Τα 700 ονόματα του Θεού
09.09.2016
07:45
O πρώην πρύτανης της ΑΣΚΤ Μάριος Σπηλιόπουλος έστησε στο εντυπωσιακό Γιαλί Τζαμί στα Χανιά μια μνημειακή εγκατάσταση έχοντας ως ερέθισμα τις 700 προσφωνήσεις προς τον Θεό
Ο εικαστικός Μάριος Σπηλιόπουλος -καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, της οποίας και διετέλεσε και πρύτανης- με μια μνημειακή εγκατάσταση στο Γιαλί Τζαμί στα Χανιά δημιούργησε μια αρχετυπική «εκκλησία»-ναό, με ανθεκτική πρώτη ύλη τις λέξεις που εκφωνούνται και γράφονται. Τίτλος της εγκατάστασης, «Τα 700 ονόματα του Θεού».
Το Γιαλί Τζαμί είναι ένα εξαιρετικό δείγμα ισλαμικής αρχιτεκτονικής (κτισμένο το 1645-48 από τον πρώτο Τούρκο φρούραρχο, σε σχέδια ενός Αρμένιου αρχιτέκτονα) που δεσπόζει στο Ενετικό λιμάνι της παλαιάς πόλης των Χανίων.
Η κεντρική ιδέα του έργου του Σπηλιόπουλου προέρχεται από τις 700 προσφωνήσεις προς τον Θεό που συνέλεξε το 1254 ο Αυτοκράτορας της Νικαίας, Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρις, από το σύνολο της ελληνικής γραμματολογίας.
Στην πρωταρχική του μορφή, το έργο εκτέθηκε το 2002 στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο πλαίσιο της έκθεσης «Σύνοψις 2 - Θεολογίες»,μαζί με τα έργα άλλων σημαντικών καλλιτεχνών, όπως ο Bill Viola, η Shirin Neshat, η Ghada Amer, η Marico Mori, η Maaria Wirkala και ο Jalal Toufic.
Το Γιαλί Τζαμί είναι ένα εξαιρετικό δείγμα ισλαμικής αρχιτεκτονικής (κτισμένο το 1645-48 από τον πρώτο Τούρκο φρούραρχο, σε σχέδια ενός Αρμένιου αρχιτέκτονα) που δεσπόζει στο Ενετικό λιμάνι της παλαιάς πόλης των Χανίων.
Η κεντρική ιδέα του έργου του Σπηλιόπουλου προέρχεται από τις 700 προσφωνήσεις προς τον Θεό που συνέλεξε το 1254 ο Αυτοκράτορας της Νικαίας, Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρις, από το σύνολο της ελληνικής γραμματολογίας.
Στην πρωταρχική του μορφή, το έργο εκτέθηκε το 2002 στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο πλαίσιο της έκθεσης «Σύνοψις 2 - Θεολογίες»,μαζί με τα έργα άλλων σημαντικών καλλιτεχνών, όπως ο Bill Viola, η Shirin Neshat, η Ghada Amer, η Marico Mori, η Maaria Wirkala και ο Jalal Toufic.
Στη σημερινή του μορφή ο πυρήνας του έργου έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά, ώστε να προσαρμοστεί στον χώρο του μνημείου. Η εγκατάσταση θα είναι ανοικτή στο κοινό μέχρι και τις 25 Σεπτεμβρίου.
Ακολουθεί ένα χρονικό γραμμένο από τον ίδιο τον Σπηλιόπουλο, ένα μπρος-πίσω της μνήμης, αλλά και της καλλιτεχνικής διαδρομής του με αφορμή τη μνημειακή εγκατάσταση στα Χανιά, που βρήκε τη θερμή υποστήριξη του Δήμου Χανίων, της Δημοτικής Πινακοθήκης και του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου:
1. Έχω φίλους στα Χανιά: τον Μιχάλη, τον Γιώργο, τον Διονύση, τον Λεωνίδα. Τα «Τζάμια & Κρύσταλλα» θυμάμαι... Δεκέμβριος 2015, τηλέφωνο του Γιώργου στις 10 μμ: «Το καλοκαίρι θα κάνεις κάτι στο Γιαλί Τζαμί;». Ερώτηση που ακούστηκε σαν προσταγή. Εγώ: «Ρε Αυγέρο, τι εννοείς; Το τούρκικο τζαμί της παραλίας;». Απάντηση: «Ναι ρε, αυτό, το τζαμί του Κιουτσούκ Χασάν ή Γιαλί Τζαμί στο λιμάνι». Σιωπή… Eγώ: «ΟΚ θα κάνω κάτι». Κλείνω το τηλέφωνο. Ιδέες με κατακλύζουν. Το μυαλό μου σε δημιουργική υπερένταση. Τι θα μπορούσα να κάνω, άραγε, μέσα σε αυτό το κυβόσχημο αρχιτεκτονικό κόσμημα της ισλαμικής τέχνης, με τον ημισφαιρικό τρούλο που στηρίζεται σε τέσσερα περίτεχνα τόξα, και που μέσα στα σπλάχνα του κράτησε τις προσευχές και τις παρακλήσεις ανθρώπων που λάτρευαν το Θεό τους επί αιώνες; Πώς θα μπορέσω να αφουγκραστώ τους ύμνους και τις ανάσες των πιστών; Τι θα κάνω με το βάρος της ιστορίας που πιέζει; Πέφτω για ύπνο, η ώρα έχει πάει 2 πμ.
2. Βάρκες ξεφορτώνουν καθημερινά ανθρώπους στις παραλίες. Σωσίβια και παπούτσια ξεβράζει η θάλασσα, μαζί και σώματα μικρών παιδιών. Εδώ η σκέψη σιγεί, η τέχνη φαίνεται πολύ μικρή για να μιλήσει. Η Ευρώπη κοιτά εμβρόντητη, ενώ ο ISIS ανατινάζει την Παλμύρα εν ονόματι του Ισλάμ, πληγώνοντας θανάσιμα κάθε έννοια ανθρωπισμού.
3. Το Τζαμί του Κιουτσούκ Χασάν ή Γιαλί Τζαμί χτίστηκε το 1645-48 από Αρμένιο αρχιτέκτονα σαν το πρώτο μνημείο του Ισλάμ μετά την κατάκτηση της μέχρι τότε χριστιανικής πόλης των Χανίων. Ένα ισλαμικό μνημείο, ένας τόπος λατρείας του Θεού, που δέχτηκε τις γονυκλισίες χιλιάδων ανθρώπων που ζητούσαν παρηγοριά ή βοήθεια. Ένας λατρευτικός τόπος που το πέρασμα του χρόνου τον μετέτρεψε σε αρχαιολογικό χώρο – μνημείο. Στο Γιαλί Τζαμί πρέπει να ακουστούν πάλι οι προσευχές των ανθρώπων, σκέφτηκα. Υπερβαίνοντας τη διαφορά των θρησκειών.
4. Κατασκευάζω μία αρχετυπική εκκλησία, με ανθεκτική πρώτη ύλη την ονοματοθεσία -τα Θεωνύμια-, τα 700 ονόματα του Θεού, που συνάθροισε από το σύνολο της ελληνικής γραμματολογίας ο Αυτοκράτορας της Νικαίας Θεόδωρος Β΄Δούκας Λάσκαρις το 1254. Η θάλασσα στον τοίχο απέναντι απ΄ την είσοδο με το ανάστροφο κύμα, ρουφάει τα χρησιμοποιημένα παπούτσια των κατοίκων της πόλης, ενώ το αναμμένο καντήλι στο κέντρο της καλεί τους θεατές στα πίσω από την οθόνη «επέκεινα». Τα βασανισμένα αυτά παπούτσια στο δάπεδο είναι τα χειροποίητα ίχνη του πεπερασμένου και του φθαρτού στην αιωνιότητα.
5. Η γιαγιά μου, η Κυριακή, μιλούσε και τούρκικα, εγώ δεν καταλάβαινα λέξη. Στα τελευταία της κατοικούσε στην εκκλησία. Όταν ήθελα χαρτζιλίκι, πήγαινα εκεί. Καθόταν πάντα στο στασίδι της. «Ας’ κλουσούν γιαβρούμ» μου ψιθύριζε, βγάζοντας το κομπόδεμα από τα μακριά της φουστάνια.
6. Η μητέρα καταλάβαινε τα τούρκικα, όμως δεν τα μιλούσε. Σε όσους μπορούσε τους επέβαλλε και έβγαζαν τα παπούτσια τους στην εξώπορτα. Γέμιζε καμιά φορά το πλατύσκαλο παπούτσια. Ο μόνος που έμπαινε στο σπίτι επιδεικτικά παπουτσωμένος ήταν ο πατέρας. «Πάλι τζαμί το έκανες;» έλεγε στη μάνα μου.
7. Μεγάλος πια, φοιτητής, πήγα στο Σαψί [Σάπες], στη Θράκη, στο σπίτι του Θανάση. Φοιτητής Οικονομικών αυτός. Φτάσαμε απόγευμα στο σπίτι του. Στο διπλανό, μεσοτοιχία, καθόταν ο Μουσταφάς, φίλος του, Τούρκος. Το τραπέζι ήταν στρωμένο, φάγαμε. Ένας μουεζίνης άρχισε να ψέλνει απ’ το διπλανό τζαμί, ύστερα χτύπησαν οι καμπάνες από τον Άγιο Νεκτάριο. Το βράδυ πήγαμε δίπλα, στου Μουσταφά - φοιτητής στην Αδριανούπολη αυτός. Σε μια γωνιά δίπλα στο τζάκι είδα την εικόνα του Αγίου Νεκταρίου και μπροστά ένα καντήλι να καίει. Όταν τον ρώτησα, μου είπε ο Μουσταφάς: «Ο Άγιος Νεκτάριος είναι θαυματουργός, έσωσε τον αδελφό μου».
8. Συμμετείχα το 1989 στη 2η Μπιεννάλε της Κωνσταντινούπολης. Ο φίλος μου, ζωγράφος, Serhat Kiraz, με βοηθούσε στο στήσιμο του έργου μου με τίτλο “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ” ψηλά στο Πανεπιστήμιο Γιλντίζ με θέα το Βόσπορο. Με ρώτησε τι σημαίνει η φράση. Του το εξήγησα. «Έχουμε το ίδιο κι εμείς, οι σούφηδες», μου είπε. «Αυτή η θάλασσα μας ενώνει», συμπλήρωσε και κοίταξε προς τον Βόσπορο.
9. Αύγουστος 2002: Ετοίμαζα το έργο (τα «700 ονόματα του Θεού») για την έκθεση «Σύνοψις 2 - Θεολογίες» για το ΕΜΣΤ, τα ονόματα των καλλιτεχνών που θα εξέθεταν μαζί μου βαριά κι ασήκωτα: Bill Viola, Shirin Neshat, Ghada Amer, Marico Mori, Maaria Wirkala, Jalal Toufic και άλλοι τέτοιοι. Εγώ και ο Δ. Αληθινός οι μόνοι Έλληνες. Ένα παραλυτικό δέος με είχε κυριεύσει. Ιδέες τριβέλιζαν το μυαλό μου. Ο Ανδρέας Μπελεζίνης έπαιξε καταλυτικό ρόλο, με γνώρισε με το κείμενο: «Θείων Ύμνων Έρωτες» του Συμεών του Νέου Θεολόγου και αυτό μου έδωσε κατεύθυνση πλεύσης. Η έκθεση έγινε, όλα καλά!
10. Ιούλιος 2016: Το ίδιο δέος, τον ίδιο φόβο νιώθω και τώρα, ύστερα από τόσα χρόνια λόγω του χώρου αυτή τη φορά. Αυτό το ιστορικά βαρύ μνημείο όπου άλλοι άνθρωποι υμνούσαν τον Θεό τους, πως θα μπορούσα να το φέρω στα μέτρα μου; Η ενθάρρυνση του φίλου μου Γιώργου Αυγέρου που στάθηκε φύλακας άγγελος σε αυτό το εγχείρημα ήταν ο καινούργιος καταλύτης. Χωρίς την επιμονή και την καθησυχαστική του επενέργεια, αυτό το έργο δεν θα το τολμούσα ξανά. Με έκανε με τον τρόπο του να το νιώσω σαν ένα καινούργιο ρούχο. Ο Γιώργος με έκανε να αφήνομαι χωρίς φόβο -τώρα στα 60 μου- στις άναρθρες φωνές της συγκίνησης, στο «ά-σχημο» των αισθήσεων και τέλος στην αδήριτη βεβαιότητα ότι η ίδια η ζωή βάζει μπροστά στα μάτια σου το επόμενό σου βήμα.
Ακολουθεί ένα χρονικό γραμμένο από τον ίδιο τον Σπηλιόπουλο, ένα μπρος-πίσω της μνήμης, αλλά και της καλλιτεχνικής διαδρομής του με αφορμή τη μνημειακή εγκατάσταση στα Χανιά, που βρήκε τη θερμή υποστήριξη του Δήμου Χανίων, της Δημοτικής Πινακοθήκης και του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου:
1. Έχω φίλους στα Χανιά: τον Μιχάλη, τον Γιώργο, τον Διονύση, τον Λεωνίδα. Τα «Τζάμια & Κρύσταλλα» θυμάμαι... Δεκέμβριος 2015, τηλέφωνο του Γιώργου στις 10 μμ: «Το καλοκαίρι θα κάνεις κάτι στο Γιαλί Τζαμί;». Ερώτηση που ακούστηκε σαν προσταγή. Εγώ: «Ρε Αυγέρο, τι εννοείς; Το τούρκικο τζαμί της παραλίας;». Απάντηση: «Ναι ρε, αυτό, το τζαμί του Κιουτσούκ Χασάν ή Γιαλί Τζαμί στο λιμάνι». Σιωπή… Eγώ: «ΟΚ θα κάνω κάτι». Κλείνω το τηλέφωνο. Ιδέες με κατακλύζουν. Το μυαλό μου σε δημιουργική υπερένταση. Τι θα μπορούσα να κάνω, άραγε, μέσα σε αυτό το κυβόσχημο αρχιτεκτονικό κόσμημα της ισλαμικής τέχνης, με τον ημισφαιρικό τρούλο που στηρίζεται σε τέσσερα περίτεχνα τόξα, και που μέσα στα σπλάχνα του κράτησε τις προσευχές και τις παρακλήσεις ανθρώπων που λάτρευαν το Θεό τους επί αιώνες; Πώς θα μπορέσω να αφουγκραστώ τους ύμνους και τις ανάσες των πιστών; Τι θα κάνω με το βάρος της ιστορίας που πιέζει; Πέφτω για ύπνο, η ώρα έχει πάει 2 πμ.
2. Βάρκες ξεφορτώνουν καθημερινά ανθρώπους στις παραλίες. Σωσίβια και παπούτσια ξεβράζει η θάλασσα, μαζί και σώματα μικρών παιδιών. Εδώ η σκέψη σιγεί, η τέχνη φαίνεται πολύ μικρή για να μιλήσει. Η Ευρώπη κοιτά εμβρόντητη, ενώ ο ISIS ανατινάζει την Παλμύρα εν ονόματι του Ισλάμ, πληγώνοντας θανάσιμα κάθε έννοια ανθρωπισμού.
3. Το Τζαμί του Κιουτσούκ Χασάν ή Γιαλί Τζαμί χτίστηκε το 1645-48 από Αρμένιο αρχιτέκτονα σαν το πρώτο μνημείο του Ισλάμ μετά την κατάκτηση της μέχρι τότε χριστιανικής πόλης των Χανίων. Ένα ισλαμικό μνημείο, ένας τόπος λατρείας του Θεού, που δέχτηκε τις γονυκλισίες χιλιάδων ανθρώπων που ζητούσαν παρηγοριά ή βοήθεια. Ένας λατρευτικός τόπος που το πέρασμα του χρόνου τον μετέτρεψε σε αρχαιολογικό χώρο – μνημείο. Στο Γιαλί Τζαμί πρέπει να ακουστούν πάλι οι προσευχές των ανθρώπων, σκέφτηκα. Υπερβαίνοντας τη διαφορά των θρησκειών.
4. Κατασκευάζω μία αρχετυπική εκκλησία, με ανθεκτική πρώτη ύλη την ονοματοθεσία -τα Θεωνύμια-, τα 700 ονόματα του Θεού, που συνάθροισε από το σύνολο της ελληνικής γραμματολογίας ο Αυτοκράτορας της Νικαίας Θεόδωρος Β΄Δούκας Λάσκαρις το 1254. Η θάλασσα στον τοίχο απέναντι απ΄ την είσοδο με το ανάστροφο κύμα, ρουφάει τα χρησιμοποιημένα παπούτσια των κατοίκων της πόλης, ενώ το αναμμένο καντήλι στο κέντρο της καλεί τους θεατές στα πίσω από την οθόνη «επέκεινα». Τα βασανισμένα αυτά παπούτσια στο δάπεδο είναι τα χειροποίητα ίχνη του πεπερασμένου και του φθαρτού στην αιωνιότητα.
5. Η γιαγιά μου, η Κυριακή, μιλούσε και τούρκικα, εγώ δεν καταλάβαινα λέξη. Στα τελευταία της κατοικούσε στην εκκλησία. Όταν ήθελα χαρτζιλίκι, πήγαινα εκεί. Καθόταν πάντα στο στασίδι της. «Ας’ κλουσούν γιαβρούμ» μου ψιθύριζε, βγάζοντας το κομπόδεμα από τα μακριά της φουστάνια.
6. Η μητέρα καταλάβαινε τα τούρκικα, όμως δεν τα μιλούσε. Σε όσους μπορούσε τους επέβαλλε και έβγαζαν τα παπούτσια τους στην εξώπορτα. Γέμιζε καμιά φορά το πλατύσκαλο παπούτσια. Ο μόνος που έμπαινε στο σπίτι επιδεικτικά παπουτσωμένος ήταν ο πατέρας. «Πάλι τζαμί το έκανες;» έλεγε στη μάνα μου.
7. Μεγάλος πια, φοιτητής, πήγα στο Σαψί [Σάπες], στη Θράκη, στο σπίτι του Θανάση. Φοιτητής Οικονομικών αυτός. Φτάσαμε απόγευμα στο σπίτι του. Στο διπλανό, μεσοτοιχία, καθόταν ο Μουσταφάς, φίλος του, Τούρκος. Το τραπέζι ήταν στρωμένο, φάγαμε. Ένας μουεζίνης άρχισε να ψέλνει απ’ το διπλανό τζαμί, ύστερα χτύπησαν οι καμπάνες από τον Άγιο Νεκτάριο. Το βράδυ πήγαμε δίπλα, στου Μουσταφά - φοιτητής στην Αδριανούπολη αυτός. Σε μια γωνιά δίπλα στο τζάκι είδα την εικόνα του Αγίου Νεκταρίου και μπροστά ένα καντήλι να καίει. Όταν τον ρώτησα, μου είπε ο Μουσταφάς: «Ο Άγιος Νεκτάριος είναι θαυματουργός, έσωσε τον αδελφό μου».
8. Συμμετείχα το 1989 στη 2η Μπιεννάλε της Κωνσταντινούπολης. Ο φίλος μου, ζωγράφος, Serhat Kiraz, με βοηθούσε στο στήσιμο του έργου μου με τίτλο “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ” ψηλά στο Πανεπιστήμιο Γιλντίζ με θέα το Βόσπορο. Με ρώτησε τι σημαίνει η φράση. Του το εξήγησα. «Έχουμε το ίδιο κι εμείς, οι σούφηδες», μου είπε. «Αυτή η θάλασσα μας ενώνει», συμπλήρωσε και κοίταξε προς τον Βόσπορο.
9. Αύγουστος 2002: Ετοίμαζα το έργο (τα «700 ονόματα του Θεού») για την έκθεση «Σύνοψις 2 - Θεολογίες» για το ΕΜΣΤ, τα ονόματα των καλλιτεχνών που θα εξέθεταν μαζί μου βαριά κι ασήκωτα: Bill Viola, Shirin Neshat, Ghada Amer, Marico Mori, Maaria Wirkala, Jalal Toufic και άλλοι τέτοιοι. Εγώ και ο Δ. Αληθινός οι μόνοι Έλληνες. Ένα παραλυτικό δέος με είχε κυριεύσει. Ιδέες τριβέλιζαν το μυαλό μου. Ο Ανδρέας Μπελεζίνης έπαιξε καταλυτικό ρόλο, με γνώρισε με το κείμενο: «Θείων Ύμνων Έρωτες» του Συμεών του Νέου Θεολόγου και αυτό μου έδωσε κατεύθυνση πλεύσης. Η έκθεση έγινε, όλα καλά!
10. Ιούλιος 2016: Το ίδιο δέος, τον ίδιο φόβο νιώθω και τώρα, ύστερα από τόσα χρόνια λόγω του χώρου αυτή τη φορά. Αυτό το ιστορικά βαρύ μνημείο όπου άλλοι άνθρωποι υμνούσαν τον Θεό τους, πως θα μπορούσα να το φέρω στα μέτρα μου; Η ενθάρρυνση του φίλου μου Γιώργου Αυγέρου που στάθηκε φύλακας άγγελος σε αυτό το εγχείρημα ήταν ο καινούργιος καταλύτης. Χωρίς την επιμονή και την καθησυχαστική του επενέργεια, αυτό το έργο δεν θα το τολμούσα ξανά. Με έκανε με τον τρόπο του να το νιώσω σαν ένα καινούργιο ρούχο. Ο Γιώργος με έκανε να αφήνομαι χωρίς φόβο -τώρα στα 60 μου- στις άναρθρες φωνές της συγκίνησης, στο «ά-σχημο» των αισθήσεων και τέλος στην αδήριτη βεβαιότητα ότι η ίδια η ζωή βάζει μπροστά στα μάτια σου το επόμενό σου βήμα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr