Ο δήμαρχος, τα ιδρύματα και οι κινηματογράφοι

Ο Γιώργος Καμίνης με τις πρωτοβουλίες του κατάφερε να φέρει αποτέλεσμα στο δύσκολο έργο αποκατάστασης της πρόσοψης του κτιρίου που στεγάζει τους κινηματογράφους «Αττικόν» και «Απόλλων»

Τον ερχόμενο Σεπτέμβριο το «μαύρο» φεύγει οριστικά από την εμβληματική γειτονιά της Σταδίου. Τέσσερα χρόνια μετά τον εμπρησμό της 12ης Φεβρουαρίου 2012 ξεκινά η αποκατάσταση της πρόσοψης του κτιρίου που στεγάζει τους κινηματογράφους «Αττικόν» και «Απόλλων», αλλά και της εισόδου των θεατών σε αυτούς.

Οι πρωτοβουλίες και οι παρεμβάσεις του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη, ήδη από την άνοιξη του 2015, έφεραν συγκεκριμένα αποτελέσματα και το έργο της αποκατάστασης χάρη και στην τελευταία χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος μπορεί να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί μέσα σε ένα σαφώς προσδιορισμένο χρονοδιάγραμμα.



Ο δήμαρχος Αθηναίων σε μια σύντομη συνομιλία μας δεν έκρυψε την ικανοποίησή του για το αίσιον της έκβασης της όλης υπόθεσης με τους λεπτούς, ιδιαίτερους χειρισμούς που απαιτήθηκαν τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια. Σήμερα, με εξασφαλισμένη τη χρηματοδότηση για την ολοκλήρωση του έργου της αποκατάστασης -ένα έργο που στο σύνολό του θα απαιτήσει ένα ποσό της τάξης του 1,2 -1,5 εκατομμυρίων ευρώ- ο Γιώργος Καμίνης αισθάνεται και είναι (όχι μόνον ως εκ της θέσεως του) ο βασικός εγγυητής συμφωνιών και θεματοφύλακας σχέσεων εμπιστοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα πρώτα πράγματα που φρόντισε να πετύχει σε αυτό το εγχείρημα ήταν να προσκαλέσει να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι τα μέλη των διοικήσεων δύο κοινωφελών ιδρυμάτων - το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου και το Ίδρυμα Μουσείο Βούρου-Ευταξία.

Τα δύο ιδρύματα -με την κοινή μήτρα- βρέθηκαν σε χρόνια αντιδικία και η αντιδικία τους αυτή έφτασε και στις αίθουσες των δικαστηρίων, με αποφάσεις που είχαν κερδισμένους και χαμένους. Το πρώτο από τα δύο, το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, ιδιοκτήτης του ιστορικού κτιρίου της Σταδίου (και των κινηματογράφων συμπεριλαμβανομένων), χρωστούσε στο δεύτερο ένα όχι και τόσο ευκαταφρόνητο ποσό: ένα ποσό γύρω στα 24 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσό που «μαζεύτηκε» με τα χρόνια διεκδικήθηκε από το δεύτερο ίδρυμα, βάσει της μεταξύ τους σύμβασης που είχε υπογραφεί με πρωτοβουλία του Λάμπρου Ευταξία (που ήταν διοικητής και των δύο ιδρυμάτων). Η σύμβαση προέβλεπε ότι το 40% των ετήσιων εσόδων του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου θα δινόταν στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, το οποίο ανήκει στο Ίδρυμα Μουσείο Βούρου-Ευταξία. Τα δικαστήρια δικαίωσαν το Ίδρυμα του Μουσείου, το οποίο και κάνοντας χρήση της σχετικής απόφασης είχε το νόμιμο δικαίωμα να κατάσχει ακόμη και το ποσό της αποζημίωσης που έβγαλε η ασφαλιστική εταιρεία για το γωνιακό εμπορικό κατάστημα που λειτουργούσε στο κτίριο.




Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης

Το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου είναι το παλαιότερο από τα δύο -η σύσταση του έγινε με την υπ’ αριθ. 2896/11.7.1956 δημοσία διαθήκη του Αλεξάνδρου Κ. Βούρου, «συνταγείσης ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών Φωκίωνος Έρωτα που δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθ. 3932/1959 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών και εγκρίθηκε με το από 16.7.1959 Β.Δ. που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 153/5.8.1959 ΦΕΚ (τ.Α΄)»- και η δράση του, ειδικά στον πολιτισμό της πόλης έχει πολλαπλώς αναγνωρισθεί. Πιο συγκεκριμένα, το Ίδρυμα Δεκόζη-Βούρου είναι από τα συστατικά μέρη του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΟΜΜΑ) όπως προκύπτει από το κείμενο του νόμου 1198 του 1981.

Με αυτόν τον νόμο κυρώθηκε η προγενέστερη σύμβαση ίδρυσης του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου, του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής και του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου. Με απλά λόγια, ο Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών τη στιγμή της ίδρυσής του είχε δικά του περιουσιακά στοιχεία, τα οποία συνεισέφεραν τα μέρη που συμμετείχαν στη συγκρότησή του. Επιπλέον, με τον ίδιο νόμο (άρθρο 6) καθορίζονταν οι πηγές των εσόδων βάσει των οποίων θα καλύπτονταν τα έξοδα λειτουργίας και συντήρησης του Οργανισμού. Συγκεκριμένα, οι πόροι του Οργανισμού, όπως καθορίζονται με το άρθρο 6 του νόμου 1198, είναι οι εξής: «α) Το υπό του Διοικητικού Συμβουλίου οριζόμενον αντάλλαγμα διά την διάθεσιν των αιθουσών και λοιπών χώρων του Μεγάρου, β) Το 40% των καθαρών εσόδων του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, εκχωρούμενον, χάριν συνεισφοράς, εις τας λειτουργικάς δαπάνας του Μεγάρου, γ) Αι πάσης φύσεως πρόσοδοι εκ της περιουσίας του Οργανισμού του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και ειδικώτερον εκ της κατά τα κατωτέρω άρθρα 8 και 9 παραχωρουμένης υπό του Συλλόγου των Φίλων της Μουσικής εις τον Οργανισμόν ακινήτου περιουσίας, άμα ως αποσβεσθούν αι επ' αυτής επικαρπίαι, δ) Ετήσια επιχορήγησις του Δημοσίου οριζομένης εκάστοτε διά κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και ε) Τυχόν κληρονομίαι, κληροδοσίαι και δωρεαί προς τον Οργανισμόν».


Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Πολύ νωρίτερα, το 1968, ο Λάμπρος Ευταξίας ως Διοικητής του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, αναλαμβάνει τις δαπάνες για την περίφραξη του οικοπέδου, την ανάθεση των πρώτων μελετών στους Γερμανούς αρχιτέκτονες-ακουστικολόγους Heinrich Keilholz & Johannes Burkhardt (κατόπιν συστάσεως του Herbert von Karajan) και σε Έλληνες μελετητές. Στις 21 Μαΐου του 1976 γίνεται η κατάθεση του θεμελίου λίθου από τον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και το 1977 ανατίθεται η κατασκευή του δομικού σκελετού του κτιρίου, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου. Επικεφαλής της τριμελούς διοικούσας επιτροπής του Ιδρύματος είναι ο πρώην υπουργός και πρώην διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Ευθύμιος Χριστοδούλου.

Το δεύτερο Ίδρυμα είναι νεώτερο. Ιδρυτής του υπήρξε ο ίδιος ο πρώην υπουργός Λάμπρος I. Ευταξίας, «ατομικώς και ως Διοικητής του Ιδρύματος "Σταματίου Δεκόζη -Βούρου" ο οποίος ενισχύθηκε στο έργο του από κληροδότημα του εκ μητρός θείου του Αλεξάνδρου Κ. Βούρου. Το τελευταίο ιδρύθηκε το 1959 υπό του θείου του Πρέσβεως Αλεξάνδρου Κ. Βούρου και του Λάμπρου Ι. Ευταξία. Για αυτό και το Ίδρυμα του Μουσείου φέρει τα ονόματα των δύο γενών Ευταξία και Βούρου». Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1973 και άνοιξε τις πύλες του στο κοινό το 1980. Σήμερα, πρόεδρος του Δ.Σ είναι ο δικηγόρος κ. Αντώνιος Γ. Βογιατζής, αντιπρόεδρος ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ε.τ και πρόεδρος της Εθνικής Πινακοθήκης κ. Απόστολος Πλ. Μπότσος και μέλη του γνωστοί Αθηναίοι όπως ο δικηγόρος και πρώην βουλευτής Επικρατείας κ. Στρατής Ε. Στρατήγης, ο χρηματιστής κ. Ζαχ. Πορταλάκης, ο δικηγόρος και πρώην πρόεδρος της Αθηναϊκής Λέσχης κ. Επαμεινώνδας Ξ.Παπαηλιού.


Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Η πρωτοβουλία του δημάρχου Αθηναίων συνέβαλε να αρθούν τα οποιαδήποτε προσκόμματα και όλες οι πλευρές να κατευθύνουν τις προσπάθειες του στην ίδια γραμμή προκειμένου να εξυπηρετηθούν και τα επιμέρους συμφέροντα τους - η αποκατάσταση του κτιρίου θα φέρει νέα έσοδα από μισθώματα στο ταμείο του πρώτου ιδρύματος, αλλά και έσοδα στο Μουσείο που ανήκει στο δεύτερο, νεώτερο Ίδρυμα. Παράλληλα, θα εξυπηρετηθεί και το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον αφού μια γειτονιά της Πόλης θα ξεφύγει από το «μαύρο» της καταστροφής. Έτσι, αποφασίσθηκε τα χρήματα που προήλθαν από την αποζημίωση της ασφαλιστικής εταιρείας να πάνε για το έργο της αποκατάστασης. Αλλά, και πάλι το ποσό που χρειαζόταν δεν επαρκούσε. Σε αυτό το σημείο το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ως από μηχανής Θεός έκανε το καθήκον του. Δεσμεύτηκε να συμπληρώσει το αναγκαίο ποσό και να ολοκληρωθεί το έργο της αποκατάστασης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr