Η φωτογραφία της βίας

Το θύμα...
Μια φωτογραφία χίλιες και περισσότερες λέξεις. Ο νέος, ταλαντούχος καλλιτέχνης, φλογερός αντιφασίστας, ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο.

Η φονική λεπίδα έχει περάσει το μεσοπλεύριο, έχει σχίσει τον περικαρδιακό σάκο και έχει τρυπήσει το μυοκάρδιο... Αίμα χύνεται άφθονο στη θωρακική κοιλότητα και αναβλύζει προς τα έξω δημιουργώντας ποτάμι στο έδαφος. Το ζωογόνο αίμα λιγοστεύει δραματικά στις αρτηρίες, η πίεση κατακρημνίζεται ταχύτατα και ο εγκέφαλος χάνει προοδευτικά τις ζωτικές λειτουργίες του...

Το θύμα με φαιόχρωμο πρόσωπο ρίχνει ένα τελευταίο βλέμμα στον περιβάλλοντα κόσμο, έναν κόσμο που εγκαταλείπει πρόωρα και βίαια, εβδομήντα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα μαζικά εγκλήματα του φασισμού... και προφανώς αναρωτιέται γιατί; Ισως γιατί ήθελε να είναι ελεύθερος...

Η σύντροφος

Νέα κοπέλα τον κρατά σφιχτά, πιέζει τη θανατηφόρα πληγή του, προσπαθώντας μάταια να σταματήσει τον θάνατο που έρχεται, και κλαίει βουβά... Και αυτή προφανώς αναρωτιέται. Γιατί;
Ισως γιατί εκείνες τις στιγμές πίστεψε ότι ζει σε λάθος εποχή... που το ερωτικό πάθος δεν λειτουργεί, όπως θα έπρεπε, αυτόνομα και αυτοδύναμα, αλλά συμπλέει στενά με τη βία, τις κοινωνικές εκρήξεις, τις ακραίες ιδεολογικές, διαφορές και τελικά με τον θάνατο...   
Ο δράστης
Ευτραφής, εργάτης στην Ιχθυόσκαλα, με οικογένεια και όνειρα για το μέλλον. Με χαμηλωμένο κεφάλι και με χειροπέδες οδηγείται συρόμενος στον ανακριτή... Και αυτός προφανώς αναρωτιέται, μετά την αποτρόπαιη πράξη του, γιατί.
Ισως να μην ξέρει τα όρια της Δημοκρατίας, να μην ξέρει τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης και τις παραδοχές της κοινωνικής συμβίωσης. Ισως προσωποποίησε το μίσος που στάλαξαν στην ψυχή του για την αντίθετη άποψη, για την κοινωνία, για το πολιτικό σύστημα, για τους μετανάστες... Ισως και να κολακευόταν όταν άκουγε την αδύναμη γριούλα που μόλις της έχουν αρπάξει την τσάντα εξαθλιωμένοι μετανάστες στον Αγιο Παντελεήμονα να φωνάζει σε βοήθεια όχι τα θεσμικά όργανα του οργανωμένου κράτους μας, αλλά τη Χρυσή Αυγή, γιατί της έχουν πει ότι έρχονται γρηγορότερα σε βοήθεια...

Αλλά πώς μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο και η τυφλή βία;
Αρκούν τα κατασταλτικά μέτρα, οι απαγορεύσεις, οι καταδίκες και οι αφορισμοί;
Αρκεί η όψιμη συσπείρωση όλου του πολιτικού συστήματος της Δημοκρατίας μας για την αντιμετώπιση του φαινομένου; Κατά την άποψή μου, δεν αρκούν. Η τελεσφόρα προσπάθεια θα πρέπει, έστω και τώρα, να στραφεί στα αίτια που ωθούν συμπολίτες μας να καταφεύγουν και να στρατεύονται στην οργάνωση αυτή. Ποια είναι τα αίτια; Παρότι υπάρχουν πολλές επιστημονικές μελέτες που συνδέουν την επιθετικότητα και τη βίαιη συμπεριφορά με ορισμένα γονίδια, δεν μπορεί να δεχτεί κανείς ότι τα αίτια είναι γενετικά και επομένως προκαθορισμένα και ότι τις χιλιάδες των συμπολιτών μας που στηρίζουν τη Χρυσή Αυγή τους συνδέει κοινό γενετικό υπόστρωμα... Τα βασικά αίτια είναι η κοινωνική παρακμή που έχουν προκαλέσει συσσωρευμένα διαχρονικά αίτια. Και ορισμένα από αυτά είναι η ανασφάλεια και η κατάθλιψη που προκαλεί η οικονομική κρίση. Είναι η αυτοϋπονόμευση του πολιτικού μας συστήματος, με σκάνδαλα, ανεπάρκειες, καιροσκοπισμούς, αστοχίες... Είναι η αναξιοκρατία και οι κοινωνικές αδικίες. Είναι η πλημμελής παιδεία σε κάθε επίπεδο...

Ενα προσωπικό βίωμα που δείχνει πώς γίνεται διαχρονικά η στράτευση σε αυτές τις οργανώσεις... Πίσω αρκετές δεκαετίες. Είχα έρθει από το χωριό μου μόνος στην πρωτεύουσα, σε ηλικία 14 ετών, για να συνεχίσω το Γυμνάσιο. Γράφτηκα στο 7ο Γυμνάσιο στο Παγκράτι. Πολιτιστικό, κοινωνικό, γενικότερα μορφωτικό και οικονομικό χάσμα με χώριζε από τους συμμαθητές μου... Τις πρώτες μαθητικές ημέρες με πλησίασε ένας συμμαθητής μου (σήμερα είναι πολύ γνωστός δικηγόρος) και μου πρότεινε να με γράψει σε μια οργάνωση με το όνομα «Καρφίτσα». Τον ρώτησα τι δραστηριότητες θα έχουμε και μου είπε: «Θα ρίχνουμε ξύλο στους κομμουνιστές»! Προφανώς, ήταν παρακρατική οργάνωση... Πήγαμε μαζί μέχρι τη Γούβα, όπου ήταν τα γραφεία της οργάνωσης. Εφτασα στην πόρτα... Εκεί όμως σκέφτηκα τον πατέρα μου που πολέμησε τους φασίστες στην Αλβανία και γύρισε από το μέτωπο νικημένος αλλά περήφανος... Σκέφτηκα τη μάνα μου, δασκάλα, που με πάθος προσπαθούσε να μεταδώσει στα φτωχά νησιωτόπουλα την ιδέα μιας ιστορικής, δίκαιης, δημοκρατικής, διαχρονικής και μεγάλης Ελλάδας...
Και δεν γράφτηκα στην οργάνωση... και γύρισα πίσω στις φτωχογειτονιές του Βύρωνα...
 
*Ο κ. Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης είναι καθηγητής  Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr