Σε οικογενειακό κύκλο
01.07.2016
07:50
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης μιλάει για την «Ορέστεια», που υπογράφει ο Γιάννης Χουβαρδάς στην Επίδαυρο στις 8 και 9 Ιουλίου, αλλά και για τα δύο νέα έργα που θα σκηνοθετήσει τον ερχόμενο χειμώνα
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης μιλάει για την «Ορέστεια», που υπογράφει ο Γιάννης Χουβαρδάς στην Επίδαυρο στις 8 και 9 Ιουλίου, αλλά και για τα δύο νέα έργα που θα σκηνοθετήσει τον ερχόμενο χειμώνα
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης έχει δοκιμαστεί πολλές φορές στο αρχαίο δράμα με επιτυχία. Με την «Ορέστεια» του Αισχύλου όμως είναι η πρώτη φορά που καταπιάνεται με την οικογένεια των Ατρειδών. Ο Κωνσταντίνος υποδύεται τον Ορέστη στη μόνη σωζόμενη αρχαία τριλογία, που παρουσιάζεται σε μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη, την ίδια που είχε χρησιμοποιηθεί και στην παράσταση του Γιάννη Κόκκου το 2001, και σε διασκευή του σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά.
Έχουν περάσει 23 χρόνια από τότε που ο Χουβαρδάς σκηνοθέτησε τον πολύ νεαρό τότε Μαρκουλάκη στην «Αρρώστια της Νιότης» του Μπρούκνερ. «Έμαθα πολλά ερήμην του», μου λέει ο Κωνσταντίνος. «Ο Χουβαρδάς δεν είναι, ούτε επιθυμεί να είναι, Δάσκαλος. Επειδή όμως είναι ένας άνθρωπος με πολύ ισχυρή σκέψη και έχει έναν πολύ δυναμικό τρόπο να σκηνοθετεί και να κατασκευάζει μια παράσταση, αν έχεις την τύχη να τον συναντήσεις σε πολύ νεαρή ηλικία, όπως εγώ, μπορείς να μάθεις παρατηρώντας τον πολλά πράγματα και για την υποκριτική και για τη σκηνοθεσία χωρίς εκείνος να το ξέρει».
Η σκηνοθετική προσέγγιση του Χουβαρδά στην «Ορέστεια» της προσδίδει τη μορφή μίας αστικής τραγωδίας. «Η προσπάθειά μας είναι να μεταφερθεί το έργο σε μια φόρμα εσωτερικού χώρου και μίας εποχής που είναι πολύ αναγνωρίσιμη σ’ εμάς, αφού παραπέμπει στην Ελλάδα του ’40, κάτι το οποίο γίνεται αντιληπτό μέσα από τα σκηνικά, τα κοστούμια, αλλά και τις μουσικές επιλογές», σχολιάζει ο Κωνσταντίνος, σπεύδοντας να διευκρινίσει ότι το γεγονός ότι έχουμε μία όψη εσωτερικού χώρου δεν σημαίνει ότι παίζεται η τραγωδία σαν δράμα ή νατουραλιστικά. «Παραμένει μια παράσταση ανοιχτού χώρου φτιαγμένη για την Επίδαυρο».
«Γιατί αυτή η παραπομπή στη δεκαετία του ’40;» αναρωτιέμαι. «Μιλάμε για μία δεκαετία πολέμου και βίας», μου υπενθυμίζει ο Κωνσταντίνος. «Η μάσκα, η ενδυμασία έχει να κάνει με μία εποχή πιο δική μας. Περισσότερο μοιάζει με ένα παιχνίδι, που μας βοηθάει να επικοινωνήσουμε καλύτερα με τον πυρήνα αυτής της τραγωδίας. Άλλωστε κάθε σκηνοθεσία ενός έργου είναι μία διασκευή του. Αποφασίζεις πάνω στο γραπτό κείμενο το πώς θα το παριστάνεις. Το ζήτημα είναι κάθε φορά να μπορείς να φτιάξεις μια γέφυρα που συνδέει το περιεχόμενο του έργου με εσένα πάνω στη σκηνή και τελικό αποδέκτη το κοινό», συνεχίζει.
Ο ίδιος βουτώντας στον ρόλο του Ορέστη ρίχνει γέφυρες ανάμεσα στον τραγικό ήρωα και τον Άμλετ. «Και οι δύο έχουν αναλάβει να βγάλουν εις πέρας μία πολύ δύσκολη αποστολή όχι ως σκληροί εκδικητές, αλλά υπακούοντας σε κάποιες αρχές που είναι ανώτερες από αυτούς», παρατηρεί. «Στην περίπτωση του Άμλετ είναι το φάντασμα του πατέρα του που τον καλεί να εκδικηθεί, ενώ στην περίπτωση του Ορέστη είναι ο ίδιος ο θεός Απόλλων. Είναι λοιπόν και οι δύο πρόσωπα τα οποία ενεργούν σε έναν βαθμό πέρα από τη θέληση τους. Αντικατοπτρίζουν την ιστορία και το ψυχαναλυτικό επίπεδο του ανθρώπου, ο οποίος είναι ενεργούμενο και κάνει κάτι χωρίς να έχει άλλη επιλογή».
Διατηρώντας στέρεο το συμβολικό και ψυχαναλυτικό υπόβαθρο της «Ορέστειας» ο Χουβαρδάς επιχειρεί μία διαφορετική αναπαράσταση της τριλογίας κρατώντας προφανώς τα ουσιώδη –αφού η διασκευή του κρατάει μόλις δύο ώρες και ένα τέταρτο– και έχοντας στη διάθεση του ένα σύνολο μόνο δώδεκα ηθοποιών, που υποδύονται τους ήρωες και τον Χορό. «Όσοι δεν είναι ρόλοι είναι Χορός», μου εξηγεί ο Κωνσταντίνος προσθέτοντας ότι «κάθε φορά το μεγαλύτερο ερώτημα που προκύπτει όταν ανεβάζεις μία αρχαία τραγωδία είναι τι απάντηση θα δώσεις στο ζήτημα του Χορού.
»Το στοίχημα σε παραστάσεις όπως η δική μας είναι να βρεις τον τρόπο με τον οποίον ο Χορός θα γίνει ένα δρων πρόσωπο, δηλαδή θα αποκτήσει μια ενέργεια πραγματικού υποκριτή. Να μην είναι δηλαδή απλά κάποιοι που χορεύουν και λένε κάτι λόγια που συνήθως δεν καταλαβαίνουμε. Ο Χορός ο συμπτυγμένος λειτουργεί με την ισχύ που λειτουργούν τα μικρά μουσικά σύνολα σε σχέση με τις μεγάλες ορχήστρες. Μία μεγάλη ορχήστρα μπορεί να βγάλει κάτι πολύ εντυπωσιακό σαν ήχο, αλλά τα κουαρτέτα ή τα κουιντέτα μπορούν να βγάλουν κάτι πολύ πιο βαθύ, πιο καθαρό και πιο σύγχρονο».
Στέκομαι σε μία φράση από το δελτίο τύπου: «Με όλες τις δυναμικές της ατομικής, οικογενειακής, πολιτικής και κοινωνικής βίας, αφηγούνται τον κύκλο αίματος μιας οικογένειας ως τον ιστορικό κύκλο ενός έθνους που πρέπει να θυσιάσει τα παιδιά του προκειμένου να ξαναγεννηθεί». Αισθάνομαι ότι μέσα από αυτή τη φράση επιχειρείται όλη η σύνδεση του αρχαίου κειμένου με το σήμερα.
«Έχουμε μία κοινωνία η οποία βρίσκεται σε τρομερό πόλεμο», μου λέει ο Κωνσταντίνος αναφερόμενος στο έργο. «Η νίκη έρχεται, αλλά μαζί της έρχεται και η απώλεια σχεδόν ολόκληρου του ανδρικού δυναμικού της. Δεν επιστρέφει σχεδόν κανείς από την Τροία. Περνάμε σε μία περίοδο ενός καθεστώτος τρομερά αυταρχικού, όπως αυτό που επιβάλλει η Κλυταιμνήστρα. Η απελευθέρωση από αυτό έρχεται μετά από αγώνες και κυρίως μετά από την παρέμβαση της Αθηνάς και τη θέσπιση θεσμών. Η πορεία αυτής λοιπόν της κοινωνίας είναι μία πορεία από το αίμα, την καταστροφή και το άλογο σε μία οργάνωση, δηλαδή έναν τρόπο –εδώ αυτό συμβαίνει με τη βοήθεια των θεών– που επιτρέπει στα μέλη της να οργανώσουν τη ζωή τους, ώστε να προλάβουν τα επόμενα κακά».
Την ίδια στιγμή η «Ορέστεια» είναι η μοναδική τραγωδία (έστω και τριλογία) με happy end. Οι Ερινύες του Ορέστη πείθονται από την Αθηνά, γίνονται Ευμενίδες και υπόσχονται να φροντίζουν την πόλη. «Έχει ένα φως η Ορέστεια και ένα χιούμορ, που πολύ συχνά αποφεύγουμε να δούμε», σχολιάζει ο Κωνσταντίνος. «Αυτά τα δύο στοιχεία τα έχει και η παράστασή μας. Έχει ενδιαφέρον νομίζω μία παράσταση σήμερα της Ορέστειας να μας δείξει και την πλευρά του κειμένου που μας κλείνει το μάτι, αλλά και την πλευρά που μας χαρίζει μία φωτεινή πιθανότητα για τη ζωή. Γιατί το να περάσεις από έναν κύκλο αίματος σε έναν κύκλο οργάνωσης είναι ένα προχώρημα προς την αξιοπρέπεια του ανθρώπου».
«Και πώς γίνεται αυτό σήμερα σε έναν κόσμο χωρίς θεούς;» τον ρωτάω και χαμογελάει. «Σήμερα νομίζω ότι ο μόνος δρόμος εξόδου είναι μέσα από τους θεσμούς, δηλαδή τη συνεχιζόμενη προσπάθεια των ανθρώπων να οργανώνουν ομαδικά καλύτερα τη ζωή τους προς όφελος των περισσοτέρων. Μόνο μέσα από διαδικασίες θεσμικές μπορούμε, πιστεύω, να προχωρήσουμε», μου απαντά.
Με τις μετοχές του στο θεατρικό χρηματιστήριο τα τελευταία χρόνια να έχουν κάνει limit up και τις παραστάσεις που είτε παίζει είτε σκηνοθετεί να γίνονται επιτυχίες, αισθάνομαι την ανάγκη να τον ρωτήσω αν θα τολμούσε να σκηνοθετήσει προσεχώς και κάποια τραγωδία. «Όχι σύντομα. Όχι του χρόνου, ας πούμε. Νομίζω ότι το ωραίο είναι αυτό που έρχεται στην ώρα του, όπως φανερώνει και η ετυμολογία της λέξης. Έρχεται η στιγμή που θες να δουλέψεις πάνω σε ένα τέτοιο κείμενο», μου εξομολογείται.
«Εγώ αγαπώ πολλά διαφορετικά είδη θεάτρου και δεν έχω και το σύμπλεγμα για να αισθανθώ σημαντικός να ασχολούμαι σώνει και καλά μόνο με τεράστια κείμενα. Με ευχαριστεί να ασχοληθώ και μ’ ένα πιο ευφρόσυνο κείμενο και να προσπαθήσω να το φτάσω αυτό στη μεγαλύτερη ποιότητά του. Η τραγωδία, ακριβώς επειδή τη φέρουμε ως ένα βάρος και μία ευθύνη, νομίζω θέλει τη σωστή στιγμή, έτσι ώστε να έχεις να πεις κάτι ενδιαφέρον, όχι καινούριο απαραίτητα, αλλά να έχεις κάτι να πεις».
Έτσι, προς το παρόν, για τον ερχόμενο χειμώνα θα αρκεστεί σε δύο σύγχρονα, αλλά πάρα πολύ ενδιαφέροντα έργα, τα οποία και θα σκηνοθετήσει. Το ένα είναι ο «Αύγουστος» του Τρέισι Λετς, που θα παρουσιαστεί από τον Δεκέμβρη στο θέατρο Χορν με τις Θέμιδα Μπαζάκα, Μαρίνα Ασλάνογλου, Μαρία Πρωτόπαππα, Βίκυ Βολιώτη και άλλους. «Είναι ένα τρομερό έργο. Κάτι σαν σύγχρονος Ο’ Νηλ, αλλά με πολύ χιούμορ», μου αποκαλύπτει.
«Είναι μία δυσλειτουργική οικογένεια, τόσο προβληματική που το δράμα της μπορεί να το διαβάσεις με τρόπο που να σου ανοίξει την καρδιά. Είναι ένα έργο βραβευμένο με Πούλιτζερ και Τόμι. Έγινε και ταινία με τις Μέριλ Στριπ και Τζούλια Ρόμπερτς. Κατά τη γνώμη μου δεν ήταν μία πολύ σπουδαία ταινία, γιατί αντίθετα από το θεατρικό ήταν… blue, κάπως μελαγχολική, ενώ το έργο είναι μαύρο. Ανήκει στο αγαπημένο μου είδος έργων, τα οποία είναι γεμάτα από αγκάθια και γωνίες και ταυτοχρόνως είναι πολύ αστεία. Δηλαδή είναι πολύ πικρά στον πυρήνα τους, αλλά η ματιά του συγγραφέα φέρει τη γνώση ότι το γέλιο προέρχεται κατά βάση από την απελπισία».
Στην ίδια κατηγορία ανήκει και το δεύτερο έργο που θα σκηνοθετήσει. Μόνο που αυτή τη φορά μιλάμε για ένα νεοελληνικό έργο, το τρίτο κατά σειρά δράμα –μετά το «Έβρος απέναντι» και την «Αττική Οδό»- που υπογράφουν οι Μιχάλης Ρέππας και Θανάσης Παπαθανασίου και θα κάνει πρεμιέρα τον Οκτώβριο στο θέατρο Αποθήκη με τη Νένα Μεντή στον κεντρικό ρόλο. «Νομίζω ότι ο Μιχάλης και ο Θανάσης μιλάνε για τη Μεταπολίτευση και γι’ αυτό που συνέβη σ’ εμάς με έναν πολύ πλάγιο τρόπο και καθόλου διδακτικά. Είναι μια μικροαστική οικογένεια, μπαμπάς και μαμά στα 65 και τα παιδιά στα 25.
»Η μαμά είχε τραγουδήσει κάποια στιγμή όταν ήταν νέα κάποιο τραγούδι του Χατζιδάκι, υποτίθεται, και ξεκινούσε μία τραγουδιστική καριέρα ως δεύτερη φωνή. Αλλά μετά εμφανίστηκε η Άννα Βίσση και αντί για εκείνη, τραγούδησε η Βίσση τα “Λιανοτράγουδα”. Κι έτσι η μαμά δεν έγινε ποτέ κάποια, ενώ η Βίσση έγινε. Ζει λοιπόν με αυτόν τον καημό, παρόλο που κατάφερε στη ζωή της να βγάλει με τον άντρα της και κάποια λεφτά, να ανοίξουν ένα προποτζίδικο… Όμως ο καημός καημός… Πιέζει λοιπόν την κόρη της, που τραγουδάει σε κάτι εστιατόρια για κάνα χαρτζιλίκι, να πηγαίνει στα διάφορα talent shows για να κάνει την καριέρα που αυτή δεν έκανε», μου λέει ο Κωνσταντίνος. Για να είμαι ειλικρινής το έργο -που έχει τίτλο «Δεύτερη Φωνή»- δεν μου ακούγεται και τόσο δράμα, του λέω. «Έχει πολύ χιούμορ. Δεν είναι αυστηρό δράμα. Άλλωστε προσωπικά δεν καταλαβαίνω και τα αυστηρά δράματα», ομολογεί ο Κωνσταντίνος.
Στις δύο παραπάνω σκηνοθεσίες προσθέστε και τον «Θεό της Σφαγής», που παίζει και σκηνοθετεί για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Αθηνών, αλλά και το «Για όνομα…», που πήρε κι αυτό διαβατήριο για δεύτερη σεζόν στο θέατρο Αλίκη, και ευχηθείτε στον Κωνσταντίνο καλό τρέξιμο και καλό κουράγιο.
{{{ articlebanner-300x250-1 }}}
{{{ articlebanner-330x100-triple-1 }}}
{{{ articlebanner-330x100-triple-2 }}}
{{{ articlebanner-330x100-triple-3 }}}
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr