Μία ερμηνεία… masterpiece
12.02.2019
10:45
Η Μαρία Ναυλπιώτου δίνει μία αριστουργηματική ερμηνεία στο “Masterclass” του Τέρενς Μακ Νάλι, που παρουσιάζεται στο θέατρο Μικρό Χορν, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου
«Να ’μαι λοιπόν. Με την καρδιά ραγισμένη. Ανυποψίαστη πως μόνο ένα παραπάτημα με χωρίζει από τον θάνατο». Τα λόγια αυτά από την άρια της Αμίνα στην όπερα του Μπελίνι «Η Υπονοβάτις» αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό την ψυχολογική κατάσταση της Μαρίας Κάλλας εν έτει 1971, οπότε και παραδίδει το περίφημο masterclass της για το τραγούδι στην όπερα, στη Σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης.
Η καριέρα της έχει τελειώσει οριστικά. Τη χωρίζουν πια έξι χρόνια από την τελευταία φορά που τραγούδησε σε όπερα – στη «Τόσκα», σε σκηνοθεσία Τζεφιρέλι, στο Κόβεντ Γκάρντεν. Η δόξα, οι διθυραμβικές κριτικές, τα παρατεταμένα χειροκροτήματα, η παγκόσμια αναγνώριση ανήκουν πια στο παρελθόν. Και μαζί η θυελλώδης ερωτική της σχέση με τον Αριστοτέλη Ωνάση, τον άνθρωπο που την έκανε νιώσει για πρώτη φορά γυναίκα λούζοντας τη στο φως προτού τη βυθίσει σταδιακά στο σκοτάδι.
Σε αυτό το σκοτάδι τη συναντά το σπουδαίο έργο του Τέρενς Μακ Νάλι “Masterclass”. Μία Κάλλας ρημαγμένη, μα περήφανη. Χωρίς να έχει χάσει τίποτα από την αίγλη της πραγματικής ντίβας. Με τη φωνή της λαβωμένη, αλλά την ψυχή της να αλυχτά. Με μοναδικό όπλο τη βαθιά γνώση της τέχνης της. Της μουσικής. Στην οποία αφιέρωσε τα πάντα. «Η μουσική είναι πειθαρχία. Αν θέλεις να κάνεις καριέρα όπως εγώ – και δεν το λέω για να κομπάσω, δεν είμαι από εκείνες που κομπάζουν – πρέπει να ’σαι πρόθυμος – πώς το λένε; - να υποτάξεις τον εαυτό σου στη μουσική. Πάντα η μουσική. Είσαι ο υπηρέτης της».
Φυσικά τίποτα απ’ όλα αυτά που περιγράφονται στο έργο δεν συνέβη πραγματικά στο σεμινάριο της Κάλλας. Ο Τέρενς Μακ Νάλι, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης αμερικάνικης δραματουργίας, χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο γεγονός για να χτίσει μυθοπλαστικά ένα συνταρακτικό ψυχογράφημα της Μαρίας Κάλλας. Το “Masterclass” δεν είναι η βιογραφία της. Είναι μία ακόμα άρια. Η πιο προσωπική της. Η πιο σπαρακτική της. Μία παρτιτούρα που παίζει με τα ημιτόνια της ψυχής της. Την ξεγυμνώνει και την εξυψώνει.
Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, στον ρόλο του σκηνοθέτη, μελέτησε εξαντλητικά το κείμενο. Κάθε του λέξη, κάθε του παύση, κάθε του ανάσα. Μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, αλλά σ’ ένα τέτοιο χειμαρρώδες έργο τίποτα δεν βγάζει νόημα αν δεν ειπωθεί σωστά. Πρέπει η κάθε λέξη να λειτουργεί σαν νότα, να εκπέμπει έναν άλλον ήχο. Η εξαιρετική ερμηνεία της Ναυπλιώτου δεν είναι κατάκτηση μόνο της ίδιας. Είναι μία νίκη συνεργατική. Κανείς ηθοποιός δεν μπορεί να φτάσει σε τέτοια ερμηνευτικά ύψη αν δεν ανασαίνει μαζί με τον σκηνοθέτη του.
Ο Παπασπηλιόπουλος βούτηξε με τόλμη στην ψυχή της ηρωίδας του. Δεν «φωτογράφισε» την Κάλλας, βρήκε τις ρωγμές του προσωπείου της ντίβας, που αποκαλύπτουν το κορίτσι εκείνο που πάλεψε να γίνει η Κάλλας. Την ίδια στιγμή «ενορχήστρωσε» μοναδικά τις δύο κομβικές σκηνές, που η Κάλλας παραληρεί, παντρεύοντας την πρόζα με τις άριες. Στο μόνο σημείο που έχω ένσταση είναι στον τρόπο που η σκηνοθεσία χειρίστηκε τους ήρωες που πλαισιώνουν την Κάλλας – και δη τους ρόλους του φροντιστή και της δεύτερης σοπράνο. Ένιωσα μία βεβιασμένη ανάγκη να ελαφρύνει η ατμόσφαιρα μέσα από κωμικά τερτίπια, που δεν θεωρώ ότι τα έχει ανάγκη το έργο. Άλλωστε το ίδιο το κείμενο δεν στερείται χιούμορ.
Η καριέρα της έχει τελειώσει οριστικά. Τη χωρίζουν πια έξι χρόνια από την τελευταία φορά που τραγούδησε σε όπερα – στη «Τόσκα», σε σκηνοθεσία Τζεφιρέλι, στο Κόβεντ Γκάρντεν. Η δόξα, οι διθυραμβικές κριτικές, τα παρατεταμένα χειροκροτήματα, η παγκόσμια αναγνώριση ανήκουν πια στο παρελθόν. Και μαζί η θυελλώδης ερωτική της σχέση με τον Αριστοτέλη Ωνάση, τον άνθρωπο που την έκανε νιώσει για πρώτη φορά γυναίκα λούζοντας τη στο φως προτού τη βυθίσει σταδιακά στο σκοτάδι.
Σε αυτό το σκοτάδι τη συναντά το σπουδαίο έργο του Τέρενς Μακ Νάλι “Masterclass”. Μία Κάλλας ρημαγμένη, μα περήφανη. Χωρίς να έχει χάσει τίποτα από την αίγλη της πραγματικής ντίβας. Με τη φωνή της λαβωμένη, αλλά την ψυχή της να αλυχτά. Με μοναδικό όπλο τη βαθιά γνώση της τέχνης της. Της μουσικής. Στην οποία αφιέρωσε τα πάντα. «Η μουσική είναι πειθαρχία. Αν θέλεις να κάνεις καριέρα όπως εγώ – και δεν το λέω για να κομπάσω, δεν είμαι από εκείνες που κομπάζουν – πρέπει να ’σαι πρόθυμος – πώς το λένε; - να υποτάξεις τον εαυτό σου στη μουσική. Πάντα η μουσική. Είσαι ο υπηρέτης της».
Φυσικά τίποτα απ’ όλα αυτά που περιγράφονται στο έργο δεν συνέβη πραγματικά στο σεμινάριο της Κάλλας. Ο Τέρενς Μακ Νάλι, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης αμερικάνικης δραματουργίας, χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο γεγονός για να χτίσει μυθοπλαστικά ένα συνταρακτικό ψυχογράφημα της Μαρίας Κάλλας. Το “Masterclass” δεν είναι η βιογραφία της. Είναι μία ακόμα άρια. Η πιο προσωπική της. Η πιο σπαρακτική της. Μία παρτιτούρα που παίζει με τα ημιτόνια της ψυχής της. Την ξεγυμνώνει και την εξυψώνει.
Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, στον ρόλο του σκηνοθέτη, μελέτησε εξαντλητικά το κείμενο. Κάθε του λέξη, κάθε του παύση, κάθε του ανάσα. Μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, αλλά σ’ ένα τέτοιο χειμαρρώδες έργο τίποτα δεν βγάζει νόημα αν δεν ειπωθεί σωστά. Πρέπει η κάθε λέξη να λειτουργεί σαν νότα, να εκπέμπει έναν άλλον ήχο. Η εξαιρετική ερμηνεία της Ναυπλιώτου δεν είναι κατάκτηση μόνο της ίδιας. Είναι μία νίκη συνεργατική. Κανείς ηθοποιός δεν μπορεί να φτάσει σε τέτοια ερμηνευτικά ύψη αν δεν ανασαίνει μαζί με τον σκηνοθέτη του.
Ο Παπασπηλιόπουλος βούτηξε με τόλμη στην ψυχή της ηρωίδας του. Δεν «φωτογράφισε» την Κάλλας, βρήκε τις ρωγμές του προσωπείου της ντίβας, που αποκαλύπτουν το κορίτσι εκείνο που πάλεψε να γίνει η Κάλλας. Την ίδια στιγμή «ενορχήστρωσε» μοναδικά τις δύο κομβικές σκηνές, που η Κάλλας παραληρεί, παντρεύοντας την πρόζα με τις άριες. Στο μόνο σημείο που έχω ένσταση είναι στον τρόπο που η σκηνοθεσία χειρίστηκε τους ήρωες που πλαισιώνουν την Κάλλας – και δη τους ρόλους του φροντιστή και της δεύτερης σοπράνο. Ένιωσα μία βεβιασμένη ανάγκη να ελαφρύνει η ατμόσφαιρα μέσα από κωμικά τερτίπια, που δεν θεωρώ ότι τα έχει ανάγκη το έργο. Άλλωστε το ίδιο το κείμενο δεν στερείται χιούμορ.
Η νέα μετάφραση του Σρατή Πασχάλη είναι εξαιρετική. Απολύτως θεατρική. Πάλλεται μαζί με την ηρωίδα. Το σκηνικό της Όλγας Μπρουμά είναι και κομψό και λειτουργικό, αφού η ξύλινη πλάτη φαντάζομαι ότι λειτουργεί σαν ηχείο για τις φωνές του τενόρου και των δύο σοπράνο. Το κοστούμι της Μαρίας Ναυλπιώτου, που επιμελήθηκε ο Βασίλης Ζούλιας, είναι ένα αριστούργημα από μόνο του. Κομψότητα, φινέτσα, class. Παραπέμπει στην Κάλλας, χωρίς να τη σκιαγραφεί. Οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου στο πνεύμα του έργου και της σκηνοθεσίας. Οι ερμηνείες της Βάσιας Ζαχαροπούλου, Εύας Γαλογαύρου, Λητούς Μεσσήνη και Δάφνης Δαυίδ στους ρόλους των σοπράνο (σε διπλή διανομή) επαρκείς υποκριτικά, αν και το δυνατό τους σημείο είναι φυσικά το τραγούδι. Τον Νικόλα Μαραζιώτη ωστόσο στον ρόλο του τενόρου τον βρήκα λίγο θολό και στα δύο πεδία.
Αν όμως θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς η παράσταση είναι η Μαρία Ναυπλιώτου. Μία ερμηνεία πραγματικά σπουδαία. Δεν είναι εύκολο να την αποκρυπτογραφήσεις. Νομίζω ότι ακολουθεί τον δρόμο της Κάλλας, μέσα όμως από τη δική της τέχνη, την υποκριτική. Δεν προσποιείται τίποτα, το βιώνει. Ή έτσι τουλάχιστον μοιάζει. Είναι σαν να δούλεψε εξαντλητικά στις πρόβες το πλαίσιο και μετά να το ντύθηκε εξαφανίζοντας τις γραμμές του. Στα παραληρήματά της, όταν έρχεται αντιμέτωπη με τον Μενεγκίνι και τον Ωνάση (τη μεγάλη πληγή), νομίζεις ότι θα σπάσει. Όλα πηγάζουν εκ των έσω. Αλλά ποτέ δεν χάνεται το μέτρο. Μία πολύ συγκεκριμένη «χορογραφία» που εκτελεί όχι με το κορμί της, αλλά με την ψυχή της. Δεν νομίζω ότι έχουμε συχνά την ευτυχία να απολαμβάνουμε τέτοιες ερμηνείες.
Αν όμως θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς η παράσταση είναι η Μαρία Ναυπλιώτου. Μία ερμηνεία πραγματικά σπουδαία. Δεν είναι εύκολο να την αποκρυπτογραφήσεις. Νομίζω ότι ακολουθεί τον δρόμο της Κάλλας, μέσα όμως από τη δική της τέχνη, την υποκριτική. Δεν προσποιείται τίποτα, το βιώνει. Ή έτσι τουλάχιστον μοιάζει. Είναι σαν να δούλεψε εξαντλητικά στις πρόβες το πλαίσιο και μετά να το ντύθηκε εξαφανίζοντας τις γραμμές του. Στα παραληρήματά της, όταν έρχεται αντιμέτωπη με τον Μενεγκίνι και τον Ωνάση (τη μεγάλη πληγή), νομίζεις ότι θα σπάσει. Όλα πηγάζουν εκ των έσω. Αλλά ποτέ δεν χάνεται το μέτρο. Μία πολύ συγκεκριμένη «χορογραφία» που εκτελεί όχι με το κορμί της, αλλά με την ψυχή της. Δεν νομίζω ότι έχουμε συχνά την ευτυχία να απολαμβάνουμε τέτοιες ερμηνείες.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr