Ο Κωνσταντίνος, το ραδιόφωνο και το βινύλιο
07.04.2015
07:46
Ο Kωνσταντίνος Παντζόγλου μετρά πολλές ώρες σε ραδιοφωνικά στούντιο και λατρεύει να ακούει μουσική από το πικ-απ
Ο Kωνσταντίνος Παντζόγλου είναι φανατικός instagrammer και κολλημένος με τις βέσπες. Έχει γεννηθεί στην Αθήνα, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνές Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο στη Γαλλία. Είναι λάτρης των Κυκλάδων και του αρέσει να επισκέπτεται μητροπόλεις.
Ασχολείται εδώ και χρόνια με το ραδιόφωνο, στην αρχή ερασιτεχνικά και έπειτα επαγγελματικά. Το 2001 βρέθηκε στην ΕΡΤ, όπου και έμεινε μέχρι το κλείσιμό της. Μετρά πολλές ώρες σε ραδιοφωνικά στούντιο, αφού εργάστηκε στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, ενώ πέρασε και ελάχιστες ώρες σε τηλεοπτικά πλατό, όταν εργάστηκε για την ΕRΤ World.
Όπως μου λέει ο Κωνσταντίνος, «η ΕΡΤ ήταν κάτι σαν δεύτερο μου σπίτι. Ήταν μια σημαντική διαδρομή, γιατί συνάντησα ανθρώπους σπουδαίους μέσα από τις συνεντεύξεις, αλλά και συναδέλφους μέσα από τους οποίους έμαθα. Δεν μπορώ να πω ότι η ΕΡΤ ήταν απλά μια δουλειά. Για μένα, με όλα τα ωραία, αλλά και τα πολύ δύσκολα, ήταν ένας χώρος σαν φυτώριο, είχα τον αέρα της δημιουργίας».
Το ραδιόφωνο είναι από τη φύση του ένα διαφορετικό μέσο σε σχέση με τα άλλα. Έχει τους δικούς του χρόνους και τη δική του σχέση με τον κόσμο. Αυτή η σχέση επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης που δημιουργείται μεταξύ του παρουσιαστή και του ακροατή είναι που τράβηξε τον Κωνσταντίνο. Αυτό εξάλλου είναι που και ο ίδιος προσπάθησε να αναπτύξει όλα αυτά τα χρόνια. Μια τίμια σχέση με τους ακροατές, βασισμένη στις μουσικές που επέλεγε. Μουσικές με συναίσθημα. Αυτό έκανε και στη Μέντα 88 FM, όπου και βρέθηκε από την πρώτη ημέρα λειτουργίας της, λίγους μήνες μετά το μαύρο της ΕΡΤ.
Άρχισε και να γράφει. Για χρόνια αρθρογραφούσε κυρίως σε θέματα μουσικής, αλλά και για γεύση, αρχιτεκτονική και design σε μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικά. Εστίασε το ενδιαφέρον του στους ανθρώπους της πόλης, σε εκείνους που προσπαθούν μέσα από τη δουλειά τους να βελτιώσουν τη ζωή όλων μας. Μέσα από μια σειρά συνεντεύξεων συνάντησε νέους δημιουργούς, αλλά και καταξιωμένους επαγγελματίες. Όπως λέει ο ίδιος, «το να βάλεις στο χαρτί μια συνέντευξη είναι μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά, γιατί μπαίνεις στη διαδικασία να μελετήσεις τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου. Και μετά τους ανθρώπους της τέχνης, έρχεται η γεύση και η ακοή - το φαγητό και η μουσική δηλαδή. Δύο σημαντικές αισθήσεις που είναι πολιτισμός».
Ασχολείται εδώ και χρόνια με το ραδιόφωνο, στην αρχή ερασιτεχνικά και έπειτα επαγγελματικά. Το 2001 βρέθηκε στην ΕΡΤ, όπου και έμεινε μέχρι το κλείσιμό της. Μετρά πολλές ώρες σε ραδιοφωνικά στούντιο, αφού εργάστηκε στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, ενώ πέρασε και ελάχιστες ώρες σε τηλεοπτικά πλατό, όταν εργάστηκε για την ΕRΤ World.
Όπως μου λέει ο Κωνσταντίνος, «η ΕΡΤ ήταν κάτι σαν δεύτερο μου σπίτι. Ήταν μια σημαντική διαδρομή, γιατί συνάντησα ανθρώπους σπουδαίους μέσα από τις συνεντεύξεις, αλλά και συναδέλφους μέσα από τους οποίους έμαθα. Δεν μπορώ να πω ότι η ΕΡΤ ήταν απλά μια δουλειά. Για μένα, με όλα τα ωραία, αλλά και τα πολύ δύσκολα, ήταν ένας χώρος σαν φυτώριο, είχα τον αέρα της δημιουργίας».
Το ραδιόφωνο είναι από τη φύση του ένα διαφορετικό μέσο σε σχέση με τα άλλα. Έχει τους δικούς του χρόνους και τη δική του σχέση με τον κόσμο. Αυτή η σχέση επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης που δημιουργείται μεταξύ του παρουσιαστή και του ακροατή είναι που τράβηξε τον Κωνσταντίνο. Αυτό εξάλλου είναι που και ο ίδιος προσπάθησε να αναπτύξει όλα αυτά τα χρόνια. Μια τίμια σχέση με τους ακροατές, βασισμένη στις μουσικές που επέλεγε. Μουσικές με συναίσθημα. Αυτό έκανε και στη Μέντα 88 FM, όπου και βρέθηκε από την πρώτη ημέρα λειτουργίας της, λίγους μήνες μετά το μαύρο της ΕΡΤ.
Άρχισε και να γράφει. Για χρόνια αρθρογραφούσε κυρίως σε θέματα μουσικής, αλλά και για γεύση, αρχιτεκτονική και design σε μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικά. Εστίασε το ενδιαφέρον του στους ανθρώπους της πόλης, σε εκείνους που προσπαθούν μέσα από τη δουλειά τους να βελτιώσουν τη ζωή όλων μας. Μέσα από μια σειρά συνεντεύξεων συνάντησε νέους δημιουργούς, αλλά και καταξιωμένους επαγγελματίες. Όπως λέει ο ίδιος, «το να βάλεις στο χαρτί μια συνέντευξη είναι μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά, γιατί μπαίνεις στη διαδικασία να μελετήσεις τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου. Και μετά τους ανθρώπους της τέχνης, έρχεται η γεύση και η ακοή - το φαγητό και η μουσική δηλαδή. Δύο σημαντικές αισθήσεις που είναι πολιτισμός».
Με βάση αυτό το κριτήριο γράφει τα κείμενά του ο Κωνσταντίνος Παντζόγλου, ο οποίος τα τελευταία χρόνια ασχολείται με το κομμάτι των περιοδικών από μια άλλη πλευρά. Εργάζεται πάνω στη διαδικασία της μετάβασης των αναλογικών μέσων στην ψηφιακή εποχή, στο διαδίκτυο δηλαδή, και την ανάπτυξή τους για λογαριασμό ενός ομίλου μέσων ενημέρωσης στην Κύπρο. «Το ίντερνετ είναι το νέο μας παρόν. Κρύβει απίθανες ευκαιρίες δημιουργικότητας και εξέλιξης», λέει ο ίδιος.
Αυτή την περίοδο έχει μετακομίσει στον 88.6 UP Radio, όπου εργάζεται μαζί με τον Γιώργο Μουχταρίδη, για την επανατοποθέτηση του σταθμού και την ανανέωσή του. Μιλά μάλιστα με ενθουσιασμό για αυτό το νέο εγχείρημα και τις μουσικές που «συναντά» αυτή την περίοδο. Αυτός είναι ο Κωνσταντίνος, λοιπόν, που μισεί τα κλισέ και αποφεύγει τις ταμπέλες.
Στην ερώτηση γιατί επέστρεψε το βινύλιο στην εποχή μας, δίνει τη δίκη του εξήγηση: «Πριν περίπου από ένα μήνα ήμουν σ’ ένα καινούργιο καφέ κάπου στο κέντρο της πόλης. Ήταν Κυριακή απόγευμα και ο DJ έπαιζε μουσική από βινύλιο. Έμεινα και χάζευα για αρκετή ώρα αυτή την ωραία ιεροτελεστία του να παίζεις μουσική από μεγάλο δίσκο 33 στροφών. Και αμέσως γύρισα πίσω. Στο πικ-απ που υπήρχε στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, στα μικρά δισκάκια 45 στροφών της μητέρας μου με τον Elvis, τους Platters, τους Beatles… Θυμήθηκα το πρώτο πικ-απ που προσγειώθηκε στο σαλόνι μας από την Αμερική. Το πόσο προσεκτικά τοποθετούσα τον δίσκο, και πώς παρατηρούσα τον ρυθμό με τον οποίο στριφογυρνούσε και ύστερα -που καθόταν η βελόνα επάνω του- πώς έβγαινε ο ήχος. Άλλοτε καθαρός κι άλλοτε με τα απαραίτητα 'σκρατς'. Εκείνο το απόγευμα Κυριακής μπήκα στη διαδικασία να θυμηθώ τη σχέση που είχε ο κόσμος με τη μουσική που επέλεγε ο ίδιος να ακούσει. Πώς αναπτυσσόταν αυτή η σχέση, σε μια εποχή που το ραδιόφωνο έπαιζε τον πιο ουσιαστικό ρόλο για τη μουσική βιομηχανία.
»Νομίζω ότι ακριβώς σ’ αυτό κρύβεται η απάντηση γιατί επέστρεψε το βινύλιο στη ζωή μας. Γιατί αυξήθηκαν οι πωλήσεις βινυλίου, γιατί τα πικ-απ βγήκαν από την κρυψώνα τους, γιατί οι δισκογραφικές παράγουν όλο και περισσότερους δίσκους σε βινύλιο, γιατί οι πωλήσεις των CDs μειώνονται και γιατί οι νέοι άνθρωποι που δεν έζησαν με τα βινύλια μπαίνουν στη διαδικασία να τα ανακαλύψουν θέλοντας να δουν πώς ακριβώς είναι αυτός ο μύθος που ακούν από τους μεγάλους».
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2014 καταγράφηκαν 9 εκατομμύρια πωλήσεις βινυλίων στον κόσμο έναντι περίπου 160 δισεκατομμυρίων downloads. Αυτό αποτελεί την υψηλότερη επίδοση από το 1991, οπότε και το CD άρχισε να μπαίνει στη ζωή μας, ως ένα νέο format που όμως από τότε όλοι γνωρίζαμε ότι δεν επρόκειτο να αγαπηθεί τόσο, όσο θα χρησιμοποιείτο.
Ο Κωνσταντίνος συνεχίζει: «Ποιος εξάλλου δεν θυμάται τα παλιά δισκοπωλεία, στα οποία είχες τη δυνατότητα να ακούσεις ένα βινύλιο πριν το προμηθευτείς. Ποιος δεν θυμάται το καρδιοχτύπι για να μαζέψεις το χαρτζιλίκι και το Σάββατο το πρωί να πας να αγοράσεις το δισκάκι που περίμενες να κυκλοφορήσει. Αυτό το συναίσθημα δεν μπορείς να το εξομοιώσεις με ένα download ενός τραγουδιού, ακόμα κι αν πρέπει να το πληρώσεις μέσω μιας πιστωτικής κάρτας. Το βινύλιο σού επιτρέπει την απόλαυση με τις αισθήσεις σε εγρήγορση. Αυτό έχω κρατήσει σαν ανάμνηση. Κι αυτή η ανάμνηση έχει και παρόν -όπως δείχνουν τα πράγματα- και δεν έχει περάσει στη σφαίρα του γραφικού. Το βινύλιο είναι ζωντανό, και σαν αίσθηση, αλλά και σαν υλικό. Μία μικρή γρατζουνιά και καταλαβαίνεις την αλλοίωση».
Και καταλήγει: «Και δεν πρέπει να ξεχνάμε το εικαστικό κομμάτι του βινυλίου. Εξώφυλλα που αποτέλεσαν έργα τέχνης. Σπουδαίες δημιουργίες, σημαντικών καλλιτεχνών. Αυτή την αντίληψη -ότι ένας δίσκος βινυλίου αποτελεί ένα ολοκληρωμένο έργο τέχνης- νομίζω δεν μπορούμε να την έχουμε οι άνθρωποι στην ψηφιακή εποχή, όσο κι αν προσπαθούμε. Το βινύλιο, όσο vintage κι αν ακούγεται σαν λέξη, δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις σαν μια ακόμα μόδα. Κρύβει μια ολόκληρη αισθητική και άποψη. Όπως τότε, όπως παλιά.. Την άποψη ότι οι άνθρωποι, ειδικά στην εποχή της κρίσης, που όλα έχουν αναποδογυρίσει, θέλουμε να γυρίσουμε στα απλά, τα καθαρά, τα πράγματα που μας έκαναν καλύτερους. Πιο ολοκληρωμένους. Δεν σου κρύβω ότι θα ήθελα πάρα πολύ να μπω μια μέρα σ’ ένα ραδιοφωνικό στούντιο και η εκπομπή να γίνει μόνο με βινύλια. Όπως τότε, όπως παλιά».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr