Οι «Κόκκινοι» του Λάππα, στην Άνδρο

Ένα αφιέρωμα στον πρόωρα χαμένο γλύπτη Γιώργο Λάππα, γίνεται στη φετινή έκθεση – “23οι Πλόες”, με υπότιτλο «Εύκρατη Ζώνη»- που φιλοξενείται στο διατηρητέο κτήριο του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως, στην Χώρα της Άνδρου 

Το τιμητικό αφιέρωμα στον πρόωρα χαμένο γλύπτη Γιώργο Λάππα πραγματοποιείται στη φετινή έκθεση – “23οι Πλόες”- σε επιμέλεια της κριτικού και ιστορικού τέχνης Αθηνάς Σχινά- και φιλοξενείται στους δύο εκθεσιακούς ορόφους του ιστορικού και διατηρητέου κτηρίου του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως, στην Χώρα, την πρωτεύουσα της Άνδρου, του αιγαιοπελαγίτικου νησιού που συνδυάζει την αρχοντιά του πολιτισμού με την δύναμη της ναυτοσύνης. 

Με αφορμή αυτό το αφιέρωμα αναζήτησα στο πολύτιμο αρχείο του πάντα φιλόξενου ΙΣΕΤ (www.iset.gr) ένα διαφωτιστικό βιογραφικό σημείωμα του γλύπτη, που άφησε ισχυρό αποτύπωμα στην σύγχρονη εικαστική μας σκηνή. Έτσι, λοιπόν, ο Γιώργος Λάππας που έφυγε από κοντά μας το 2016: «Γεννήθηκε το 1950 στο Κάιρο. Το 1958 η οικογένειά του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αίγυπτο και να εγκατασταθεί στην Αθήνα, λόγω των διώξεων του ελληνικού στοιχείου από το καθεστώς Νάσερ. 



Αρχικά σπούδασε ψυχολογία στο Reed College, Portland στις Η.Π.Α. (1970-74) και εργάσθηκε εθελοντικά σε πολλά ψυχιατρικά ιδρύματα. Το 1974, με υποτροφία του ιδρύματος Watson, πήγε για ένα χρόνο στην Ινδία, όπου μελέτησε τους ινδικούς ναούς. Συνέχισε με σπουδές αρχιτεκτονικής στο Λονδίνο (Architectural Association School of Architecture, 1975), σπουδές γλυπτικής στην ΑΣΚΤ, με τους Γιάννη Παππά και Γιώργο Νικολαΐδη (1977-82), καθώς και στην École des Beaux Αrts στο Παρίσι, με κρατική γαλλική υποτροφία (1984-85). Η πρώτη του ατομική έκθεση πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα (1981, Ζουμπουλάκη). 

Το έργο του περιλαμβάνει γλυπτά, κατασκευές και εγκαταστάσεις, συνήθως μεγάλου μεγέθους, που ερευνούν τη σχέση της γλυπτικής με το χώρο και την επικοινωνία με το θεατή. Στις πρώτες του εγκαταστάσεις κυριαρχεί η αναδιαμόρφωση του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος με την παρουσία τρισδιάστατων κατασκευών από διάφορα υλικά, οι οποίες μπορούν να διατάσσονται με διαφορετικούς τρόπους, δημιουργώντας την αίσθηση της μεταβλητότητας και της κίνησης μέσα στο χώρο. Το παιχνίδι με τους νόμους του τυχαίου κάνει πιο έντονη αυτή την αίσθηση (Mappemonde, Ζάρια). 



Από τη δεκαετία του 1990 σημειώνεται μια στροφή στη θεματολογία του, από την οποία μάλιστα θα προέλθει το πιο δημοφιλές κομμάτι της δουλειάς του. Σε αυτή τη φάση, πρωταγωνιστούν οι ανθρώπινες φιγούρες και το έντονο κόκκινο χρώμα. Οι φιγούρες είναι συνήθως σε φυσικό μέγεθος, σε σύνολα ή κατά μόνας, συχνά αποσπασματικές ή αποτελούμενες από συναρμολογούμενα τμήματα, ώστε να μεταπλάθονται αλλάζοντας όψη. Πρόκειται για κατασκευές που θυμίζουν ταυτοχρόνως αγάλματα και μηχανικά αντικείμενα με πολλές δυνατότητες μεταμόρφωσης (Αστοί ), ανατρέποντας την παραδοσιακή στατικότητα της γλυπτικής. 



Ταξίδεψε και εργάστηκε σε πολλές χώρες (Ευρώπη, Ασία, Αμερική). Από το 1992 είναι καθηγητής γλυπτικής στην ΑΣΚΤ της Αθήνας. 

Έχει κάνει ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γλασκόβη, Φλωρεντία, Βρυξέλες, Μόναχο, Νέα Υόρκη, κ.ά.). Συμμετείχε επίσης σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις, εντός και εκτός Ελλάδας. Το 1982 έλαβε μέρος στην Μπιενάλε Νέων (Παρίσι) και στα Ευρωπάλια στο Βέλγιο. Συμμετείχε επίσης στη Μπιενάλε του Sao Paulo (1987) και στο Aperto της Μπιενάλε της Βενετίας (1988). Εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Μπιενάλε Βενετίας (1990, μαζί με τον Γιάννη Μπουτέα) και στην 1η Μπιενάλε της Gwangju (Κορέα, 1995). 

Το 2005, στο πλαίσιο της έκθεσής του στο Κέντρο Σύγχρονης Εικαστικής Δημιουργίας στο Ρέθυμνο, κυκλοφόρησε κατάλογος-μονογραφία του από τις εκδόσεις Futura».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr