Τζάμπα δώσαμε το όνομα «Μακεδονία»

Πριν ακόμα υπογραφεί η Συμφωνία στις Πρέσπες, ο Ζόραν Ζάεφ είχε καταλήξει με ποια πολιτικά όπλα θα δώσει τη μάχη του δημοψηφίσματος. Δεν είχε αμφιβολία για την κύρωση από τη Βουλή της ΠΓΔΜ. Είχε φροντίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία να είναι συμπαγής. Ούτε ο Πρόεδρος Γκιόρκι Ιβάνοφ ήταν εμπόδιο.

Οπως αναμενόταν, δεν υπέγραψε τον νόμο με τον οποίο κυρώνεται η συμφωνία. Είχε δικαίωμα να το κάνει την πρώτη φορά, αλλά μετά τη δεύτερη υπερψήφιση είναι υποχρεωμένος να υπογράψει, εκτός αν επιλέξει να παραιτηθεί. Μερικοί μήνες θητείας, άλλωστε, του έχουν απομείνει.

Το πραγματικό εμπόδιο, λοιπόν, είναι το δημοψήφισμα. Ο ίδιος δεν χάνει την ευκαιρία να εκφράζει την αισιοδοξία του, αλλά η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών της Ε.Ε. ήταν ένα πλήγμα για τον Ζάεφ. Οπως είναι γνωστό, αποφασίστηκε ότι ο προσδιορισμός για την ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων τόσο της ΠΓΔΜ όσο και της Αλβανίας θα συζητηθεί τον Ιούνιο του 2019.

Ηταν γνωστό ότι η Γαλλία και η Ολλανδία είχαν επιφυλάξεις όσον αφορά την έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας των δύο χωρών της δυτικής Βαλκανικής. Στα Σκόπια, όμως, πίστευαν πως η Συμφωνία των Πρεσπών θα έκαμπτε αυτές τις επιφυλάξεις, με την έννοια ότι θα υπερτερούσε το γεωπολιτικό κριτήριο. Ο Νίκος Κοτζιάς έδωσε μάχη με αυτό ακριβώς το επιχείρημα, αλλά δεν τα κατάφερε.

Ετσι, ο Ζάεφ είναι υποχρεωμένος να δώσει τη μάχη του δημοψηφίσματος χωρίς να έχει την ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων στο χέρι, όπως είχε προεξοφλήσει. Ολα δείχνουν, ωστόσο, ότι στα μέσα Ιουλίου, όταν θα πραγματοποιηθεί η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, θα έχει στα χέρια του την πρόσκληση για ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στη Συμμαχία, όταν θα έχει ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση και θα έχει αρχίσει να εφαρμόζεται η Συμφωνία των Πρεσπών.

Το τρίτο πολιτικό όπλο με το οποίο ο Ζάεφ θα δώσει τη μάχη του δημοψηφίσματος είναι αυτό που ήδη διαλαλεί σε κάθε ευκαιρία: η επίσημη αναγνώριση από την Ελλάδα και τη διεθνή κοινότητα της «μακεδονικής ταυτότητας».

Το είπε και ενώπιον του προέδρου της Ε.Ε. Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος αποκάλεσε το γειτονικό κράτος «Μακεδονία». Πρόκειται για ατόπημα. Ακόμα και αν ισχυριστεί ότι η συμφωνία δεν έχει κυρωθεί για να χρησιμοποιεί το «Βόρεια Μακεδονία», θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει το όνομα ΠΓΔΜ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το ερώτημα που θα τεθεί στους ψηφοφόρους της ΠΓΔΜ θα συνδέει την έγκριση της Συμφωνίας των Πρεσπών με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και προοπτικά στην Ε.Ε. Για την ακρίβεια, θα θέσει τους ψηφοφόρους ενώπιον του διλήμματος: όρος για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. είναι η έγκριση της Συμφωνίας.

Πρέπει να περιμένουμε μέχρι τις 9 ή τις 16 Σεπτεμβρίου για να δούμε αν με αυτά τα όπλα ο Ζάεφ θα καταφέρει να κερδίσει ή όχι το πολιτικό στοίχημα. Το δημοψήφισμα αναμένεται να προκηρυχθεί εντός του Ιουλίου για να διεξαχθεί τον Σεπτέμβριο, δεδομένου ότι υπάρχουν συνταγματικές προθεσμίες.

Αν ο Ζάεφ κερδίσει θα έχει κάνει το αποφασιστικό βήμα, αλλά δεν θα έχει λύσει το πρόβλημα. Θα πρέπει αμέσως μετά να φέρει στη Βουλή την πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση. Δεδομένου, όμως, ότι δεν διαθέτει την ενισχυμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των δύο τρίτων, η συνταγματική αναθεώρηση θα περάσει μόνο αν την ψηφίσει και η αξιωματική αντιπολίτευση.

Το VMRO είναι σαφώς αντίθετο με τη Συμφωνία, αλλά αν αυτή έχει εγκριθεί στο δημοψήφισμα, η εμμονή στην άρνησή του θα είναι άρνηση αποδοχής της λαϊκής βούλησης. Με άλλα λόγια, ο Ζάεφ θα έχει ένα ισχυρό πολιτικό επιχείρημα. Το γεγονός ότι ο αρχηγός του VMRO Χρίστιαν Μίτσκοσκι, υπό την πίεση της Δύσης, δήλωσε ότι το κόμμα του δεν θα μποϊκοτάρει το δημοψήφισμα είναι ένδειξη ότι ίσως ακολουθήσει εποικοδομητική στάση, πάντα στην περίπτωση επικράτησης του «Ναι».

Σύμφωνα με πληροφορίες από τα Σκόπια, αν το VMRO επιμείνει στην άρνησή του, ο Ζάεφ θα προκηρύξει εκλογές ζητώντας από τους πολίτες να δώσουν στον κυβερνητικό συνασπισμό την αναγκαία ενισχυμένη πλειοψηφία. Ο ίδιος έχει δηλώσει, άλλωστε, ότι αν χάσει το δημοψήφισμα θα παραιτηθεί από την πρωθυπουργία.

Υποτίμησαν τις αντιδράσεις

Αυτά στην αντίπερα όχθη. Στην ελληνική όχθη, η Συμφωνία των Πρεσπών ήδη παράγει πολιτικά γεγονότα. Παρά τα συλλαλητήρια, Τσίπρας και Κοτζιάς υπέγραψαν τη συμφωνία για λόγους που συνδέονται συνδυαστικά και ταυτοχρόνως με ασφυκτικές δυτικές πιέσεις, με υποσχέσεις για ευνοϊκότερη στάση του ευρωιερατείου στο ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους και του μεταμνημονιακού καθεστώτος, καθώς επίσης και με τις ιδεοληψίες του ΣΥΡΙΖΑ.

Αρχικά, στο κυβερνητικό επιτελείο δεν πίστευαν πως το Μακεδονικό μπορεί να προκαλέσει σοβαρή κοινωνική αντίδραση. Στην Αριστερά, άλλωστε, έχουν την τάση να θεωρούν πως οι λαϊκές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας είναι δικός τους προνομιακός χώρος.

Είχαν υποτιμήσει, λοιπόν, τα υπόγεια κοινωνικά ρεύματα και, κυρίως, δεν είχαν υπολογίσει ότι η κάθε είδους και αιτίας υποφώσκουσα κοινωνική οργή θα διοχετευτεί στην κοίτη του Μακεδονικού, με αποτέλεσμα να μετατρέψει την αντίδραση για τη συμφωνία σε χείμαρρο.

Οι Ελληνες μπορεί τελικώς να υποτάχθηκαν στα μνημόνια, μπορεί σε μεγάλο βαθμό να καταπίνουν τις προκλήσεις του Ερντογάν, θεωρώντας ότι η Ελλάδα είναι στα γόνατα και ως εκ τούτου δεν τη συμφέρει να διακινδυνεύσει μια θερμή σύγκρουση, αλλά δεν βλέπουν τον λόγο για τον οποίο η Αθήνα έπρεπε να τηρήσει υποχωρητική στάση απέναντι σε μια μικρή και αδύναμη χώρα.

Τώρα, πλέον, οι λαϊκές αντιδράσεις δεν διοχετεύονται μέσω συλλαλητηρίων. Και όσοι νόμισαν πως «είναι κάθε μέρα τ’ Αϊ-Γιαννιού» διαψεύστηκαν. Η αντίδραση του λαϊκού σώματος εκδηλώνεται στοιχειακά με αποδοκιμασίες και ενίοτε με επεισόδια σε βάρος βουλευτών της συμπολίτευσης. Τελευταίος στόχος αποδοκιμασιών είναι ο Παναγιώτης Κουρουμπλής.

Μη μπορώντας να αποδεχτούν ότι απλοί πολίτες στρέφονται ενεργητικά εναντίον τους, οι κυβερνητικοί αποδίδουν αυτού του είδους τις εκδηλώσεις σε Χρυσαυγίτες και ακραίους Νεοδημοκράτες. Με άλλα λόγια, λένε ό,τι ακριβώς έλεγαν το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. όταν δέκτες τέτοιων αποδοκιμασιών ήταν δικά τους στελέχη. Τα απέδιδαν σε ομάδες κρούσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Προφανώς τότε, σε τέτοια επεισόδια συμμετείχαν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και τώρα συμμετέχουν μέλη της Ν.Δ. και της Χρυσής Αυγής. Από πολιτικής απόψεως, όμως, αυτό που έχει σημασία δεν είναι ποιος θα ξεστομίσει την πρώτη βρισιά, αλλά η στάση των απλών ανθρώπων που παρακολουθούν τη σκηνή.

Αποδοκιμάζουν όσους επιτίθενται στους πολιτικούς ή αντιθέτως τους επιδοκιμάζουν και συμμετέχουν και οι ίδιοι; Αυτό ήταν το ερώτημα που έπρεπε να θέσουν στον εαυτό τους οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. το 2011, το ίδιο ερώτημα πρέπει να θέσει σήμερα στον εαυτό της η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. Ούτε οι μεν το έθεσαν, ούτε οι δε το θέτουν.

Οπως και τότε έτσι και τώρα οι κυβερνώντες κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους για να αποφύγουν αυτό που δεν αντέχουν.Ολα δείχνουν ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝ.ΕΛ. θα πληρώσουν σημαντικό εκλογικό κόστος κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα - αλλά όχι μόνο.

Οι επόμενες δημοσκοπήσεις θα είναι μια πρώτη ένδειξη για το εκλογικό κόστος που θα υποστεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό, παρότι το αφήγημα της εξόδου από τα μνημόνια και της ελάφρυνσης του χρέους βρίσκει κάποια απήχηση, επειδή οι Ελληνες έχουν ανάγκη να ελπίσουν ότι θα ξημερώσουν καλύτερες ημέρες.

Είναι αξιοσημείωτο ότι αρκετά στελέχη του, που εμφορούνται από εθνομηδενιστική ιδεοληψία, συμπεριφέρονται λες και παίρνουν κάποια ρεβάνς από την «εθνικιστική κοινωνία», όπως τη θεωρούν. Οταν το κόμμα τους ήταν στο πολιτικό περιθώριο, οι ίδιοι υπέγραφαν κείμενα με τα οποία ζητούσαν το γειτονικό κράτος να ονομάζεται «Μακεδονία» και οι πολίτες του «Μακεδόνες».

Σήμερα δεν τολμούν να πουν τα ίδια, αλλά η συχνά προκλητική ρητορική τους ρίχνει λάδι στη φωτιά. Εξοργίζει τους πολίτες που νιώθουν εθνικά ταπεινωμένοι και κατ’ αυτό τον τρόπο τροφοδοτεί την κοινωνική οργή.

Βαρύ το πλήγμα στους ΑΝ.ΕΛ.

Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει ήδη καταφέρει βαρύ πλήγμα και στον μικρό κυβερνητικό εταίρο. Οι ΑΝ.ΕΛ. έχασαν τον Δημήτρη Καμμένο. Εχασαν και τον Γιώργο Λαζαρίδη, με αποτέλεσμα η κοινοβουλευτική πλειοψηφία να μειωθεί επικίνδυνα. Στα παρακάτω κλιμάκια οι αποχωρήσεις στελεχών τείνουν να προσλάβουν μαζικό χαρακτήρα. Η κρίση των ΑΝ.ΕΛ. είναι υπαρξιακή.

Η στάση τους στο Μακεδονικό δείχνει ότι έχουν χάσει τον λόγο πολιτικής ύπαρξής τους. Αν θυμηθούμε και το προεκλογικό σποτ με το τρενάκι, υποτίθεται ότι οι ΑΝ.ΕΛ. θα ήταν ένα είδος εγγυητή πως η κυβέρνηση Τσίπρα δεν θα δρομολογούσε στα εθνικά θέματα κινήσεις που έρχονται σε αντίθεση με το συμβατικό πατριωτικό αίσθημα της πλειοψηφίας των Ελλήνων.

Ναι μεν ο Πάνος Καμμένος ξεκαθάρισε πως δεν θα ψηφίσει τη Συμφωνία, αλλά δεν έπραξε τίποτα για να τη σταματήσει. Το παιχνίδι δεν παίχτηκε στην ψηφοφορία για την πρόταση μομφής της Ν.Δ. Παίχτηκε αρκετά πριν, όταν δεν κατέστησε σαφές στον Τσίπρα ότι εάν προχωρήσει σε συμφωνία που δεν εγκρίνει, οι ΑΝ.ΕΛ. θα πάψουν να στηρίζουν την κυβέρνηση. Αν το είχε πράξει εγκαίρως, το πολιτικό δίλημμα δεν θα το είχε ο ίδιος, αλλά ο πρωθυπουργός. Αφήνοντας τα πράγματα να εξελιχθούν, όμως, περιήλθε στη σημερινή κατάσταση.

Ρήγματα και στο ΚΙΝ.ΑΛ.

Ρήγματα προέκυψαν και στο ΚΙΝ.ΑΛ. με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ενώ η Φώφη Γεννηματά πήρε αρνητική θέση, ο Σταύρος Θεοδωράκης δήλωσε ότι το κόμμα του θα την υπερψηφίσει. Το ζήτημα αυτό ήταν και η αφορμή για να χαλάσει το εξαρχής εύθραυστο «σύμφωνο συμβίωσης» με το ΠΑΣΟΚ. Το Ποτάμι, εξάλλου, δεν είναι πλέον αυτό που ήταν.

Τα προβλήματα δεν σταματούν εδώ. Ο Γιώργος Παπανδρέου και ορισμένα ακόμα στελέχη έχουν ταχθεί υπέρ της Συμφωνίας, τροφοδοτώντας τον εσωτερικό δυϊσμό αυτής της παράταξης. Ετσι κι αλλιώς, στους κόλπους της υπάρχει μία -μάλλον πλειοψηφική- πτέρυγα η οποία θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ εχθρό, ενώ τη Ν.Δ. κόμμα με το οποίο μπορεί να συνεργαστεί.

Η άλλη πτέρυγα διαπνέεται από αντιδεξιά αισθήματα και υπό προϋποθέσεις είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά τώρα που ακολουθεί τον μνημονιακό δρόμο και ευθυγραμμίζεται με τη Δύση.

Η εσωτερική αυτή αντίφαση στο ΚΙΝ.ΑΛ. εκδηλώθηκε με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά αναμένεται να προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις την επομένη των εκλογών, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα.

Μόνο η Ν.Δ. δεν έχει εμφανές πρόβλημα. Και αυτό επειδή ο Μητσοτάκης επέλεξε να υιοθετήσει τη γραμμή της «λαϊκής Δεξιάς» αφενός για να διατηρήσει την κομματική ενότητα, αφετέρου για αντιπολιτευτικούς λόγους. Εχει σημασία, μάλιστα, ότι δεσμεύτηκε πως δεν θα ψηφίσει υπέρ της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, ακόμα και αν η Ν.Δ. βρίσκεται στην κυβέρνηση.

Αν ο Ζάεφ περάσει όλους τους σκοπέλους και ολοκληρώσει τη συνταγματική αναθεώρηση, το μπαλάκι θα έρθει στην ελληνική πλευρά. Οπως προκύπτει από όλα τα παραπάνω, η κύρωση της Συμφωνίας δεν είναι δεδομένη. Αν δεν έχουν προηγηθεί πρόωρες εκλογές, το Μαξίμου ποντάρει σε πρόθυμους για να εξασφαλίσει τις αναγκαίες 151 βουλευτικές ψήφους. Πιθανώς να τους βρει. Δεν είναι, ωστόσο, τόσο σίγουρο όσο έμοιαζε πριν από λίγο καιρό.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr