Επανεκκίνηση σε νέα βάση

Το όραμα του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, Νίκου Διαμαντή

Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντώ τον Νίκο Διαμαντή. Τον γνωρίζω από το θέατρο Σημείο. Είναι ένας άνθρωπος αφοσιωμένος στο θέατρο. Ζει για το θέατρο. Αυτό που δεν γνώριζα είναι ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Το έμαθα τώρα, που ανέλαβε νέος καλλιτεχνικός διευθυντής στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

«Γεννήθηκα στην Παλιά Κοκκινιά. Εκεί είναι το πατρικό μου μέχρι σήμερα. Εχω γείτονες φίλους, ανθρώπους που έχω παίξει μπάλα σε αυτή τη γειτονιά. Πήγα σχολείο στη Ράλλειο εδώ απέναντι και στη συνέχεια στην Ιωνίδειο», μου λέει καθώς συζητάμε στο γραφείο του στο Δημοτικό Θέατρο.

Βρίσκομαι περικυκλωμένος από οργανογράμματα, ημερολόγια, αυτοκόλλητα χαρτάκια με ιδιόχειρες σημειώσεις πάνω. Και οι τέσσερις τοίχοι αυτού του μικροσκοπικού γραφείου έχουν γεμίσει ασφυκτικά από σχέδια, ιδέες και σκέψεις του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή. «Θέλω να τα βλέπω μπροστά μου», παραδέχεται χαμογελώντας. Μου αρέσει πολύ αυτή η εικόνα. Μου αρέσει που έχει βάλει χαρτάκια μέχρι και για τον Ιούνιο του 2016.

«Ο πολιτισμός είναι μια υπόθεση ανάπτυξης σε βάθος χρόνου. Αν ζητήσεις από τον πολιτισμό κοντοπρόθεσμες επενδύσεις, το πιθανότερο είναι να πέσεις σε λαϊκίστικες λύσεις. Τις έχουμε δει αυτές να συμβαίνουν πολύ συχνά», μου εξηγεί. «Το Δημοτικό Θέατρο πρέπει να βρει έναν βηματισμό, ώστε να γίνει ένας εξωστρεφής, αναπτυξιακός οργανισμός που θα δημιουργεί σπινθήρες στην πνευματική μας ζωή. Οφείλει να αποτελέσει στέγη και αφορμή δημιουργίας», συνεχίζει συνοψίζοντας το όραμά του.
«Πώς μπορεί να γίνει αυτό πράξη;» τον ρωτάω και ο ίδιος στέκεται σε κάποια σημεία-κλειδιά του προγράμματος που ανακοίνωσε και τα οποία θεωρεί ενδεικτικά των προθέσεών του. «Ενα γεγονός που σφραγίζει την επανεκκίνηση του Δημοτικού Θεάτρου είναι η έκθεση ‘Τα Στοιχειώδη’ του Χρήστου Μποκόρου.

Πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μπενάκη με μεγάλη επιτυχία και δίνει το μέτρο κάποιων πραγμάτων που θα μπορούσαν να είναι οδηγός όσων συμβαίνουν γύρω μας. Αυτό σε συνδυασμό με τον ‘Φάουστ’ και τον παιγνιώδη ‘Ρωμαίο και Ιουλιέτα’ , που θα παρουσιαστεί εντελώς διαφορετικά, αποτελούν τα τρία βήματα πάνω στα οποία το Δημοτικό Θέατρο χτίζει τους πυλώνες του», μου επισημαίνει.



Ιδιαίτερη μνεία επιφυλάσσει για μία εκδήλωση που δεν ανέφερε στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου. «Την επόμενη άνοιξη θα γίνει μία πνευματική παρουσίαση πάνω στα Προσφυγικά. Τι είναι τα Προσφυγικά του Πειραιά; Τι πρόσφεραν; Πώς οι πρόσφυγες πήραν στην πλάτη τους την Ελλάδα και άλλαξαν τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες ζωής; Είναι μία έκθεση που αφορά όλες τις συνοικίες του Πειραιά. Είναι ένα τεράστιο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας», παρατηρεί.

Το πρόγραμμα που ανακοίνωσε για την ερχόμενη σεζόν εκφράζει μόνο ένα μέρος του οράματός του. Σχεδιάζει πολλά ακόμα, με έμφαση στην εξωστρέφεια. «Συζητείται μία συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο τον ερχόμενο Οκτώβριο με πολύ σύγχρονα, γαλλόφωνα έργα. Επίσης, την ερχόμενη άνοιξη θα γίνει μία συγκεντρωτική συζήτηση με κάποιους θεατρικούς οργανισμούς του εξωτερικού γύρω από την περφόμανς, το κείμενο, το μετα-κείμενο, την πνευματική δημιουργία και τον ρόλο της σε συνδυασμό με workshops. Κι ακόμη, είμαστε σε επαφή με έναν οργανισμό από την Ευρώπη για να μπορέσουμε να τον φέρουμε εδώ με μία ιστορική, αλλά απόλυτα σύγχρονη παράσταση», μου αποκαλύπτει.

Πάνω απ’ όλα όμως στην ατζέντα του μοιάζει να είναι η εξυγίανση και ο εξορθολογισμός του θεάτρου. Πώς μπορεί όμως κάποιος να δημιουργεί όραμα, όταν η θητεία του ως καλλιτεχνικός διευθυντής διαρκεί μόνο έναν χρόνο; Πώς μπορεί κάποιος να κριθεί για το έργο του μέσα σε έναν μόλις χρόνο;

«Κατ’ αρχάς, εγώ ζητάω να κριθώ από την πρώτη μέρα. Δεν ζητάω καμία πίστωση χρόνου. Φυσικά αναγνωρίζω ότι μέσα σε έναν χρόνο δεν μπορείς να παράγεις έργο. Μπορείς όμως να παράγεις προγραμματισμό. Μπορείς να εξυγιάνεις έναν οργανισμό και να στήσεις ένα καθαρό οργανόγραμμα. Και του χρόνου εδώ είμαστε. Και, όπως έχω ξαναπεί, θα είμαι εδώ για να παραδώσω», σχολιάζει.

Γνωρίζοντας και από τον προηγούμενο καλλιτεχνικό διευθυντή, Τάκη Τζαμαργιά, αρκετές από τις διοικητικές παθογένειες του Δημοτικού Θεάτρου, επιχειρώ να κατανοήσω πώς ο Νίκος Διαμαντής θα υπερκεράσει τα διάφορα γραφειοκρατικά κωλύματα που μπορεί να βάλουν φρένο σε κάποια από τα σχέδιά του. Το κυρίαρχο πρόβλημα στην περίπτωση του Δημοτικού Θεάτρου βρίσκεται στην έλλειψη αυτοδιοίκητου. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο καλλιτεχνικός διευθυντής κάνει τις προτάσεις του, αλλά είναι απαραίτητη η έγκριση αυτών από το ΔΣ του Οργανισμού Πολιτισμού Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου (ΟΠΑΝ). «Ολα τα αποφασίζω εγώ.

Είναι δική μου ευθύνη», μου λέει κατηγορηματικά ο Νίκος Διαμαντής κι εγώ αναρωτιέμαι αν έχει αλλάξει κάτι σχετικά με το αυτοδιοίκητο. «Οχι, αλλά υπάρχει απόλυτη σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στα τρία μέρη που χειρίζονται το θέατρο. Υπάρχει απόλυτη σχέση εμπιστοσύνης από τον δήμαρχο, κύριο Μώραλη, προς εμένα και από τον ΟΠΑΝ και τον πρόεδρό του κύριο Ελληνιάδη προς εμένα. Με βάση αυτή πορεύομαι», μου διευκρινίζει.

«Δεν μπορώ να ξέρω τι συνέβαινε στις σχέσεις του προηγούμενου καλλιτεχνικού διευθυντή με τον δήμο. Εγώ προσωπικά τιμώ τον κύριο Τζαμαργιά και ο δήμαρχος επίσης. Θεωρώ ότι είναι σημαντικό για έναν υγιή οργανισμό να έχει συνέχεια, ακόμα κι αν αλλάζει διευθυντή, αλλάζει στόχους και επιδιώκει να χτίσει ένα πρόγραμμα σε μία τελείως διαφορετική λογική», συνεχίζει.



Ενα από τα πρώτα πράγματα για τα οποία δεσμεύθηκε ο Νίκος Διαμαντής είναι η περικοπή σχεδόν κατά 25% του ετήσιου κόστους λειτουργίας του Δημοτικού Θεάτρου, το οποίο πλέον θα ανέρχεται στα 900.000 ευρώ. Ωστόσο και υπό αυτή τη συνθήκη τα πράγματα είναι δύσκολα, αφού η επιχορήγηση που λαμβάνει ετησίως από τον ΟΠΑΝ είναι στα 350.000 ευρώ. «Τα υπόλοιπα 550.000 έχουν διασφαλιστεί. Θα τα παρουσιάσω με σαφήνεια τον Σεπτέμβριο», μου λέει χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες, αλλά αναλύοντάς μου τον πυρήνα του σκεπτικού του. «Ο τρόπος που βηματίζει οικονομικά το Δημοτικό Θέατρο είναι λίγο διαφορετικός από πριν. Είναι λίγο διαφορετικός όσον αφορά το θέμα του οργανογράμματός του. Υπάρχουν κάποιες αλλαγές που του έχουν επιτρέψει να χτίσει έναν εσωτερικό κανονισμό, ο οποίος θα το κάνει ταχύτερο και ασφαλέστερο. Επίσης, υπάρχει μία σαφής προοπτική. Η προοπτική μιας τριμερούς συνεργασίας ανάμεσα στο υπουργείο Πολιτισμού, την περιφέρεια Αττικής και τον δήμο Πειραιά, που θα οδηγήσει σε μία αμοιβαία στήριξη του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά».

«Αρα να περιμένουμε οικονομική στήριξη από το υπουργείο Πολιτισμού;» αναρωτιέμαι. «Χτίζουμε μία σχέση θεσμική με το υπουργείο Πολιτισμού, που είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τις συγκυριακές επιχορηγήσεις με τις οποίες προσωπικά διαφωνώ κάθετα. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά δεν είναι ο φτωχός συγγενής παρόμοιων πολιτιστικών ιδρυμάτων. Πρέπει να αντιμετωπιστεί επί ίσοις όροις. Και δεν εννοώ μόνο οικονομικά˙ αναφέρομαι στις προγραμματικές συμβάσεις», μου ξεκαθαρίζει.

«Ταυτόχρονα επιδιώκω να δημιουργήσουμε ένα χορηγικό μοντέλο με τον κόσμο του Πειραιά. Είμαστε σε επαφή με το Εμπορικό Επιμελητήριο του Πειραιά και τον κύριο Κορκίδη και χτίζουμε ένα πλάνο παρέμβασης», προσθέτει και είναι σαφές ότι είναι αποφασισμένος να συμμαχήσει για τη στήριξη του Δημοτικού Θεάτρου με τις παραγωγικές δυνάμεις της τοπικής κοινωνίας.

Η δική του κόκκινη γραμμή ακούει στη λέξη λογοκρισία. «Δεν είμαι διατεθειμένος σε ένα δημόσιο θέατρο να μπω σε συζητήσεις περί λογοκρισίας. Οι καλλιτέχνες πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν τη δουλειά τους όπου κι αν βρίσκονται. Αυτή τη στιγμή, αν κάτι είναι ζωντανό στη σύγχρονη τέχνη, οφείλεται στην ανεξαρτησία της. Η σύγχρονη τέχνη είναι ανυπάκουη και αναρχική», μου επισημαίνει.

Την ίδια στιγμή τάσσεται υπέρ της εναλλαγής προσώπων σε θέσεις διευθυντικού χαρακτήρα. «Πιστεύω ότι τα πρόσωπα πρέπει να δημιουργούν διάδοχες καταστάσεις μέσα στους οργανισμούς που δουλεύουν. Στους σύγχρονους ευρωπαϊκούς πολιτιστικούς οργανισμούς η αλλαγή των διευθυντών γίνεται πολλές φορές με την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να ενημερωθεί ο επόμενος. Η ανάπτυξη είναι τελείως διαφορετικό πράγμα από ένα προσωποκεντρικό μοντέλο διοίκησης», μου υπενθυμίζει.

«Αυτό που θέλω είναι το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά να είναι παράδειγμα αξιοκρατίας». Είναι μία φράση την οποία θα επαναλάβει εμφατικά αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας. Του το εύχομαι. Το ζήτημα της αξιοκρατίας είναι το μεγάλο του στοίχημα σε μία χώρα που η λέξη (σχεδόν) αγνοείται.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr