθρησκευτικού οργανισμού που συνεργάζεται στενά με το AKP και κινεί τα νήματα των πολιτικών επιλογών του εμιράτου του Κατάρ αλλά και της ίδιας της Τουρκίας.
Το ισλαμικό κόμμα υπέρ της «σαρίας» στο Βέλγιο (pro–Sharia ISLAM party of Belgium) για παράδειγμα, αν και μεχρι τώρα, δεν απολαμβάνει τέτοιας δημοφιλίας που να το καθιστά αποφασιστικό πολιτικό παράγοντα στη βελγική πολιτική σκηνή, προκρίνει την ένταξη του ισλαμικού νόμου (shariah) σε ένα ιδιότυπο νομοθετικό πλαίσιο, με σκοπό την ενσωμάτωση και την ομογενοποίηση της πολυπληθούς μουσουλμανικής μειονότητας του Βελγίου σε μία ενιαία πολιτική πλατφόρμα με πολιτικοθρησκευτικό καθοδηγητή και πάλι τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και κατ’ επέκταση την Τουρκία.
Αλλά και στη Βουλγαρία το κόμμα DPS το οποίο στις βουλευτικές εκλογές του 2021 έλαβε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό του 11,57%, έχει μόνιμα ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας με την Άγκυρα, διακείμενο ανοικτά υπέρ της ενίσχυσης των δικαιωμάτων της τουρκικής μειονότητας και την ομογενοποίησης όλων των Βούλγαρων μουσουλμάνων.
Η σκιώδης δραστηριοποίηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν περιορίζεται σε μεμονωμένες χώρες της Ευρώπης όπου υπάρχει ακμαία μουσουλμανική μειονότητα, αλλά κατέχει και υπερεθνικό χαρακτήρα καθώς αποτελεί το γενναίο χρηματοδότη της Ομοσπονδίας των Ισλαμικών Οργανώσεων της Ευρώπης (Federation of Islamic Organizations in Europe – FIOE).
Ο ισχυρός εποπτικός ρόλος της Ομοσπονδίας την καθιστά αυτόματα το πιο οργανωμένο σχήμα έκφρασης των μουσουλμανικών πληθυσμών στη Γηραιά Ήπειρο, έχοντας παράλληλα στενή και αγαστή συνεργασία με τη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας, την περίφημη Diyanet (Türkiye Cumhuriyeti Diyanet İşleri Başkanlığı).
Η επιρροή που προσπαθεί να ασκήσει η Τουρκία στις τουρκικής καταγωγής μειονότητες είναι από καιρό γνωστή και εντείνεται με τις ευλογίες του AKP.
Τον Απρίλιο του 2021 ο Ερντογάν συναντήθηκε στο Βερολίνο με εκπροσώπους μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, όπως η Ένωση των Διεθνών Δημοκρατών (Union of International Democrats - UID), η οποία έχοντας ως πηχυαία ιδρυτική αποστολή τη δήθεν αποκήρυξη των συναισθημάτων της ισλαμοφοβίας στην Ευρώπη, ουσιαστικά προωθεί τα συμφέροντα του Ερντογανικού καθεστώτος.
Η ειρωνεία βέβαια είναι ότι ο επικεφαλής της οργάνωσης Köksal Kuş, που υποτίθεται ότι κομίζει την ειρήνη και την αρμονική συνύπαρξη ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους, φέρεται να έχει στενούς δεσμούς με τους Γκρίζους Λύκους, που είναι διαβόητοι για την μαύρη προπαγάνδα και τις επιθέσεις τους εναντίον χριστιανών.
Η Τουρκία είτε άμεσα μέσω της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, είτε έμμεσα μέσω της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, προσπαθεί να προσελκύσει τις μουσουλμανικές μειονότητες που συνιστούν υπολογίσιμο πολιτικό μέγεθος.
Στην προσπάθεια της αυτή, εκμεταλλευόμενη το αφήγημα της καθολικότητας του Ισλαμικού Νόμου και της μουσουλμανικής θρησκείας, προσπαθεί να ομογενοποιήσει τους μουσουλμάνους που κατοικούν στο δυτικό κόσμο αξιοποιώντας τους ως μοχλό επιρροής, που δύναται υπό προϋποθέσεις να διαδραματίσει και να επηρεάσει προς όφελός της πολιτικές αποφάσεις. Τα αποτελέσματα αυτής της καμπάνιας έγιναν ορατά στην περίπτωση της Γερμανίας την περίοδο που ήταν Καγκελάριος η Α. Μέρκελ, η οποία όντας δέσμια της κοινότητας των Γερμανών τουρκικής καταγωγής, αδυνατούσε να εξαγγείλει και να εφαρμόσει πιο δυναμικές πολιτικές που θα οριοθετούσαν τον ταραχοποιό ρόλο της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Ερντογάν μάλιστα επιχείρησε να διεισδύσει και στον πολυπληθή μουσουλμανικό πληθυσμό της Βόρειας Αμερικής, στέλνοντας τον Δεκέμβριο του 2021 με ύφος ενιαίου υπερεθνικού ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου βιντεοσκοπημένο μήνυμα στο μεγάλο ετήσιο συνέδριο της Μουσουλμανικής Αμερικανικής Κοινότητας και του Ισλαμικού Κύκλου της Βόρειας Αμερικής (MAS-ICNA), με τον Ιμπραήμ Καλίν, τον εκπρόσωπο του Τούρκου Προέδρου, να τονίζει εμφατικά ότι «η Τουρκία αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε υγιείς και ισχυρές σχέσεις με τη Μουσουλμανική κοινότητα των ΗΠΑ». Σημειωτέον ότι η Τουρκία έχει ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια για την ίδρυση τζαμιών στις ΗΠΑ, ενώ έχει ιδρύσει και ένα εντυπωσιακό Κέντρο Ισλαμικών Σπουδών στο κέντρο της Ουάσιγκτον.
Η Ευρώπη πάντως φαίνεται να ξυπνάει έστω και νωχελικά από το λήθαργο.
Έτσι μετά την επίσημη κατάργηση των παραρτημάτων των Γκρίζων Λύκων στη Γαλλία, εξετάζονται πλέον εκ του σύνεγγυς και με πιο κριτική ματιά τα «ακτιβιστικά» πολιτικά κόμματα και ο ρόλος που αυτά ασκούν στις τοπικές κοινωνίες, ελέγχοντας πιθανές διασυνδέσεις τους με την τρομοκρατία αλλά και με εγκλήματα μίσους
Αλλά και οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι Ευρωπαίοι φαίνεται να γυρίζουν την πλάτη στις σειρήνες του πολιτικού Ισλάμ και προτιμούν να ενσωματώνονται ως ισότιμοι πολίτες στο δυτικό τρόπο ζωής, απαξιώνοντας τα καλέσματα που αλλοτριώνουν την ταυτότητά τους για να τους καταστήσουν μια άβουλη, θρησκευτικά φανατισμένη μάζα, υποχείριο του Ερντογάν και των εθνικιστικών του ορέξεων.
Από την άλλη πλευρά οι πάγια καταδικαστικές για τις τουρκικές νεοοθωμανικές τακτικές εισηγήσεις και αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει ο δυτικός κόσμος, για μία χώρα που με κάθε ευκαιρία προσπαθεί να «ροκανίσει» την ειρήνη και τη σταθερότητα όχι μόνο πλέον στην Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά σε παγκόσμια κλίμακα.
*Ο Πέτρος Τρουπιώτης είναι δημοσιογράφος ptroupiotis@yahoo.gr
Η σκιώδης δραστηριοποίηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν περιορίζεται σε μεμονωμένες χώρες της Ευρώπης όπου υπάρχει ακμαία μουσουλμανική μειονότητα, αλλά κατέχει και υπερεθνικό χαρακτήρα καθώς αποτελεί το γενναίο χρηματοδότη της Ομοσπονδίας των Ισλαμικών Οργανώσεων της Ευρώπης (Federation of Islamic Organizations in Europe – FIOE).
Ο ισχυρός εποπτικός ρόλος της Ομοσπονδίας την καθιστά αυτόματα το πιο οργανωμένο σχήμα έκφρασης των μουσουλμανικών πληθυσμών στη Γηραιά Ήπειρο, έχοντας παράλληλα στενή και αγαστή συνεργασία με τη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας, την περίφημη Diyanet (Türkiye Cumhuriyeti Diyanet İşleri Başkanlığı).
Η επιρροή που προσπαθεί να ασκήσει η Τουρκία στις τουρκικής καταγωγής μειονότητες είναι από καιρό γνωστή και εντείνεται με τις ευλογίες του AKP.
Τον Απρίλιο του 2021 ο Ερντογάν συναντήθηκε στο Βερολίνο με εκπροσώπους μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, όπως η Ένωση των Διεθνών Δημοκρατών (Union of International Democrats - UID), η οποία έχοντας ως πηχυαία ιδρυτική αποστολή τη δήθεν αποκήρυξη των συναισθημάτων της ισλαμοφοβίας στην Ευρώπη, ουσιαστικά προωθεί τα συμφέροντα του Ερντογανικού καθεστώτος.
Η ειρωνεία βέβαια είναι ότι ο επικεφαλής της οργάνωσης Köksal Kuş, που υποτίθεται ότι κομίζει την ειρήνη και την αρμονική συνύπαρξη ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους, φέρεται να έχει στενούς δεσμούς με τους Γκρίζους Λύκους, που είναι διαβόητοι για την μαύρη προπαγάνδα και τις επιθέσεις τους εναντίον χριστιανών.
Η Τουρκία είτε άμεσα μέσω της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, είτε έμμεσα μέσω της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, προσπαθεί να προσελκύσει τις μουσουλμανικές μειονότητες που συνιστούν υπολογίσιμο πολιτικό μέγεθος.
Στην προσπάθεια της αυτή, εκμεταλλευόμενη το αφήγημα της καθολικότητας του Ισλαμικού Νόμου και της μουσουλμανικής θρησκείας, προσπαθεί να ομογενοποιήσει τους μουσουλμάνους που κατοικούν στο δυτικό κόσμο αξιοποιώντας τους ως μοχλό επιρροής, που δύναται υπό προϋποθέσεις να διαδραματίσει και να επηρεάσει προς όφελός της πολιτικές αποφάσεις. Τα αποτελέσματα αυτής της καμπάνιας έγιναν ορατά στην περίπτωση της Γερμανίας την περίοδο που ήταν Καγκελάριος η Α. Μέρκελ, η οποία όντας δέσμια της κοινότητας των Γερμανών τουρκικής καταγωγής, αδυνατούσε να εξαγγείλει και να εφαρμόσει πιο δυναμικές πολιτικές που θα οριοθετούσαν τον ταραχοποιό ρόλο της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Ερντογάν μάλιστα επιχείρησε να διεισδύσει και στον πολυπληθή μουσουλμανικό πληθυσμό της Βόρειας Αμερικής, στέλνοντας τον Δεκέμβριο του 2021 με ύφος ενιαίου υπερεθνικού ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου βιντεοσκοπημένο μήνυμα στο μεγάλο ετήσιο συνέδριο της Μουσουλμανικής Αμερικανικής Κοινότητας και του Ισλαμικού Κύκλου της Βόρειας Αμερικής (MAS-ICNA), με τον Ιμπραήμ Καλίν, τον εκπρόσωπο του Τούρκου Προέδρου, να τονίζει εμφατικά ότι «η Τουρκία αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε υγιείς και ισχυρές σχέσεις με τη Μουσουλμανική κοινότητα των ΗΠΑ». Σημειωτέον ότι η Τουρκία έχει ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια για την ίδρυση τζαμιών στις ΗΠΑ, ενώ έχει ιδρύσει και ένα εντυπωσιακό Κέντρο Ισλαμικών Σπουδών στο κέντρο της Ουάσιγκτον.
Η Ευρώπη πάντως φαίνεται να ξυπνάει έστω και νωχελικά από το λήθαργο.
Έτσι μετά την επίσημη κατάργηση των παραρτημάτων των Γκρίζων Λύκων στη Γαλλία, εξετάζονται πλέον εκ του σύνεγγυς και με πιο κριτική ματιά τα «ακτιβιστικά» πολιτικά κόμματα και ο ρόλος που αυτά ασκούν στις τοπικές κοινωνίες, ελέγχοντας πιθανές διασυνδέσεις τους με την τρομοκρατία αλλά και με εγκλήματα μίσους
Αλλά και οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι Ευρωπαίοι φαίνεται να γυρίζουν την πλάτη στις σειρήνες του πολιτικού Ισλάμ και προτιμούν να ενσωματώνονται ως ισότιμοι πολίτες στο δυτικό τρόπο ζωής, απαξιώνοντας τα καλέσματα που αλλοτριώνουν την ταυτότητά τους για να τους καταστήσουν μια άβουλη, θρησκευτικά φανατισμένη μάζα, υποχείριο του Ερντογάν και των εθνικιστικών του ορέξεων.
Από την άλλη πλευρά οι πάγια καταδικαστικές για τις τουρκικές νεοοθωμανικές τακτικές εισηγήσεις και αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει ο δυτικός κόσμος, για μία χώρα που με κάθε ευκαιρία προσπαθεί να «ροκανίσει» την ειρήνη και τη σταθερότητα όχι μόνο πλέον στην Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά σε παγκόσμια κλίμακα.
*Ο Πέτρος Τρουπιώτης είναι δημοσιογράφος ptroupiotis@yahoo.gr
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr