Για καφέ και ποτό στο Αιγάλεω
26.02.2016
21:00
Η εξειδίκευση στις αγαπημένες συνήθειες των Ελλήνων κάνει και σε αυτή την περιοχή τη διαφορά
Περνώντας πάλι από τις γειτονιές στις οποίες μεγάλωσα νιώθω σαν θεατής μπροστά σε μια οθόνη που παίζει στιγμιότυπα της ζωής μου. Η συμβολή της οδού Μάρκου Μπότσαρη 1 με τη λεωφόρο Θηβών, στο Αιγάλεω, αποτελεί ένα τέτοιο σημείο στον χάρτη των αναμνήσεων. Κεντρικός και φορτωμένος με συναίσθημα, είναι αυτός ο κόμβος της περιοχής και της καρδιάς. Μέχρι πριν από τρία χρόνια, όταν ο Δημήτρης Τζατζανάς αποφάσισε να φτιάξει εκεί το καφέ Qahwa (προφέρεται Κάφα), το bar και coffee scene της πλημμυρισμένης με νεαρόκοσμο συνοικίας χαρακτηριζόταν περισσότερο από τα παλαιότερα ή νεότερα στέκια στην απέναντι πλευρά της παρακείμενης Ιεράς Οδού.
Οι μεγάλες λεωφόροι πολλές φορές το κάνουν αυτό: οριοθετούν από ταχυδρομικούς κώδικες και ομάδες μέχρι στυλ και κοσμοθεωρίες. Σε ορισμένες γειτονιές μιας περιοχής, για παράδειγμα, συχνάζουν περισσότεροι καλλιτέχνες και γλεντζέδες, ενώ κάπου αλλού έχουν βρει απάγκιο κουλτουριάρηδες και πάει λέγοντας. Κάπως έτσι δημιουργούνται νέες πιάτσες, με αφορμή τη λειτουργία μιας χαρακτηριστικής επιχείρησης, η επιτυχία της οποίας καθορίζει και το μελλοντικό επαγγελματικό περιβάλλον που θα προκύψει. Η πόλη βλέπει παλαιούς πυρήνες να σβήνουν, αλλά και νέους να ανάβουν, διατηρώντας έτσι -ακόμα και στις δύσκολες εποχές- μια ισορροπία δυνάμεων.
Οι μεγάλες λεωφόροι πολλές φορές το κάνουν αυτό: οριοθετούν από ταχυδρομικούς κώδικες και ομάδες μέχρι στυλ και κοσμοθεωρίες. Σε ορισμένες γειτονιές μιας περιοχής, για παράδειγμα, συχνάζουν περισσότεροι καλλιτέχνες και γλεντζέδες, ενώ κάπου αλλού έχουν βρει απάγκιο κουλτουριάρηδες και πάει λέγοντας. Κάπως έτσι δημιουργούνται νέες πιάτσες, με αφορμή τη λειτουργία μιας χαρακτηριστικής επιχείρησης, η επιτυχία της οποίας καθορίζει και το μελλοντικό επαγγελματικό περιβάλλον που θα προκύψει. Η πόλη βλέπει παλαιούς πυρήνες να σβήνουν, αλλά και νέους να ανάβουν, διατηρώντας έτσι -ακόμα και στις δύσκολες εποχές- μια ισορροπία δυνάμεων.
Η εξειδίκευση, το νέο απόλυτο εργαλείο, κάνει και εδώ τη διαφορά την οποία και διαπίστωσα στο Qahwa, το στέκι που πριν από τρία χρόνια αφιερώθηκε στον καφέ, δημιουργώντας αποκλειστικό κοινό προτού επεκταθεί στον τομέα του ποτού με το εξαιρετικά διαφορετικό και ακόμα μικρότερο, Qahwa Alcohol, μερικά μέτρα παραδίπλα. Το νέο αυτό οικοσύστημα διασκέδασης συστήθηκε στη γειτονιά από τον ιδιοκτήτη του, Δημήτρη Τζατζανά, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο πραγματοποίησε ένα όνειρό του. Ο αρχιτέκτονας και σημερινός συνεργάτης του, που ανέλαβε την διακόσμηση, Παναγιώτης Μπάφης, έκανε εξαιρετική δουλειά επιλέγοντας ξύλο, τσιμέντο και μαύρες λιτές λεπτομέρειες στην επίπλωση και τα φωτιστικά. Αποτέλεσμα; Το μαγαζί αποπνέει άνεση, ζεστασιά και μινιμαλισμό. Ο Παναγιώτης προσέθεσε και χαλκό για το Qahwa Alcohol, ενώ στη διπλανή αυλή της επιχείρησης η άνεση είναι πάλι βασικό συστατικό.
Πολυβραβευμένος -και με έναν τοίχο του μαγαζιού γεμάτο διπλώματα και διακρίσεις επάνω στο αντικείμενό του-, ο Δημήτρης είναι από τους πλέον κατάλληλους για να μιλήσει. «Ηθελα να αφοσιωθώ στον καφέ», λέει για την απόφασή του. «Το ενδεχόμενο να βγω στο εξωτερικό -στο Βερολίνο πιο συγκεκριμένα- για να κάνω ένα νέο ξεκίνημα είχε πέσει στο τραπέζι, αλλά τελικά προσανατολίστηκα διαφορετικά, γεγονός για το οποίο δικαιώθηκα. Μέτρησε το ότι πίστευα στις δυνάμεις μου, καθώς και στην ποιότητα του προϊόντος μου», συνεχίζει. Τους πρώτους εννέα μήνες στη δουλειά έμενε όλη μέρα στο μαγαζί, κάτι σημαντικό, όπως λέει, ώστε να εξηγήσει στον κόσμο το concept.
Μέσα σε τρεις μήνες το Qahwa αγαπήθηκε και μπήκε στο στερέωμα των προτιμήσεων του κοινού. Για την επιλογή του σημείου ο Δημήτρης λέει ότι βασικά τον βοήθησε επειδή ήταν κεντρικό αλλά όχι κορεσμένο. Ωστόσο λέει ότι το ρίσκο υπήρχε αφού δεν ήξερε πώς θα προχωρούσε. Ομως ποτέ δεν έχασε την πίστη του για το τι έχει εκείνος να δώσει από τον χαρακτήρα του, όπως ας πούμε την ειλικρίνεια. Με λίγα λόγια «ήταν όλα ή τίποτα». Κατά τη γνώμη του η περίοδος που διανύουμε στη χώρα μας δεν είναι σε όλα άσχημη, αλλά καλή όταν μπορείς να ρισκάρεις. «Απόλυτα σωστή περίοδος δεν θεωρώ ότι υπάρχει, ούτε θα υπάρξει για την επόμενη πενταετία» λέει συγκεκριμένα. «Επιστρέφουμε, λοιπόν, στο πόσο πιστεύουμε στον εαυτό μας».
Η κουβέντα γυρίζει στο θέμα της κουλτούρας του καφέ στην Ελλάδα. «Υπάρχει η κουλτούρα, αλλά όχι η γνώση», μου διευκρινίζει. «Με τον Μιχάλη, που είναι μέλος της ομάδας μας, ταξιδέψαμε στην Κολομβία για ένα διαγωνισμό και είδαμε ότι η δική μας κουλτούρα δεν υπήρχε εκεί. Ομως κάναμε επαφές με μικρές οικογενειακές φάρμες παραγωγής καφέ, κάτι που θέλαμε για τη δουλειά μας». Τον ρωτάω τι είναι ο καφές για τον Ελληνα. «Είναι μια προσιτή πολυτέλεια», απαντάει. «Ειδικά τα τελευταία χρόνια υπάρχει ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο. Βλέπεις ότι κυκλοφορούν και πολλοί με ένα καφέ στο χέρι. Κάτι δείχνει αυτό».
Οπως μου λέει, χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως άνθρωπο πολύ ακραίο με τα θέλω, τα πρέπει και τα δεν πρέπει, ενώ του αρέσουν πολύ τα προσωπικά στοιχήματα με τον εαυτό του, που μάλιστα φαίνεται να κερδίζει. Αυτό μου επιβεβαίωσε και ο υπεύθυνος του μαγαζιού, Νίκος Αντζάρας, βραβευμένος barista και ο ίδιος. «Η επιτυχία μας έγκειται στο γεγονός ότι εδώ παίρνουμε πολύ σοβαρά τον καφέ και τον πελάτη», μου λέει. «Είναι στέκι και χρειάζεται επικοινωνία με τον κόσμο. Τώρα πια μας ρωτούν οι πελάτες τι ποικιλίες καφέ έχουμε, που σημαίνει ότι έχουν πάρει το μήνυμα της ποιότητας. Να σκεφτείς ότι από έρευνες στη χώρα μας προκύπτει ότι οι Ελληνες φέρνουν σε δεύτερη θέση την ανάγκη για καφέ μετά το νερό, ενώ στο εμπορικό κομμάτι είναι πάλι δεύτερος μετά το πετρέλαιο!».
Επόμενο βήμα του Qahwa είναι η επέκταση στον αμέσως διπλανό χώρο ώστε να ενωθεί με το Alcohol, το οποίο στα ελάχιστα τετραγωνικά του θυμίζει μια ντιζαϊνάτη καντίνα με σκαμπό μπροστά στο μπαρ που λειτουργεί σχεδόν επάνω στο πεζοδρόμιο. Το καλοκαίρι ο χώρος γεμίζει με κόσμο που πίνει το ποτό του στο χέρι με διακριτική και καλή μουσική. Για τον χειμώνα, εκτός από τα ευφάνταστα κοκτέιλ, κρύα ή ζεστά, σερβίρονται και μοναδικά ροφήματα όπως «Της γιαγιάς» με ροδοπέταλα ή ζεστή λεμονάδα, ενώ στα hits συμπεριλαμβάνεται και το κοκτέιλ από ζεστή σούπα ροδιού φτιαγμένο σε μπρίκι και σερβιρισμένο σε πήλινο μπολ.
Εδώ την επιμέλεια από τα ποτά μέχρι τη μουσική έχει ο έμπειρος barman Χάρης Παναγούλιας, ο οποίος επιμένει να παραμένει αισιόδοξος σε πείσμα των δύσκολων καιρών. «Τώρα θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα», μου λέει χαρακτηριστικά. «Ειδικά στην εστίαση ο κόσμος έμαθε να εκτιμάει τα καλύτερα. Νομίζω ότι τελικά θα πάρουμε ό,τι μας αξίζει. Ο κόσμος ξεπέρασε εντελώς την εποχή που του σέρβιραν μπόμπες ποτά». Δύσκολη, αλλά ταυτόχρονα και πολύ γοητευτική είναι για εκείνον η πρώτη επαφή με έναν πελάτη, επειδή θέλει να του δώσει να καταλάβει τις επιλογές στις ετικέτες του μαγαζιού, που είναι όντως ξεχωριστές. «Ετσι όμως σύντομα γίνεται φίλος μας», μου λέει στο τέλος της κουβέντας μας, που ολοκληρώθηκε με γεύσεις οι οποίες μένουν αξέχαστες. Το Qahwa ήρθε για να μείνει σε κορυφαίο σημείο της λίστας με τα πιο όμορφα μικρά μαγαζιά που έχω δει.
Πολυβραβευμένος -και με έναν τοίχο του μαγαζιού γεμάτο διπλώματα και διακρίσεις επάνω στο αντικείμενό του-, ο Δημήτρης είναι από τους πλέον κατάλληλους για να μιλήσει. «Ηθελα να αφοσιωθώ στον καφέ», λέει για την απόφασή του. «Το ενδεχόμενο να βγω στο εξωτερικό -στο Βερολίνο πιο συγκεκριμένα- για να κάνω ένα νέο ξεκίνημα είχε πέσει στο τραπέζι, αλλά τελικά προσανατολίστηκα διαφορετικά, γεγονός για το οποίο δικαιώθηκα. Μέτρησε το ότι πίστευα στις δυνάμεις μου, καθώς και στην ποιότητα του προϊόντος μου», συνεχίζει. Τους πρώτους εννέα μήνες στη δουλειά έμενε όλη μέρα στο μαγαζί, κάτι σημαντικό, όπως λέει, ώστε να εξηγήσει στον κόσμο το concept.
Μέσα σε τρεις μήνες το Qahwa αγαπήθηκε και μπήκε στο στερέωμα των προτιμήσεων του κοινού. Για την επιλογή του σημείου ο Δημήτρης λέει ότι βασικά τον βοήθησε επειδή ήταν κεντρικό αλλά όχι κορεσμένο. Ωστόσο λέει ότι το ρίσκο υπήρχε αφού δεν ήξερε πώς θα προχωρούσε. Ομως ποτέ δεν έχασε την πίστη του για το τι έχει εκείνος να δώσει από τον χαρακτήρα του, όπως ας πούμε την ειλικρίνεια. Με λίγα λόγια «ήταν όλα ή τίποτα». Κατά τη γνώμη του η περίοδος που διανύουμε στη χώρα μας δεν είναι σε όλα άσχημη, αλλά καλή όταν μπορείς να ρισκάρεις. «Απόλυτα σωστή περίοδος δεν θεωρώ ότι υπάρχει, ούτε θα υπάρξει για την επόμενη πενταετία» λέει συγκεκριμένα. «Επιστρέφουμε, λοιπόν, στο πόσο πιστεύουμε στον εαυτό μας».
Η κουβέντα γυρίζει στο θέμα της κουλτούρας του καφέ στην Ελλάδα. «Υπάρχει η κουλτούρα, αλλά όχι η γνώση», μου διευκρινίζει. «Με τον Μιχάλη, που είναι μέλος της ομάδας μας, ταξιδέψαμε στην Κολομβία για ένα διαγωνισμό και είδαμε ότι η δική μας κουλτούρα δεν υπήρχε εκεί. Ομως κάναμε επαφές με μικρές οικογενειακές φάρμες παραγωγής καφέ, κάτι που θέλαμε για τη δουλειά μας». Τον ρωτάω τι είναι ο καφές για τον Ελληνα. «Είναι μια προσιτή πολυτέλεια», απαντάει. «Ειδικά τα τελευταία χρόνια υπάρχει ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο. Βλέπεις ότι κυκλοφορούν και πολλοί με ένα καφέ στο χέρι. Κάτι δείχνει αυτό».
Οπως μου λέει, χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως άνθρωπο πολύ ακραίο με τα θέλω, τα πρέπει και τα δεν πρέπει, ενώ του αρέσουν πολύ τα προσωπικά στοιχήματα με τον εαυτό του, που μάλιστα φαίνεται να κερδίζει. Αυτό μου επιβεβαίωσε και ο υπεύθυνος του μαγαζιού, Νίκος Αντζάρας, βραβευμένος barista και ο ίδιος. «Η επιτυχία μας έγκειται στο γεγονός ότι εδώ παίρνουμε πολύ σοβαρά τον καφέ και τον πελάτη», μου λέει. «Είναι στέκι και χρειάζεται επικοινωνία με τον κόσμο. Τώρα πια μας ρωτούν οι πελάτες τι ποικιλίες καφέ έχουμε, που σημαίνει ότι έχουν πάρει το μήνυμα της ποιότητας. Να σκεφτείς ότι από έρευνες στη χώρα μας προκύπτει ότι οι Ελληνες φέρνουν σε δεύτερη θέση την ανάγκη για καφέ μετά το νερό, ενώ στο εμπορικό κομμάτι είναι πάλι δεύτερος μετά το πετρέλαιο!».
Επόμενο βήμα του Qahwa είναι η επέκταση στον αμέσως διπλανό χώρο ώστε να ενωθεί με το Alcohol, το οποίο στα ελάχιστα τετραγωνικά του θυμίζει μια ντιζαϊνάτη καντίνα με σκαμπό μπροστά στο μπαρ που λειτουργεί σχεδόν επάνω στο πεζοδρόμιο. Το καλοκαίρι ο χώρος γεμίζει με κόσμο που πίνει το ποτό του στο χέρι με διακριτική και καλή μουσική. Για τον χειμώνα, εκτός από τα ευφάνταστα κοκτέιλ, κρύα ή ζεστά, σερβίρονται και μοναδικά ροφήματα όπως «Της γιαγιάς» με ροδοπέταλα ή ζεστή λεμονάδα, ενώ στα hits συμπεριλαμβάνεται και το κοκτέιλ από ζεστή σούπα ροδιού φτιαγμένο σε μπρίκι και σερβιρισμένο σε πήλινο μπολ.
Εδώ την επιμέλεια από τα ποτά μέχρι τη μουσική έχει ο έμπειρος barman Χάρης Παναγούλιας, ο οποίος επιμένει να παραμένει αισιόδοξος σε πείσμα των δύσκολων καιρών. «Τώρα θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα», μου λέει χαρακτηριστικά. «Ειδικά στην εστίαση ο κόσμος έμαθε να εκτιμάει τα καλύτερα. Νομίζω ότι τελικά θα πάρουμε ό,τι μας αξίζει. Ο κόσμος ξεπέρασε εντελώς την εποχή που του σέρβιραν μπόμπες ποτά». Δύσκολη, αλλά ταυτόχρονα και πολύ γοητευτική είναι για εκείνον η πρώτη επαφή με έναν πελάτη, επειδή θέλει να του δώσει να καταλάβει τις επιλογές στις ετικέτες του μαγαζιού, που είναι όντως ξεχωριστές. «Ετσι όμως σύντομα γίνεται φίλος μας», μου λέει στο τέλος της κουβέντας μας, που ολοκληρώθηκε με γεύσεις οι οποίες μένουν αξέχαστες. Το Qahwa ήρθε για να μείνει σε κορυφαίο σημείο της λίστας με τα πιο όμορφα μικρά μαγαζιά που έχω δει.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr