Iron Fist: Γιατί τέτοιο πέσιμο, ρε παιδιά;
Iron Fist: Γιατί τέτοιο πέσιμο, ρε παιδιά;
Παρά το δηλητήριο που έχουν στάξει οι περισσότεροι κριτικοί εναντίον της νέας παραγωγής της Marvel και του Netflix, το “Iron Fist” είναι μία αρκετά ευχάριστη σειρά για να παρακολουθήσεις
Υπάρχει μία σκηνή στα πρώτα επεισόδια του “Iron Fist”, όπου ο κεντρικός ήρωας, Ντάνι Ραντ (aka Iron Fist), είναι εγκλωβισμένος και τρώει αλύπητα ξύλο από μία ομάδα κακοποιών. Κάτι τέτοιο μου φέρνει στο μυαλό το ενορχηστρωμένο πέσιμο της συντριπτικής πλειονότητας των κριτικών στη νέα παραγωγή της Marvel και του Netflix. Το “Iron Fist” είναι η τέταρτη σειρά-καρπός της συνεργασίας των δύο κολοσσών της ψυχαγωγίας και η τελευταία προτού οι ισάριθμοι υπερήρωες που πρωταγωνίστησαν σε αυτές να ενώσουν τις δυνάμεις τους στο “Defenders”, το οποίο θα κάνει πρεμιέρα μέσα στους προσεχείς μήνες. Αυτή η κριτική γίνεται για ορισμένους λάθος και για ορισμένους σωστούς λόγους. Όμως η οξύτητά της είναι υπερβολική.
Ας ξεκινήσουμε όμως με την ιστορία. Τα φώτα στρέφονται στον Ντάνι Ραντ, η οδύσσεια του οποίου ξεκινά πριν από 15 χρόνια. Τότε, το αεροπλάνο στο οποίο επιβαίνει μαζί με τους γονείς του συντρίβεται ενώ πετούσε πάνω από τα Ιμαλάια, με αποτέλεσμα τον θάνατο του πατέρα του και της μητέρας του (μια πρώτη απόκλιση από την ιστορία του κόμικ, για να απλοποιηθούν λίγο τα πράγματα). Ο μικρός Ντάνι βρίσκεται μόνος του στο εξαιρετικά αφιλόξενο περιβάλλον του βουνού και ο θάνατός του θα ήταν σίγουρος εάν δεν τον έβρισκαν δύο μοναχοί, οι οποίοι τον πηγαίνουν στην K’un L’un, μία μυθική πόλη που εμφανίζεται στο πρόσωπο της γης μία φορά στα 15 χρόνια. Εκεί, ο Ντάνι θα εκπαιδευτεί στις πολεμικές τέχνες και θα κατακτήσει το μαγικό μυστικό της Σιδερένιας Γροθιάς.
Πάμε fast forward μιάμιση δεκαετία. Ο Ντάνι επιστρέφει όπως μπορεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Με look χίπη και χωρίς παπούτσια -γιατί είναι ασφαλέστατο να κυκλοφορείς ξυπόλυτος στους πεντακάθαρους δρόμους της Νέας Υόρκης-, ο πάλαι ποτέ γόνος της εύπορης οικογένειας κάνει ντου στα γραφεία της εταιρείας των δικών του και διεκδικεί το τιμόνι της - και τα υπόλοιπα περιουσιακά της στοιχεία. Ωστόσο, όλο αυτό τον καιρό, η εταιρεία δεν βρισκόταν στον αυτόματο πιλότο. Τον έλεγχό της έχουν αναλάβει οι παιδικοί του φίλοι, Γουόρντ και Τζόι Μίτσαμ, έπειτα και από τον θάνατο του πατέρα των τελευταίων. Τα δύο αδέλφια δεν πιστεύουν την ιστορία του Ντάνι και έτσι ο τελευταίος καλείται να αποδείξει ότι όντως είναι αυτός που είναι και όχι κάποιος ψυχοπαθής ή κάποιος απατεώνας που επιβουλεύεται τη Rand Enterprises.
Ας ξεκινήσουμε όμως με την ιστορία. Τα φώτα στρέφονται στον Ντάνι Ραντ, η οδύσσεια του οποίου ξεκινά πριν από 15 χρόνια. Τότε, το αεροπλάνο στο οποίο επιβαίνει μαζί με τους γονείς του συντρίβεται ενώ πετούσε πάνω από τα Ιμαλάια, με αποτέλεσμα τον θάνατο του πατέρα του και της μητέρας του (μια πρώτη απόκλιση από την ιστορία του κόμικ, για να απλοποιηθούν λίγο τα πράγματα). Ο μικρός Ντάνι βρίσκεται μόνος του στο εξαιρετικά αφιλόξενο περιβάλλον του βουνού και ο θάνατός του θα ήταν σίγουρος εάν δεν τον έβρισκαν δύο μοναχοί, οι οποίοι τον πηγαίνουν στην K’un L’un, μία μυθική πόλη που εμφανίζεται στο πρόσωπο της γης μία φορά στα 15 χρόνια. Εκεί, ο Ντάνι θα εκπαιδευτεί στις πολεμικές τέχνες και θα κατακτήσει το μαγικό μυστικό της Σιδερένιας Γροθιάς.
Πάμε fast forward μιάμιση δεκαετία. Ο Ντάνι επιστρέφει όπως μπορεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Με look χίπη και χωρίς παπούτσια -γιατί είναι ασφαλέστατο να κυκλοφορείς ξυπόλυτος στους πεντακάθαρους δρόμους της Νέας Υόρκης-, ο πάλαι ποτέ γόνος της εύπορης οικογένειας κάνει ντου στα γραφεία της εταιρείας των δικών του και διεκδικεί το τιμόνι της - και τα υπόλοιπα περιουσιακά της στοιχεία. Ωστόσο, όλο αυτό τον καιρό, η εταιρεία δεν βρισκόταν στον αυτόματο πιλότο. Τον έλεγχό της έχουν αναλάβει οι παιδικοί του φίλοι, Γουόρντ και Τζόι Μίτσαμ, έπειτα και από τον θάνατο του πατέρα των τελευταίων. Τα δύο αδέλφια δεν πιστεύουν την ιστορία του Ντάνι και έτσι ο τελευταίος καλείται να αποδείξει ότι όντως είναι αυτός που είναι και όχι κάποιος ψυχοπαθής ή κάποιος απατεώνας που επιβουλεύεται τη Rand Enterprises.
Τα αδέλφια Μίτσαμ βλέπουν καχύποπτα την επιστροφή του Ντάνι
Η σειρά κόλλησε μάλλον την ασθένεια του «Μπάτμαν v Σούπερμαν», της ταινίας δηλαδή που πέρυσι ενώ δέχτηκε απανωτά χτυπήματα από τους κριτικούς, τα πήγε πολύ καλά στο box office (αν και θα μπορούσε να πήγαινε και καλύτερα, δεδομένου ότι ήταν η ταινία που ουσιαστικά θα εγκαινίαζε τον κινηματογραφικό κόσμο της DC Comics). Ήδη πριν από την προβολή του, το “Iron Fist” άρχισε να εισπράττει πολύ κακές κριτικές από τους εκπροσώπους των media, ενώ το φαινόμενο άρχισε να αποκτά διαστάσεις χιονοστιβάδας, καθώς και άλλοι κριτικοί άρχισαν να μπαίνουν στον χορό (ενδεχομένως με την αρχική αρνητική υποδοχή να επηρεάζει στη συνέχεια και τους υπόλοιπους συντάκτες).
Αποτέλεσμα; Σύμφωνα με το site Rotten Tomatoes, μόλις το 18% των κριτικών διετύπωσε θετική κριτική για τη σειρά, τη στιγμή, όμως, που το 82% των τηλεθεατών είχε θετική άποψη για αυτή. Αυτό έδωσε και ένα περιθώριο ελιγμών στο Netflix, το οποίο δείχνοντας ότι… έχασε το τσι του με όλη αυτή την κατακραυγή του Τύπου, ανέβασε ένα σποτάκι στη σελίδα της σειράς στο Facebook που παρουσίαζε τα διθυραμβικά σχόλια των τηλεθεατών. Ο πρωταγωνιστής, Φιν Τζόουνς, είχε επισημάνει πιο πριν ότι αυτές οι σειρές γίνονται για τους fans. Και πάλι αυτό δεν αρκούσε για να φύγει εντελώς η ρετσινιά από της κακής παραγωγής.
Πού μπορεί να οφείλεται αυτή η χαώδης διαφορά μεταξύ κριτικών και κοινού; Ένα αρχικό λάθος από την πλευρά των πρώτων είναι ότι αρκετοί έδωσαν πολύ μεγάλη έμφαση στις κατηγορίες περί whitewashing, οι οποίες ξεκίνησαν ήδη από τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι ο Τζόουνς θα υποδυθεί τον Iron Fist. Ορισμένοι έκαναν λόγο ακόμα και για οικειοποίηση της ασιατικής κουλτούρας. Και όλα αυτά, επειδή επιλέχθηκε ένας λευκός ηθοποιός να υποδυθεί έναν λευκό ήρωα. Ωστόσο, αν ρίξει κανείς μία ματιά στο καστ, θα καταλάβει ότι υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλομορφία από ό,τι σε άλλες σειρές.
Επίσης, θα πρέπει να δούμε το “Iron Fist” σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, αυτό των “Defenders”, δηλαδή της αμέσως επόμενης σειράς της Marvel και του Netflix. Η ομάδα αποτελείται από τρεις λευκούς και έναν μαύρο ήρωα, επομένως ακόμα και αν λειτουργούσε όλο αυτό με κάποιον κανόνα ποσοστώσεων, η αναλογία στο τέλος είναι σωστή. Η ομάδα που θα δικαιούται να διαμαρτυρηθεί ότι υποεκπροσωπείται είναι οι γυναίκες (τρεις άνδρες και μία γυναίκα). Όμως ελάχιστοι φαίνεται να ενοχλούνται από αυτό.
Η Τζέσικα Χένγουικ ξεχωρίζει ως Κόλιν Γουίνγκ
Σοβαρότερο λόγο κριτικής αποτελεί ο αργός ρυθμός της σειράς. Όντως, το “Iron Fist” καταφέρνει να βαλτώσει ήδη με το «καλημέρα», όμως πρόβλημα ρυθμού αντιμετώπισαν σε κάποια φάση και το “Jessica Jones” και το “Luke Cage”. Ίσως οι ιστορίες αυτές να χρειάζονται τελικά κύκλους με λιγότερα επεισόδια για να αντιμετωπίσουν αυτό το ζήτημα, αν και σε καμία περίπτωση αυτή η αδυναμία (που δεν κρατά σε ολόκληρο τον κύκλο) δεν εξελίσσεται σε επαρκή λόγο για να μην τις δεις καθόλου.
Παρά τα βαριά… πυρά που δέχτηκε, το “Iron Fist” είναι μία αρκετά ευχάριστη σειρά για να παρακολουθήσει κανείς. Η γραμμική του εξιστόρηση μαζί με τα σαφώς διακριτά φλας μπακ το κάνουν λιγότερο πολύπλοκο και πιο άνετο στην παρακολούθηση από ό,τι το “Legion”. Επίσης, σε σύγκριση με την προαναφερθείσα σειρά, είναι σαφώς πιο κατασταλαγμένο ως προς τον σκοπό του και το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Οι χορογραφίες είναι βελτιωμένες σε σύγκριση με το “Luke Cage”, όπου οι κινήσεις ήταν πιο «βαριές» και θύμιζαν περισσότερο τους καβγάδες του Μπαντ Σπένσερ στις ταινίες του.
Το μεγαλύτερο ατού του, όμως, είναι το γυναικείο καστ. Η Τζέσικα Χένγουικ κατάφερε να μας αποδείξει ότι η μεγάλη απογοήτευση που μας προκάλεσε ο Οίκος των Μαρτέλ στο “Game of thrones” (υποδύθηκε μία από τις Sand Snakes) οφειλόταν στο πολύ κακό σενάριο και όχι στην έλλειψη ταλέντου από πλευράς των ηθοποιών. Η Χένγουικ αποτελεί πραγματικά σημείο αναφοράς στο “Iron fist”, όπου υποδύεται την ανεξάρτητη και φιλεύσπλαχνη άσο των πολεμικών τεχνών Κόλιν Γουίνγκ. Η παλιά μας γνώριμη από το “Jessica Jones”, Κάρι Αν Μος, είναι απολαυστική στο σύντομο πέρασμά της ως δικηγόρος Τζέρι Χόγκαρθ (που στα κόμικς είναι άνδρας), ενώ η Ροζάριο Ντόσον κάνει το καθιερωμένο πέρασμά της ως Κλερ Τεμπλ - ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα και στις τέσσερις σειρές της Marvel και του Netflix.
Από την πλευρά του, ο Φιν Τζόουνς κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με το υλικό που του έδωσαν. Δυστυχώς, όμως, ο Ντάνι Ραντ που υποδύεται δεν είναι ιδιαίτερα καλοδουλεμένος στο σενάριο, εξ ου και τα πολλά κενά: για κάποιον που έχει μεγαλώσει ανάμεσα σε πολεμιστές μοναχούς, ο Ντάνι χάνει πολύ εύκολα την ψυχραιμία του και δείχνει να δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει τη λογική του ακόμα και σε περιπτώσεις ηρεμίας.
Επόμενη στάση: Defenders
Η πιο χτυπητή απουσία, ωστόσο, είναι αυτή ενός επιβλητικού κακού, ο οποίος θα μπορούσε να δώσει πολλούς παραπάνω πόντους στη σειρά. Ούτε Γουίλσον Φισκ θα δεις, ούτε Κίλγκρεϊβ, ούτε Κότονμαουθ. Ο Ντέιβιντ Γουέναμ είναι πολύ καλός στον ρόλο του Χάρολντ Μίτσαμ, όπως και ο Τομ Πέλφρεϊ στον ρόλο του γλοιώδους γιου του, Γουόρντ, όμως και οι δύο φαίνονται «ελαφρών βαρών».
Συνολικά, το “Iron Fist” επιβεβαιώνει πως παρουσιάζεται μία φθίνουσα απόδοση στις συμπαραγωγές Marvel-Netflix. Το “Daredevil” ήταν σίγουρα το κορυφαίο, ενώ το “Jessica Jones” ήταν καλύτερο από το “Luke Cage”. Και τώρα το “Iron fist” γίνεται το πιο αδύναμο ανάμεσα στην τετραλογία. Αυτό, όμως, δεν το καθιστά κακή σειρά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα