Οδηγούμε τη Ferrari 488 Pista Spider στις ειδικές του Mille Miglia

Είναι ασύλληπτη η ταχύτητα με την οποία συμβαίνουν τα πάντα στο κόκπιτ της Pista Spider. Η επιτάχυνση, η επιβράδυνση, η εναλλαγή συναισθημάτων…


Kροταλίζει ο V8, στριγγλίζουν τα Michelin Sport Cup2, αναβοσβήνουν τα λαμπάκια αλλαγής σχέσης, ο αέρας σου παίρνει τα μαλλιά και οι περαστικοί κάνουν όλοι την ίδια κίνηση, που δίχως περιθώριο παρανόησης σε όλες τις γλώσσες του κόσμου μεταφράζεται σε: «σκίσ’ το, δικέ μου!». Εχοντας τόσα διαφορετικά ερεθίσματα να διαχειριστείς, ο χρόνος είναι σίγουρα σχετικός.
Απλά κάπου ανάμεσα θυμάσαι τον εαυτό σου φωτογραφικά να χαμογελά, να κάνει ανάποδα, να τρομάζει από τα χιλιόμετρα που μάζεψε πριν τη στροφή, να απολαμβάνει τον διαπεραστικό ήχο της εξάτμισης.




Déjà vu.  

To έργο το έχουμε ξαναδεί. Για την ακρίβεια, τo βλέπουμε εδώ και 11 χρόνια, από τότε που οι Ιταλοί είχαν την ιδέα να κατασκευάσουν μια ανοικτή βερσιόν της ειδικής έκδοσης Scuderia προς τιμήν του 16ου παγκόσμιου τίτλου κατασκευαστών στην F1. Εκτοτε μπορεί να θεωρείται πιο πιθανό να κατηφορίσουν ξανά ελέφαντες από τις Αλπεις παρά ο τίτλος προς το Maranello, ωστόσο ο κύκλος ζωής των V8 μοντέλων οφείλει να εμπεριέχει οπωσδήποτε μία δυνατότερη έκδοση – και μάλιστα ανοικτή. Μια γραμμική, εμφανώς μη αναστρέψιμη, συνέχεια συμβάντων μας φέρνει μπροστά στο 50ό ανοικτό αυτοκίνητο της Ferrari, το οποίο ασφαλώς είναι το δυνατότερο στην ιστορία της ιταλικής εταιρείας με αναλογία βάρους/ισχύος 1,92 kg/PS. Μέχρι το επόμενο…


Βασίστηκε στην 488, ωστόσο κινητήρας και αεροδυναμική έχουν σαφώς επηρεαστεί από τις αγωνιστικές εκδόσεις Challenge και GTE, αλλά και την F1. Μάρτυρας το S-duct (βλ. ΚeyΤech), που όχι μόνο φροντίζει να πακτώσει τον εμπρός άξονα στην άσφαλτο, αλλά συμβάλλει αποφασιστικά στη διαμόρφωση του έργου τέχνης που ονομάζεται Pista Spider.

Ναι, χωρίς υπερβολή. Μπορεί να είναι η Dino, η Skarknose, η 312 ή όποιο άλλο μοντέλο παραγωγής ή αγωνιστικό θεωρεί κάποιος ως το ομορφότερο όλων των εποχών. H Pista Spider, όμως, παίζει στην ίδια κατηγορία. Και για δύο ολόκληρες μέρες θα είναι δική μας · ή τέλος πάντων τόσο δική μας όσο και των ανθρώπων που έμελλε να συναντήσουμε στους ορεινούς δρόμους από την Μπολόνια στη Φλωρεντία και πίσω.

ΜΑRANELLO, 09.00.

Μόλις αφήσεις το σώμα σου να πέσει στο γκρι μπάκετ ένα τεράστιο κίτρινο στροφόμετρο με ψηφιακή ένδειξη σχέσεων σε χαιρετά. Καλωσόρισες σε έναν κόσμο αγωνιστικό, φτιαγμένο από carbon και alcantara. Ντουλαπάκια δεν υπάρχουν, ούτε η οθόνη του συνοδηγού, μόνο διχτάκια στις πόρτες και πίσω από τα καθίσματα. Δύο μικρές οθόνες για σύστημα πλοήγησης, πολυμέσα και όλες οι τεχνικές ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένων και χρόνων γύρου πίστας, συμπληρώνουν τον πίνακα οργάνων.

Ολα τα υπόλοιπα μαζεμένα στο τιμόνι και μόνο για το χειρόφρενο, την όπισθεν, τις αυτόματες αλλαγές σχέσεων και το launch control θα χρειαστεί να αφήσεις τα χέρια σου από αυτό. Πατάς το κόκκινο μπουτόν εκκίνησης και πετάγεσαι από το κάθισμα σαν να σου έχει χιμήξει ροτβάιλερ πισώπλατα. False alarm, o κινητήρας ήταν. Στοιχηματίζω ότι κάπου εδώ γύρω κρύβονται μια ντουζίνα τύποι με λαδωμένα νύχια που χασκογελάνε με τους δημοσιογράφους.

Οι ίδιοι που, κάπου μεταξύ εσπρέσο και πίτσας, μάλλον δεν είχαν τίποτα καλύτερο να κάνουν από το να διαλύσουν τον V8 της 488 στα εξ ων συνετέθη και να αντικαταστήσουν τα μισά εξαρτήματα, έτσι ώστε να φτάσει να αποδίδει 720 PS και 78,5 kgm για τις εκδόσεις Pista. Μαζί με τη μείωση βάρους κατά 40 kg σε σχέση με την απλή Spider (καπό, προφυλακτήρες και πίσω αεροτομή κατασκευάζονται από ανθρακονήματα, το πίσω παράθυρο από lexan), τα 100 km/h από στάση έρχονται σε μόλις 2,85’’, τα 200 σε 8’’, η τελική είναι «μόλις» 340 km/h και για τον γύρο του Fiorano δεν απαιτούνται πάνω από 1’21.5” -1,5’’ λιγότερα σε σχέση με την απλή 488. H θερμοκρασία έχει περάσει ήδη τους 30°C και στη συνέχεια θα φλερτάρει με τους 40°C – και μάλιστα με υψηλά ποσοστά υγρασίας. Ευτυχώς η σκληρή οροφή ανοίγει και κλείνει ηλεκτρικά σε περίπου 14’’ και θα ανοίγει μόνο για τη φωτογράφηση.


PASSO DELLA RATICOSA, 14.00.
Το σχέδιό μας είναι απλό: Από το Maranello θα τραβήξουμε για τα Απέννινα όρη, όπου ευελπιστούμε η θερμοκρασία να είναι χαμηλότερη και η διαδρομή συναρπαστική. Αλλωστε ο επαρχιακός SP65 που ενώνει Μπολόνια και Φλωρεντία έχει φιλοξενήσει κατά καιρούς τόσο τον αγώνα του Mille Miglia όσο και τον αγώνα του Mugello, όταν αυτός (έως το 1970) διεξαγόταν σε δημόσιους δρόμους. Eπιλέγουμε καλού κακού τη μαλακή ρύθμιση της ανάρτησης για λίγη περισσότερη άνεση, αφού η Pista είναι αρκετά σκληρότερη σε σχέση με την απλή 488 (τα ενεργά αμορτισέρ έχουν νέες προδιαγραφές, ενώ τα ελατήρια είναι κατά 10% σκληρότερα). Μετά το Filigare μια ταμπέλα μας καλωσορίζει στην Τοσκάνη. Τ
α χωριά λιγοστεύουν και οι στροφές κάθε είδους αρχίζουν να διαδέχονται η μία την άλλη. Ορθές γωνίες, παρατεταμένες, διαδοχικές, μαγικά εσάκια και φουρκέτες. Και άλλες που χωρίζονται από μικρές ευθείες τις οποίες η Pista απλά καταπίνει σαν να μην υπάρχουν. Δεν προλαβαίνεις να δεις τις 8.000 rpm στο στροφόμετρο γιατί είσαι προσηλωμένος στην επόμενη καμπή. Η πλούσια βλάστηση γίνεται ένα συνονθύλευμα αποχρώσεων του πράσινου που περνάει σε fast forward γύρω σου.


Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβεις ή καν να το επιδιώξεις παρασύρεσαι σε έναν καταιγιστικό ρυθμό, εκτελώντας μηχανικά κινήσεις: φρένο, κατέβασμα, στροφή, γκάζι, αλλαγή, γκάζι, φρένο, κατέβασμα. Πάντα με οδηγό το ένστικτο… επιβίωσης και τα λαμπάκια του κόφτη, τα οποία αναβοσβήνουν στο πάνω μέρος της στεφάνης του τιμονιού σαν σε χριστουγεννιάτικο δέντρο, την ώρα που οι Rage Against the Machine δίνουν συναυλία με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βιέννης ακριβώς πίσω από την πλάτη σου.

O V8 είναι ρυθμισμένος να λειτουργεί με wall effect, χωρίς πτώση ισχύος δηλαδή, όπως ακριβώς τα αγωνιστικά και σε κάθε ανέβασμα σχέσης με τέρμα γκάζι -που στην Pista έχει γίνει κατά 30 ms ταχύτερο- τρως μια κλοτσιά στο στομάχι λες και κατέβασες 15 εσπρέσο μονορούφι. Και κάθε, μα κάθε φορά πιάνεις τον εαυτό σου να μονολογεί: «Αυτός ο κινητήρας απλά δεν υπάρχει»! Δεν έχει κατασκευαστεί ξανά υπερτροφοδοτούμενος κινητήρας χωρίς lag, δεν έχει βρεθεί ποτέ στην παραγωγή τέτοιο κτήνος γραμμικής, ωμής δύναμης. Μια δύναμη απλά ανεξάντλητη, σχεδόν απόκοσμη. Μόνο με τη βοήθεια του στερητικού «α» μπορείς να περιγράψεις αυτό το βίωμα, μονάχα με τον ετεροκαθορισμό του ως προς το πεπερασμένο.

PASSO DELLA FUTA, 15.00. Μέχρι τα 903 m του Passo della Futa η διαδρομή θυμίζει σε κάποια σημεία Πήλιο, ενώ σε άλλα Εύβοια. Περνάμε από πυκνό δάσος με έλατα, από ξέφωτα και οροπέδια. Δεν πρόκειται για τον κλασικό ορεινό δρόμο με τις απανωτές φουρκέτες και φόντο το αλπικό τοπίο που θα έβρισκες στη βόρεια Ιταλία ή την Ελβετία, αλλά η ποικιλία στροφών σε αποζημιώνει στο έπακρο. Πιάνοντας και πάλι ρυθμό, ανακαλύπτεις ότι τελικά η μοναδική πρακτική αξία του κατεβάσματος πριν τη στροφή είναι η υποβοήθηση της επιβράδυνσης. Οχι βέβαια πως απαιτείται οποιαδήποτε βοήθεια (αν και η αλήθεια είναι ότι τα κεραμικά δισκόφρενα χρειάζονται εξοικείωση). Τα αποθέματα πλευρικής πρόσφυσης και ροπής της Pista Spider είναι τέτοια που μπορείς να στρίψεις σχεδόν όπως έρχεσαι. Μόνο η τεράστια δύναμη του κινητήρα θα κάνει τον πίσω άξονα να ξεκολλήσει, εκτοξεύοντας τη χωροχρονική σου εμπειρία μερικά ακόμη έτη φωτός παραπέρα. Το υπέροχα ουδέτερο ζύγισμα -πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για αυτοκίνητο με κινητήρα τοποθετημένο στο κέντρο-, το γρήγορο τιμόνι που κατευθύνει με ακρίβεια χιλιοστού τους εμπρός τροχούς και τα από άλλον πλανήτη -από αυτόν της F1 συγκεκριμένα- ηλεκτρονικά συνθέτουν το απόλυτο fun-to-drive πακέτο. Ενα καρτ με τελική 340 km/h! Με το manettino στη θέση CT-Off ο έλεγχος της υπερστροφής παραμένει στον οδηγό και η όποια ηλεκτρονική παρέμβαση θα γίνει ελάχιστα πριν βάλει την τζίφρα του φαρδιά πλατιά στο συμβόλαιο αγοράς ορεινού οικοπέδου με απεριόριστη θέα. Η τεράστια ευχαρίστηση που σου προσφέρει η Pista Spider, λοιπόν, δεν προκύπτει μόνο από το εξωπραγματικό γκάζι, το απίστευτο κράτημα, την άμεση απόκριση, τον διαπεραστικό ήχο. Εναρμονίζεσαι πλήρως με το σύνολο, γίνεσαι ένα με τη «μηχανή». Μπορείς να εκμεταλλευτείς τις δυνατότητές της και παράλληλα να εξερευνήσεις τα δικά σου όρια, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού σου ότι στη στραβή θα αποφύγεις εν τέλει τα χειρότερα. Υπό αυτό το πρίσμα είναι απλά τα «ευκολότερα» 720 PS που θα οδηγήσεις ποτέ…


LAGO DI BILANCINO, 18.00.
Κατηφορίζοντας προς το Mugello αρχίζουμε να αναζητάμε βενζινάδικο και -για μία ακόμη φορά- κρύο νερό: η σημερινή μας κατανάλωση σε υγρά είναι σίγουρα μεγαλύτερη από την κατανάλωση καυσίμου του V8. Η ζέστη έχει γίνει πλέον ανυπόφορη. Τηγανίζεις αυγά μάτια στο καπό ή -χωρίς υπερβολή-ακουμπάς την παλάμη στο πέλμα των ελαστικών και κυριολεκτικά κολλάει πάνω τους. Ακόμα και μετά τη λίμνη Lago di Bilancino η διαδρομή εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αν και η κίνηση αρχίζει να γίνεται ολοένα πυκνότερη όσο η ώρα περνά και η Φλωρεντία πλησιάζει.
Eδώ, πάντως, η ποιότητα του οδοστρώματος είναι καλύτερη, οπότε μπορείς άφοβα να επαναφέρεις τη νορμάλ, σφιχτή ρύθμιση απόσβεσης των αμορτισέρ. Στην «Pizzeria 2000», το mini market-αναψυκτήριο-πιτσαρία-καφενείο-φούρνος του μικρού χωριού Fontebuona ξεδιψάμε την ώρα που ο Osvaldo, η Manuela και οι μεσήλικες φίλοι τους φωτογραφίζονται γύρω από την κίτρινη οπτασία. «Ma che bella macchina!». Δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω από πέντε-έξι ιταλικές λέξεις, η γλώσσα του σώματος και λίγη καλή θέληση για να βρεθεί ο Χρήστος στο πορτμπαγκάζ μιας παλιάς A-Class να φωτογραφίζει τη Ferrari εν κινήσει. Δεν θέλω να πιστέψω ότι στο αντίστοιχο χωριό της Γερμανίας, ας πούμε, οι άνθρωποι δεν θα ήταν το ίδιο φιλικοί και εξυπηρετικοί. Θα ακολουθούσαν, όμως, πιστά τον νόμο, ο οποίος, για λόγους ασφαλείας, προφανώς δεν επιτρέπει οδήγηση με ανοικτή πέμπτη πόρτα πάνω από το κεφάλι φωτογράφου. Στην Ιταλία ο φίλος του Osvaldo απλά στήριξε την πόρτα με ένα σκουπόξυλο…


FIRENZE, 01.00.
Περασμένα μεσάνυχτα, από την bistecca alla fiorentina έχει απομείνει ένα τεράστιο κόκαλο και κάτι αίματα (διότι όπως λέει και ο σερβιτόρος με ύφος που δεν σηκώνει αντιρρήσεις: «Bistecca iorentina well done, NO!») και έχει ακόμη αρκετή ζέστη. Φωτογραφίζουμε όλη μέρα, κι όμως ακόμη ανακαλύπτουμε νέες σχεδιαστικές λεπτομέρειες.
Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει και η διασώστρια του ιταλικού ΕΚΑΒ, που παρά τη φούρια της να τρέξει προς κάποιον άτυχο ασθενή, ξεκλέβει μια στιγμή για να ρίξει μια ματιά και να χαρίσει ένα πλατύ χαμόγελο στη Pista Spider. Πάντως, παραλίγο να χρειαστούμε κι εμείς οξυγόνο στο παρκάρισμα και ξεπαρκάρισμα στο γκαράζ του ξενοδοχείου, που αποδεικνύεται ένας μικρός άθλος. Οχι τόσο γιατί είναι μικρή η απόσταση του αμαξώματος από το έδαφος, αλλά γιατί τα εμπρός πτερύγια κάτω από τον προφυλακτήρα παραείναι χαμηλά, ακόμα κι αν αδειάσεις τα 170 lt του χώρου αποσκευών, που εννοείται πως έχουμε αξιοποιήσει μέχρι τελευταίου λίτρου.


BARBERINO DI MUGELLO, 11.00.
Στην πρώτη μας στάση για εσπρέσο εξετάζουμε πλέον ενδελεχώς όλες τις περιπτώσεις για να αποφύγουμε την προγραμματισμένη για το απόγευμα παράδοση στο Maranello: από το να πάμε για τσιγάρα και να μη γυρίσουμε ποτέ μέχρι την αμυδρή πιθανότητα να αντιστρέψουμε τη σαφή κατεύθυνση του βέλους του χρόνου από το μέλλον προς το παρελθόν, κάτι που θεωρητικά επιτρέπουν οι κλασικές φυσικές θεωρίες, η κβαντική μηχανική και η θεωρία της σχετικότητας.
Παίρνουμε και πάλι τον δρόμο προς το Ρasso della Raticosa και το Ρasso della Futa αποφασισμένοι να το επαναλαμβάνουμε ατέρμονα μέχρι να ξημερώσει η μέρα της μαρμότας, να λιώσουν τα λάστιχα, να έρθει το φθινόπωρο ή τέλος πάντων μέχρι να τελειώσει το γεμάτο ρεζερβουάρ καυσίμου. Τάκη, στείλε μας λεφτά…


TECH
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 3.902 cc
V8, BI-TURBO
720 PS @ 5.500-8.000 rpm
78,5 kgm @ 3.000 rpm (με 7η σχέση)
ΚΙΒΩΤΙΟ: ΔΙΠΛΟΥ ΣΥΜΠΛΕΚΤΗ, 7 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ (E) / ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ (Π)
0-100 KM/H: 2,85”
0-200 KM/H: 8,0”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 340 km/h
ΓΥΡΟΣ ΠΙΣΤΑΣ FIORANO: 1’21.5’’
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Y): 4.605/1.975/1.206 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.650 mm
ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 170 lt
ΒΑΡΟΣ: 1.380 kg


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr