Γιατί οι ΗΠΑ προτιμούν την Τουρκία
14.01.2020
07:04
Δεν είναι βέβαιο ότι έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι εγχώριες αναλύσεις για τη συνάντηση Τραμπ - Μητσοτάκη. Αντιθέτως πλάκα έχουν - και μάλιστα αρκετή
Δείτε την αποτίμηση της μιας πλευράς: φιάσκο, κομπάρσος, γλάστρα του Τραμπ ο Κυριάκος. Λες και το πιο απλό πράγμα του κόσμου θα ήταν για τον Μητσοτάκη όταν η υπερδύναμη βρίσκεται στα πρόθυμα πολέμου με το Ιράν να τους επιβάλει να συζητήσουν για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του ΕastMed. Ωραίο το καλαμπουράκι αλλά κατάλληλο μόνο για παιδιά του Δημοτικού.
Αλλά και η άλλη πλευρά δεν υστερεί σε υπερβολή: επιτυχημένη η επίσκεψη, ο Μητσοτάκης ξεκαθάρισε τα πράγματα, «πήραμε αυτό που μπορούσαμε». Ερώτημα: Τι ακριβώς «πήραμε»; Ούτε μια κουβέντα, μια αποστροφή, μια αμφίσημη διατύπωση δεν βγήκε από τον «Πλανητάρχη» που να υπονοεί ότι τον προβληματίζει η τουρκική επιθετικότητα.
Αν θα μπορούσαμε κάτι να κερδίσουμε στο μέλλον από την επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, τότε αυτό προϋποθέτει μια ειλικρινή και επίμονη άσκηση ρεαλισμού. Ούτε πήραμε τίποτα, ούτε ήταν δυνατόν να πάρουμε κάτι. Γιατί η Ελλάδα έχει υποχωρήσει πολύ χαμηλά στην κλίμακα των ιεραρχήσεων της διεθνούς στρατηγικής των ΗΠΑ. Σε αντίθεση με τον «απρόβλεπτο» γείτονα, ο οποίος έχει αναβαθμίσει θεαματικά τη διεθνή παρουσία του.
Μπορεί η πραγματικότητα να είναι δυσάρεστη, αλλά δυστυχώς είναι η πραγματικότητα. Η Τουρκία του Ερντογάν έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια χαρακτηριστικά αναδυόμενης περιφερειακής δύναμης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Ανατολικής Μεσογείου.
Οι αποδείξεις είναι εύκολες, ακόμη και διά γυμνού οφθαλμού. Στον σμπαραλιασμένο κόσμο που δημιούργησαν οι αμερικανικοί πόλεμοι, η «Αραβική Ανοιξη» και η κατάρρευση των προηγούμενων αυταρχικών καθεστώτων αναδεικνύεται παντού μια «τριάδα» διεθνών πρωταγωνιστών που μέσα από συμμαχίες, αντιθέσεις και ανταγωνισμούς διαμορφώνουν την (ασταθή) επόμενη ημέρα. Στη μια κορυφή της «τριάδας» βρίσκονται οι ΗΠΑ, στην άλλη η Ρωσία του Πούτιν και στην τελευταία η Τουρκία του Ερντογάν.
Η Ευρώπη παραμένει ένας μη υπολογίσιμος «νάνος» στην ισορροπία δυνάμεων, ενώ οι υπόλοιποι ισχυροί παίκτες (από τη Σαουδική Αραβία έως το Ιράν) δίνουν μάχη για να προσκολληθούν σε μία από τις κορυφές της «τριάδας».
Η Τουρκία αναβαθμίζει διαρκώς τα συστατικά της ισχύος της για να κατοχυρώνει τη θέση της δίπλα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Και στη διάσταση της «soft power», διευρύνοντας την ηγεμονία της μέσα στον ισλαμικό κόσμο. Και στην εκδοχή της «hard power», αναπτύσσοντας ακομπλάριστα τη στρατιωτική εμπλοκή της σε όλα τα «θερμά μέτωπα», από τη Σομαλία και τη Συρία έως τη Λιβύη.
Αν λοιπόν η «μεγάλη εικόνα» που περιγράφουμε είναι ορθή, τότε προκύπτει ως αυτονόητη η πικρή αλήθεια: οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν με διαφορετικά κριτήρια την Τουρκία και την Ελλάδα. Την πρώτη ως «στρατηγικό παράγοντα» στην περιοχή, άλλες φορές σύμμαχο και άλλες ανταγωνιστή. Την Ελλάδα ως μια «ιδιαιτερότητα».
Προφανώς δεν είναι εύκολη η διόρθωση της ανισορροπίας δυνάμεων. Αν, όμως, θέλουμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες για μια διόρθωση κάποτε στο μέλλον, τότε η πρώτη προϋπόθεση είναι ο ρεαλισμός. Οσο δυσάρεστο και αν εμφανίζεται το γεγονός ότι πρέπει να τον αποδεχτούμε.
Αλλά και η άλλη πλευρά δεν υστερεί σε υπερβολή: επιτυχημένη η επίσκεψη, ο Μητσοτάκης ξεκαθάρισε τα πράγματα, «πήραμε αυτό που μπορούσαμε». Ερώτημα: Τι ακριβώς «πήραμε»; Ούτε μια κουβέντα, μια αποστροφή, μια αμφίσημη διατύπωση δεν βγήκε από τον «Πλανητάρχη» που να υπονοεί ότι τον προβληματίζει η τουρκική επιθετικότητα.
Αν θα μπορούσαμε κάτι να κερδίσουμε στο μέλλον από την επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, τότε αυτό προϋποθέτει μια ειλικρινή και επίμονη άσκηση ρεαλισμού. Ούτε πήραμε τίποτα, ούτε ήταν δυνατόν να πάρουμε κάτι. Γιατί η Ελλάδα έχει υποχωρήσει πολύ χαμηλά στην κλίμακα των ιεραρχήσεων της διεθνούς στρατηγικής των ΗΠΑ. Σε αντίθεση με τον «απρόβλεπτο» γείτονα, ο οποίος έχει αναβαθμίσει θεαματικά τη διεθνή παρουσία του.
Μπορεί η πραγματικότητα να είναι δυσάρεστη, αλλά δυστυχώς είναι η πραγματικότητα. Η Τουρκία του Ερντογάν έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια χαρακτηριστικά αναδυόμενης περιφερειακής δύναμης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Ανατολικής Μεσογείου.
Οι αποδείξεις είναι εύκολες, ακόμη και διά γυμνού οφθαλμού. Στον σμπαραλιασμένο κόσμο που δημιούργησαν οι αμερικανικοί πόλεμοι, η «Αραβική Ανοιξη» και η κατάρρευση των προηγούμενων αυταρχικών καθεστώτων αναδεικνύεται παντού μια «τριάδα» διεθνών πρωταγωνιστών που μέσα από συμμαχίες, αντιθέσεις και ανταγωνισμούς διαμορφώνουν την (ασταθή) επόμενη ημέρα. Στη μια κορυφή της «τριάδας» βρίσκονται οι ΗΠΑ, στην άλλη η Ρωσία του Πούτιν και στην τελευταία η Τουρκία του Ερντογάν.
Η Ευρώπη παραμένει ένας μη υπολογίσιμος «νάνος» στην ισορροπία δυνάμεων, ενώ οι υπόλοιποι ισχυροί παίκτες (από τη Σαουδική Αραβία έως το Ιράν) δίνουν μάχη για να προσκολληθούν σε μία από τις κορυφές της «τριάδας».
Η Τουρκία αναβαθμίζει διαρκώς τα συστατικά της ισχύος της για να κατοχυρώνει τη θέση της δίπλα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Και στη διάσταση της «soft power», διευρύνοντας την ηγεμονία της μέσα στον ισλαμικό κόσμο. Και στην εκδοχή της «hard power», αναπτύσσοντας ακομπλάριστα τη στρατιωτική εμπλοκή της σε όλα τα «θερμά μέτωπα», από τη Σομαλία και τη Συρία έως τη Λιβύη.
Αν λοιπόν η «μεγάλη εικόνα» που περιγράφουμε είναι ορθή, τότε προκύπτει ως αυτονόητη η πικρή αλήθεια: οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν με διαφορετικά κριτήρια την Τουρκία και την Ελλάδα. Την πρώτη ως «στρατηγικό παράγοντα» στην περιοχή, άλλες φορές σύμμαχο και άλλες ανταγωνιστή. Την Ελλάδα ως μια «ιδιαιτερότητα».
Προφανώς δεν είναι εύκολη η διόρθωση της ανισορροπίας δυνάμεων. Αν, όμως, θέλουμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες για μια διόρθωση κάποτε στο μέλλον, τότε η πρώτη προϋπόθεση είναι ο ρεαλισμός. Οσο δυσάρεστο και αν εμφανίζεται το γεγονός ότι πρέπει να τον αποδεχτούμε.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr